Μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συνέντευξη του Λουκά Αξελού, συγγραφέα, διευθυντή των Eκδόσεων Στοχαστής και του περιοδικού Τετράδια, πρώην μέλους της Κ.Ε. και της Π.Γ. του ΣΥΡΙΖΑ, δημοσιεύτηκε -στις 25 Δεκεμβρίου 2015- στην κυπριακή εφημερίδα Ο Φιλελεύθερος.
Ο Λουκάς Αξελός, μεταξύ πολλών άλλων, μίλησε με αποκαλυπτικό τρόπο για ό,τι κρύβεται πίσω από την διαφαινόμενη επιτάχυνση των εξελίξεων στο Κυπριακό, αλλά και για όλο το πλέγμα των πολυποίκιλων εξαρτήσεων που έχει διαμορφωθεί.
Στη συνέχεια δημοσιεύουμε εκτεταμένα αποσπάσματα από τη συγκεκριμένη συνέντευξη, εκτιμώντας ότι δίνουν απαντήσεις και ξεκαθαρίζουν ορισμένα κρίσιμα ζητήματα.
Θα μπορούσατε να εκτιμήσετε πού θα καταλήξει αυτή η νέα προσπάθεια στο Κυπριακό; Παρακολουθώντας τα όσα διαδραματίζονται από μια απόσταση ενδεχομένως να βλέπετε κάποια ζητήματα που εμείς δεν τα διαπιστώνουμε.
Δεκαετίες ολόκληρες μετά την εισβολή παρακολουθούμε, με ελάχιστα διαλείμματα, το ίδιο έργο που συνοψίζεται στην σταθερά απρόθυμη στάση της Τουρκίας να απομακρυνθεί από τον στρατηγικό της στόχο, όπως συστηματικά πρωτοανιχνεύεται στα κείμενα των Νιχάτ Ερίμ και Ισμαήλ Τάνσου και όπως καταλήγει στις «περί γόρδιου δεσμού της Κύπρου», απόψεις του Αχμέτ Νταβούτογλου.
Οφείλουμε -επιτέλους- να κατανοήσουμε ότι ανεξάρτητα από τα επιμέρους στοιχεία τακτικισμού, το δεσπόζον στοιχείο της τουρκικής πολιτικής, ήταν, είναι και θα είναι η κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και η δημιουργία ενός φρανκενσταϊνικής κατασκευής μεταμοντέρνου υβριδιακού κρατικού μορφώματος, με προεξάρχοντα στοιχεία τον συνομοσπονδιακό (βοσνιακής κοπής) χαρακτήρα, την επιβολή ενός θεσμικού πλαισίου, που θα λειτουργεί νομιμοποιημένο όμως αφετηριακά με διεθνείς όρους και συμβάσεις κατ’ εξαίρεσιν παντός διεθνούς και ευρωπαϊκού δικαίου, και στο οποίο επικυρίαρχος αλλά και άμεσος εκτελεστής των παραπάνω θα είναι η Τουρκία, «μια χώρα που δεν αγνοεί την Κύπρο για να μπορεί να είναι ενεργή στις παγκόσμιες και περιφερειακές πολιτικές», για να επανέλθουμε στον Αχμέτ Νταβούτογλου.
Το πλαίσιο, λοιπόν, είναι σαφές και η προτεινόμενη λύση δεν προβλέπει τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από ένα συνομοσπονδιακής μορφής κρατικό κατασκεύασμα, που θα τελεί υπό τον πολιτικοστρατιωτικό έλεγχο της Τουρκίας, ώσπου να κλείσει ο μακρύς αυτός κύκλος Αλεξανδρεττοποίησης και να ανατείλει η μεγάλη για την Άγκυρα στιγμή όπου η Κύπρος θα έχει προστεθεί στα «επανακτηθέντα εδάφη».
Αυτά είναι τα κυρίαρχα δεδομένα που στοιχειοθετούν την τουρκική στάση και τα οποία έχουν αναγνωρίσει πλείστοι έγκυροι αναλυτές. Και είναι αυτά ακριβώς που φαίνεται, κατά τρόπο αλλόκοτο, να υποτιμούν οι ημέτερες πολιτικές ηγεσίες. Γιατί πραγματικά η στάση της ελλαδικής και ελληνοκυπριακής ηγεσίας μοιάζει, πολλές φορές, όχι απλά ανιστόρητη, αλλά και έξω από κάθε διπλωματική και πολιτική λογική.
