Ένα από τα πιο συχνά και πιο λογικοφανή επιχειρήματα που προβάλλουν όσοι θεωρούν ότι η Κίνα δεν είναι μία χώρα στο δρόμο για το σοσιαλισμό, είναι ότι βασίζεται στην οικονομία της αγοράς με δισεκατομμυριούχους και μεγάλες οικονομικές ανισότητες. Το πολιτικό αντεπιχείρημα, βέβαια, δεν είναι ότι δεν έχει αυτά που της καταμαρτυρούν, εξάλλου ούτε οι Κινέζοι κομμουνιστές το αρνούνται. Το πολιτικό αντεπιχείρημα, ειδικά για τους πλούσιους, είναι ότι η παραγωγή και ύπαρξή τους αποτελεί μία συνειδητή επιλογή η οποία υπό την αυστηρή καθοδήγηση του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας διευκολύνει και επισπεύδει το πέρασμα στο σοσιαλισμό. Κι αυτό έχει να κάνει αφενός με το ότι το πέρασμα στο σοσιαλισμό προϋποθέτει ολοκλήρωση της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων που δεν γίνεται αυτόματα με την ανατροπή της φεουδαρχίας-αποικιοκρατίας και την υπερπήδηση σταδίων και αφετέρου με την κοινή λογική ότι σοσιαλισμό δεν μπορείς να κάνεις διαμοιράζοντας ισότιμα τη φτώχεια.
Το πολιτικό, λοιπόν, ζήτημα δεν είναι απλά αν έχεις πλούσιους, αλλά αν οι πλούσιοι έχουν πολιτική εξουσία όπως συμβαίνει χωρίς εξαίρεση σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες. Στην Κίνα, οι κομμουνιστές διατηρούν την απόλυτη εξουσία, χωρίς παραθυράκια. Κι αυτοί διαχειρίζονται με πολύ μεγάλη επίγνωση, ικανότητα κι αποφασιστικότητα, την οικονομία της αγοράς την οποία χρησιμοποιούν για να κάνουν το άλμα στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Αν χάσουν την πολιτική εξουσία και γίνουν υποχείρια των πλουσίων, το εγχείρημά τους αποτυγχάνει και καταστρέφεται. Αλλά, όσο κι αν δικαιολογημένα έχουμε -μετά την κατάληξη του σοβιετικού εγχειρήματος- αυτό το φόβο, δεν φαίνεται ότι συμβαίνει κάτι τέτοιο. Μπορεί κανείς να ανησυχεί για μια μελλοντική οπισθοδρόμηση, τίποτα στην ανθρώπινη ιστορία δεν αποκλείεται ως ενδεχόμενο, δηλαδή την παλινόρθωση των καπιταλιστών στην εξουσία, αλλά δεν είναι σωστό να την προβάλλει προληπτικά ως βεβαιότητα. Πολύ περισσότερο δεν είναι λογικό να αμφισβητείται προκαταβολικά η ριψοκίνδυνη προσπάθεια δι’ αυτού του ανορθόδοξου δρόμου όταν, μάλιστα, είναι τόσο πετυχημένη καθώς έχει απελευθερώσει ριζικά και καθολικά τη μεγαλύτερη χώρα του κόσμου από την αποικιοκρατία, έχει ήδη σε ιστορικά ελάχιστο χρόνο βγάλει από τη φτώχεια 800 εκατομμύρια ανθρώπους και εφαρμόζει απαρέγκλιτα σε τοπική και παγκόσμια κλίμακα πολιτική ειρηνικής συνεργασίας με αμοιβαίο όφελος, χωρίς πολέμους, πραξικοπήματα, στρατιωτικές βάσεις και καταστροφές κρατών και πολιτισμών, για πρώτη φορά στην Ιστορία!
Προς επίρρωση των όσων εν συντομία επικαλούμαι, παραθέτω την τοποθέτηση της Keyu Jin σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας της κινέζικης πολιτικής και οικονομικής δομής. Η Keyu Jin είναι Κινέζα καθηγήτρια οικονομικών στο London School of Economics, με σπουδές στο Harvard, που έγινε πολύ διάσημη πρόσφατα με το βιβλίο της «The New China Playbook – Beyond Socialism and Capitalism» το οποίο είναι παγκόσμιο μπεστ σέλερ και την έκανε περιζήτητη στα ΜΜΕ, τα πανεπιστήμια και τα διεθνή φόρουμ. Δεν δηλώνει κομμουνίστρια και αναλύει το οικονομικό σύστημα της Κίνας δυτικότροπα, δίνοντας, όμως, τεκμηριωμένα στοιχεία για το πώς λειτουργεί και ξεκαθαρίζοντας με σαφήνεια τον μοναδικό και καθοριστικό ρόλο του Κομμουνιστικού Κόμματος με τα 100 εκατομμύρια μέλη στην πορεία της Κίνας για το σοσιαλισμό με κινέζικα χαρακτηριστικά.
Στο θέμα θα επανέλθω…
Στέλιος Ελληνιάδης

Γιατί η Κίνα φέρεται αυστηρά στους δικούς της δισεκατομμυριούχους
της Κέγιου Τζιν
Όταν ο κόσμος κοιτάζει την Κίνα, ειδικά τα τελευταία χρόνια, βλέπει ένα βαθύ και ανησυχητικό παράδοξο. Από τη μία πλευρά, βλέπει ένα έθνος που έχει παραγάγει περισσότερους δισεκατομμυριούχους ταχύτερα από οποιαδήποτε άλλη χώρα στην ιστορία. Βλέπει τεχνολογικούς γίγαντες όπως η Alibaba και η Tencent, εταιρείες που αναδύονται από το μηδέν για να ανταγωνιστούν τους γίγαντες της Silicon Valley.
Έπειτα, σχεδόν εν μία νυκτί, βλέπεις το ίδιο σύστημα να στρέφεται εναντίον των δημιουργημάτων του. Βλέπεις το κράτος να παρεμβαίνει με ένα βαρύ χέρι, επιβάλλοντας πρόστιμα, περιορίζοντας και ταπεινώνοντας δημόσια αυτούς τους ίδιους τους δισεκατομμυριούχους. Βλέπεις τον Τζακ Μα, κάποτε το πρόσωπο της κινεζικής επιτυχίας, πραγματικά να εξαφανίζεται.
Βλέπεις την κυβέρνηση να εξαφανίζει ολόκληρο τον κλάδο των ιδιωτικών φροντιστηρίων σε ένα μόνο Σαββατοκύριακο. Και η Δύση είναι εύλογα προβληματισμένη. Οι τίτλοι γράφονται από μόνοι τους, «το Κομμουνιστικό Κόμμα δείχνει το πραγματικό του πρόσωπο», «το τέλος του οικονομικού θαύματος της Κίνας». Αυτή η αντίδραση βασίζεται σε μια θεμελιώδη παρεξήγηση. Από την υπόθεση ότι η σχέση μεταξύ κράτους και δισεκατομμυριούχου ήταν πάντα μια σχέση σύγκρουσης. Από την υπόθεση ότι το κράτος ήταν ένας κοιμισμένος δράκος που ξύπνησε ξαφνικά. Η αλήθεια είναι πολύ πιο περίπλοκη. Η καταστολή δεν είναι η αρχή μιας νέας σχέσης, είναι το τέλος μιας παλιάς.
Για να καταλάβεις γιατί η Κίνα φέρεται αυστηρά στους δισεκατομμυριούχους της, πρέπει πρώτα να καταλάβεις πώς τους δημιούργησε. Για 40 χρόνια, ο κινεζικός εταιρικός κόσμος οριζόταν από αυτό που αποκαλώ παράδεισο και ζούγκλα. Ο παράδεισος προοριζόταν για τις κρατικές επιχειρήσεις ή SOE. Αν ήσουν μια κρατική επιχείρηση, ειδικά σε ένα στρατηγικό κλάδο όπως οι τηλεπικοινωνίες ή η ενέργεια, οι πύλες του παραδείσου άνοιγαν διάπλατα. Σου δίνονταν εγγυήσεις, κρατικά συμβόλαια και εύκολα χαμηλού επιτοκίου δάνεια. Απολάμβανες μονοπωλιακή δύναμη. Αλλά αν ήσουν ιδιώτης επιχειρηματίας, είχες γεννηθεί στη ζούγκλα. Για εσένα, δεν υπήρχε παράδεισος. Υπήρχαν μόνο υψηλά εμπόδια εισόδου, το εξωφρενικό κόστος του κεφαλαίου και ένα ατελείωτο βυζαντινό δίκτυο γραφειοκρατικών διαδικασιών.
