του Κώστα Βενιζέλου
Ο πόλεμος στην Ουκρανία, η νεκρανάσταση, ελέω Πούτιν, του ΝΑΤΟ, επανέφερε στη Λευκωσία το ζήτημα να ενταχθεί η Κυπριακή Δημοκρατία στη Συμμαχία. Τέτοιο ζήτημα δεν τίθεται, πρόκειται για ένα μη θέμα λόγω και του τουρκικού βέτο. Αυτό το δεδομένο, που ξεκίνησε να συζητείται σε πολιτικό επίπεδο, αλλά και ακαδημαϊκό όπως και δημοσιογραφικό, συχνά πυκνά επανέρχεται στο προσκήνιο καθώς θεωρείται από κάποιους ως διέξοδος για τα θέματα της Ασφάλειας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Υπενθυμίζεται συναφώς πως όταν για πρώτη φορά είχε εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας ο Νίκος Αναστασιάδης, το 2013, μπήκε ψηλά στην ατζέντα το σενάριο ένταξης της Κύπρου στον «Συνεταιρισμό για την Ειρήνη». Ξεκίνησε ένας κύκλος συζητήσεων, πλην όμως δεν προχώρησε η προσπάθεια. Η αντίδραση της κατοχικής Τουρκίας, έκλεισε το θέμα πριν καν ανοίξει. Πριν αχθεί ενώπιον των οργάνων του ΝΑΤΟ. Αίτηση δεν υποβλήθηκε ποτέ. Στη βιασύνη της η Λευκωσία είχε σπεύσει να ενημερώσει και τη Ρωσία, η οποία αντιμετώπισε αδιάφορα τις κυπριακές προθέσεις, γνωρίζοντας πως δεν θα είχε καμία κατάληξη.
Παρόλα αυτά, ο υπουργός Εξωτερικών Γιαννάκης Κασουλίδης δήλωσε επί τούτου προ ημερών (εφημερίδα Πολίτης, 22/5/2022), ότι «μελετούμε σε μικρό κύκλο εδώ στο υπουργείο όλα τα ενδεχόμενα. Υπάρχουν λόγοι που δεν συνηγορούν υπέρ τού να το κάνουμε, όπως το γεγονός ότι η κύρια απειλή για εμάς δεν είναι ίδια με της Φινλανδίας και της Σουηδίας. Η δική μας απειλή προέρχεται από κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ. Επίσης, γνωρίζουμε ότι η Τουρκία δεν θα μας αφήσει να προχωρήσουμε ούτε βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση και μπορεί να εκληφθεί από κάποιους ως δική μας προπαγάνδα εναντίον της Τουρκίας. Από την άλλη, υπάρχουν και κάποια στοιχεία υπέρ μιας τέτοιας κίνησης, όπως το ότι συνεχώς θα μειώνεται ο αριθμός των κρατών-μελών της Ε.Ε. των «27» που θα είναι εκτός ΝΑΤΟ – με τη Φινλανδία και τη Σουηδία θα είναι 23 τα ευρωπαϊκά κράτη εντός της Συμμαχίας και ελάχιστα τα μη μέλη (Αυστρία, Ιρλανδία, Μάλτα, Κύπρος). Αυτό δημιουργεί προβλήματα και θα μας δημιουργεί και εμάς. Όλα τούτα πρέπει να τα συμψηφίσουμε –δεν βιαζόμαστε, ούτε υπάρχει κανένας λόγος να βιαζόμαστε– προτάσσουμε το τι θα γίνει με τη Φινλανδία και τη Σουηδία, και μετά βλέπουμε. Και πιστεύω ότι η Τουρκία δεν θα εμποδίσει την ένταξη στο ΝΑΤΟ, ούτε της Φινλανδίας ούτε της Σουηδίας. Θα προσπαθήσει να εκμαιεύσει ανταλλάγματα και στο τέλος θα συναινέσει».
Επί της ουσίας και όχι για να γίνει η χώρα μόνο ορμητήριο και να αξιοποιούν τα στρατηγικά μας πλεονεκτήματα οι τρίτοι (όπως γίνεται σήμερα), η Κύπρος δεν έχει να κερδίσει. Θα αποτελεί μια μεγάλη βάση του ΝΑΤΟ στην περιοχή
Αυτό σημαίνει πως ενώ το θέμα της ένταξης είναι ανέφικτο, διαμορφώνονται σενάρια με στόχο να προωθηθεί η ιδέα αυτή. Πρόκειται για μια ακόμη πολιτική ψευδαισθήσεων, που ασκείται από τη Λευκωσία.
Τι θα προσφέρει, όμως, η συμμετοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας στη Βορειοατλαντική Συμμαχία; Ασφάλεια; Για παράδειγμα, η Ελλάδα, η οποία είναι κράτος-μέλος, πόσο ασφαλής είναι έναντι της κατοχικής Τουρκίας; Υπήρξε οποιαδήποτε παρέμβαση για να σταματήσει η τουρκική επιθετικότητα; Αντίθετα, η τουρκική συμπεριφορά, η πολιτική του επεκτατισμού καλύπτεται από το ΝΑΤΟ, επειδή κρίνεται πως η Άγκυρα είναι πιο χρήσιμη από ό,τι οποιαδήποτε άλλη χώρα.
Για την ιστορία, θα πρέπει να υπενθυμιστεί πως το 1974, το ΝΑΤΟ πρόσφερε κάλυψη στην εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο, οδηγώντας την προσωρινή έξοδο της Ελλάδος από τη Συμμαχία. Την ίδια στάση έναντι της Κύπρου τηρεί μέχρι σήμερα η Συμμαχία, που τη θεωρεί «πονοκέφαλο» για τις σχέσεις ΝΑΤΟ-Ε.Ε. το Κυπριακό, λόγω των εμποδίων που θέτει η κατοχική δύναμη ενόψει του γεγονότος ότι η Τουρκία δεν αναγνωρίζει τη Λευκωσία. Θεωρεί την Κυπριακή Δημοκρατία «εκλιπούσα».