Η περισσότερο συμβατή, κατά την γνώμη μου, ερμηνεία είναι το έλλειμμα ανεξαρτησίας. (Η Ελλάδα και η Κύπρος είναι χώρες περιορισμένης κυριαρχίας). Η εξάρτηση από τον ξένο παράγοντα, ως δεσπόζον στοιχείο συμπεριφοράς, αποτελεί το κλειδί για να ερμηνεύσουμε τις ποικίλες συμπεριφορές των ημέτερων συγκροτημάτων εξουσίας, από την λογική της «αψόγου στάσεως» μέχρι το «ναι σε όλα».
Ως εκ τούτου, ως αντιλαμβάνεστε η διάταξη των πιονιών στην σκακιέρα δεν αφήνει περιθώρια στην αισιοδοξία, όσον αφορά την έκβαση και αυτού του γύρου.
Εκείνο όμως που δεν μπορεί ακριβώς να υπολογιστεί είναι ποιο θα είναι το νέο σημείο ισορροπίας. Και αυτό – πιστέψτε με– ευτυχώς δεν εξαρτάται από την δική μας πλευρά. Χρόνια «προσευχόμουν ο Θεός να κρατάει σταθερά αδιάλλακτο τον μακαρίτη Ντενκτάς» και χάρη και σε αυτό διαμορφώθηκε το ελπιδοφόρο εκείνο και τραγικά σπαταληθέν 76% του 2004. Ομολογώ ότι κάνω τις ίδιες ευχές για τους βουλιμικούς κυρίους Ερντογάν, Νταβούτογλου και Ακιντζί.
Ενίοτε η πιο νόστιμη μπουκιά κάθεται στον λαιμό του λαίμαργου φαταούλα.
Θεωρείτε πως θα επιβεβαιωθεί η άποψή σας, όπως εκφράστηκε το 2013 πως οι αποφάσεις του Eurogroup, για την Κύπρο είναι πρώτιστα πολιτικές και δευτερευόντως οικονομικές; Είχατε αναφέρει πως πίσω από όλη αυτή τη μεθόδευση κρύβονται εκείνοι που καραδοκούν χρόνια τώρα, τρίβοντας τα χέρια τους, γιατί χάρη στον δούρειο ίππο των ημέτερων προθύμων, ανοίγει ο δρόμος για να φέρουν ένα νέο σχέδιο Ανάν πολλαπλά χειρότερο του πρώτου.
Πράγματι ήδη από το 2013 είχα επισημάνει ότι: «Η πειρατική δράση της βορειοευρωπαϊκής αριστοκρατίας του χρήματος με τους όχι ανύπαρκτους αλλά ετεροχρονισμένα «ανακαλυφθέντες» λόγους για νοσούσα οικονομία της Κύπρου, δεν αποτελούν παρά φύλλο συκής για να αποκρυβεί η επί της ουσίας αρπακτική της πρόθεση. Πρόθεση απροκάλυπτα εστιασμένη σε δύο σαφείς στόχους: έναν άμεσο, την διάλυση της υπάρχουσας κυπριακής οικονομίας και έναν έμμεσο, τον ουσιαστικό έλεγχο του υποθαλάσσιου πλούτου της, που σε συνδυασμό με την πραγματικότητα της ουσιαστικής διχοτόμησης θα οριστικοποιήσει την κατάργηση της όποιας ανεξαρτησίας της και θα οδηγήσει στην οριστική, πλέον, κατάταξη της Κύπρου σε κράτος περιορισμένης κυριαρχίας, κράτος παρία-βαστάζο».
Αν έτσι έχουν τα πράγματα, είναι παράλογο αυτοί που άδικα υφίστανται την επιθετικότητα αυτή να θέλουν να την ανατρέψουν;
Κι αν αυτό ισχύει, τότε η προσοχή μας δεν πρέπει να εστιαστεί στο τι δεν κάναμε καλά ώστε να οδηγηθούμε στο σημερινό αποτέλεσμα;
Θα σταθώ σε ένα μείζον παράδειγμα πολιτικού μας αυτοεγκλωβισμού. Την έννοια της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας (ΔΔΟ) η οποία παραπέμπει, σε μια συνομοσπονδιακή λογική, που θα συγκροτήσουν δύο πολιτικά ισότιμα κρατίδια, προτάσσοντας το στοιχείο της πολιτικής ισότητας των δύο κοινοτήτων (γεγονός που παραπέμπει σε συνομοσπονδία), σε αντίθεση με το στοιχείο της πολιτικής ισότητας των πολιτών που ευθυγραμμίζεται με την βασική δημοκρατική αρχή και προσιδιάζει σε ένα ομοσπονδιακό σύστημα.
