Ποιοι καθορίζουν την ατζέντα και ποια είναι τα πραγματικά επίδικα. Του Γιώργου Λιερού
Ό,τι έχει ενδιαφέρον σε όλη τη συζήτηση για τα «πόθεν έσχες» των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι τόσο η αήθης επίθεση του Μαξίμου, αλλά η αναπαραγωγή της στο εσωτερικό της Αριστεράς και του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ.
Γιατί στην Ελλάδα, σήμερα, η παρουσία αστών ή μεσοαστών στον ΣΥΡΙΖΑ αποτέλεσε σκάνδαλο και κάτι τέτοιο δεν έγινε στην Αριστερά του Μεσοπολέμου ή κατά τον Εμφύλιο; Ο Λένιν είχε τονίσει τον ρόλο που παίζει η αστική διανόηση στη συγκρότηση της εργατικής συνείδησης, ενώ η Χάνα Άρεντ έβλεπε στην εν λόγω στράτευση των αστών διανοουμένων μια ανιδιοτέλεια και ένα πάθος για τη δικαιοσύνη που διέψευδαν, εντέλει, την ίδια τη μαρξιστική ρητορική (και το ρόλο που αποδίδει στα οικονομικά συμφέροντα).
Πολλοί «άνθρωποι της επανάστασης» στο παρελθόν, ήταν αστικής ή αριστοκρατικής καταγωγής. Και, στο κάτω-κάτω, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα κοινοβουλευτικό κόμμα. Όχι στο Κοινοβούλιο αλλά στο πεζοδρόμιο, η ηγεσία της Αριστεράς θα μπορούσε και να είναι άμεσα εργατική· όχι μέσω του κοινοβουλευτικού αγώνα αλλά μόνο μέσα από τα συμβούλια και τις δομές άμεσης δημοκρατίας είναι δυνατόν να αναδειχθεί μια ηγεσία από εργάτες και λαϊκούς ανθρώπους. Όλα αυτά είναι πασίγνωστα και χιλιοειπωμένα και απλώς έρχονται να κάνουν πιο εύλογο το ερώτημα που θέσαμε: Γιατί στην Ελλάδα σήμερα;
Αιτίες του… κακού
Ο λόγος είναι η παρακμή της δημόσιας ζωής και η κατάρρευση της ίδιας της πολιτικής κονίστρας, που σήμερα στην Ελλάδα συνοδεύεται από μια σοβαρότατη οικονομική κρίση και την επικράτηση στον πληθυσμό των στάσεων της κυνικής αποστασιοποίησης, της απάθειας και της (καθόλου αδικαιολόγητης) γενικευμένης καχυποψίας. Σε μια ακμαία δημόσια σφαίρα, η πολιτική σύγκρουση ανάμεσα σε πραγματικά αντιτιθέμενες γραμμές, προγράμματα και προοπτικές, αναδεικνύεται στην καθαρότητά της, ενώ οι άνθρωποι από την κάθε συγκρουόμενη πλευρά αρκούνται στα δημόσια προσωπεία τους και αφήνουν στην άκρη τις λεπτομέρειες της ιδιωτικής ζωής του καθενός. Μια λαμπρή δημόσια ζωή είναι λοιπόν, κατά κάποιο τρόπο, «απρόσωπη». Με την παρακμή της δημόσιας ζωής και επίσης καθώς η πολιτική γίνεται υπόθεση της βιομηχανίας του θεάματος και της διασκέδασης, η ιδιωτική ζωή των πολιτικών -όπως αυτή των καλλιτεχνών- μπαίνει όλο και πιο πολύ στο κέντρο του δημόσιου ενδιαφέροντος· επιπλέον, η ανάδειξη των νέων ωραίων και χαρισματικών ηγετών συνάδει -πολύ περισσότερο τώρα σε καιρούς κρίσης και κοινωνικής ανθρωποφαγίας- με τη διαπόμπευση μέρους του πολιτικού προσωπικού για πραγματικά ή και φανταστικά ατοπήματα. Από τη δική μας πλευρά, δεν θέλουμε να υποστηρίξουμε ότι η προσωπική ηθική στάση θα πρέπει να είναι πολιτικά αδιάφορη. Όμως οι αριστεροί κατά τον Μεσοπόλεμο ή τον εμφύλιο, δεν ήταν λιγότερο ηθικοί από τους σημερινούς όταν δεν αξιολογούσαν τους ανθρώπους κυρίως με βάση τα περιουσιακά τους στοιχεία και την ταξική τους καταγωγή αλλά με βάση το θάρρος, τη συνέπεια και την αφοσίωση που επεδείκνυαν.
Ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ έχει καμιά σχέση μ’ εκείνες τις εργατικές συλλογικότητες, οι οποίες κατά τις δεκαετίες του ’60 και του ’70, επέλεγαν να αποκλείουν από τις διαδικασίες τους τούς φοιτητές και τους διανοούμενους ώστε να μπορέσουν να αρθρώσουν έναν δικό τους αυτόνομο εργατικό λόγο. Και προφανώς ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν έχει καμιά σχέση με τους πρώτους χριστιανούς (ούτε καν οι μπολσεβίκοι ή οι Ισπανοί αναρχικοί δεν είχαν σχέση) που πούλαγαν τα υπάρχοντά τους και κατέθεταν το αντίτιμο στο κοινό ταμείο. Όμως, όσο κι αν φαίνεται «παράλογη» αυτή η συζήτηση που άνοιξε για τα «πόθεν έσχες» των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, είναι μια καλή αφορμή για να προσεγγίσουμε δύο ακόμη κρίσιμες συνθήκες στο πλαίσιο των οποίων εκδιπλώθηκε.
α) Υπαινιχθήκαμε ότι η συζήτηση για τα «πόθεν έσχες», αποτέλεσε εν μέρει έκφραση του πολέμου όλων εναντίον όλων, ο οποίος πλέον αναπαράγεται και στο εσωτερικό κάθε αριστερής οργάνωσης. Τώρα, θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι στο ανομικό χάος της διαλυμένης κοινωνίας, δρουν ισχυρές δυνάμεις που μεθοδικά και σχεδιασμένα επιχειρούν συνειδητά να κατευθύνουν το χάος σύμφωνα με τις δικές τους επιδιώξεις.
β) Υπάρχει μια πραγματική αδυναμία έκφρασης των λαϊκών στρωμάτων διά μέσου του εγχειρήματος του ΣΥΡΙΖΑ.
Θέματα και «θέματα»
Το χάος, η κοινωνική ανθρωποφαγία, δεν είναι τυφλή. Ορισμένοι βρίσκονται στο απυρόβλητο. Έχει μεγάλο ενδιαφέρον το ότι πέρασε στα ψιλά των εφημερίδων η απόλυση της εκπαιδευτικού που μονόγραψε την κόλλα του γιου του πρωθυπουργού, όταν τον έπιασε να αντιγράφει, ενός πρωθυπουργού που εκλέχθηκε με τα συνθήματα του «νόμου και της τάξης» και για την πάταξη της «ανομίας». Δεν πρόκειται για ένα ατόπημα πολιτικά αδιάφορο, όπως θα ήταν π.χ. αν ο Σαμαράς είχε ερωμένη ή κάτι τέτοιο. Εάν αποδειχθεί, ότι τα πράγματα έχουν όπως λέει η εκπαιδευτικός, πρόκειται για ένα πολύ σοβαρό παράπτωμα το οποίο έχει εξόχως πολιτικό χαρακτήρα (πολύ σοβαρότερο από τις πλαστές πινακίδες του Λιάπη). Μια εκπαιδευτικός τιμωρείται με απόλυση γιατί (όπως ισχυρίζεται η συνδικαλιστική της οργάνωση), άσκησε το δημόσιο λειτούργημά της, θίγοντας τον γιο του πρωθυπουργού. Για φανταστείτε να είχε γίνει κάτι τέτοιο με ένα παιδί του Ομπάμα ή του Κάμερον; Και όμως, στην Ελλάδα ακόμη και ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος δέχεται μια αήθη επίθεση (ώς και τα 38.000 ελβετικά φράγκα του Λαφαζάνη έγιναν θέμα), δεν κατάφερε να σηκώσει το θέμα.
Πολιτικός σχεδιασμός (δεν έχει έρθει ακόμη η ώρα της αναμέτρησης με τον Σαμαρά, να αρκεστούμε στον πιο «εύκολο» Βενιζέλο), αναξιόπιστοι οι ισχυρισμοί του συνδικάτου των εκπαιδευτικών ή ανικανότητα και ανεπάρκεια;
Σε κάθε περίπτωση, ο επικοινωνιακός μηχανισμός του Μαξίμου απολαμβάνοντας και της αμέριστης υποστήριξης του μεγαλύτερου μέρους των «σοβαρών» ΜΜΕ, υπερέχει εκείνου του ΣΥΡΙΖΑ. Εντυπωσιάζει, πράγματι, η ικανότητα των ΜΜΕ να καθορίζουν την ημερήσια διάταξη σε όλη την έκταση του εθνικού ακροατηρίου αλλά και στο εσωτερικό της αριστεράς. Στα σύγχρονα δίκτυα εξουσίας, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς, τα συγκροτήματα ΜΜΕ έχουν έναν αποφασιστικό ρόλο. Ο ΔΟΛ ή το συγκρότημα Αλαφούζου, είναι κέντρα πολιτικής ισχύος, κέντρα παραγωγής εξουσίας, πολύ πιο σημαντικά ακόμη και από τα μεγάλα κοινοβουλευτικά κόμματα. Και αυτή η ισχύς έχει πραγματικές βάσεις: Επικοινωνιακές δεξιότητες, πρόσληψη του κατάλληλου προσωπικού, χρηματοδότηση και προπάντων έναν μηχανισμό που παράγει αναλύσεις, απόψεις και πολιτική γραμμή. Παρά το πλήθος των αριστερών διανοούμενων και πανεπιστημιακών, ανάλογης εμβέλειας και αποτελεσματικότητας συγκροτήματα γενικά απουσιάζουν από το χώρο της Αριστεράς, αν και βέβαια υφίστανται αξιοσημείωτες εξαιρέσεις με πιο σημαντική εκείνη του Monde Diplomatique διεθνώς ή ελπιδοφόρες πρωτοβουλίες όπως αυτή της Εφημερίδας των Συντακτών στη χώρα μας.
