του Κώστα Παπαδάκη*
Η εξαγγελθείσα νομοθετική μεταρρυθμιστική απόπειρα του υπουργού Δικαιοσύνης αποτελεί την έκτη κατά σειρά μετωπική επιδρομή στο νομοθετικό χώρο του ουσιαστικού και δικονομικού ποινικού δικαίου από την κυβέρνηση της Ν.Δ. από το 2019 μέχρι σήμερα: Ήδη οι νόμοι 4637/2019, 4855/2021, 4908/2021, 4947/2022 και 4985/2022, αλλά και άλλοι, έχουν προκαλέσει σοβαρά πλήγματα στις θεσμοθετημένες ελευθερίες και δικαιώματα, και συνιστούν σοβαρή οπισθοδρόμηση από κατακτήσεις αγώνων δεκαετιών. Και για το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, η σύλληψη των ρυθμίσεών του πηγάζει από την πεποίθηση της αναντιστοιχίας των ισχυουσών ποινών και των ποινικών ρυθμίσεων προς όφελος των δραστών ως αιτίας για την αύξηση της εγκληματικότητας – πράγμα το οποίο άλλωστε ακούμε καθημερινά σε όλα τα ΜΜΕ από βουλευτές της κυβέρνησης, αλλά και δημοσιογράφους των ίδιων απόψεων, καθώς και συνδικαλιστές της αστυνομίας.
Όμως καμία στατιστική ανάλυση και επεξεργασία δεν επιβεβαιώνει ότι η πλειοψηφία των αποφυλακισθέντων συμπεριφέρεται παραβατικά, ώστε να δικαιολογείται η συνολική αντιμετώπιση του ζητήματος με σκλήρυνση και αυστηροποίηση των ποινών και των προϋποθέσεων της υφ’ όρον απόλυσης. Η γενικευμένη αντιμετώπιση μεμονωμένων παραβατικών συμπεριφορών με συνολική αυστηροποίηση δεν είναι παρά η συνειδητή επιλογή της συλλογικής ευθύνης στο νομοθετικό επίπεδο – μια επιλογή αντίθετη με τη θεμελιώδη αρχή της ατομικής ευθύνης στο ποινικό δίκαιο.
Όσον αφορά τον Ποινικό Κώδικα, καταγράφω συνοπτικά τις προτεινόμενες τροποποιήσεις που υπηρετούν την αύξηση ελαχίστων και μεγίστων ορίων ποινών, την αυστηροποίηση της υφ’ όρον απόλυσης κ.λπ., την τυποποίηση νέων αδικημάτων, τη διεύρυνση της αντικειμενικής υπόστασης υπαρχόντων, τις θεσπίσεις και επαναφορές αυτεπάγγελτων ποινικών διώξεων και τις ελάχιστες θετικές διατάξεις που περιλαμβάνονται. Στη συνέχεια, όσον αφορά τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, καταγράφω τις διατάξεις με τις οποίες καταργούνται ή συρρικνώνονται δικονομικά δικαιώματα και εγγυήσεις, καθώς και τις διατάξεις με τις οποίες εκφράζεται η εισπρακτική διάθεση – η οποία, όπως φαίνεται, είναι παράγοντας εξίσου κινητήριος με την κατασταλτική μανία της επικείμενης «μεταρρύθμισης».
Οι τροποποιήσεις στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ανοίγουν διάπλατα τον δρόμο για την κατάργηση της δίκαιης δίκης, για παραπομπές και καταδίκες με συνοπτικές διαδικασίες…
Τροποποιήσεις στον Ποινικό Κώδικα (Π.Κ.)
1) Αυξήσεις ελάχιστων και μέγιστων ορίων ποινών
Ενδεικτικά:
- Άρθρα 42 και 47 Π.Κ., ποινή αυτουργού σε απόπειρα, και συνέργεια σε απόπειρα, αντίστοιχα: Δυνατότητα επιβολής της πλήρους ποινής, με την οποία τιμωρείται ένα τετελεσμένο αδίκημα. Πρόκειται για εξωφρενική εξομοίωση της ποινικής μεταχείρισης απόπειρας και τετελεσμένου αδικήματος, καθώς και μεταξύ αυτουργού και συνεργού. Οπισθοδρόμηση εκατονταετιών!
