Ο νέος κορωνοϊός επέστρεψε για τα καλά στις ζωές μας. Αν και, εδώ που τα λέμε, δεν είχε φύγει ποτέ. Εδώ και δέκα μέρες τα κρούσματα είναι σταθερά πάνω από 150 ανά ημέρα ενώ τις προάλλες «χτυπήσαμε» και 200άρι. Για να καταλάβουμε πού βρισκόμαστε και να έχουμε ένα στοιχειώδες μέτρο σύγκρισης αρκεί να σκεφτούμε τα εξής:

Στις 25 Μάρτη και εν μέσω σκληρού αυτοπεριορισμού, καραντίνας και SMS για να πας στο κοντινότερο mini-market, είχαμε 40 κρούσματα ενώ τώρα με μπαρ ανοιχτά και τουρίστες χωρίς έλεγχο να οργώνουν την επικράτεια έχουμε τα πενταπλάσια. Αρχές Ιούλη, είχαμε 10 κρούσματα και παίρναμε μέτρα κατά των Σέρβων που είχανε τότε περίπου όσα κρούσματα έχουμε κι εμείς τώρα.

Βέβαια, στην Α΄ φάση της πανδημίας κάναμε πολύ λιγότερα τεστ και κυρίως σε όσους είχαν σοβαρή κλινική εικόνα. Πράγμα που σημαίνει ότι τα 150 κρούσματα του Απρίλη ήταν άνθρωποι που αρκετοί νοσηλεύονταν ή είχαν σοβαρά συμπτώματα ενώ τώρα μπορεί να είναι και άνθρωποι ασυμπτωματικοί που έτυχε να ελεγχθούν ερχόμενοι εδώ διακοπές.

Σε κάθε περίπτωση, τα παραπάνω δεν αναιρούν την σοβαρότητα της κατάστασης. Αν συνεχίσουμε σε αυτό το τέμπο τότε σε λίγο καιρό και, όπως λέει ο θυμόσοφος λαός μας, «την έχουμε κάτσει την βάρκα». Για να μην πούμε τίποτα χειρότερο.

ΌΤΑΝ ΞΕΚΙΝΗΣΕ ΑΥΤΗ η ιστορία στις αρχές της άνοιξης, πολλοί υγειονομικοί προσπαθήσαμε να αναδείξουμε την ανάγκη για ένα δημόσιο σύστημα υγείας που θα μπορούσε να σταθεί ανάχωμα μπροστά σε μία ενδεχόμενη έκρηξη των κρουσμάτων. Στις παραινέσεις της κυβέρνησης για τήρηση των ατομικών μέτρων προστασίας απαντούσαμε ότι «βεβαίως και οι πολίτες οφείλουμε να πλένουμε τα χέρια μας και να φοράμε μάσκα. Όμως, δεν θα φιμώσουμε τα στόματα μας. Αναλάβετε και εσείς τις δικές σας ευθύνες, ενισχύοντας το ΕΣΥ.»

Η Α΄ φάση, τελικά, έληξε με την Ελλάδα να τα καταφέρνει. Τα καταφέραμε, είτε επειδή η όλη διαχείριση αφέθηκε στα χέρια ενός επιτελείου μπαρουτοκαπνισμένων λοιμωξιολόγων, είτε γιατί η κοινωνία φοβήθηκε και κλειδαμπαρώθηκε στο σπίτι της φοβούμενη μην βρεθεί στο έλεος ενός διαλυμένου ΕΣΥ, είτε γιατί ήμασταν καθαρά κωλόφαρδοι.

Κυρίως, μπορέσαμε και γλιτώσαμε από το ιογενές τσουνάμι χωρίς να έχει γίνει καμία ουσιαστική ενίσχυση του ΕΣΥ. Αλλαγές έγιναν, βέβαια, μέσα στα νοσοκομεία προκειμένου να αντιμετωπιστεί πιο αποτελεσματικά ο ιός (π.χ. δημιουργία COVID κλινικών) αλλά σοβαρή επιπρόσθετη ενίσχυση σε προσωπικό ή υλικά από την κυβέρνηση δεν υπήρξε. Και στις λίγες περιπτώσεις όπου υπήρξε ενίσχυση, αυτή ήταν πολλές φορές από ιδιώτες, είτε εφοπλιστές που δώριζαν δεκάδες χιλιάδες τεστ αντισωμάτων είτε ομάδες αλληλεγγύης που κατασκεύαζαν μάσκες με πενιχρά μέσα.

Ας λένε ό,τι θέλουνε κυβέρνηση και ΜΜΕ. Όποιος έχει περάσει έστω και μία βόλτα από ένα νοσοκομείο ή ένα κέντρο υγείας της χώρας μπορεί να πιστοποιήσει τα παραπάνω. Εκτός αν εννοούμε ενίσχυση τις τετραμηνες συμβάσεις αποφοίτων Ιατρικής που έτρεχαν για τα εργαστηριακά στις COVID κλινικές ή τις ανανεώσεις συμβάσεων του επικουρικού προσωπικού. Δηλαδή, ανανέωσαν συμβάσεις ανθρώπων που ήδη εργάζονταν στο ΕΣΥ και το παρουσίαζαν ως πρόσληψη. Μιλάμε για τέτοια «μαγειρέματα».

