Με αφορμή το τέλος του Β΄ΠΠ στην Ανατολική Ασία, τον Σεπτέμβριο του 1945, τέσσερις μήνες μετά τη λήξη του στην Ευρώπη, μια σειρά από άρθρα στο Δρόμο της Αριστεράς και αντίστοιχες εκπομπές στο Κόκκινο, παρουσιάζουν κάποια σημαντικά γεγονότα που διαδραματίστηκαν στη Νοτιοανατολική Ασία και την Άπω Ανατολή όπου ο πόλεμος όχι μόνο κράτησε περισσότερο, αλλά ήταν και εξίσου, αν όχι περισσότερο βάρβαρος και αιματηρός.

Με κύριους πρωταγωνιστές από τη μία μεριά την Αυτοκρατορική Ιαπωνία, με επικεφαλής τον Αυτοκράτορα Χιροχίτο που θεωρείται ισάξιος του Χίτλερ και από την άλλη την ταπεινωμένη από τους αποικιοκράτες Κίνα που εντούτοις καταφέρνει ως το 1949 με οργανωτή το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας που είχε επικεφαλής τον πρόεδρο Μάο, όχι μόνο να απαλλάξει τη μεγάλη χώρα από τους ιμπεριαλιστές που τη λυμαίνονταν επί εκατό χρόνια, αλλά και να ιδρύσει τη Λαϊκή Δημοκρατία. Την σύγχρονη Κίνα που έχει εκπλήξει την υφήλιο με την πρόοδό της χωρίς πολέμους και λεηλασίες, κόντρα στην ιδεολογία και την πρακτική της Δύσης που ρήμαξε την ανθρωπότητα για να απολαμβάνει κατ’ αποκλειστικότητα τα πλούτη που συγκέντρωνε με το πλιάτσικο αρκετών αιώνων.

Η άγνοια για το ρόλο της Κίνας στη νίκη ενάντια στο φασισμό προκύπτει όχι μόνο από τον ευρωκεντρισμό – δυτικοκεντρισμό, αλλά και από τη συστηματική φραγή στην πληροφόρηση, την ενημέρωση και την επιμόρφωση των πολιτών από τις ελίτ των μητροπόλεων που ήθελαν αφενός να καρπωθούν όλα τα εύσημα για την αντιφασιστική νίκη και να κρύψουν τις δικές τους ευθύνες και τα δικά τους εγκλήματα και αφετέρου να μην δώσουν καμία αξία στο ρόλο και τη συμβολή των Κινέζων κομμουνιστών στην αντιφασιστική νίκη.

Σήμερα, με την άνοδο της Κίνας και τη λύση της σιωπής, με τα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας και με τη Δύση σε φάση παρακμής, όλο και περισσότεροι λαοί μαθαίνουν την αλήθεια. Απ’ αυτή την ανάγκη, για τη διάδοση της αλήθειας σχετικά με τον Β΄ΠΠ και όχι μόνο, εκκινεί και η μικρή αυτή συμβολή με άρθρα, εκπομπές και ομιλίες που ρίχνουν φως στην άλλη πλευρά, των λαών του κόσμου, γιατί ο κόσμος δεν είναι μόνο η Δύση εις την οποίαν, ως γνωστόν, ανήκομεν.

Μνημείο και μουσείο για τη σφαγή στη Ναντζίν…

Μπροστά η Κίνα

Ο ιστορικός Rana Mitter, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, μέλος της Βρετανικής Ακαδημίας και πρόεδρος του Κέντρου ΗΠΑ – Ασίας στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, στα βιβλία του «Ο ξεχασμένος σύμμαχος: Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος της Κίνας, 1937-1945» και «Ο πόλεμος της Κίνας με την Ιαπωνία, 1937-1945 – Ο αγώνας για την επιβίωση», επικυρώνει την άποψη ότι η Δύση έχει πολύ φτωχή αντίληψη για το ρόλο της Κίνας καθώς η Κίνα αποτέλεσε το κύριο πεδίο διεξαγωγής του παγκόσμιου πόλεμου στην Ανατολή. Κι ότι στην Κίνα ο Β΄ΠΠ ξεκίνησε στις 7 Ιουλίου 1937 με την πλήρη επίθεση της Ιαπωνίας η οποία είχε εντωμεταξύ συμμαχήσει με γραπτή συμφωνία με τη ναζιστική Γερμανία για από κοινού αντιμετώπιση της κομμουνιστικής εξάπλωσης στον κόσμο που βέβαια υπέκρυπτε τη σφοδρή τάση των δύο φασιστικών δυνάμεων για την παγκόσμια ηγεμονία.

Αλλά η νεότερη επιδρομή της Ιαπωνίας, καθώς είχαν προηγηθεί οι εισβολές του 1895 και του 1911 στην Κίνα, είχε ξεκινήσει από το 1931 στη Μαντζουρία. Δηλαδή, η Κίνα υφίστατο την ανελέητη επίθεση και κατοχή της Ιαπωνίας επί 14 συναπτά έτη! Απ’ αυτή τη θηριωδία διαρκείας προκύπτει και ο τεράστιος αριθμός των 35 εκατομμυρίων θυμάτων!

