Επιμέλεια: Χριστόδουλος Δολαψάκης, Μανώλης Μούστος
Η άνοιξη έρχεται
Αυτές οι νύχτες που εφημερεύω αποκτούν μεγαλύτερη βαρύτητα. Ίσως γιατί είναι οι ώρες που κοπάζει λιγάκι ο θόρυβος της ημέρας. Και αυτές τις μέρες ο θόρυβος είναι πολύς. Έξω από το ψυχιατρικό τμήμα έχουμε μία αμυγδαλιά. Την παρακολουθώ κάθε βράδυ πώς εξελίσσεται, πώς πρασινίζει, αγγίζω τον κορμό της για να γειωθώ κι εγώ σαν κι εκείνη, να πάρει τα περιττά φορτία η Γη, και σκέφτομαι να και κάποιος που μπορώ να αγγίζω χωρίς να φοβάμαι μην τον κολλήσω τίποτα.
Τις νύχτες τα κοτσύφια λαλάνε με μεγάλη έφεση, μέχρι να ξημερώσει. Τις νύχτες ακούγοντάς τα, μέχρι να φτάσω στα επείγοντα, καθαρίζουν λίγο το μυαλό μου από τις σκέψεις της ημέρας, όπως το πόσο θα ήθελα να μπορώ κι εγώ να μείνω στο σπίτι μου και να προστατέψω την υγεία μου και την ψυχική μου ηρεμία λίγο πιο αποτελεσματικά, να μπορώ να παίξω μουσική, να διαβάσω, να πάρω τηλέφωνο δικούς και φίλους… μα όχι, πρέπει να είμαι εδώ, καλούμενη να αντιμετωπίσω το ομαδικό άγχος που κάνει οποιαδήποτε εργασία πιο πολύπλοκη. Στο ΤΕΠ δεν υπάρχει πια ψυχιατρικό ιατρείο, λόγω του γνωστού ιού. Καλούμαστε να χρησιμοποιούμε έναν άλλο χώρο, μακριά από το ΤΕΠ, όπου τη νύχτα ο εκάστοτε εφημερεύων ψυχίατρος είναι ολομόναχος, και αν χρειαστεί βοήθεια, ε λοιπόν αυτή δεν υπάρχει. Οι κρούσεις στο νοσοκομείο να φροντίσει λίγο πιο επισταμένως την ασφάλειά μας, δεν έχουν ευοδωθεί. Υπάρχουν πιο «επείγοντα» θέματα να λύσουμε, με τους ψυχιάτρους θα ασχολούμαστε; Έλα όμως που οι δικοί μας οι ασθενείς, όσο αξιολάτρευτοι κι αν είναι, στην οξεία φάση μπορούν να γίνουν επικίνδυνοι. Για το νοσοκομείο, το ψυχιατρικό ιατρείο δεν είναι η προτεραιότητα, για εμάς όμως πρόκειται για τη ζωή μας. Τρέμει το φυλλοκάρδι μου για το τι ενδέχεται να συναντήσω κάθε φορά που με καλούν, αν θα βρω βοήθεια σε περίπτωση που τη χρειαστώ… Έχει μια δόση απαξίωσης όλο αυτό, όχι μόνο της δουλειάς μας, αλλά και της ζωής μας της ίδιας…. Τις νύχτες όμως, όταν ακούω τα αποσπάσματα από τη συναυλία των πουλιών, νιώθω τυχερή που ακούω τέτοιες ωραίες συμφωνίες, που αν καθόμουν στο σπίτι μου δεν θα είχα την τιμή να ακούσω.
Κι ύστερα μπαίνω στα επείγοντα. Και βλέπω πολλούς συναδέλφους, νέους ανθρώπους και ώριμους, που αντιμετωπίζουν αυτές τις μέρες και αυτές τις νύχτες με θάρρος και με αξιοπρέπεια, μέρες και νύχτες που είναι ίσως (για διαφορετικούς λόγους) πιο δύσκολες και πιο επικίνδυνες από τις δικές μου. Και παίρνω δύναμη. Και έμπνευση. Ναι, και έμπνευση.
Τα κοτσύφια που λαλάνε, τα δέντρα που αλλάζουν χρώματα, οι μέρες που μεγαλώνουν, οι συνάδελφοι που δεν υποκύπτουν στη γενικότερη παράκρουση μου δίνουν δύναμη και έμπνευση. Και λόγο να συνεχίζω. Μου θυμίζουν ότι η Άνοιξη έρχεται και εγκαθίσταται όλο και περισσότερο, μέρα με τη μέρα, νύχτα με τη νύχτα. Έρχεται αγνοώντας ή αδιαφορώντας για τους ιούς και τις άλλες δικές μας μέριμνες. Και σκέφτομαι ότι αφού εκείνη έρχεται, μάλλον η δική μας η δουλειά είναι να πάμε κι εμείς προς Εκείνη, να της ανοίξουμε τις καρδιές μας για να μπει μέσα, να ανθίσουμε κι εμείς. Γιατί η δική μας η δουλειά είναι να ανθίζουμε, είτε φυτρώνουμε μέσα στο δάσος είτε φυτρώνουμε απάνω στα βραχάκια.
Αποσπάσματα από κείμενο της Α.Δ.