Η Δ.Δ. Ομοσπονδία είναι ένα νεοαποικιακό κατασκεύασμα που συγκροτεί τους όρους μιας τερατογένεσης με τρεις (3) Βουλές, Κυβερνήσεις, Δημόσιες Υπηρεσίες, Αστυνομίες κ.λπ. Είναι μια πρόταση που δεν περιγράφεται μέχρι σήμερα σε κανένα έγκριτο σύγγραμμα Συνταγματικού Δικαίου και που δεν έχει εφαρμοστεί πουθενά, πλην, ίσως, της δυστυχούς Βοσνίας. Είναι απορίας άξιο πώς μπορεί να υιοθετείται ή και να αποτελεί πρόταση και δικών μας πολιτικών.
Υπάρχει μια ιδιότυπη αντιμετώπιση του Κυπριακού από την Ελληνική Αριστερά. Πολλές από τις αναλύσεις χάνονται σε ισοπεδωτικές προσεγγίσεις θεωρώντας ό,τι είναι εθνικό ως εθνικιστικό. Αυτό ίσως να είναι απόρροια του γεγονότος ότι στο αθηναϊκό κράτος η ενασχόληση με το Κυπριακό είναι επιδερμική. Σας ρωτώ γιατί εσείς έχετε γράψει πολλές φορές πως δεν μπορείς να εκφράσεις ουσιαστική διεθνιστική αλληλεγγύη όταν έχεις χάσει ολοκληρωτικά την εθνική σου ευαισθησία, όταν κωφεύεις ή σιωπάς για τα όσα συμβαίνουν σε χιλιάδες αδέλφια σου στην υπό τουρκική κατοχή Κύπρο.
Ας κάνουμε ένα διαχωρισμό. Ούτε η Δεξιά ούτε η Αριστερά αποτελούν μιαν ενιαία κατάσταση και τάξη πραγμάτων. Αν τα πράγματα ήταν τόσο απλά η ανάλυσή μας όσον αφορά το ΕΑΜ και την ΕΟΚΑ θα κατέληγε σε αδιέξοδο. Η πλειοψηφία των Ελλήνων σε Ελλάδα και Κύπρο εμπνέεται από τις αξίες του Δημοκρατικού Πατριωτισμού. Το ΕΑΜ και η ΕΟΚΑ το επιβεβαιώνουν.
Ως εκ τούτου, ας μιλήσουμε για την πτέρυγα εκείνη της Αριστεράς που υιοθέτησε την ά-τοπη και ά-χρονη διεθνιστική -τάχα μου- λογική, που προσχώρησε στον ιστορικό αναθεωρητισμό και που πρακτικά συμβαδίζει με την κοσμοπολίτικη λογική της διεθνούς αριστοκρατίας του χρήματος και του νεοφιλελευθερισμού. Λογική που εμφανώς αποτυπώνεται στην δράση της στους τομείς των επιλεκτικώς χρησιμοποιούμενων ανθρώπινων δικαιωμάτων, σε κάλυψη ενεργειών των ιμπεριαλιστικών κέντρων σε Γιουγκοσλαβία, Ιράκ, Συρία και Κύπρο, στην δημιουργία ή συμμετοχή σε ασαφείς, όσον αφορά την προέλευση και τους πόρους, παρακρατικές ΜΚΟ.
Αυτή η πτέρυγα λοιπόν αποτελεί μέρος της Ελληνικής Αριστεράς και σε καμία περίπτωση το όλον. Τα παραπάνω δεν αναιρούν το ιδιαίτερο βάρος της, την βαθιά διείσδυσή της σε όλα τα πεδία, τον κατεξοχήν αρνητικό της ρόλο στα εθνικά θέματα και τον πρωταγωνιστικό της ρόλο στο να χτυπηθούν και αποδομηθούν τα σκληρά ταυτοτικά στοιχεία του Ελληνικού Έθνους.
Η απήχησή της όμως, όπως η ζωή απέδειξε έχει τα όριά της. Τόσο στο Δημοψήφισμα του 2004 στην Κύπρο (ποιος δεν θυμάται τον λυσσαλέο Ανανισμό της), όσο και στο Δημοψήφισμα του 2015 στην Ελλάδα, οι λαϊκές τάξεις την απαξίωσαν συντριπτικά, αναδεικνύοντας τον Δημοκρατικό Πατριωτισμό σε μείζονα αξία των πραγματικών διαθέσεων και πιστεύω τους.
