Η επίσκεψη Πούτιν στην Ελλάδα και οι διεθνείς… εξαγγελίες από μια χώρα αποικία

Του Σπύρου Παναγιώτου

 

Η ρωσική διπλωματία και ο ίδιος ο Πούτιν δεν είχε ούτε έχει καμιά ψευδαίσθηση για τη στάση του πολιτικού κόσμου της Ελλάδας απέναντι στη Ρωσία και την πολιτική της.

Από την πρώτη επίσκεψή του στη χώρα το 2001, τότε που σε διαφορετικό διεθνές κλίμα έριχνε πολύπλευρα «γέφυρες» (διατυπώνοντας τη σκέψη ότι η κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ σηματοδοτούσε και την κατάρρευση των ιδεολογικών βάσεων που εμπόδιζε τη συνεργασία των δύο χωρών παρά το κοινό γεωπολιτικό υπόβαθρο και την ταύτιση συμφερόντων σε αρκετά διεθνή θέματα) μέχρι σήμερα, είχε πολλές ευκαιρίες να διαπιστώσει τα όρια και τις δυνατότητες του πολιτικού κόσμου της χώρας.

Από τον Κ. Σημίτη και τον εγκλωβισμό των ελληνορωσικών σχέσεων αυστηρά στα όρια της πολιτικής των Ε.Ε. και ΗΠΑ, την παρένθεση Καραμανλή και την αναθέρμανση του σχεδίου του αγωγού Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη, φθάσαμε στο πλήρες πάγωμα των σχέσεων με τον Γ. Παπανδρέου και τον Α. Σαμαρά, κι από εκεί στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ που έχει υπερψηφίσει όλες τις αποφάσεις της Ε.Ε. για κυρώσεις κατά της Ρωσίας και όλους τους ΝΑΤΟϊκούς σχεδιασμούς περικύκλωσης και ανάδειξης της Ρωσίας σε υπ’ αριθμόν 1 αντίπαλο.

Δεν είναι τυχαίο ότι το πολιτικό πρόγραμμα της επίσκεψης Πούτιν (συνάντηση με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τον Πρωθυπουργό) καθορίστηκε την τελευταία στιγμή και με αρκετή δόση αμηχανίας και περιορίστηκε στο ελάχιστο χρονικό διάστημα.

Είχε, λίγες μόνο μέρες πριν, υπογραφεί η συμφωνία συμμετοχής της χώρας στον αμερικανικών συμφερόντων αγωγό φυσικού αερίου από το Αζερμπαϊτζάν και είχε επιστρέψει από το ταξίδι στις ΗΠΑ ο υπουργός επικρατείας Ν. Παπάς έχοντας φροντίσει να διαβεβαιώσει τους Αμερικανούς ιθύνοντες ότι όλα θα κινηθούν «κατά τις εντολές τους» με αντάλλαγμα «κοπανιστό αέρα» υποσχέσεων για επενδύσεις και στήριξη στη χώρα. Το 99χρονο Μνημόνιο του ΣΥΡΙΖΑ είναι η χειροπιαστή απόδειξη των πιο πρόσφατων κυβερνητικών «επιτυχιών».

 

Χαμηλής πολιτικής συμφωνίες

Οι δημόσιες δηλώσεις Τσίπρα που χαρακτήρισε «στρατηγική επιλογή» την πολιτική καλών σχέσεων με τη Ρωσία ακούγονται σαν κακόγουστο αστείο.

Η Ρωσία ενδιαφέρεται για την απόκτηση προσβάσεων στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης και τους ελληνικούς σιδηρόδρομους σαν πακέτο. Κατά την εκτίμησή τους η ταυτόχρονη πρόσβαση σε αυτές τις υπό ιδιωτικοποίηση υποδομές, και η άμεση πρόσβαση σε Αιγαίο και Μεσόγειο θα ήταν ένα κάποιο αντίβαρο στην κατ’ απαίτηση των ΗΠΑ και Ε.Ε. ματαίωση του αγωγού South Stream. Κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατό να επιτραπεί από τους Δυτικούς, για τους ίδιους λόγους που ματαίωσαν τη νότια επέκταση του ρώσικου αγωγού.

Για τους ίδιους λόγους φαίνεται ότι δεν πρόκειται να «ευοδωθεί» και το δήθεν εναλλακτικό σχέδιο ΣΥΡΙΖΑ για απόκτηση πρόσβασης στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης. Και αυτό το σενάριο είναι απαγορευμένο και μένει να δούμε πώς θα πραγματοποιηθεί αυτήν τη φορά η κυβερνητική «κωλοτούμπα».

Η Ρωσία ενδιαφέρεται για συνεργασία στον ενεργειακό τομέα με συμμετοχή στην ΔΕΠΑ και απόκτηση τού προς πώληση πακέτου του 35% (το 42% κατέχει ο όμιλος Λάτση) των διυλιστηρίων ΕΛΠΕ. Παρά την υπογραφή ενός πρωτοκόλλου συνεργασίας των ΕΛΠΕ με τον ρώσικο ενεργειακό γίγαντα Ρόσνεφτ, είναι γνωστό σε όλους ότι δεν πρόκειται να επιτραπεί η λειτουργία διυλιστηρίου ρώσικων συμφερόντων σε έδαφος της Ευρωζώνης.

