Την ωμή αστυνομική βία, σε δύο διαφορετικά σημεία της Αθήνας, ένιωσε ο ανταποκριτής του Γαλλικού Πρακτορείου στην Ελλάδα Άρης Μεσσίνης στην πορεία για την επέτειο του Πολυτεχνείου, προχωρώντας μάλιστα στην άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον των αστυνομικών που του επιτέθηκαν. Ο κ. Μεσσίνης στην επιστολή του δημοσιεύει και τον αριθμό της πινακίδας της μηχανής του αστυνομικού που του επιτέθηκε αναίτια (Ε.Α. 6949) και ενώ αυτός έκανε απλά τη δουλειά του. Παράλληλα, από τις «συζητήσεις» του Άρη Μεσσίνη με τους αστυνομικούς, προσπαθώντας ο πρώτος, να εξηγήσει πως είναι μέρος της δουλειά του η κινηματογράφηση, προκύπτει, αν μη τι άλλο, ο φόβος των αστυνομικών να μην έχουν καταγραφεί σκηνές βίας από την πλευρά τους ή παράνομες συλλήψεις, όπως όλοι μας έχουμε δει στο παρελθόν να συμβαίνει.
Πρώτα τα ΜΑΤ
Λυσσαλέα επίθεση με χτυπήματα από τα γκλοπ, λεκτικές προκλήσεις, σπρωξίματα και απειλές ήταν η αντιμετώπιση της αστυνομίας κατά τη διάρκεια της πορείας για τη 17 Νοέμβρη, όπως ο ίδιος περιγράφει: «Λίγο πριν το τέλος της πορείας άρχισαν κάποια επεισόδια μεταξύ Χίλτον και Μεγάρου Μουσικής (πέτρες από διαδηλωτές και ρίψη χημικών από την αστυνομία) που κατέγραφα, ενώ ταυτόχρονα ομάδες των ΜΑΤ έκαναν προσαγωγές και συλλήψεις, τις οποίες εγώ κατέγραφα με την φωτογραφική μου κάμερα. Μετά την αμερικανική πρεσβεία και στο ύψος της Alpha Bank επί της οδού Βασιλίσσης Σοφίας 124 (πύργος Αθηνών). Μερικά παιδιά που συμμετείχαν στην ειρηνική πορεία μετά τη ρίψη χημικών έτρεξαν να προφυλαχθούν σε παρακείμενη καφετέρια και εκεί πήγαν και οι δυνάμεις των ΜΑΤ και άρχισαν να μαζεύουν κόσμο για έλεγχο και διασταύρωση στοιχείων. Εκεί εγώ, όταν είδα ότι άρχισαν να μαζεύουν παιδιά της πορείας, πήγα να καταγράψω το γεγονός. Όταν πήγα να σηκώσω την κάμερα μου δέχτηκα επίθεση από ένα ένστολο μέλος της διμοιρίας των ΜΑΤ που προσπάθησε να με εκφοβίσει προκειμένου να φύγω και στη συνέχεια με κλώτσησε, παρότι εγώ είχα γυρίσει για να φύγω γιατί φοβήθηκα, σπάζοντας μου ένα εξάρτημα του εξοπλισμού μου. Εγώ γύρισα και του είπα: «Τι κάνετε κύριε; Εγώ δημοσιογράφος είμαι, την δουλειά μου κάνω». Όταν το είπα αυτό σήκωσε την ασπίδα του για να με χτυπήσει στο πρόσωπο αλλά άπλωσα το χέρι μου για να προστατευτώ και τελικά δέχτηκα ένα δυνατό χτύπημα στο χέρι. Ταυτόχρονα δέχτηκα και ένα χτύπημα γκλοπ από άλλο ένστολο (συνάδελφο του πρώτου), μέλος κι αυτός της ίδιας διμοιρίας των ΜΑΤ και τρομοκρατημένος υποχώρησα και γι’ αυτό τον λόγο δεν συγκράτησα τα διακριτικά της ταυτότητας τους. Τα παραπάνω συμβάντα έγιναν περίπου κατά τις 18:20 το απόγευμα της Τετάρτης, 1711-2010».
Στη συνέχεια η ομάδα «Δ»
Ο κ. Μεσσίνης αποχωρεί χτυπημένος και τρομοκρατημένος από το σημείο, πηγαίνοντας προς την οδό Μεσογείων (στον αριθμό 50), εκεί όπου άντρες της ομάδας «Δ» είχαν συλλάβει έναν διαδηλωτή. Ο ανταποκριτής σήκωσε τη κάμερα για να καταγράψει το συμβάν: « Όταν με είδαν ότι τραβάω με την κάμερα την σκηνή κινήθηκαν εναντίον μου απειλώντας με και λέγοντας μου, ‘πάρε δρόμο, θα σου σπάσουμε την κάμερα’. Εγώ οπισθοχώρησα και στάθηκα σε παρακείμενο περίπτερο χωρίς να έχω άλλη οπτική επαφή με το προαναφερθέν συμβάν μαζί με συναδέλφους, έναν εικονολήπτη και δύο τρεις φωτογράφους άλλων δημοσιογραφικών μέσων. Ξαφνικά λοιπόν ένας αστυνομικός της άμεσης δράσης έρχεται καταπάνω μου και άρχισε να με σπρώχνει βίαια και με δύναμη χωρίς κανένα λόγο, απλώς επειδή ήμουν εκεί με σκοπό να με διώξει από το σημείο. Εγώ μετά από αυτό υποχώρησα μερικά βήματα και στάθηκα με μερικούς συναδέλφους μου ακριβώς δίπλα στο παρακείμενο περίπτερο. Χωρίς όμως να περάσει περισσότερο από ένα λεπτό ένας άλλος ένστολος αστυνομικός, μέλος της ομάδας ‘Δ’, ήρθε τρέχοντας κι αφού προσπέρασε έναν άλλο φωτογράφο και τους άλλους συναδέλφους μου, με κατεύθυνση προς εμένα που βρισκόμουν ανάμεσα στους υπόλοιπους συναδέλφους. Εγώ πάλι επειδή αντιλήφθηκα ότι κινούνταν απειλητικά εναντίον μου γύρισα να φύγω κι εκείνη την στιγμή πηδάει επάνω στη πλάτη μου και με χτυπάει με δύναμη με το γκλοπ του και στη συνέχεια γύρισε και έφυγε.
Όταν έφυγε εγώ δεν έφυγα από το σημείο άλλα άκουσα ένα συνάδελφό του να λέει: ‘ Έλα, τελείωσε, πάμε να φύγουμε’ οπότε κι εγώ κατευθύνθηκα προς τις μηχανές τους που ήταν σταθμευμένες στο δρόμο. Ένας συνάδελφος μου, που είδε το περιστατικό μου είπε: ‘φωτογράφισε τον αριθμό της πινακίδας’ αλλά επειδή είχα ήδη δεχτεί επίθεση του απάντησα: ‘Δεν πρόκειται να σηκώσω την κάμερα διότι θα μας λιώσουν’ αλλά πλησίασα και είδα τον αριθμό της πινακίδας της μηχανής του αστυνομικού που μου επιτέθηκε χωρίς λόγο και είναι: Ε.Α. 6949 αλλά επειδή επιβαίνουν δύο σε κάθε μηχανή δεν γνωρίζω επακριβώς αν ήταν ο οδηγός ή συνεπιβάτης της εν λόγω μηχανής ο αστυνομικός που μου επιτέθηκε».