2) Προσθήκη ποινών, δυσχέρανση αναστολής και μετατροπής, αυστηροποίηση υφ’ όρον απόλυσης
Ενδεικτικά:
- Άρθρο 84 Π.Κ., επαναφορά του όρου «έντιμος βίος» αντί για «σύννομο βίο». Δηλαδή αναίρεση της σχετικής ρύθμισης του ν. 4619/2019: Ο σύννομος βίος δεν αρκεί, η αοριστία του «πνεύματος και ηθικής» επανέρχεται…
- Άρθρο 99 Π.Κ. παρ. 1, αναστολή για ποινές μόνο έως ένα έτος, αντί για έως τρία που ισχύει, και μάλιστα με αιτιολογημένη απόφαση και με σαφή προτροπή επιβολής περιοριστικών όρων.
- Άρθρο 99 Π.Κ. παρ. 5, για φυλάκιση έως 3 έτη δυνατότητα επιβολής έκτισης μέρους αντί μετατροπής σε χρηματική (για τις ποινές άνω των τριών ετών δεν αναφέρεται πουθενά ούτε αναστολή, ούτε μετατροπή: άρα έκτιση, έστω και μερική).
Οι ρυθμίσεις για πραγματική έκτιση μέρους της ποινής για πλημμέλημα έως 2-3 έτη και ολόκληρης για ποινές άνω των τριών ετών:
α) Κινούνται στον δρόμο που άνοιξε ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος ουσιαστικά καθιέρωσε την υποχρεωτική έκτιση μέρους ποινής για πλημμελήματα, καταργώντας την αναστολή σε ποινές 3-5 ετών.
β) Καταργούν στην πράξη την αποποινικοποίηση εκατοντάδων πλημμεληματικών πράξεων, που ύστερα από απαίτηση του προοδευτικού νομικού κόσμου είχε επιτευχθεί.
Η συνολικότερη νομοθετική εξέλιξη των τελευταίων ετών αποδομεί συστηματικά τις δικονομικές εγγυήσεις και οικοδομεί ένα όλο και περισσότερο αυταρχικό κράτος
γ) Στην πραγματικότητα, η επαναφορά της δυνατότητας φυλάκισης για πλημμελήματα επιβεβαιώνει την κατασταλτική φιλοσοφία της κυβέρνησης και ακυρώνει στην πράξη τα βήματα φιλελεύθερης μεταρρύθμισης της ποινικής νομοθεσίας των προηγουμένων ετών και την αποποινικοποίηση των μικρών αδικημάτων.
δ) Η επαναφορά της μετατροπής της ποινής σε χρήμα επιβεβαιώνει την αποτυχία των πειραμάτων για εναλλακτικούς τρόπους θέσπισης ποινής (π.χ. κοινωφελής εργασία), και επισφραγίζει για άλλη μια φορά ότι η δικονομική μεταχείριση των δραστών και η πραγματική έκτιση της ποινής τους ή όχι θα εξαρτάται από την οικονομική τους κατάσταση.
- Άρθρο 106 Π.Κ., δυνατότητα μη χορήγησης υφ’ όρον απόλυσης με κριτήρια διαγωγή, επικινδυνότητα, περιστάσεις: Καταργείται η υποχρέωση ειδικής αιτιολογίας και η ανεπάρκεια αναιτιολόγητης επίκλησης πειθαρχικού παραπτώματος στις απορριπτικές αποφάσεις. Προφανώς η αοριστία –δηλαδή η αυθαιρεσία– θα κυριαρχήσει και θα γίνει ο κανόνας.
Ο υπερδιπλασιασμός, αν όχι πολλαπλασιασμός, των 13.000 κρατουμένων στις ελληνικές φυλακές βρίσκεται μπροστά μας…
3) Τυποποίηση νέων αδικημάτων
Ενδεικτικά:
- Άρθρο 168 Π.Κ., διατάραξη λειτουργίας υπηρεσίας νοσηλευτικών ιδρυμάτων: Τιμωρείται σε περίπτωση που γίνονται φωνασκίες κ.λπ. με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ένα έτος και, σε περίπτωση που τελούνται και βιαιοπραγίες, με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών και χρηματική ποινή. Προφανώς οι κινητοποιήσεις γιατρών και νοσηλευτών έχουν ενοχλήσει την κυβέρνηση.