Η μη ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ δεν ζημιώνει τη Συμμαχία. Οι ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις χρησιμοποιούν τις βρετανικές βάσεις στην Κύπρο για τις στρατιωτικές ανάγκες της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας. Ακόμη και μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία, ενισχύθηκαν οι (εναέριες) δυνάμεις στις βάσεις. Σημειώνεται δε πως και η κατοχική Τουρκία, που διαθέτει στρατιωτικές βάσεις στα κατεχόμενα και σχεδιάζει και νέες, είναι μέλος του ΝΑΤΟ.
Επειδή πολλοί θεωρούν πως αποτελεί «ευκαιρία» το σήμερα για υποβολή ένταξης της Κύπρου στο ΝΑΤΟ για να εκτεθεί και η Τουρκία με το βέτο της (θα είναι το τρίτο ύστερα από Φιλανδία και Σουηδία, αν και αναμένεται ότι θα το αποσύρει για τις δυο χώρες), τίθενται μια σειρά ζητήματα. Ζητήματα που δεν αφορούν τους τακτισμούς των διαφόρων, που αποφεύγουν την ουσία και παραμένουν «κολλημένοι» στο γίγνεσθαι.
Πρώτο, τι μας προσφέρει μια τέτοια προοπτική; Επί της ουσίας και όχι για να γίνει η χώρα μόνο ορμητήριο και να αξιοποιούν τα στρατηγικά μας πλεονεκτήματα οι τρίτοι (όπως γίνεται σήμερα), η Κύπρος δεν έχει να κερδίσει. Θα αποτελεί μια μεγάλη βάση του ΝΑΤΟ στην περιοχή.
Δεύτερον, ποιο θα είναι το αντάλλαγμα για να συναινέσει η κατοχική Τουρκία, η οποία χωρίς να έχει σοβαρό λόγο μπλοκάρει την ένταξη της Σουηδίας και της Φιλανδίας; Τα ανταλλάγματα θα είναι στην Κύπρο. Η Κύπρος και το Κυπριακό.
Οι ΝΑΤΟϊκοί θέτουν θέμα ασφάλειας για την Ουκρανία, τη Σουηδία και τη Φιλανδία δακτυλοδείχνοντας τη Ρωσία. Πότε τέθηκε οτιδήποτε για την ασφάλεια της Κύπρου, της Ελλάδος, οι οποίες απειλούνται από την Τουρκία; Ή θεωρούν πως η Τουρκία δεν απειλεί την Κύπρο και την Ελλάδα;
Άλματα προσάρτησης των κατεχομένων στην Τουρκία
Η Άγκυρα προχωρεί σε βήματα προς την κατεύθυνση της προσάρτησης των κατεχομένων. Το «πρωτόκολλο οικονομικής και δημοσιονομικής συνεργασίας» μεταξύ Τουρκίας και «ΤΔΒΚ» για το 2022, θέτει το πλαίσιο για να καταστούν τα κατεχόμενα επαρχία της. Προσαρμόζει πλήρως τις δομές του ψευδοκράτους με εκείνες της Τουρκίας.
Σύμφωνα με το πρωτόκολλο «για επίτευξη της περαιτέρω ενίσχυσης των δεσμών σε όλους τους τομείς που πηγάζουν από κοινές ιστορικές, πολιτιστικές, γλωσσικές, θρησκευτικές και πνευματικές αξίες και επίτευξη βιώσιμης οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης, οι «δύο χώρες» θα ενεργήσουν με μια αντίληψη στρατηγικής συνεργασίας, η οποία προβλέπει συνέχιση και ενίσχυση (της συνεργασίας) στους τομείς της άμυνας, της ασφάλειας και της εξωτερικής πολιτικής, διασφαλίζει την πιο αποτελεσματική χρήση των υπόγειων και υπέργειων φυσικών πόρων, καθώς και των οικονομικών και ανθρώπινων πόρων, προς την κατεύθυνση των συμφερόντων των «δύο χωρών», βελτιώνει την τεχνική υποδομή της «χώρας», αυξάνει τον όγκο εμπορικών συναλλαγών Τουρκίας-«ΤΔΒΚ» και τις δυνατότητες παραγωγής, εξαπλώνει τη χρήση της τουρκικής λίρας εντός της «ΤΔΒΚ» και στο διμερές εμπόριο και διασφαλίζει την παροχή της βοήθειας στην «ΤΔΒΚ» με βάση την αποτελεσματικότητα και την παραγωγικότητα» (μετάφραση Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών).
Πέραν των πιο πάνω, ως εργαλείο προώθησης και επιβολής, περιορίζονται όλες οι ελευθερίες. Στα πλαίσια αυτά θα ληφθούν, όπως συναφώς αναφέρεται, τα απαραίτητα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων και «νομικών ρυθμίσεων», για παρεμπόδιση των πολιτικών και ιδεολογικών δραστηριοτήτων των συντεχνιών που υπερβαίνουν τον σκοπό ίδρυσής τους, εκτός των συνδικαλιστικών δραστηριοτήτων. Αυτή η αναφορά παραπέμπει στις παρεμβάσεις για το Κυπριακό συντεχνιών, όπως αυτή των Δασκάλων, αλλά και κινήσεις αμφισβήτησης του ρόλου της Τουρκίας στα κατεχόμενα.