Σκίτσο : Σταυροδρόμι κρίσεων του Β.Παπαβασιλείου
Η σύνοδος κορυφής πιστοποίησε ότι το κλειδί διάσωσης της Ενωμένης Ευρώπης βρίσκεται στην Τουρκία
Του Σπύρου Παναγιώτου
Μια βαθιά διχασμένη Ευρώπη, με διαλυμένες τις ως τώρα παραδοσιακές συμμαχίες και τα διαμορφωμένα μπλοκ δυνάμεων στάθηκε, για άλλη μια φορά, ανίκανη να χαράξει μια κοινή πολιτική για το θέμα των προσφυγικών ροών.
Οι «μεγάλες κουβέντες» για τα «ευρωπαϊκά ιδεώδη» δεν αποδείχτηκαν ικανές να βρουν ούτε μια λέξη καταδίκης στη μονομερή απόφαση πολλών χωρών να κλείσουν τα σύνορα. Η αδυναμία αυτή, ουσιαστικά, σημαίνει αποδοχή ως τετελεσμένου ότι η Ελλάδα όχι μόνο θα σηκώσει το βάρος των προσφυγικών ροών, αλλά θα μετατραπεί σε ένα απέραντο στρατόπεδο «φιλοξενίας» εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων και μεταναστών που θα εγκλωβιστούν στη χώρα.
Σε εφαρμογή το Plan B
Οι χθεσινές δηλώσεις του πρόεδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, δεν αφήνουν περιθώρια για παρερμηνείες. «Οι ακανόνιστες ροές μεταναστών στη διαδρομή των Δυτικών Βαλκανίων πρέπει να τελειώνουν. Δεν είναι θέμα μονομερών δράσεων, αλλά κοινή απόφαση της Ε.Ε. των 28», ανέφερε για να καταλήξει: «Ευχαριστώ τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων για την εφαρμογή μέρους της ολοκληρωμένης στρατηγικής της Ε.Ε. για την αντιμετώπιση της μεταναστευτικής κρίσης». Με τον τρόπο αυτό ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, εκφράζοντας τη θέληση της πλειοψηφίας των χωρών της Ε.Ε. δεν ερμηνεύει μόνο το αποτέλεσμα της πρόσφατης, άκαρπης Συνόδου Κορυφής, αλλά προδικάζει και το αποτέλεσμα της επόμενης τάχα καθοριστικής που έχει προγραμματιστεί για τις 17 Μάρτη. Θα ήταν παράλογο να θεωρηθεί ότι οι δηλώσεις αυτές του Ν. Τουσκ ήταν «μεμονωμένες». Οι ηχηρές «αντιδράσεις» των Μέρκελ, Ζ. Κ. Γιούνκερ και Σία δεν σηματοδοτούν ούτε την πρόθεση, ούτε τη δυνατότητα να αποτρέψουν αυτό που ήδη έχει συντελεστεί. Να κλείσει, δηλαδή, ο δρόμος των Δ. Βαλκανίων και να σφραγιστούν τα σύνορα ανάμεσα στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Εκφράζει τη θέλησή τους να μη χρεωθούν οι ίδιοι ως γεγονός τη διάλυση της Ζώνης Σένγκεν και κυρίως την πρόθεσή τους να «ξεφορτωθούν», προς άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όσους έχουν ήδη εγκλωβιστεί στη Γερμανία. Δεν μπορεί να ερμηνευθεί διαφορετικά η αδυναμία να υπάρξει κοινή στάση καταδίκης του παράνομου κλεισίματος των συνόρων και πολύ περισσότερο η αδυναμία αποτροπής της παρανομίας και η επιβολή «μέτρων» σε βάρος των κυβερνήσεων που αυθαίρετα το επέβαλλαν.
