Το άρθρο «Τι κρατάει τον Έλληνα στον καναπέ;» (Δρόμος φ. 166, 18 Μαΐου) προκάλεσε πολλά ενδιαφέροντα σχόλια και άνοιξε το δρόμο για βελτίωση και εμπλουτισμό του προβληματισμού.
Αποδόμηση
Πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι πολλά από τα στοιχεία που συνάρθρωναν την κοινωνία, δεν υφίστανται πια ή έχουν αποδομηθεί. Η εξιδανίκευση του ατομισμού, του «φροντίζω για την πάρτη μου», εμπεδώθηκε στην κατηφορική πορεία από το κοινωνικό κράτος προς τον νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό. Ατομικές λύσεις και «άσ’ τους άλλους να κουρεύονται». Η κουλτούρα αυτή διαμορφώθηκε όχι μόνο με τις οικονομικές απορρυθμίσεις, αλλά και με το πολιτισμικό τους αμπαλάρισμα. Ο ατομισμός εκθειάστηκε, ενώ οι συλλογικότητες αποδοκιμάστηκαν ως αναχρονιστικές. Οι άνθρωποι δύσκολα συνυπάρχουν και ακόμα πιο δύσκολα συλλειτουργούν.
Σ’ αυτή την αλλαγή της θέσης τού καθενός μέσα στο κοινωνικό σύνολο, ή μέσα στην κοινωνική του ομάδα, συνέτεινε και η συντελούμενη εδώ και χρόνια αποβιομηχάνιση και αποαγροτοποίηση. Λιγόστεψε απελπιστικά η βιομηχανική εργατική τάξη και χάθηκε η αίσθηση της κοινής πάλης, του κοινού συμφέροντος, της κοινής οργάνωσης, της κοινής διεκδίκησης, της κοινής μοίρας. Παράλληλα, σμικρύνθηκε ο αγροτικός κόσμος, με εγκατάλειψη των χωριών και την απώλεια της κοινότητας και του κοινοτικού πνεύματος που ανέκαθεν βρισκόταν στον πυρήνα της συλλογικής υπόστασης. Οι πολίτες διασκορπίστηκαν σε λίγες μεγάλες πόλεις, άγνωστοι μεταξύ αγνώστων. Και ο πολιτισμός του ατομισμού και του ατομικού κέρδους, ερήμην των άλλων, βρήκε εύφορο έδαφος για να κυριαρχήσει. Αυτός ο πολίτης, ο πολιτισμικά ξεριζωμένος, πλανιέται χωρίς πυξίδα μέσα σε ένα ωκεανό μοναξιάς. Άρα και πιο ευάλωτος στα θέλγητρα και τα φόβητρα της εξουσίας.
Δημοκρατία και εφησυχασμός
Ναι, ο φόβος, η απογοήτευση, η προκατάληψη και πολλοί άλλοι παράγοντες, πολιτικοί, ιδεολογικοί, κοινωνικοί, πολιτισμικοί και ψυχολογικοί, καθηλώνουν τους ανθρώπους στους καναπέδες τους. Αλλά, μήπως, τελικά, είναι η ίδια η δημοκρατία, η αντιπροσωπευτική, η αστική, η καπιταλιστική αν θέλετε, που οδήγησε τους πολίτες στην παθητικότητα και την αδρανοποίηση;
Αναμφίβολα, η αστική δημοκρατία που εφαρμόστηκε εκτεταμένα στο δυτικό κόσμο μεταπολεμικά, αποτέλεσε μια πολύ σημαντική πρόοδο σε σχέση με την προπολεμική περίοδο που χαρακτηρίζεται από ανώμαλες καταστάσεις που ανέδειξαν το φασισμό σαν κυρίαρχη δύναμη και έσπρωξαν την Ευρώπη στην κόλαση του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Τα ανθρώπινα δικαιώματα, το κοινωνικό κράτος, η εντυπωσιακή ανοικοδόμηση, η αφθονία προϊόντων και οι δυνατότητες κατανάλωσης, το άνοιγμα των συνόρων και άλλες εξελίξεις άλλαξαν τη ζωή των ανθρώπων, οι ορίζοντες διευρύνθηκαν, το σύστημα λειτουργούσε. Όμως, η ευημερία έφερε μαζί της τον εφησυχασμό. Οι πολίτες εκλέγανε τους πολιτικούς που υπόσχονταν όλο και περισσότερη ευημερία, συμμετέχοντας οι ίδιοι όλο και λιγότερο στα κοινά. Η αντιπροσώπευση, σε συνθήκες ευημερίας, κράτησε τον πολίτη μακριά από τη διακυβέρνηση, ενώ του καλλιεργούσε την ψευδαίσθηση ότι αυτός είναι κυρίαρχος. Επί της ουσίας, όλα τα αναλάμβαναν οι εκλεγμένοι πολιτικοί, οι οποίοι κατά κανόνα εφάρμοζαν, στην καλύτερη περίπτωση, μικρό μέρος των προεκλογικών εξαγγελιών τους. Σε χώρες, όπως η Ελλάδα, αναλάμβαναν ακόμα και το διορισμό του πολίτη σε κάποια εργασία, κυρίως στο δημόσιο ή του παρείχαν άλλες «διευκολύνσεις». Η πελατειακή σχέση ενίσχυσε ακόμα περισσότερο το ρόλο της αντιπροσώπευσης και την παραπέρα αδρανοποίηση του πολίτη-πελάτη.
