Ο κύκλος με την κιμωλία
Τέσσερι στρατηγοί
Τέσσερι στρατηγοί κινάν και παν
Για πόλεμο στο μακρινό το Ιράν.
Μα ο πρώτος από πόλεμο δεν κάτεχε
Κι ο δεύτερος στην κακουχία δεν άντεχε
Ο τρίτος ήταν υποκείμενο γελοίο
Κι ο τέταρτος φοβότανε το κρύο
Τέσσερι στρατηγοί κινάν και παν
Αλλά δε φτάνουνε ποτέ στο Ιράν.
Στον πόλεμο κινάω
Στον πόλεμο κινάω, σε δρόμο μακρινό
Κι αφήνω την καλή μου μονάχη στο χωριό
Το νου σας στο κορίτσι, παιδιά, παρακαλώ
Μια μέρα θα γυρίσω να το στεφανωθώ.
Σα θα βρεθεί μια μέρα στον τάφο το κορμί μου
Θάρθει να ρίξει χώμα απάνω του η καλή μου.
Εδώ αναπαύονται, θα πει, τα πόδια παγωμένα
Κ’ εδώ τα χέρια που έλπιζαν να με κρατούν ωϊμένα!
Στου ρυακιού την άκρη
Στου ρυακιού την άκρη, σαν έσκυψε να πλύνει,
Μες στο νερό την όψη της αντίκρυσε
Τη ζωγραφιά της είδε να χλωμαίνει
Με τα γυρίσματα του φεγγαριού.
Στο σφένταμο το βουερό, την ώρα που σηκώθη,
Τα ρούχα τη να στίψει, άκουσε μια φωνή
Φωνή δική της που έσβηνε
Με τα γυρίσματα του φεγγαριού.
Κ’ ύστερα τα μεράκια κ’ οι συνερισιές
Τα δάκρυα κ’ οι στεναγμοί. Και το παιδί μεγάλωνε
Με τα γυρίσματα του φεγγαριού.
Τα ρόδινα χαράματα
Τα ρόδινα χαράματα πάνω από τα σπαρτά
Για τους κατατρεγμένους δε φέγγουνε ούτε αυτά.
Και τι καημός, όταν πεινάς και παίρνεις τη φευγάλα
Ν’ ακούς στα χωριατόσπιτα πως χοχλακάει το γάλα!
Πως, με ποιόν τρόπο;
Πως, με ποιόν τρόπο, Θέ μου, να ξεφύγει
Απ’ των σκυλιών κι απ’ των ανθρώπων το κυνήγι;
Ύπνο δεν έχουν όσοι κατατρέχουν
Και στα σκοτάδια ξέρουν κι απαντέχουν.
Τυφλοί στο μεγαλείο τους
Τυφλοί στο μεγαλείο τους! Λες και θα ειν’ αιώνιοι!
Κι όλα τους τα μπιστεύουνται στους πληρωμένους
Κι όλα τους τα μπιστεύουνται σ’ αγορασμένα χέρια
Που μέρα-νύχτα εργάζουνται γι’ αυτούς κ’ ιδρωκοπάνε
Όμως ο χρόνος ο πολύς δεν είναι αιωνιότη.
Κάποτε αλλάζουν οι καιροί. Κι’ οι ελπίδες των λαών ξεσπάνε.
Απόδοση: Οδυσσέας Ελύτης