Το μαζικό κόμμα σήμερα
Προφανώς, η (δυνητική) αντι-εξουσία των αποκάτω, δεν μπορεί (ή δεν πρέπει) να είναι συμμετρική της καπιταλιστικής εξουσίας. Με την Αριστερά όμως στα πρόθυρα της κυβερνητικής εξουσίας, επείγει να βρεθούν αξιόπιστες λύσεις όσον αφορά το μέσα από ποιους εναλλακτικούς δρόμους θα οργανωθεί πολιτικά η κοινωνία. Παραδοσιακά ένας τέτοιος δρόμος για την Αριστερά ήταν το μαζικό κόμμα. Δεν πρέπει να εκπλήσσει η αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να μετεξελιχθεί σε μαζικό κόμμα. Σήμερα έχουμε περάσει από τα ημι-επαγγελματικά μαζικά κόμματα στα αμιγώς επαγγελματικά κόμματα που δομούνται στο μοντέλο των ΜΚΟ ως εταιρίες παροχής πολιτικών υπηρεσιών.
Στα μαζικά κόμματα διασωζόταν ακόμη η συμμετοχή των λαϊκών τάξεων. Στο κόμμα των επαγγελματιών επαναστατών που εισηγήθηκε ο Λένιν και στα μαζικά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, η πολιτική και συνδικαλιστική γραφειοκρατία και τα αστικής ή μεσοαστικής καταγωγής στελέχη, συνυπήρχαν με την ισχυρή και άμεση παρουσία των πιο πολιτικοποιημένων μερίδων της εργατικής τάξης. Το μαζικό κόμμα όμως στην Ελλάδα και διεθνώς είναι παρελθόν εδώ και πολλές δεκαετίες, καθώς αποτελούσε μέρος του καπιταλιστικού συστήματος εξουσίας μιας προηγούμενης περιόδου.
Έχουν λεχθεί πολλά για την υπεραντιπροσώπευση των εργαζομένων του δημοσίου τομέα ή των πιο ευκατάστατων μεσοστρωμάτων στην οργανωτική δομή του ΣΥΡΙΖΑ, για τον αποφασιστικό ρόλο των επαγγελματικών στελεχών, για την ελλειμματική συμμετοχή των λαϊκών τάξεων ή την λειψή σύνδεση με τον ιδιωτικό τομέα κ.λπ. Είναι δυνατός όμως σήμερα ο μετασχηματισμός του ΣΥΡΙΖΑ σε μαζικό κόμμα; Για τον ΣΥΡΙΖΑ η πιο ευφυής λύση παραμένει αυτή που δόθηκε στην Λατινική Αμερική: Οι λαϊκές τάξεις αυτοοργανώθηκαν σε ανεξάρτητα κοινωνικοπολιτικά κινήματα, τα οποία συνδιαλέγονταν (προνομιακά) με την πολιτική Αριστερά έχοντας μια στενή αλλά εξωτερική σχέση μαζί της.
Η Αριστερά κέρδισε έτσι την κυβερνητική εξουσία αλλά δυστυχώς τα κοινωνικά κινήματα αποδυναμώθηκαν.
Ακόμη και αυτή η λύση, προσκρούει τόσο στην αδυναμία των κοινωνικών κινημάτων στην Ελλάδα όσο και στην δυσπιστία απέναντί τους που επιδεικνύει συχνά ο οργανωμένος ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος φαίνεται μερικές φορές να προτιμά την ασφάλεια των πιο σίγουρων κομματικών λύσεων (π.χ. εκλογές στο ΤΕΕ και όχι μόνο).
Το χειρότερο είναι ότι ο αδιάλλακτος ευρωπαϊσμός, όχι μόνο της πλειοψηφίας του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και γενικότερα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς και των Ευρωπαίων Πρασίνων, αποξενώνει την ευρωσκεπτικιστικής χροιάς αμφισβήτηση του πολιτικού συστήματος από μερίδα των λαϊκών τάξεων. Αυτή η αποξένωση έχει ένα κοινωνικό βάθος και οφείλεται εν μέρει στην ταξική σύνθεση της ευρωπαϊκής πολιτικής Αριστεράς και την οργανική ενσωμάτωση μέρους της στις διαδικασίες μιας ευρωπαϊκής «ολοκλήρωσης», θύματα της οποίας είναι οι λαϊκές τάξεις των ευρωπαϊκών χωρών. Αυτή όμως η εξαιρετικά σοβαρή συζήτηση, δεν έχει να κάνει με την ανάγνωση των φορολογικών δηλώσεων των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ.