του Γιάννη Σχίζα
Αυτό το πόνημα που διατείνεται ότι είναι προϊόν εικοσαετούς μόχθου και έχει σαν υπότιτλο «Το εικοσιένα και η ποίησή του», φαίνεται ότι είναι μια συλλογή ποιημάτων από διάφορους συγγραφείς: Όμως είναι κάθε άλλο παρά ό,τι δείχνει ο υπότιτλος, καθώς πρωταρχικά εισάγει τον αναγνώστη σε μια κριτική σχέση με το Εικοσιένα, με τους κοτζαμπάσηδες, με το ρόλο του ανώτερου κλήρου, με την έννοια της ελληνικότητας. Γενικά, εισάγει τον αναγνώστη στη διαχρονική «πάλη των δύο γραμμών», ανάμεσα στους συνεργάτες της σουλτανικής εξουσίας και στον λαό, στους ακραιφνείς δυτικόφιλους και στους πραγματικούς μαχητές της ελευθερίας, στους ανθρώπους που έκαναν την επανάσταση και σ’ αυτούς που εσύρθησαν δίχως να κάνουν επανάσταση….
Παρά το μικρό του δέμας, το πόνημα του Γκρη είναι πολύτιμο καθώς βιώνουμε μια απόπειρα αυτοκαθαρμού του ‘21 και μια προσπάθεια ελάφρυνσής του από τα «στερεότυπα του εθνοκεντρισμού», που προετοιμάζουν τον λαό να αποδεχθεί τις «αξίες» της παγκοσμιοποίησης – και κυρίως την ιστορία που αυτή θέλει να επιβάλει.
Ο συγγραφέας έρχεται να φωτίσει την πρακτική και τη συμπεριφορά των διαφόρων αξιωματούχων του οθωμανικού ζυγού, με τον πρώτο μετά την άλωση Πατριάρχη Γεώργιο Γεννάδιο Σχολάριο: Ο οποίος θα δηλώσει «Μόνον μιλώ τα ελληνικά. Ποτέ δεν ήμουν Έλληνας» για να εξηγήσει στη συνέχεια : «Μα πως μπορώ να είμαι Έλλην, αφού είμαι Χριστιανός;» Καθ’ όλη τη διάρκεια της τουρκικής κατοχής το Πατριαρχείο καταδίκασε και τις 150 εξεγέρσεις των Ελλήνων – κι αυτό οφείλεται στο ότι ο τύραννος έβρισκε συνεργάτες και «δοσίλογους», εξασφαλίζοντας έτσι την επιβίωσή του. Σε αντιπαράθεση με αυτούς ο διαπρεπής λόγιος Γεώργιος Γεμιστός Πλήθων θα πει «Έλληνες εσμέν ως η τε φωνή και η πάτριος παιδεία μαρτυρεί». Και ο Κολοκοτρώνης σε μια αποστροφή του προς το λαό: «Που είσθε μωρέ Έλληνες»;
Ο Γκρης ανοίγει τον κατάλογο των ενδόξων και των δευτερευόντων ποιητών που ασχολήθηκαν με το ‘21. Ανοίγει ένα κατάλογο που φτάνει ως τις ημέρες μας, από τον οποίο εξαιρεί τρεις σημαντικούς σύγχρονους ποιητές: Τον Μανώλη Αναγνωστάκη, τον Μίλτο Σαχτούρη και τον Τάκη Σινόπουλο
Οι δυσκολίες του 21 είναι γνωστές, ξεκινώντας από το Μέτερνιχ της Ιεράς Συμμαχίας – αυτό τον «αναιδέστατο απατεώνα της Ευρώπης», σύμφωνα με μια κουβέντα του Κυριακίδη το 1892: Ήτανε ένας ωκεανός επιφυλάξεων από επίσημα χείλη, αντιδράσεων που έφταναν σε λυσσώδη παροξυσμό, νουθετήσεων, κατευναστικών επιστολών, ακατάπαυστων μηχανορραφιών. Ο Ηλίας Γκρης αριθμεί τους ήρωες αλλά δεν παραλείπει να πει και για τους άλλους, τους τυχάρπαστους και αδίστακτους καιροσκόπους. Θα μιλήσει για τους επισκόπους Άρτης, Γρεβενών και Ιωαννίνων, που είναι προδότες, ασελγείς, άσωτοι εις το άκρον, πόρνοι και αρσενοκοίται φανεροί… Αλλά θα πει και για τον χτικιάρη και λιπόβαρο Καραϊσκάκη, για τον θαρραλέο Γέρο του Μωριά που απευθυνόμενος στον Ιμπραήμ του λέει ότι μόνο ένας Έλληνας να μείνει, θα τον πολεμάει.
Ο Γκρης ανοίγει τον κατάλογο των ενδόξων και των δευτερευόντων ποιητών που ασχολήθηκαν με το ‘21. Ανοίγει ένα κατάλογο που φτάνει ως τις ημέρες μας, από τον οποίο εξαιρεί τρεις σημαντικούς σύγχρονους ποιητές: Τον Μανώλη Αναγνωστάκη, τον Μίλτο Σαχτούρη και τον Τάκη Σινόπουλο. Θα μιλήσει για ηρωικές πράξεις ή αντίθετα για αίσχη που διαπράχθηκαν το ‘21 ή γύρω από αυτό: Θα μιλήσει για τον κυβερνήτη Καποδίστρια που έβαλε υποθήκη τα κτήματά του στην Κέρκυρα για να εξασφαλίσει τροφές για το λαό, ή για τον Ανδρέα Μιαούλη που πυρπόλησε τον εθνικό στόλο στον Πόρο! Και θα πλέξει το εγκώμιο στους ιστοριοδίφες όπως ο Διονύσιος Κόκκινος, ο Δημήτρης Φωτιάδης, ο Κυριάκος Σιμόπουλος, ο Γιάννης Σκαρίμπας και ο Θεόδωρος Παναγόπουλος, που παρέδωσαν το ‘21 και την αλήθεια του αλώβητη: Σαν μια «…ιστορία που σε φέρνει έτοιμο κατάντικρα στην αλήθεια των γεγονότων χωρίς ίχνος από την εθνοκεντρική μυθολογία και την ηρωική εξιδανίκευση, όπου βαθιά στον πυρήνα τους εκκολάπτεται το ψεύδος».