- Άρθρο 264 Π.Κ. παρ. 3, παραβίαση διατάξεων πυροπροστασίας: Φυλάκιση έως 1 έτος, συν χρηματική ποινή εφόσον η παράλειψη συνέβαλε ουσιωδώς στη εξάπλωση της πυρκαγιάς. Εδώ είμαστε υποχρεωμένοι να παρατηρήσουμε την υποκρισία και τις αντιφάσεις των κυβερνητικών εξαγγελιών: όταν οι πράξεις αυτές έχουν προκαλέσει αποδεδειγμένα τεράστια κοινωνική, οικονομική και περιβαλλοντική ζημιά, η απειλούμενη ποινή μέχρι ενός έτους είναι τουλάχιστον αστεία. Πρόκειται για διάταξη που προστατεύει τους πραγματικούς υπεύθυνους των δασικών πυρκαγιών, μεταξύ των οποίων μπορεί να είναι Περιφερειάρχες, Δήμαρχοι, ανώτατοι κρατικοί υπάλληλοι κ.λπ. Τυποποιεί προνομιούχο αδίκημα στα μέτρα τους…
4) Διεύρυνση αντικειμενικής υπόστασης υπαρχόντων αδικημάτων
Ενδεικτικά:
- Άρθρο 25 ν. 1882/1990, χρέη στο δημόσιο: Με περιλαμβανόμενη τροποποίηση προβλέπεται η απάλειψη της εξαίρεσης χρηματικών ποινών, τόκων, προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων από την αντικειμενική υπόσταση και την αίτηση-πίνακα χρεών (εξαιρούνται όμως τα χρέη από φοροδιαφυγή!). Στην ουσία έχουμε διεύρυνση της αντικειμενικής υπόστασης του αδικήματος και έμμεση μείωση του ελαχίστου χρηματικού ποσού οφειλών που απαιτείται για τη συγκρότηση και κλιμάκωση του αξιόποινου. Εδώ η ουσιαστική ποινικοποίηση της οφειλής χρηματικών ποινών, επιβαρύνσεων και προσαυξήσεων συνιστά ιδιότυπη παραβίαση της αρχής ne bis in idem.**
5) Θετικές διατάξεις
Στο νομοσχέδιο υπάρχουν και μερικές θετικές διατάξεις. Είναι όλες προϊόν ανταπόκρισης είτε σε σημαντικές κοινωνικές πιέσεις, είτε σε ανάγκη αποσυμφόρησης, ενώ οι περισσότερες είναι ανεπαρκείς. Ενδεικτικά:
- Άρθρο 358 Π.Κ., επαναφορά αυτεπάγγελτου παραβίασης διατροφής.
- Άρθρο 404 Π.Κ. παρ. 2, τοκογλυφία κατ επάγγελμα: καθίσταται κακούργημα αυτεπαγγέλτως διωκόμενο.
Θετικές είναι, αν και ελάχιστες, και οι τροποποιήσεις στον νόμο 3500/2006 περί ενδοοικογενειακής βίας.
Τροποποιήσεις στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ΚΠΔ)
Όσο αποκρουστικές και αν είναι οι προεκτεθείσες τροποποιήσεις στον Ποινικό Κώδικα, είναι ακόμη βαρύτερες εκείνες στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, διότι ανοίγουν διάπλατα τον δρόμο για την κατάργηση της δίκαιης δίκης, για παραπομπές και καταδίκες με συνοπτικές διαδικασίες, για την κατάργηση της αμεσότητας, τον ευτελισμό της λαϊκής δικαιοσύνης, την αποψίλωση του δικαιώματος καταφυγής σε ένδικα μέσα, την απαλλαγή εισαγγελικών διατάξεων από την αιτιολόγηση, και βέβαια την απροκάλυπτη εισπρακτική σκοπιμότητα που ενισχύει και επιλέγει ταξικά και κοινωνικά ακόμα περισσότερο την κατασταλτική.
1) Κατάργηση-συρρίκνωση δικονομικών εγγυήσεων
Ενδεικτικά:
- Άρθρα 7, 8 ΚΠΔ: Κατάργηση του Πενταμελούς Εφετείου. Είναι προϊόν της τάσης μείωσης του αριθμού των μελών των δικαστηρίων για λόγους περικοπών…
- Άρθρο 43 ΚΠΔ παρ. 1: Οι «ελεγκτικές αρχές» αναβαθμίζονται σε προανακριτικές.