Ανάθεση και αδιαφορία
Μέσα στα χρόνια, τα κόμματα εξουσίας παγιώθηκαν και εδραίωσαν την επιρροή τους μέσα στο εκλογικό σώμα και ο πολίτης έμαθε και συνήθισε στο σύστημα της ανάθεσης. Εγώ σε εκλέγω κι εσύ μου επιλύεις όλα τα προβλήματα και τακτοποιείς τις προσωπικές υποθέσεις μου. Έτσι, η δημοκρατία ταυτίστηκε με την ανάθεση, ο πολίτης επαναπαύθηκε και η πολιτική απαξιώθηκε.
Η απαξίωση της πολιτικής και των πολιτικών είχε πολλές παρενέργειες. Αναπόφευκτα, ενίσχυσε και την αδιαφορία. Η κοινωνία θεωρώντας ανυπόληπτους τους πολιτικούς, όχι μόνο αδιαφόρησε, αλλά έπαψε και να τροφοδοτεί την πολιτική με τα καλύτερα παιδιά της, πράγμα που άφησε ανενόχλητους τους πολιτικούς βήτα και γάμα κατηγορίας, τους πιο επιρρεπείς στη διαφθορά και την ξενοδουλεία, να αναρριχώνται στα ηγετικά κλιμάκια των κομμάτων και των κυβερνήσεων.
Στην περίοδο της κρίσης, η Ελλάδα βρέθηκε με πολιτικούς στην εξουσία ανίκανους και εξωνημένους και με πολίτες, όχι όλους, αλλά πάντως πάρα πολλούς, μαθημένους στην ανάθεση, την αποχή από τα κοινά και την αδιαφορία.
Μέσα σ’ αυτούς και ουκ ολίγοι πολίτες που ενώ πιστεύουν ότι ανήκουν στην Αριστερά, δεν έμειναν ανεπηρέαστοι από το γενικό ρεύμα. Σ’ αυτό, μάλλον, έπαιξε ρόλο και μια αντίστοιχη πρακτική και νοοτροπία που αναπτύχθηκε στα σοσιαλιστικά καθεστώτα, αλλά και στα κόμματα της Αριστεράς στη Δύση.
Η Σοβιετική Ένωση διαλύθηκε από την ομάδα που επικράτησε στο ΚΚΣΕ, στην αδιαφανή πάλη για την εξουσία, ερήμην του σοβιετικού λαού. Γιατί και εκεί, οι πολίτες διαμόρφωσαν την αντίληψη ότι το κόμμα φροντίζει για όλα. Ο πολίτης τα περίμενε όλα από τη διοίκηση. Και στα κόμματα καλλιεργήθηκε η πεποίθηση ότι η ηγεσία ρυθμίζει τα πάντα. Αυτή η θέση και αντίληψη διαμόρφωσε και τη σχέση μέλους και κόμματος, πολίτη και εξουσίας. Η κοινωνία είχε αναθέσει τη ζωή της στην κομματική ηγεσία. Μικρή συμμετοχή και μεγάλος συγκεντρωτισμός. Σταδιακά, οι πάνω, αυτό που αποκλήθηκε νομενκλατούρα, αποκόπηκαν από τους κάτω, το λαό. Και, ως γνωστόν, ενός κακού μύρια έπονται.
Έτσι, στην κρίσιμη φάση του εκφυλισμού των υπαρκτών συστημάτων, της Δύσης και της Ανατολής, ο πολίτης ήταν αμέτοχος και παρέμεινε αμέτοχος, πέρα από κατακερματισμένες και ανολοκλήρωτες συμμετοχές, και σποραδικές αντιδράσεις, μικρές και αποσπασματικές.
Σήμερα, στην Ελλάδα, όπως κι αλλού, ο μέσος πολίτης περιμένει από τους πολιτικούς τη λύση, παρ’ όλο που ξέρει ότι αυτοί ευθύνονται για την καταστροφή της ζωής του και είναι, εξ αντικειμένου, ανίκανοι να τη βρουν για λογαριασμό του. Κι αν, εξαιτίας του μεγέθους της καταστροφής του, αποκολληθεί ο πολίτης από τη θανατηφόρα αυτή εξάρτηση και στραφεί στην Αριστερά, πάλι θα περιμένει τα πάντα από την Αριστερά, αντί ο ίδιος να κινηθεί δραστήρια, δυναμικά και επίμονα για το δίκιο του. Να γίνει ο ίδιος ένας ολοκληρωμένος πολίτης.
Απλά, θα έχει μετακυλήσει την ανάθεση από τη Δεξιά και το Κέντρο στην Αριστερά. Τώρα ψηφίζω εσάς και θέλω να μου λύσετε εσείς όλα τα προβλήματα, όπως έκαναν κάποτε οι προηγούμενοι. Δηλαδή, σας το αναθέτω, να με σώσετε και να με αποκαταστήσετε. Χωρίς αυτό να μειώνει τη σημασία και το βάρος της ευθύνης που έχουν οι φορείς και τα στρατευμένα μέλη της Αριστεράς, η επιτυχία κάθε προσπάθειας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την έκταση και την ποιότητα συμμετοχής της κοινωνίας στο πολιτικό γίγνεσθαι.
Γι’ αυτό, η διαδικασία της αλλαγής περνάει και μέσα από την αλλαγή νοοτροπιών που δεν υπηρετούν ούτε τη δημοκρατία ούτε την κοινωνία. Και η Αριστερά για να ανταποκριθεί στις νέες συνθήκες και στα νέα δεδομένα, πρέπει κι αυτή να γίνει μια πραγματικά Νέα Αριστερά.
Στέλιος Ελληνιάδης