Αναδεικνύεται έτσι ότι η Ε.Ε που διαφύλαξε τη συνοχή την περίοδο της οικονομικής κρίσης μετατρέποντας τον Ευρωπαϊκό Νότο και την Ελλάδα σε πειραματόζωο μιας ακραίας δημοσιονομικής προσαρμογής, κλονίζεται σήμερα συθέμελα από το γεγονός της συνύπαρξης της οικονομικής κρίσης με τις προσφυγικές ροές που γεννούν οι γεωπολιτικές αναστατώσεις στην περιοχή της Μ. Ανατολής. Οι συνέπειες αυτής της αναταραχής στην Ε.Ε δεν μπορεί να προβλεφθούν. Εκείνο, όμως, που είναι ορατό είναι ο σχεδιασμός να μετατραπεί και πάλι η Ελλάδα και δευτερευόντως η Ιταλία σε χώρες δοκιμής πολιτικών διαχείρισης δύο κρίσεων ταυτόχρονα: της οικονομικής και της προσφυγικής.
Τα κλειδιά στη Τουρκία
Όλοι μαζί οι Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν αποδεχθεί ότι η Ελλάδα θα παίξει το ρόλο του «χρήσιμου ηλίθιου» έναντι ισχνής (700 εκατομμυρίων για δύο χρόνια) οικονομικής βοήθειας για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης. Είναι, άλλωστε, η ελληνική κυβέρνηση που από μόνη της δεσμεύθηκε να φιλοξενήσει έως 60.000 πρόσφυγες και μετανάστες. Ανησυχούν με το ενδεχόμενο να ξεφύγουμε, πράγμα απόλυτα πιθανό, από τα σημερινά επίπεδα και να εγκλωβιστούν στη χώρα εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες. Ανησυχούν διπλά: για την τύχη της εφαρμογής του μνημονίου στη χώρα και για τις συνέπειες μιας επ’ αόριστον παράτασης της πολιτικής των «κλειστών συνόρων». Οι υπολογισμοί των ζημιών από την κατάρρευση της Ζώνης Σένγκεν υπολογίζονται ήδη σε δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ.
Στρέφονται, έτσι, προς την Τουρκία αναζητώντας να αναλάβει αυτή το κόστος υποδοχής, καταγραφής και φιλοξενίας των προσφυγικών ροών και αναδεικνύοντας την σε κρίσιμη δύναμη, σε ρόλο κλειδί για την προστασία της Ε.Ε. Η τούρκικη διπλωματία, έχοντας πλήρη επίγνωση των αδυναμιών και των επικίνδυνων κλυδωνισμών στην Ευρώπη, αξιοποιεί στο έπακρο τα 2,5 εκατομμύρια πρόσφυγες που συρρέουν στη χώρα και εξαπολύει διαδοχικά ανθρώπινα κύματα στην Ελλάδα εκβιάζοντας για ανταλλάγματα. Δεν αναζητά ψίχουλα, δεν αρκείται σε 3 δισ. που της έχουν ήδη παραχωρηθεί. Ζητά εκβιαστικά ανταλλάγματα που σχετίζονται με τις ιδιαίτερες στρατηγικές της επιδιώξεις. Στη Σύνοδο Κορυφής της 7ης Μάρτη αιφνιδίασε την Ευρώπη διπλά. Αποδέχθηκε το ρόλο χώρας υποδοχής και ελέγχου των προσφυγικών ροών με αντάλλαγμα την χωρίς visa μετακίνηση Τούρκων πολιτών στις χώρες της Ε.Ε, την επιτάχυνση των διαδικασιών ένταξης στη Ε.Ε, την αποδοχή δια της σιωπής εκ μέρους της Ε.Ε των ιδιαίτερων επιδιώξεων της στο Αιγαίο, την στήριξη της Τουρκίας στην επιδίωξη της να δημιουργηθεί ελεύθερη ζώνη στα σύνορα με τη Συρία υπό τον έλεγχο της. Η Τουρκία γνωρίζει ότι με αυτές τις προτάσεις βάζει ψηλά τον πήχη. Γνωρίζει ότι υπάρχουν αντιδράσεις σε όλα τα θέματα.
