Κρατάω στα χέρια μου ένα πολύ ξεχωριστό περιοδικό. Και δεν είναι μόνο ο περίεργος τίτλος του «Λεξ Ω τεχνίες», αλλά και το πλούσιο περιεχόμενό του που κερδίζει τον αναγνώστη από την πρώτη σελίδα. Πρόκειται για μια έκδοση του πολύ δραστήριου Πολιτιστικού Κέντρου Εκπαιδευτικών Λάρισας (ΠΟΚΕΛ) και στο 3ο τεύχος που κυκλοφορεί πέρα από τα πολύ ενδιαφέροντα αφιερώματα στην Κική Δημουλά και στον Ρήγα Βελεστινλή, περιλαμβάνει μια σειρά από μελέτες, διηγήματα, ποιήματα, κριτικά σημειώματα, ιστορικά κείμενα κ.ά.
Με πολύ φροντισμένη αισθητική, εικονογραφείται από μια ομάδα εικαστικών δημιουργών που δίνουν το δικό τους αποτύπωμα στο τεύχος.
Είναι μια δουλειά-ζωντανή απόδειξη της προσφοράς των Ελλήνων εκπαιδευτικών, μέσα σε εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες, που προσπαθούν να «μάθουν γράμματα» στα παιδιά σε ένα ασφυκτικό πλαίσιο που έχει επιδεινωθεί τα τελευταία χρόνια με την ολέθρια πολιτική για την Παιδεία.
Για τη σημαντική αυτή προσπάθεια είχαμε μια συζήτηση με τη Χρύσα Μαστοροδήμου εκπαιδευτικό, συγγραφέα και ποιήτρια με αξιόλογο έργο αρχισυντάκτρια και επιμελήτρια των «Λεξ Ω τεχνιών»
«Το να γράφει κανείς θεωρείται πλέον χόμπι και οι συγγραφείς δε στηρίζονται από πουθενά»
Πώς γεννήθηκε η ιδέα για τις «Λεξ Ω τεχνίες»;
Από την πρώτη στιγμή που εκλέχθηκα ως διοικητικό μέλος στο Πολιτιστικό Κέντρο Εκπαιδευτικών Λάρισας (ΠΟΚΕΛ) ένιωσα την ανάγκη, μιας και είμαστε οι περισσότεροι συγγραφείς στο συμβούλιο αλλά έχουμε και αρκετά μέλη που γράφουν, να έχουμε έναν χώρο όπου οι εκπαιδευτικοί θα μπορούν να εκφράζονται αλλά και να αποτυπώνονται οι νέες λογοτεχνικές φωνές της περιοχής μας. Θεωρώ ότι οι εκπαιδευτικοί πρέπει πρώτοι να προβάλλουν την αξία της λογοτεχνίας και να διδάσκουν όχι μόνο με τα λόγια αλλά και τα έργα. Φυσικά η ενίσχυση της φιλαναγνωσίας μέσω του περιοδικού μας ήταν ένας άλλος στόχος.
Χάρη στη στήριξη αυτής της ιδέας από το ΠΟΚΕΛ και ιδιαίτερα από τον πρόεδρό μας Αργύρη Γιουρούκη αυτή η σκέψη έγινε πράξη, με αρκετές δυσκολίες βέβαια. Το όνομα του περιοδικού προέκυψε προσπαθώντας να βρούμε κάτι πρωτότυπο που δεν υπάρχει σε ιστοσελίδες, περιοδικά και μπλογκς και ξεκινώντας από το ρήμα «λέξω», (μέλλων του αρχαίου ρήματος λέγω=ομιλώ) προέκυψαν οι Λεξ Ω τεχνίες σαν ένα πείραμα λόγου και τέχνης. Σε αυτή την προσπάθεια δημιουργήθηκε η συντακτική μας ομάδα που αποτελείται από τους: Πάνο Κώστα, Μπουμπουρέση Αναστασία, Χαδουλίτση Βίλυ, φιλολόγους καθώς και την Ποιμενίδου Ευδοκία, νηπιαγωγό- συγγραφέα, Καραβίδα Βασίλη, δάσκαλο-συγγραφέα και Μαστοροδήμου Χρύσα, εκπαιδευτικό-συγγραφέα, ενώ ο Λάλος Παύλος δημοσιογράφος, ιστορικός ερευνητής και συγγραφέας ανήκει στους ειδικούς συνεργάτες.
Οι «ΛεξΩτεχνίες» που πλέον έφτασαν στα τρία τεύχη, είναι ένα περιοδικό του Πολιτιστικού Κέντρου Εκπαιδευτικών Λάρισας, περιέχει ποιήματα, διηγήματα, άρθρα επιστημονικού ενδιαφέροντος και εικαστικές δημιουργίες καλλιτεχνών της περιοχής, βιβλιοπροτάσεις, ενώ καταγράφονται και οι δράσεις του Συλλόγου. Στις σελίδες του παρουσιάζονται Λαρισαίοι κυρίως συγγραφείς και ποιητές και αποτυπώνονται οι λογοτεχνικές αναζητήσεις των εκπαιδευτικών της περιοχής.