Με αυτά τα δεδομένα οι συμφωνίες που υπογράφηκαν αφορούν θέματα χαμηλής πολιτικής και σημασίας. Συμφωνία για τον τουρισμό και διευκολύνσεις στη χορήγηση visa για τους Ρώσους πολίτες, συνεργασία σε θέματα καινοτομιών, επιστήμης και τεχνολογίας, μετεωρολογία, συνεργασία μεταξύ πανεπιστημίων και φορέων και πολιτική διακήρυξη για ελληνορωσικό διάλογο σχετικά με διεθνή και περιφερειακά θέματα.

Η ρώσικη διπλωματία γνωρίζει ότι ο ελληνικός πολιτικός κόσμος δεν διαθέτει σχέδιο με επίκεντρο την υπόσταση και την προοπτική της χώρας ούτε εξωτερική πολιτική που να αντιλαμβάνεται και να προετοιμάζεται έναντι των κινδύνων που απειλούν κυριαρχικά δικαιώματα, σύνορα και διεθνείς συνθήκες. Γνωρίζει ότι η ελληνική πολιτική έχει εναποθέσει τις ελπίδες για την ύπαρξη της χώρας, οικονομικά, κοινωνικά και εθνικά, στις εγγυήσεις των ιμπεριαλιστικών κέντρων της Δύσης και στην πειθήνια υποταγή της στους σχεδιασμούς τους. Ο ίδιος ο Τσίπρας υπήρξε σαφής όσον αφορά τους περιορισμούς των Αθηνών. «Θα συνεισφέρουμε μέχρι εκεί που μπορούμε» είπε, υπονοώντας ότι η Ελλάδα κινείται στο πλαίσιο που ορίζει η Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ.

Ο ίδιος ο Πούτιν γνωρίζει ότι, αν και θα ήταν δυνατό ο ελληνικός πολιτικός κόσμος να αξιοποιήσει δυνατότητες που μπορεί να προσφέρει η ρώσικη πολιτική, κάτι τέτοιο δεν είναι ορατό αυτή την περίοδο.

Όλα αυτά δεν εμποδίζουν τη Ρωσία να κάνει πολιτική, να επιχειρεί να εκμεταλλευτεί κάθε ρωγμή, να δημιουργεί όρους και προϋποθέσεις με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον, παίρνοντας υπόψη της τους ισχυρούς κλυδωνισμούς που διαπερνούν την Ευρωζώνη.

Κυρίως με την πολιτική αυτή ο Ρώσος Πρόεδρος στέλνει μηνύματα σε παγκόσμιο επίπεδο εκμεταλλευόμενος την ανάδειξη της Ρωσίας σε κρίσιμο παίκτη στην κρίση της Συρίας και της Μ. Ανατολής γενικότερα.

 

Πολιτική ισχυρής δύναμης

Η επίσκεψη Πούτιν στην Ελλάδα είχε κεντρικό περιεχόμενο την επίσκεψη στο Άγιο Όρος και μέσω αυτής την ανάδειξη της σημασίας που δίνει η ρώσικη διπλωματία στην Ορθόδοξη Χριστιανική παράδοση σαν μέσο άσκησης πολιτικής στο εσωτερικό της Ρωσίας, αλλά και διεύρυνσης της επιρροής της στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων.

Ο Ρώσος Πρόεδρος παράλληλα αξιοποίησε την επίσκεψή του στην Ελλάδα σαν ευκαιρία να διατυπώσει τους άξονες της ρώσικης πολιτικής. Κατήγγειλε την πολιτική του ΝΑΤΟ και την περικύκλωση της χώρας του από την αντιπυραυλική ασπίδα που τοποθετήθηκε στην Πολωνία σαν σοβαρή απειλή για τη χώρα του.

Καταδίκασε το σχέδιο μετατροπής της Μαύρης Θάλασσας σε ΝΑΤΟϊκή λίμνη (βλ. Δρόμος, φ.312) και κάθε προσπάθεια περιορισμού της δυνατότητας πρόσβασης του ρώσικου στόλου στη Μεσόγειο. Καταδίκασε την πολιτική της Τουρκίας στη Συρία και στο Αιγαίο και πρόσφερε βοήθεια στην Αθήνα για την αντιμετώπιση της τούρκικης επιθετικότητας. Διαφήμισε για άλλη μια φορά τα οπλικά συστήματα της Ρωσίας που έδειξαν τις «δυνατότητές» τους στη Συρία και διαφήμισε επίσης τη σταθερότητα της Ρωσίας έναντι των συμμάχων της σε αντίθεση με την πολιτική των ΗΠΑ.

Δεν είναι λίγα όλα αυτά, όταν μάλιστα διακηρύσσονται από το έδαφος μιας χώρας βαθιά κατεστραμμένης από τη νέο-αποικιακή πολιτική της Ε.Ε., και ταυτόχρονα βαθιά μπλεγμένης στη χρονίζουσα κρίση της Μ. Ανατολής.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!