Η Ευρώπη φοβάται την ελεύθερη μετακίνηση Τούρκων υπηκόων, δεν είναι εύκολο να «καταπιεί» την καταπάτηση στοιχειωδών δημοκρατικών δικαιωμάτων στη χώρα, δεν επιθυμεί ευθεία σύγκρουση με τους Ρώσους στη Συρία που απορρίπτουν κατηγορηματικά την λεγόμενη «ελεύθερη ζώνη». Το γεγονός αυτό, όπως και η διεθνής απομόνωση που αντιμετωπίζει, δεν αποθαρρύνει τη τούρκικη διπλωματία. Εκμεταλλεύεται στο έπακρο την αδυναμία της Ε.Ε. και συνεχίζει να εκβιάζει. Έτσι οι προσφυγικές ροές συνεχίζονται παρά την παρουσία του ΝΑΤΟ, οι συμφωνίες παραβιάζονται και προκλητικά αμφισβητούνται. Πιο πρόσφατο παράδειγμα οι δηλώσεις του υπουργού Β. Μποζκίρ, αρμόδιου Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, ότι «η Τουρκία δεν θα δεχθεί την επαναπροώθηση στο έδαφός της προσφύγων και μεταναστών που βρίσκονται ήδη στα ελληνικά νησιά». Και διευκρίνισε: «Μία συμφωνία ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Τουρκία για την επανεισδοχή προσφύγων και μεταναστών δεν αφορά εκείνους που βρίσκονται ήδη στα ελληνικά νησιά, αλλά όσους θα φθάσουν μετά την εφαρμογή της συμφωνίας. Ο αριθμός των προσφύγων και μεταναστών που θα δεχθεί πίσω η Τουρκία θα αντιπροσωπεύει χιλιάδες ή δεκάδες χιλιάδες, όχι εκατομμύρια». Η τούρκικη πολιτική δεν αξιοποιεί απλά όπλα που της προσφέρει η συγκυρία αλλά αποδεικνύεται ότι διαθέτει ιστορικό βάθος και βούληση να πετύχει στόχους ακόμα και υπό δυσμενείς συνθήκες, ότι ακριβώς δεν διαθέτει η ελληνική πλευρά.
Με αυτούς τους εκβιαστικούς όρους και μια καλά σχεδιασμένη «ασάφεια» οδηγούμαστε στην επόμενη Σύνοδο Κορυφής με απρόβλεπτη κατάληψη.
Η ελληνική στάση
Η αμηχανία και κυρίως η έλλειψη στοιχειώδους σχεδίου παραμένουν σταθερά στοιχεία της κυβερνητικής πολιτικής. Το βασικό πρόβλημα δεν είναι αν ο πρωθυπουργός Α. Τσίπρας κατάλαβε ή όχι τι συμφωνήθηκε στη Σύνοδο Κορυφής όπως τον κατηγόρησε η αντιπολίτευση μετά τις δηλώσεις Τουσκ. Το βασικό πρόβλημα είναι ότι κυβέρνηση και αντιπολίτευση μαζί δεν έχουν στοιχειώδες σχέδιο μπροστά στην πολύπλευρη καταστροφή που εξυφαίνεται. Παρά τις φραστικές αντιπαραθέσεις από κοινού αποδέχονται ότι η λύση του προβλήματος θα έρθει από αυτούς που το δημιουργούν, δηλαδή την Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ. Αποδέχονται πειθήνια τη πολιτική «ναι σε όλα» και αλληλοκατηγορούνται για το ποιος θα την εφαρμόσει καλύτερα.
Είναι σε πλήρη αδυναμία να συνειδητοποιήσουν ότι η συνεχής επιδείνωση των όρων άσκησης πολιτικής μπροστά στο κίνδυνο μετατροπής σε αποθήκη ψυχών. Δεν συνειδητοποιούν ότι συνεχώς δυσχεραίνονται οι ελληνικές θέσεις στο άξονα Θράκη-Αιγαίο-Κύπρος, ότι «ρευστοποιούνται» και γκριζάρουν τα θαλάσσια σύνορα στο Αιγαίο.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει τη παράδοση της εξωτερικής πολιτικής όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων, αναζητώντας προστασία κάτω από την ομπρέλα των ισχυρών σε Ε.Ε. και ΗΠΑ. Ξεχνά ότι ουδέποτε ΗΠΑ και Ε.Ε. δεν έχουν στηρίξει τις ελληνικές θέσεις στα σύνορα του Αιγαίου ή στο Δίκαιο της Θάλασσας.
Κυρίως, ξεχνά ότι η ομπρέλα προστασίας που καταφεύγει σήμερα έχει ήδη πάρει φωτιά.