Ποιες είναι οι δυσκολίες ενός τέτοιου εγχειρήματος στην περιφέρεια;
Ένα τέτοιο εγχείρημα φυσικά ήταν αρκετά δύσκολο γιατί το ΠΟΚΕΛ δεν έχει οικονομικούς πόρους και στηρίζεται μόνο στις συνδρομές των μελών του. Το περιοδικό ξεκίνησε αυτόνομα χωρίς καμία οικονομική βοήθεια και κατάφερε να βγει στο φως χάρη σε κάποιες χορηγίες μαγαζιών και τη συμβολική συνδρομή των μελών μας. Φέτος βέβαια με την αύξηση της τιμής του χαρτιού αυτό το εγχείρημα αποδείχθηκε ακόμη πιο δύσκολο αλλά με τη βοήθεια των εκδόσεων ΓΡΑΦΗΜΑ και τον εκδότη Τσαχουρίδη Γιάννη τα καταφέραμε και τον ευχαριστούμε ιδιαίτερα για αυτό. Επίσης στην πορεία είχαμε τη βοήθεια κάποιων σπουδαίων ανθρώπων που εκτίμησαν αυτό μας το εγχείρημα όπως ο σπουδαίος ζωγράφος Βακαλούλης Μιχάλης που μας εικονογράφησε αφιλοκερδώς το δεύτερο και το τρίτο τεύχος. Το ίδιο δύσκολη αποδεικνύεται και η συνέχεια του περιοδικού γιατί δυστυχώς δεν υπάρχει κάποια άλλη χρηματοδότησή και όσο και αν υπάρχει θέληση και μεράκι ξεφυτρώνουν διαρκώς σκόπελοι.
Γιατί επιλέξατε τα συγκεκριμένα αφιερώματα στον Ρήγα Βελεστινλή και στην Κική Δημουλά στο τελευταίο τεύχος;
Η Δημουλά είναι μια ποιήτρια που αγαπάμε, από την αρχή θέλαμε να γράψουμε κάτι για αυτή. Η απώλειά της νομίζω έγινε αισθητή στον χώρο των γραμμάτων και θεωρώ άδικο κάποιοι να αμφισβητούν την αξία της γιατί πέρα από την προσωπική ενδοσκόπησή της έχει και έναν κοινωνικό λόγο για όποιον τη διαβάσει με προσοχή, έχει επίσης καταθέσει πολλά με την ποίησή της και για τη θέση της γυναίκας. Ο Ρήγας Βελεστινλής από την άλλη έχει έναν τοπικό χαρακτήρα καθώς κατάγεται από το Βελεστίνο του Βόλου και πάντα επιλέγουμε έναν λόγιο της περιοχής. Παράλληλα έχουμε στο τρίτο τεύχος μας αφιέρωμα στη Λαρισαία συγγραφέα παιδικής λογοτεχνίας Κατερίνα Αναγνώστου γιατί κοντεύουν σχεδόν δύο χρόνια από την απώλειά της, ενώ επίσης υπάρχει κι ένα άρθρο για τον Στέφανο Κομμητά, Θεσσαλό λόγιο, παιδαγωγό.
Υπάρχουν αρκετοί συγγραφείς στην πόλη σας. Το αναγνωστικό κοινό είναι ανάλογο;
Η Λάρισα τα τελευταία χρόνια εμφανίζει μεγάλη βιβλιογραφική παραγωγή και αυτό μόνο ευχάριστο μπορεί να είναι. Κάθε χρόνο γνωρίζουμε νέους ποιητές και συγγραφείς. Το αναγνωστικό κοινό είναι μάλλον μια πονεμένη ιστορία αφού συχνά και αυτοί που γράφουν δεν διαβάζουν αρκετά και αυτό βέβαια οφείλεται σε πολλούς λόγους. Οι σύγχρονοι ρυθμοί της ζωής, το διαδίκτυο, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αποσπούν τον άνθρωπο από το βιβλίο σε σχέση με το παρελθόν και, ενώ υπάρχει διάθεση, συχνά ο επίδοξος αναγνώστης χάνεται στον λαβύρινθο της καθημερινότητας και της υπερπληροφόρησης.
Τι θα μπορούσε να γίνει για τη στήριξη του βιβλίου στη χώρα μας;
Καταρχάς θα έπρεπε να αλλάξει η δομή του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια βλέπουμε το σχολείο να μετατρέπεται σε μια μηχανή παραγωγής υποψήφιων για πανελλήνιες χωρίς να δίνεται βαρύτητα στην ολόπλευρη μόρφωση των παιδιών. Η διδασκαλία της λογοτεχνίας είναι αποσπασματική και η παρουσία των συγγραφέων στα σχολεία –και όχι μόνο λόγω της πανδημίας αλλά και πιο πριν– υποτυπώδης. Το να γράφει κανείς θεωρείται πλέον χόμπι και οι συγγραφείς δεν στηρίζονται από πουθενά. Θα έπρεπε να είναι πιο οργανωμένο ένα δίκτυο συγγραφέων που να επισκέπτονται τα σχολεία, να κάνουν δράσεις με τα παιδιά και να πληρώνονται για αυτό. Τα παιδιά έχουν ανάγκη να διαβάζουν ωραία βιβλία και οι γονείς έχουν διάθεση γι’ αυτό, αρκεί να γίνεται οργανωμένα. Αυτό επαφίεται συνήθως στην καλή διάθεση ενός εκπαιδευτικού ο οποίος βέβαια έχει να παλέψει και με την υπερβολική ύλη, τον ελλιπή εξοπλισμό κ.ά. Δυστυχώς η επίσημη πολιτεία μοιάζει να αγνοεί πόσο εξαιρετικοί συγγραφείς υπάρχουν στην Ελλάδα και πόσα πολλά πράγματα μπορούν να διδαχθούν τα παιδιά μέσα από τα βιβλία και αυτό φυσικά συνεχίζεται και στην ενήλικη ζωή τους.
Θα έπρεπε να προβάλλεται περισσότερο το βιβλίο μέσω εκπομπών στην τηλεόραση αλλά και ενίσχυση των βιβλιοθηκών της χώρας με νέα βιβλία και φυσικά τον σχεδιασμό μιας υπερκομματικής εκπαιδευτικής στρατηγικής που θα έχει ως επίκεντρο την ελληνική λογοτεχνία αλλά και την προβολή της στο εξωτερικό.