- Άρθρο 43 ΚΠΔ παρ. 2 και 5: Καταργείται η εισαγγελική αιτιολόγηση για μη άσκηση ποινικής δίωξης και διευρύνεται η αρχειοθέτηση μηνύσεων με συνοπτικές διαδικασίες. Είναι προφανής η αντίθεση και των δύο ρυθμίσεων στα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ.
- Άρθρα 110 γ και δ, και 111: Το Μονομελές Εφετείο εκδικάζει εφέσεις κατά αποφάσεων Τριμελούς Πλημμελειοδικείου! Φαιδρότητες τέτοιου είδους είναι αμφίβολο αν είναι ανεκτές από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και το Σύνταγμα.
- Άρθρο 215 ΚΠΔ παρ. 5: Εξαίρεση αστυνομικών από την κατάθεση στο ακροατήριο. Πρόκειται για ικανοποίηση χρόνιου και διακαούς αιτήματος της αστυνομίας, που θέλει να απαλλάσσεται από τη βάσανο των ερωτήσεων έδρας και συνηγόρων, η οποία άπειρες φορές έχει συμβάλει στην αποκάλυψη ψεμάτων, αστυνομικών σκευωριών και στημένων δικογραφιών.
- Άρθρο 238Α ΚΠΔ: Εξέταση μαρτύρων και κατηγορουμένων με τεχνολογικά μέσα, χωρίς φυσική παρουσία ακόμα και στην απολογία κατηγορουμένου, παρά τις αντιρρήσεις του. Πρόκειται για παραβίαση της αρχής της αμεσότητας, αλλά και του θεμελιώδους υπερασπιστικού του δικαιώματος στην απολογία.
- Άρθρο 291 ΚΠΔ παρ. 3: Κατάργηση υποχρέωσης γραπτής αιτιολόγησης Εισαγγελέα για το κορυφαίο ζήτημα της προφυλάκισης. Μία από τις πλέον προκλητικές διατάξεις του νομοσχεδίου!
- Άρθρο 336 ΚΠΔ: Κλιμάκωση μέτρων δικαστηρίου κατά θορυβούντων και ανυπάκουων δικηγόρων…
- Άρθρο 404 ΚΠΔ: Πλήρης συρρίκνωση-αφαίρεση αρμοδιοτήτων ενόρκων στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο. Με τη διάταξη αυτή ουσιαστικά καταργείται η λαϊκή δικαιοσύνη. Μεταξύ άλλων αφαιρείται από τους ενόρκους η κρίση για τα ελαφρυντικά, τις παρεπόμενες ποινές, τη μετατροπή ή αναστολή της ποινής και τη συνολική ποινή συγχώνευσης. Η παρουσία τους στα έδρανα περιορίζεται σε σχεδόν διακοσμητική.
2) Αυξήσεις παραβόλων και εξόδων
Η εισπρακτική σκοπιμότητα του νομοσχεδίου αποτελεί πλευρά επάξια συναγωνιζόμενη με την κατασταλτική, και διαλύει κάθε αυταπάτη για τον παλλαϊκό χαρακτήρα της έννομης προστασίας. Η ποινική καταστολή και η έννομη προστασία μετατρέπονται σε προσοδοφόρα πηγή εσόδων για το κράτος χωρίς καν ανταποδοτικότητα, αφού η υπέρογκη αύξηση του κόστους των παραβόλων και των δικαστικών εξόδων –εκτός του ότι απαγορεύει την πρόσβαση των οικονομικά αδύνατων στην έννομη προστασία– συνδυάζεται με την πολύτροπη μείωση του κόστους λειτουργίας της με τον περιορισμό των πολυμελών συνθέσεων που αναφέρθηκε παραπάνω. Τα εξωφρενικά έξοδα θα οδηγήσουν σε μακρόχρονες εκκρεμότητες, κατασχέσεις και φυλακίσεις και, εν τέλει, σε αναπαραγωγή της εγκληματικότητας εξαιτίας της δυσανάλογης οικονομικής πίεσης της «δικαιοσύνης»-εισπρακτικού μηχανισμού. Στην «καλύτερη» περίπτωση, θα οδηγήσουν σε στρατιές καταναγκαστικής εργασίας πολλές εκατοντάδες χιλιάδες υπόχρεους. Η προοπτική της «Δικαιοσύνης» από λίγους για λίγους είναι μπροστά μας
Οι προηγούμενοι κρίκοι της βαριάς αλυσίδας