Στον αντίποδα της μεταλλαγμένης αυτής Αριστεράς, βρίσκονται οι δυνάμεις της πατριωτικής Αριστεράς, μιας πληγωμένης αλλά όρθιας Αριστεράς, της οποίας οι ιστορικοί ηγέτες, ο Μανώλης Γλέζος στην Ελλάδα και ο Βάσος Λυσσαρίδης, στην Κύπρο δεν υπέστειλαν ποτέ την σημαία της Αντίστασης, της Αξιοπρέπειας και του Χρέους.
Πιστεύετε πως μπορεί να διαμορφωθεί μια νέα πολιτική, που να λαμβάνει υπ’ όψιν και τα γεωπολιτικά δεδομένα αλλά και όσα διαδραματίζονται σήμερα στην Ευρώπη με την τρομοκρατία; Και με τους δανειστές τι θα γίνει δεν θα θέλουν πίσω τα λεφτά τους;
Λαμβάνω υπ’ όψιν μου τα ιστορικά και γεωπολιτικά δεδομένα σημαίνει ότι είμαι σε θέση να αντιληφθώ την σημερινή, σχεδόν απελπιστική μου θέση στον κόσμο, και τις δυνατότητες και τα όρια για να μπορέσω να λειτουργήσω ως υποκείμενο της ιστορίας.
Η συνειδητοποίηση της πραγματικότητας ότι Ελλάδα και Κύπρος βρίσκονται στην καρδιά του αξονικού χώρου Ευρώπης-Ασίας και Αφρικής μας βοηθάει να αντιληφθούμε το ιστορικό και γεωπολιτικό βάθος που τροφοδοτεί αλλά και στηρίζει μια λογική πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής.
Το δεύτερο που πρέπει να κατανοηθεί, είναι ότι πρέπει να μάθουμε να συμβιούμε με τα πολλά άλυτα κάθε φορά προβλήματα, από τα οποία το σταθερό είναι ο προβληματικός γείτονάς μας η Τουρκία και μεταβλητά (πλην «σταθερά» μεσοπρόθεσμα) είναι οι πραγματικές καταστάσεις, όπως η αναμφισβήτητη αμερικανική πρωτοκαθεδρία, η διαχρονικά παρούσα βρετανική, η ανερχόμενη γερμανική και η καραδοκούσα ρωσική.
Το τρίτο σχετίζεται με την οπτική για τον ρόλο μας ως ανεξάρτητων κρατών. Με δεδομένη την περιορισμένη κυριαρχία μας, η ανάκτηση του «χαμένου εδάφους» και η κατάκτηση της ανεξαρτησίας οφείλουν να είναι οι αφετηριακοί και σταθεροί στόχοι της εξωτερικής μας πολιτικής και ο ενωτικός δεσμός Ελλάδας και Κύπρου.
Αυτό καθόλου δεν συνεπάγεται μια λογική contra omnes ή δεν πληρώνω-δεν πληρώνω ή κάνω τα στραβά μάτια στην «δική μας» τρομοκρατία.
Δεν βγαίνουμε έξω από την λογική της διεθνούς κοινότητας, διεκδικούμε όμως όχι ως πτωχοπρόδρομος την ισότιμη μεταχείριση και τον αποκλεισμό των εξαιρέσεων που επιλεκτικά μας έχουν επιβάλει, ιδιαίτερα στο Κυπριακό.
Οι κυρίαρχοι κύκλοι σε Λευκωσία και Αθήνα οφείλουν να δώσουν πειστικές απαντήσεις στο γιατί αφαιρούν από την φαρέτρα μας μείζονα όπλα όπως η παράνομη τουρκική κατοχή και ο συνεχιζόμενος αποικισμός, ο σεβασμός στο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος του 2004, το τραυματισμένο πλην αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η Κυπριακή Δημοκρατία εισήλθε στην Ε.Ε. με το σύνολο του εδάφους της, αλλά και τέλος πια ευρωπαϊκή χώρα θα αποδεχόταν για τον εαυτό της τις απαιτήσεις της τουρκικής πλευράς, για λύση που θα αποτελεί παρέκκλιση από το ευρωπαϊκό κεκτημένο και ευθεία παραβίαση του ευρωπαϊκού και διεθνούς πλαισίου, ιδιαίτερα στον τομέα των ανθρώπινων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών.