Στο φως η αλήθεια για τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου.
Στην πιο αποκαλυπτική και ουσιαστική διαδικασία της μπήκε την τελευταία εβδομάδα η δίκη για τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, με τις καταθέσεις των δύο ειδικών φρουρών να γκρεμίζουν όσα -με πολύ κόπο είναι η αλήθεια- έχτιζε ο κ. Κούγιας εδώ και μήνες, συνδυασμένα με προκλητικές εκφράσεις, προσβολές και θεατρινισμούς στο δικαστήριο της Άμφισσας.
Η ώρα της αλήθειας, για την οποία μια ολόκληρη κοινωνία εξερράγη και πλημμύρισε τους δρόμους φαίνεται πως είναι πιο κοντά από ποτέ. Όπως και η αποκατάσταση της λογικής μας, η οποία έλεγε και λέει πως ένας άνθρωπος που πυροβολεί και σκοτώνει είναι δολοφόνος.
Η παραδοχή του Επ. Κορκονέα πως πυροβόλησε προς το πλήθος, βλέποντας το όπλο του και μάλιστα δύο φορές (όπως ακριβώς στοχεύουν στην εκπαίδευση εναντίον στόχων) είναι αυτή που ξεδιαλύνει και την τελευταία αμφισβήτηση. «Μέσα στη πόλη, όπου κι αν πυροβολήσεις, ενδέχεται να χτυπήσεις κάποιον», ήταν η δήλωση του ειδικού φρουρού, επιβεβαιώνοντας την κατηγορία για την οποία δικάζεται.
Ο βασικός κατηγορούμενος, παράλληλα, «θυμήθηκε» πως η επίθεση από 30 ή 40 άτομα με μολότοφ μετατράπηκε στη ρίψη ενός μπουκαλιού με νερό στο περιπολικό, ενώ όταν ρωτήθηκε αν οι συγκεντρωμένοι στην οδό Τζαβέλα είχαν σχέση με το περιστατικό απάντησε πως δεν θα μπορούσε να γνωρίζει.
Σε αρκετές φάσεις της κατάθεσής του ο Κορκονέας απαντάει βουρκωμένος, άλλες φορές με λυγμούς, ποτέ όμως ώς και σήμερα (Πέμπτη 15/7) δεν έχει ζητήσει συγγνώμη από την οικογένεια του Αλέξανδρου. Αντιθέτως, σε μια προσπάθειά του να αποδείξει πως δεν είναι ένας άνθρωπος-τέρας αλλά ένας «σοβαρός και καλοσυνάτος αστυνομικός», περιέγραψε ιστορίες από συζητήσεις του με νεαρούς από τα Εξάρχεια, οι οποίοι του απαντούσαν πως αυτός δεν είναι σαν τους άλλους αστυνομικούς…
Ένα πρώτο συμπέρασμα από τις καταθέσεις των Κορκονέα – Σαραλιώτη είναι οι αντιφάσεις στις οποίες και οι δύο ειδικοί φρουροί υπέπεσαν στις ερωτήσεις της έδρας και του εισαγγελέα, παράλληλα με την επίκληση της… ασθενούς μνήμης, καθώς σε πάρα πολλά κρίσιμα ερωτήματα το δικαστήριο δεν παίρνει απάντηση.
Ένα δεύτερο, είναι η προσπάθεια του Κορκονέα να αποδείξει πως η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου προήλθε από το φόβο, και την «κακή στιγμή» της νύχτας του Δεκέμβρη του 2008. Ωστόσο, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει πως αρκετές απαντήσεις του βασικού κατηγορούμενου στοχεύουν στο να χαρακτηριστεί ψυχικά ασθενής με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το μέλλον του.
Όσον αφορά τον Σαραλιώτη, έχει επιλέξει να διαχωρίσει πλήρως τη θέση του από τη δολοφονική πράξη του Κορκονέα, περιγράφοντας την 6η Δεκέμβρη ως κάποιος…περαστικός: «Όταν έριξα κροτίδες κρότου-λάμψης οι άνθρωποι που βρίσκονταν απέναντι μου σταμάτησαν να πετούν αντικείμενα προς το μέρος μας και κατάλαβα ότι έπρεπε να οπισθοχωρήσουμε. Του λέω «πάμε», γυρίζω το κεφάλι και αμέσως ακούω τον πυροβολισμό. Τα έχασα, δεν το περίμενα. Θεωρώ ότι πυροβόλησε ψηλά για εκφοβισμό».
Ο ίδιος, ωστόσο, αποκάλυψε για πρώτη φορά πως οι δύο ειδικοί φρουροί ήρθαν σε επικοινωνία μεταξύ τους, ενώ ήταν κρατούμενοι στη ΓΑΔΑ, ομολογώντας ότι ο ισχυρισμός του πως ο Επ. Κορκονέας πυροβόλησε στον αέρα για εκφοβισμό, προέκυψε μετά από αυτή τους τη συνομιλία.
Λίγες ημέρες νωρίτερα, ο δικηγόρος του Επ. Κορκονέα σε μια ακόμη προκλητική του αγόρευση δεν δίστασε να χαρακτηρίσει τον δολοφονημένο Αλέξανδρο ανορθόγραφο, υπονοώντας πως του άξιζε ένα τέτοιο τέλος: «Κοιτάξτε ορθογραφία, κοιτάξτε πόσα λάθη έχει. Στερείται παντελώς λεξιλογίου. Φανταστείτε τι θα έκανε στα 8, στα 9, στα 10, στα 11 του χρόνια, αν γράφει έτσι στα 15 του», δήλωνε ο κ. Κούγιας κρατώντας την τελευταία έκθεση του 16χρονου, για να εισπράξει την ερώτηση από την συνήγορο της οικογένειας, Ζωή Κωνσταντοπούλου: «Γι’ αυτό τον σκότωσε ο πελάτης σας; Μήπως έπρεπε να τον γαζώσει ο Κορκονέας όταν ήταν 11 χρόνων;». Αλ. Κούγιας: «Φαίνεται πόσο απαίδευτο ήταν. Ήθελε να πάει και στη Νομική!». Νίκος Κωνσταντόπουλος: «Ας το άφηνε να ζήσει και ας τον άφηνε στην ίδια τάξη».