Οι δήμαρχοι
Για δεκαετίες, οι ιδιωτικές επιχειρήσεις ουσιαστικά δεν είχαν καμία θέση στην κινεζική κοινωνία. Οι μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις συχνά αναγκάζονταν να νιώθουν αμηχανία, αν δεν ένιωθαν και ντροπή, για τον σκιώδη τρόπο με τον οποίο κέρδιζαν τα προς το ζην. Πώς, λοιπόν, αναδύθηκαν οι δισεκατομμυριούχοι από αυτή τη ζούγκλα; Το έκαναν σχηματίζοντας ένα απίθανο ιδίωμα, μια συμβιωτική και συχνά παράνομη σχέση με την τοπική αυτοδιοίκηση.
Αυτή είναι η οικονομία των δημάρχων, η πραγματική κινητήρια δύναμη της ανάπτυξης της Κίνας. Η κεντρική κυβέρνηση στο Πεκίνο καθορίζει τη μεγάλη στρατηγική κατεύθυνση, αλλά οι τοπικοί δήμαρχοι είναι αυτοί που είναι υπεύθυνοι για την υλοποίηση. Και για δεκαετίες, οι σταδιοδρομίες τους, οι προαγωγές τους, εξαρτιόνταν από ένα, μοναδικό, παντοδύναμο μέτρο. Την αύξηση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ).
Αυτοί οι δήμαρχοι είχαν ένα πρόβλημα. Οι κρατικές, παραδεισένιες εταιρείες τους ήταν συχνά αναποτελεσματικές. Οι επιχειρηματίες της ζούγκλας ήταν αυτοί που δημιουργούσαν θέσεις εργασίας, πλήρωναν φόρους και παρήγαγαν τα όμορφα νούμερα του ΑΕΠ που χρειαζόταν ο δήμαρχος. Έτσι, ο δήμαρχος και ο επιχειρηματίας κατέληγαν σε συμφωνία.
Αυτή ήταν η σχέση κράτους-επιχειρήσεων. Ο δήμαρχος θα παρείχε πολιτική προστασία, φθηνή γη, άδειες και θα πίεζε τις κρατικές τράπεζες να δανείσουν χρήματα. Σε αντάλλαγμα, ο επιχειρηματίας θα κατασκεύαζε το εργοστάσιο, θα προσλάμβανε τους εργάτες και θα παρήγαγε το αναγκαίο αποτέλεσμα για την άνοδο του ΑΕΠ. Στις αρχές, αυτό έπρεπε να γίνεται κρυφά. Οι επιχειρηματίες θα έβαζαν κόκκινο καπέλο στην ιδιωτική τους εταιρεία, καταχωρώντας την ως συλλογική επιχείρηση ή επιχείρηση του δήμου, για να δοθεί η εντύπωση ότι ανήκει στο κράτος. Ο δήμαρχος θα έκανε τα στραβά μάτια.
Υπό όρους
Αυτή η συμπαιγνία, αυτό το γράσο που λιπαίνει τους τροχούς, δημιούργησε τους πρώτους δισεκατομμυριούχους. Δεν ήταν εχθροί του κράτους. Ήταν συνεργάτες του στο ακατάστατο, αποκεντρωμένο και εξαιρετικά επιτυχημένο έργο της σύλληψης ποντικιών, όπως θα έλεγε ο Tεν Σιαοπίν.
Αυτό το παλιό εγχειρίδιο ήταν ένα μοντέλο υψηλού κόστους και υψηλής ανάπτυξης. Ήταν ένας αγώνας ταχύτητας, όχι μαραθώνιος. Ήταν ένα οικοσύστημα χαλαρών κανονισμών και κατώτερων ποιοτικών προδιαγραφών. Το κράτος επέτρεψε να συμβεί αυτό. Ήταν μια συνειδητή επιλογή. Όταν η Κίνα χρειαζόταν να προλάβει τον υπόλοιπο κόσμο στην τεχνολογία, άφησε τον τεχνολογικό τομέα ελεύθερο να ενεργήσει.
Για 20 χρόνια, εταιρείες όπως η Alibaba, η Tencent και η Baidu είχαν τη δυνατότητα να αναπτύσσονται σε μια ζούγκλα κανονισμών, τροφοδοτούμενη από επιχειρηματικά κεφάλαια και αχαλίνωτη φιλοδοξία. Τους επετράπη να γίνουν μονοπώλια, να εκμεταλλεύονται τα δεδομένα τους και να δημιουργούν εντελώς νέες αγορές. Αλλά αυτή η ελευθερία ήταν πάντα υπό όρους. Στη Δύση, υπάρχει μια συνεχής ένταση μεταξύ της εταιρικής εξουσίας και της κρατικής εξουσίας. Στην Κίνα, δεν υπάρχει ένταση. Το κράτος είναι η ύστατη εξουσία.
Οι επιχειρηματίες, ακόμη και οι δισεκατομμυριούχοι, βρίσκονταν πάντα υπό δοκιμασία, με την επιτυχία τους να εξαρτάται από την ευθυγράμμισή τους με τους εθνικούς στόχους. Και το 2020, οι εθνικοί στόχοι άλλαξαν. Η Κίνα είχε ενηλικιωθεί. Δεν ήταν πλέον ένα φτωχό έθνος που απλώς προσπαθούσε να καλύψει τη διαφορά. Ήταν μια παγκόσμια υπερδύναμη και η ίδια η ζούγκλα που είχε αναθρέψει τους δισεκατομμυριούχους της θεωρείτο πλέον μειονέκτημα. Το παλιό εγχειρίδιο ήταν ξεπερασμένο.
Το κουμάντο
Υπάρχει μια κινέζικη παροιμία που λέει ότι τα ψηλά δέντρα δέχονται τη μεγαλύτερη ορμή των ισχυρών ανέμων. Οι δισεκατομμυριούχοι είχαν γίνει πολύ ψηλοί. Η κυβέρνηση αποφάσισε ότι ο καιρός να τρέχουν λάσκα είχε τελειώσει. Το νέο εγχειρίδιο απαιτούσε τάξη, ρύθμιση και έλεγχο. Έτσι, άρχισαν να φυσούν δυνατά οι άνεμοι. Η καταστολή ήταν ξαφνική, σαρωτική και σοκαριστική στη δύναμή της.
Ξεκίνησε, όπως είναι γνωστό, με την ακύρωση της δημόσιας προσφοράς (IPO) της Ant Group, λίγες μέρες πριν αυτή γίνει η μεγαλύτερη στην ανθρώπινη ιστορία. Στη συνέχεια, το κράτος στράφηκε σε όλους τους άλλους. Η Alibaba, ο γίγαντας του ηλεκτρονικού εμπορίου, δέχθηκε πρόστιμο ρεκόρ για παραβάσεις της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας. Η Didi, η εταιρεία μεταφοράς-μετακίνησης ανθρώπων και προϊόντων, επιπλήχθηκε δημόσια και αναγκάστηκε να διαγραφεί από το Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης για φερόμενη κακή διαχείριση των δεδομένων της. Η Tencent, ο κολοσσός των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και των βιντεοπαιχνιδιών, αναγκάστηκε να τερματίσει τα αποκλειστικά πνευματικά δικαιώματα μουσικής που είχε και είδε τα νέα της παιχνίδια να παγώνουν από τις ρυθμιστικές αρχές.
Και ακόμα πιο δραματικά, ολόκληρη η βιομηχανία ιδιωτικής εκπαίδευσης (φροντιστήρια κ.λπ.), αξίας άνω των 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ουσιαστικά κρατικοποιήθηκε εν μία νυκτί. Το επιχειρηματικό της μοντέλο κηρύχθηκε παράνομο. Σε λιγότερο από ένα χρόνο, αυτές οι ρυθμιστικές καταιγίδες εξαφάνισαν πάνω από 1 τρισεκατομμύριο δολάρια σε χρηματιστηριακή αξία. Και η κυβέρνηση, όπως επισήμαναν οι παρατηρητές, φαινόταν εντελώς ατάραχη. Δεν ήταν πανικός. Δεν ήταν συναισθηματικό ξέσπασμα. Ήταν μια ψυχρή, υπολογισμένη και σκόπιμη απόφαση. Ήταν το κράτος που υπενθύμιζε στην αγορά και στον κόσμο ποιος τελικά κάνει κουμάντο. Οι δισεκατομμυριούχοι δεν ήταν εταίροι με τους οποίους έπρεπε να διαπραγματεύεται. Ήταν υποκείμενα της διακυβέρνησης.
Αυτό μας φέρνει στο πιο σημαντικό ερώτημα. Γιατί; Γιατί η Κίνα θα κατέστρεφε οικειοθελώς τόσο μεγάλη οικονομική αξία; Γιατί θα ρίσκαρε να τρομάξει τους διεθνείς επενδυτές;
Η δυτική ερμηνεία, για άλλη μια φορά, κατέφυγε στο παλιό δυαδικό στερεότυπο. Αυτός είναι ο κομμουνισμός που επιβεβαιώνει τον εαυτό του. Πρόκειται για την εδραίωση της εξουσίας του Σι Τζινπίν.

Κοινή ευημερία
Ενώ η εξουσία είναι σίγουρα ένας παράγοντας, ο πραγματικός, βαθύτερος παράγοντας δεν είναι ιδεολογικός. Πρόκειται για μια θεμελιώδη μετατόπιση στην κοινωνική εντολή του έθνους. Αυτό είναι το νέο εγχειρίδιο. Το παλιό εγχειρίδιο καθορίστηκε από την περίφημη «ευκαιρία» του Tεν Σιαοπίν της δεκαετίας του 1980, «ας αφήσουμε πρώτα να πλουτίσουν κάποιοι άνθρωποι». Αυτό ήταν το πρώτο μισό της υπόσχεσής του.
Η καταστολή είναι η άφιξη του δεύτερου και ξεχασμένου μισού, της κοινής ευημερίας. Για 40 χρόνια, η Κίνα έτρεχε γρήγορα. Στη βιασύνη της για εκσυγχρονισμό, ανεχόταν εκπτώσεις, ανεχόταν μονοπώλια και ανεχόταν μαζική ανισότητα. Αλλά αυτή η ανισότητα έχει πλέον γίνει μια υπαρξιακή απειλή. Σήμερα, ο συντελεστής Gini της Κίνας, το τυπικό μέτρο της εισοδηματικής ανισότητας, πλησιάζει αυτόν των Ηνωμένων Πολιτειών. Το πλουσιότερο 1% κατέχει ένα τεράστιο και αυξανόμενο μερίδιο του πλούτου της χώρας. Η κυβέρνηση το βλέπει αυτό σαν πυριτιδαποθήκη. Κοιτάζει τη Δύση και δεν βλέπει κάποιο μοντέλο προς μίμηση. (Οι ιθύνοντες) βλέπουν πολιτική πόλωση, κοινωνική αναταραχή και θυμωμένους, απογοητευμένους πληθυσμούς. Βλέπουν θανάτους από απελπισία. Βλέπουν κοινωνίες να διαλύονται και είναι αποφασισμένοι να αποφύγουν αυτή τη μοίρα.
Η πάταξη των δισεκατομμυριούχων δεν είναι μια τυχαία επίθεση. Είναι ένα στοχευμένο, χειρουργικό χτύπημα στις πηγές αυτής της ανισότητας και της κοινωνικής δυσαρέσκειας. Σκεφτείτε τους στόχους. Τα τεχνολογικά μονοπώλια, η Alibaba και η Meituan, κατηγορήθηκαν ότι εκμεταλλεύτηκαν τα δεδομένα τους, καταχράστηκαν την ισχύ τους στην αγορά και συνέτριψαν τις μικρές επιχειρήσεις.
Η πολιτεία καταδίκασε δημόσια την κουλτούρα της δουλοπαροικίας, την κουλτούρα εργασίας από τις 9 π.μ. έως τις 9 μ.μ., έξι μέρες τη βδομάδα, που προωθούσαν οι ίδιοι αυτοί δισεκατομμυριούχοι της τεχνολογίας, χαρακτηρίζοντάς την ως τοξική και αντικοινωνική. Για τον κλάδο των ιδιαίτερων μαθημάτων, αυτή ήταν ίσως η πιο σημαντική κίνηση. Η πολιτεία είδε τα ιδιαίτερα μαθήματα ως πηγή έντονου κοινωνικού άγχους για εκατομμύρια γονείς, ως κινητήρια δύναμη ανισότητας και ως ένα τεράστιο οικονομικό βάρος που αποθάρρυνε τις οικογένειες από το να κάνουν περισσότερα παιδιά. Έτσι, καταργήθηκε.
Ενσυναίσθηση
Με τους βαρόνους των ακινήτων, την Evergrande, το κράτος αρνήθηκε να διασώσει τους πιο χρεωμένους κατασκευαστές, στέλνοντας ένα σαφές μήνυμα ότι η εποχή της απερίσκεπτης κερδοσκοπίας που έθετε τη στέγαση μακριά από τις δυνατότητες των απλών ανθρώπων είχε τελειώσει. Αυτή δεν είναι επιστροφή στον Μάο. Αυτή είναι η κυβέρνηση που προσπαθεί να χτίσει αυτό που αποκαλεί κατανομή εισοδήματος σε σχήμα ελιάς, άφθονη στη μέση, στενή στα άκρα. Στόχος είναι η εξάλειψη των παράνομων εισοδημάτων, του πλούτου που δεν προέρχεται από πραγματική καινοτομία, αλλά από απάτη, μονοπώληση, χειραγώγηση ή συμπαιγνία. Η νέα εντολή για όλες τις εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων των δισεκατομμυριούχων, είναι «χε φα, χε λι και χε τσιν», νόμιμοι, λογικοί και με ενσυναίσθηση.
Αυτό μας φέρνει στο μέλλον. Ποιος είναι ο νέος ρόλος για ένα δισεκατομμυριούχο στην Κίνα; Η παλιά του δουλειά ήταν απλή, να πιάνει ποντίκια, να δημιουργεί ΑΕΠ. Η νέα του δουλειά είναι πολύ πιο περίπλοκη, να είναι νόμιμος, λογικός και να δείχνει ενσυναίσθηση.
Ωθούνται ή ακριβέστερα τους ανατίθεται ένας νέος ρόλος κοινωνικής ευθύνης. Και σε αυτό, το κινεζικό κράτος έχει ένα πλεονέκτημα που οι δυτικές κυβερνήσεις δεν ενισχύουν. Στη Δύση, όταν οι κυβερνήσεις προσπαθούν να ρυθμίσουν τις μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες αντιμετωπίζουν στρατούς λομπίστες και χρόνια αδιεξόδου. Στην Κίνα, δεν υπάρχουν εταιρικά λόμπι που να μπορούν να αμφισβητήσουν το κράτος. Όταν η κυβέρνηση αποφάσισε να δράσει, ενήργησε με ταχύτητα και αποτελεσματικότητα που είναι αδιανόητες στη Δύση. Αλλά αυτή η δύναμη αποτελεί και το μεγαλύτερο κίνδυνο.
Αυτή η αυστηρή, σύντομη, επίπεδη προσέγγιση στη ρύθμιση είναι τρομακτική για τους επενδυτές. Η εμπιστοσύνη είναι κάτι το εύθραυστο. Εάν οι επιχειρηματίες, τα ζωώδη πνεύματα της οικονομίας, είναι με διαρκή φόβο για ασταθείς πολιτικές, θα σταματήσουν να επενδύουν. Θα σταματήσουν να καινοτομούν. Θα σκοτώσουν τον ίδιο το δυναμισμό που έκανε την Κίνα επιτυχημένη. Το κράτος το γνωρίζει αυτό. (Γι’ αυτό) εφαρμόζει μια πράξη εξισορρόπησης με υψηλά διακυβεύματα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, μετά τη βάναυση καταστολή του 2021, είδατε το κράτος να χαλαρώνει το 2022. Είδατε ανώτερους ηγέτες να βγαίνουν και να δίνουν δημόσια υποστήριξη στους κλάδους της τεχνολογίας, καθησυχάζοντάς τους για τη σημασία τους.
Αυτή είναι η ταλάντωση του εκκρεμούς της κινεζικής πολιτικής. Παρεμβαίνουν σκληρά για να στείλουν ένα αδιαμφισβήτητο μήνυμα για επαναφορά των ορίων. Στη συνέχεια, υποχωρούν για να αφήσουν την αγορά να αναπνεύσει ξανά. Διασχίζουν για άλλη μια φορά το ποτάμι ψάχνοντας για πέτρες που θα πατήσουν. Γιατί λοιπόν η Κίνα λαμβάνει σκληρά μέτρα κατά των δισεκατομμυριούχων της; Επειδή το παλιό εγχειρίδιο που τους δημιούργησε έχει πεθάνει. Η νέα εθνική προτεραιότητα δεν είναι απλώς η ανάπτυξη, είναι η σταθερότητα και η δικαιοσύνη.
Η καταστολή είναι η πατερναλιστική και, ειλικρινά, βάναυση προσπάθεια του κράτους να λύσει το κοινωνικό πρόβλημα της ανισότητας προτού ξεσπάσει. Οι δισεκατομμυριούχοι δεν εξαλείφονται, αλλάζουν το σκοπό τους. Η νέα τους δουλειά είναι να είναι λογικοί και να δείχνουν ενσυναίσθηση, να συμβάλλουν στην κοινή ευημερία και να θυμούνται πάντα ποιος είναι πραγματικά ο κουμανταδόρος.
(από σειρά διαλέξεων)








































