Όσο και αν η επιχειρούμενη τροποποίηση αποτελεί «μία κατηγορία από μόνη της», πρέπει να συνεκτιμηθεί με τη συνολικότερη νομοθετική εξέλιξη στο ουσιαστικό και δικονομικό ποινικό δίκαιο των τελευταίων ετών, η οποία αποδομεί συστηματικά τις δικονομικές εγγυήσεις, αυστηροποιεί διαδοχικά τις ποινές και τις αποφυλακίσεις και οικοδομεί ένα όλο και περισσότερο αυταρχικό κράτος. Το κρίνω αναγκαίο για να συνειδητοποιήσουμε αφενός ότι η επιρροή του στον περιορισμό της εγκληματικότητας είναι μηδαμινή (πράγμα που προοιωνίζει με κάποια σιγουριά και την απόδοση του τωρινού νομοσχέδιου), και αφετέρου ότι σε τέσσερα χρόνια έχει σχεδόν γκρεμισθεί ένα μεγάλο μέρος του αποθέματος ρυθμίσεων δίκαιης δίκης και αναλογικότητας ποινών, ενώ οι κώδικες έχουν παραδοθεί στον λαϊκισμό, την εκάστοτε κυβερνητική σκοπιμότητα, την οπισθοδρόμηση, την πολυνομία και ανασφάλεια δικαίου και, εν τέλει, τον νομικό ευτελισμό:
- Με τον νόμο 4637/2019, η κυβέρνηση προχώρησε στην πρώτη σαρωτική τροποποίηση προς το αυστηρότερο διατάξεων του νέου Ποινικού Κώδικα και Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Μεταξύ άλλων, αυστηροποίησε περαιτέρω τα αδικήματα της κατοχής εκρηκτικών, διατάραξης ασφάλειας συγκοινωνιών κ.λπ., και καθιέρωσε την αυτεπάγγελτη δίωξη σωματικών βλαβών κατά υπαλλήλων πλειστηριασμού, διευρύνοντας τα όρια του ιδιωνύμου που είχε καθιερώσει ο ΣΥΡΙΖΑ.
- Ακολούθησε ο νόμος 4689/2020, με τον οποίο η κυβέρνηση –εν μέσω γύψου τον οποίο προσπαθούσε να επιβάλει στην κοινωνία επικαλούμενη τα μέτρα της πανδημίας– προχωρούσε και πάλι σε εκτεταμένες παρεμβάσεις για τα λεγόμενα «τρομοκρατικά αδικήματα», διευρύνοντας τη βάση τους.
- Με τον νόμο 4855/2021 επιχειρήθηκε ξανά μια εκτεταμένη και αναβαθμισμένη επιδρομή, μεταξύ άλλων με αυστηροποίηση των ποινών για εμπρησμούς, αλλαγή προς όφελος των βιαστών (αντικατάσταση του ρήματος «επιχειρεί» από το ρήμα «τελεί»), σκλήρυνση «κινηματικών» αδικημάτων, και ιδίως των άρθρων του Π.Κ. 168 (διατάραξη λειτουργίας δημόσιας υπηρεσίας) και 191 (διασπορά ψευδών ειδήσεων) κ.ο.κ.
- Με τον νόμο 4908/2022, άρθρο 72, η κυβέρνηση κατάργησε τη δυνατότητα μετατροπής, αναστολής και ανασταλτικού αποτελέσματος της έφεσης σε περιπτώσεις καταδίκης για αξιόποινες πράξεις του άρθρου 187 Π.Κ., ακόμα κι αν αυτές έχουν πλημμεληματικό χαρακτήρα. Ας σημειωθεί ότι στη ρύθμιση αυτή έχουν εκφράσει την πλήρη αντίθεσή τους όλοι οι νομικοί και δικηγορικοί φορείς.
- Με τον νόμο 4937/2022 («Ψηφιοποίηση των διαδικασιών επιδόσεων εγγράφων και αποδέσμευση της Ελληνικής Αστυνομίας κ.λπ.»), η κυβέρνηση επιχείρησε να κεφαλαιοποιήσει τη διάλυση των δικαστικών και εισαγγελικών υπηρεσιών, καθιερώνοντας συλλήβδην τις ψηφιακές επιδόσεις. Με τον ίδιο νόμο προέβλεψε επιλεκτικά τη μεταγωγή σε αγροτικές φυλακές όσων έχουν καταδικαστεί για εγκληματική οργάνωση πλην ισόβιας κάθειρξης: πρόκειται για φωτογραφική διάταξη για όλα τα καταδικασμένα, πλην Ρουπακιά, μέλη της Χρυσής Αυγής, ενώ είχε αρνηθεί την εφαρμογή του δικού της νόμου στον Δημήτρη Κουφοντίνα κ.ά.