Από τον Μάη μέχρι τον Ιούλη, είχαμε δύο ολόκληρους μήνες να οργανώσουμε τη ρεβάνς με τον ιό. Δύο ολόκληρους μήνες να ετοιμάσουμε το ΕΣΥ για μία μάχη που ήταν γνωστό ότι θα έρθει εφόσον εμβόλιο δεν είχε ανακαλυφθεί και η κοινωνία δεν διέθετε ανοσία (αφού δεν είχε εκτεθεί στον ιό).

Η κυβέρνηση της Ν.Δ. όχι μόνο δεν αξιοποίησε αυτούς τους μήνες αλλά έκανε οτιδήποτε πέρναγε από το χέρι της προκειμένου να υπονομεύσει τη μεγάλη επιτυχία του λαού στο πρώτο «ματς».

Είναι θρασείς και ξεδιάντροποι όσοι μιλούν από κυβερνητικές θέσεις για ατομική ευθύνη γιατί οι ίδιοι πρώτα και κύρια δεν αναλαμβάνουν το μερίδιο που τους αναλογεί. Και βασικά είναι πανέτοιμοι να ρίξουν το φταίξιμο μίας ενδεχόμενης υπερ-εξάπλωσης στον «απρόσεχτο λαό»

ΉΤΑΝ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ και τα «παπαγαλάκια» της που δημιούργησαν από τον Μάη κλίμα «ο ιός τελείωσε, το μεγάλο Ελληνικό Καλοκαίρι ξεκινάει». Ήταν, ο Δήμαρχος Μπακογιάννης (που πρόσκειται στη Ν.Δ.) που μόλις στις 14 Μάη διοργάνωσε εγκαίνια στην Ομόνοια με πρωτοφανή συνωστισμό δίνοντας σήμα «αφού δεν προσέχουν οι ιθύνοντες, εμείς θα προσέξουμε;» Ήταν η κυβέρνηση που υπό το βάρος των μεγάλων συμφερόντων είτε της νυχτερινής διασκέδασης είτε της εστίασης, τα άνοιξε κυριολεκτικά όλα με ελέγχους εντελώς για τα μάτια του κόσμου και πρόστιμα που γονάτιζαν μονάχα τους πιο αδύναμους. Ήταν η κυβέρνηση που άφησε χωρίς ελέγχους δεκάδες χιλιάδες τουρίστες να μπουν στη χώρα και υπέκυψε σε κάθε λογής εκβιασμούς από τους τουριστικούς πράκτορες. Ήταν η κυβέρνηση που επέλεξε να στηρίξει με εκατομμύρια ευρώ τα «δικά» της ΜΜΕ ή να χρηματοδοτήσει κακόγουστες χαζοδιαφημίσεις (σαν αυτή του Χρήστου Λούλη) αντί να προχωρήσει σε αναβάθμιση των υπηρεσιών υγείας.

Γι’ αυτό θέλει μεγάλο θράσος οι κυβερνώντες τώρα να μιλάνε για την «ατομική ευθύνη». Όχι επειδή αυτή δεν υφίσταται απέναντι στην πανδημία. Ίσα-ίσα η υπεύθυνη στάση ενός εκάστου θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό την έκβαση και της Β΄ φάσης. Είναι θρασείς και ξεδιάντροποι όσοι μιλούν από κυβερνητικές θέσεις για ατομική ευθύνη γιατί οι ίδιοι πρώτα και κύρια δεν αναλαμβάνουν το μερίδιο που τους αναλογεί. Και βασικά είναι πανέτοιμοι να ρίξουν το φταίξιμο μίας ενδεχόμενης υπερ-εξάπλωσης στον «απρόσεχτο λαό».

Ο καλύτερος τρόπος για να κουκουλώσεις την κυβερνητική και πολιτική ευθύνη είναι να το ρίξεις στην «ατομική ευθύνη» δημιουργώντας «συλλογική ενοχή». Το 2011 με τα μνημόνια «όλοι μαζί τα φάγαμε» (αφού ζούσαμε πάνω από τις δυνατότητες μας για χρόνια). Το 2018 με την τραγωδία στο Μάτι «όλοι μαζί τους κάψαμε» (αφού χτίζαμε αυθαίρετα μέσα στα δάση). Τώρα, «όλοι μαζί εξαπλώσαμε τον ιό». Αμ δε…

Υ.Γ.: Πριν μία εβδομάδα ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε λόγο για ενεργοποίηση του «εθνικού εμβολίου του φιλότιμου» προκειμένου να αποτραπούν τα χειρότερα. Μεγάλο πράγμα το φιλότιμο. Ο Νίκος Ζαχαριάδης, ιστορικός ηγέτης του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος, είχε πει ότι «το ελληνικό φιλότιμο είναι τεράστια λαϊκή πατριωτική δύναμη». Η αλήθεια είναι ότι αυτή η «δύναμη» έχει σώσει επανειλημμένως τον τόπο. Σε στιγμές όπου η άρχουσα τάξη το έβαζε στα πόδια, ο απλός λαός με το φιλότιμο, τη δοτικότητα και την αυτοθυσία του «έβγαζε τα κάστανα από την φωτιά».

Ας μην αγχώνεται, λοιπόν, ο Κυριάκος. Η κοινωνία διαθέτει διαχρονικά ένστικτα αυτοσυντήρησης και δεν χρειάζεται νουθεσίες για να προφυλάξει τον εαυτό της. Φιλότιμοι, γενικώς, είμαστε. Κάτι άλλο δεν είμαστε… 

* Ο Μανώλης Μούστος είναι γιατρός

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!