Οι φτωχοί μένουν σπίτι, οι πλούσιοι ανέκαθεν έφευγαν
Καθώς η επιδημία προχωράει, οι πλούσιοι αυτού του κόσμου εγκαταλείπουν τις πόλεις. Οι ενοικιάσεις εξοχικών κατοικιών έχουν εκτοξευθεί στις ΗΠΑ, η ζήτηση για αγροκτήματα κορυφώθηκε στον Καναδά και οι ιδιωτικές πτήσεις αυξάνονται. Καμία έκπληξη. Οι ελίτ έχουν μακρά ιστορία στο να εγκαταλείπουν τις πόλεις σε περίοδο ασθένειας. Κατά τη διάρκεια των επιδημιών πανούκλας η συμβουλή ήταν «φύγε μακριά, φύγε γρήγορα και γύρνα αργά». Όμως οι φτωχοί δεν μπορούσαν να φύγουν. Η επιδημία πανούκλας το 1678 ονομάστηκε «νόσος των ζητιάνων» καθώς «για κάθε 1000 ανθρώπους που πέθαιναν, μόνο 10 ήταν πλούσιοι». Το να μπορείς να φύγεις ήταν εισιτήριο για την επιβίωση, όπως και το να ενημερώνεσαι έγκαιρα. «Όταν αυτοί που είχαν την οικονομική δυνατότητα να φύγουν από το Λονδίνο διάβαζαν ότι η πανούκλα είχε πια θερίσει τους φτωχούς, άρχιζαν να προγραμματίζουν την οργανωμένη επιστροφή τους». Αυτές οι συχνές μετακινήσεις των πλούσιων στα προάστια και τις επαρχίες καθόρισαν μέχρι και τον τρόπο που αναπτύχθηκαν οι σύγχρονες πόλεις. Η γειτονιά του Greenwich Village στο Μανχάταν αναπτύχθηκε αρχικά ως καταφύγιο των ανώτερων τάξεων κατά τη διάρκεια των επιδημιών. Μαζί με τους πλούσιους μεταφέρονταν υπηρεσίες, τελωνείο, ταχυδρομείο, οικονομικά ιδρύματα –τα οποία συσσωρεύτηκαν στην Bank Street, όνομα που διατηρείται ως σήμερα. Το Greenwich Village είναι πλέον διαφορετικό αλλά οι δαιδαλώδεις του δρόμοι διατηρούν ζωντανή τη μνήμη της συνοικίας ως τόπου απομάκρυνσης από την ασθένεια. Οι ταξικές διαφορές στη δυνατότητα απόδρασης παραμένουν ως σήμερα.
Πηγή: daily.jstor.org
Περί ηρώων
Γίνεται πολύ λόγος για τους ήρωες γιατρούς αυτές τις μέρες. Είναι πολύ όμορφο να ακούς όλα αυτά τα επαινετικά σχόλια και να λες «Επιτέλους, ο κόσμος αναγνωρίζει τη δουλειά μου!». Από φίλους, συγγενείς, ασθενείς και γνωστούς ακούς «να είσαι καλά, να προσέχεις, σε αγαπάμε, σε ευχαριστούμε που είσαι εκεί», «σας ευχαριστούμε για το δύσκολο έργο σας, δεν παίρνω για να μην ενοχλώ». Πολύ θα ήθελα να ήμασταν όλα αυτά που μας προσδίδετε, και σας ευχαριστώ πολύ…
Αλλά πρέπει να πούμε την αλήθεια. Δεν είναι όλοι οι γιατροί «ήρωες με τις άσπρες μπλούζες». Η πανδημία μας δείχνει το εξής απλό: Υπήρχαν και υπάρχουν εξαιρετικοί, αξιοθαύμαστοι υγειονομικοί, που δουλεύουν με αυταπάρνηση και με σοβαρούς κινδύνους, για το καλό των ασθενών. Υπήρχε και υπάρχει ένα διαλυμένο ΕΣΥ, χωρίς πρωτοβάθμια, με άπειρες τρύπες και μπαλώματα, με εξαντλητικά ωράρια, με κακούς μισθούς, με μειωμένο προσωπικό, με πολλά ράντζα, με «φακελάκια», με κλίκες, με διακρίσεις, με «πολιτικά μέσα». Τι πιστεύετε ότι έκαναν οι γιατροί του ΕΣΥ που πριν την πανδημία ασχολούνταν μόνο με το απογευματινό εξωτερικό τους ιατρείο; Κατέβηκαν ξαφνικά στα επείγοντα να δώσουν τη μάχη με τον κορωνοϊό;
Τι μας μένει; Τι χρειαζόμαστε; Τι θέλουμε; Χρειαζόμαστε τους υγειονομικούς που έχουν το κουράγιο, το ήθος, την όρεξη και το πάθος να στηρίξουν ένα δημόσιο σύστημα υγείας για όλο τον κόσμο με υψηλής ποιότητας παροχές. Αυτούς που είναι διατεθειμένοι να αναβαθμίζουν συνεχώς τις γνώσεις τους, όχι για να γίνουν διάσημοι ή για να εμπλουτίσουν το βιογραφικό τους, αλλά λόγω της αφοσίωσης και της αγάπης προς τον ασθενή και το επάγγελμά τους. Για να μπορέσουν να αναδειχθούν και να παίξουν ρόλο τέτοιοι άνθρωποι, είναι κρίσιμο να αναρωτηθούμε τι πολιτικό σύστημα χρειαζόμαστε. Χρειαζόμαστε ένα πολιτικό σύστημα που δεν είναι της ρεμούλας και της λαμογιάς, αλλά που παλεύει για μια χώρα ανεξάρτητη και δημοκρατική που να μπορεί να σταθεί στις δικές της δυνάμεις. Είδαμε πως καταρρέουν οι «ευρωπαϊκές αξίες» μπροστά την πανδημία. Είδαμε πως συμπεριφέρονται χώρες της Ευρώπης, με ακλόνητα συστήματα υγείας (βλ. Γερμανία) που κρατάνε ότι μπορούν για την πάρτη τους, και πως συμπεριφέρονται άλλες μικρές χώρες, χρόνια σε εμπάργκο από τις μεγάλες δυνάμεις (βλ. Κούβα).
Αποσπάσματα από κείμενο της Εύας Α.