- Ο νόμος 4947/2022 επιφύλασσε σαρωτικές αλλαγές στη νομοθεσία για την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, αφού περιορίζονται σημαντικά οι περιπτώσεις απαγόρευσης εκτέλεσής του και, αντίστοιχα, τα δικαιώματα των εκζητούμενων.
- Παραμόρφωση του Σωφρονιστικού Κώδικα με τον νόμο 4985/2022, του οποίου τα άρθρα 50 και επόμενα τροποποιούν προς το χειρότερο το καθεστώς της υφ’ όρον απόλυσης, λήψης τακτικών αδειών και αδειών λόγω σπουδών των κρατούμενων…
- Ακολούθησε το άρθρο 44 του νόμου 4995/2022, το οποίο προέβλεψε την εγγραφή στο ποινικό μητρώο ακόμα και διώξεων χωρίς καταδίκες, στιγματίζοντάς για πάντα τους διωχθέντες και καταργώντας απροκάλυπτα το τεκμήριο αθωότητας.
***
Μετά από όλα αυτά έρχεται το σημερινό νομοσχέδιο. Το δημοκρατικό κίνημα, νομικών και μη, επωμίζεται το βαρύ φορτίο της αποτροπής ψήφισης και αυτής της δήθεν μεταρρύθμισης. Σωστά επισημαίνει για το νομοσχέδιο αυτό στις 8/12/2023 η Ολομέλεια των προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας, που επιτέλους για πρώτη φορά στην ιστορία του θεσμού εισηγείται συνέχιση της αποχής ακόμα και μετά την ψήφιση του φορολογικού:
«Πρόκειται για μία ακόμη πρωτοβουλία της Κυβέρνησης, την πολλοστή τα τελευταία χρόνια, που υπακούει στα κελεύσματα του ποινικού λαϊκισμού και αποτελεί οπισθοδρόμηση για το ποινικό δίκαιο. Χωρίς να έχει συσταθεί νομοπαρασκευαστική επιτροπή και χωρίς αιτιολογική έκθεση, το υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου εισάγει “εισαγγελικής” έμπνευσης και σκοπιμότητας διατάξεις, με αυστηροποίηση των ποινών και της έκτισής τους, συρρικνώνει θεμελιώδεις εγγυήσεις και δικαιώματα του κατηγορουμένου παραβιάζοντας τις αρχές της δίκαιης δίκης της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, μεταφέρει αρμοδιότητες από πολυμελείς σε μονομελείς συνθέσεις, αυξάνει το όριο του εκκλητού των αποφάσεων και το κόστος άσκησης του δικαιώματος δικαστικής προστασίας, επιτείνει την ανασφάλεια δικαίου και οδηγεί σε ανεπιεικείς και ανεφάρμοστες καταστάσεις, λαμβανομένης υπόψη και της κατάστασης στην οποία βρίσκονται τα σωφρονιστικά καταστήματα της Χώρας».
Μακάρι η ανακοίνωση αυτή να έχει τη συνέχεια που της αντιστοιχεί. Αν ήταν ίδια η στάση της Ολομέλειας στα προηγούμενα ανοσιουργήματα ίσως δεν θα είχαμε φτάσει σε αυτό το σημείο. Μπορούμε και πρέπει να σπάσουμε τις αλυσίδες!
* Ο Κώστας Παπαδάκης είναι μαχόμενος δικηγόρος, πρώην μέλος του Δ.Σ. του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών και νυν δημοτικός σύμβουλος Αθηναίων (βλ. και συνέντευξή του στον Δρόμο, στο φύλλο 653). Εδώ δημοσιεύονται αποσπάσματα από ένα πολύ εκτενέστερο κείμενό του. Η ευθύνη για την επιλογή και τις αναγκαίες φραστικές προσαρμογές βαρύνει αποκλειστικά τη Σύνταξη.
** Ne bis in idem («ου δις επ’ αυτώ»): διεθνής αρχή του ποινικού δικαίου, σύμφωνα με την οποίαδεν επιτρέπεται να διώκεται ή να δικάζεται ξανά κάποιος για μια παράβαση για την οποία έχει ήδη διωχθεί.