Μπορεί στη Δύση να γνωρίζουν για τους βομβαρδισμούς του Λονδίνου από τη Γερμανία και των γερμανικών πόλεων από τα αγγλικά και αμερικάνικα αεροπλάνα, αλλά δεν έχουν ιδέα για τους πολυετείς καταστροφικούς βομβαρδισμούς των κινεζικών πόλεων, Ναντζίν, Σαγκάη, Ουχάν, Τσοντσίν κ.ά., από την ιαπωνική αυτοκρατορική αεροπορία που κράτησαν επτά χρόνια, ούτε για τις αλλεπάλληλες σφαγές και τους λιμούς που προκάλεσαν οι Ιάπωνες κατακτητές σε βάρος του άμαχου πληθυσμού. Οι Δυτικοί έχουν καλλιεργήσει τη λανθασμένη εντύπωση ότι ο πόλεμος είχε επίκεντρο μόνο την Ευρώπη.

Ο Mitter καταλήγει ότι στην Ανατολή ο πόλεμος ξεκίνησε στο έδαφος της Κίνας από τους Ιάπωνες επιδρομείς πριν από την εισβολή της Γερμανίας στην Πολωνία το 1939 και επισημαίνει ότι στη Δύση έχουν λειψή αντίληψη για τον πολύ καθοριστικό ρόλο της Κίνας στη νίκη εναντίον του φασιστικού άξονα.

Σφαγή και βιασμοί

Στο προηγούμενο φύλλο του Δρόμου, το θέμα ήταν η απαγωγή και ο εξαναγκασμός 400.000 γυναικών, κατά προτίμηση νεαρών και παρθένων, κυρίως από την Κίνα και τη Κορέα, να γίνουν σκλάβες του σεξ για να ικανοποιούνται οι Γιαπωνέζοι στρατιώτες από τη Μαντζουρία μέχρι τη Σιγκαπούρη και το Τιμόρ.

Όμως, εξίσου απάνθρωπη και δολοφονική ήταν -τέλος του 1937 και αρχή του 1938- η σφαγή στη Ναντζίν, τότε πρωτεύουσα της Κίνας. Σφαγή από τις μεγαλύτερες και αγριότερες στην ιστορία, που διαπράχτηκε στη διάρκεια έξι βδομάδων με θύματα 300.000 εγκλωβισμένους ανθρώπους κάθε φύλλου και ηλικίας, από τους υπερήλικες ως τα βρέφη, ακόμα και τα έμβρυα στην κοιλιά των εγκύων γυναικών. Μπορεί να είναι πολύ σκληρή η αναμόχλευση, αλλά δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να γνωρίσει κανείς την αληθινή φύση, ή, με περισσότερη επιείκεια, την άλλη πλευρά των φερόμενων ως πολιτισμένων καθεστώτων που ανήκουν στο δυτικό μπλοκ.

Η Άιρις Τσιαν (Iris Chang), παιδί Κινέζων εκπαιδευτικών που μετανάστευσαν στις ΗΠΑ την εποχή της ανακήρυξης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, γεννήθηκε στην Αμερική, σπούδασε δημοσιογραφία στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόι και έγραψε τρία βιβλία εκ των οποίων το ένα «Ο βιασμός της Ναντζίν – Το ξεχασμένο ολοκαύτωμα του Β΄ Παγκόσμιου Πόλεμου» έγινε μπεστ-σέλερ και τάραξε για πρώτη φορά στη Δύση την άγνοια για ένα συγκλονιστικό γεγονός, αλλά και τη συγκάλυψή του ρίχνοντας φως σε μία από τις πιο αποκρουστικές βαρβαρότητες της ιστορίας, και μάλιστα στον 20ο αιώνα. Η αποκάλυψη άλλαξε πάρα πολύ τις προσλήψεις του πολέμου όπως είχαν διαμορφωθεί από τη Δύση παροτρύνοντας πολλούς ιστορικούς και πανεπιστημιακούς να καταπιαστούν με το θέμα και να φέρουν στην επιφάνεια πολύ περισσότερα στοιχεία. Και με το θόρυβο που προκλήθηκε εντάθηκε και η αναζήτηση ανθρώπων που είχαν επιζήσει της σφαγής για να καταγραφούν οι μαρτυρίες τους.

Φέτος, με αφορμή τα 80 χρόνια από τη νίκη κατά των Ιαπώνων και την εκδίωξή τους από την Κίνα, βγήκε στις μεγάλες οθόνες η ταινία «Dead to Rights» που αναφέρεται στη σφαγή στη Ναντζίν η οποία έχει τεράστια απήχηση στην Κίνα και τώρα παίζεται σε κινηματογράφους στις ΗΠΑ, την Αυστραλία, τη Μεγάλη Βρετανία κι αλλού σοκάροντας και ενημερώνοντας τα εκατομμύρια των θεατών που την είδαν μέσα κι έξω από την Κίνα.

300.000 σφαγιασθέντες στη Ναντζίν…

Τι έγινε στη Ναντζίν

«Οι εταιρείες ταφής και άλλες οργανώσεις μέτρησαν περισσότερα από 155.000 πτώματα που είχαν ταφεί. Αναφέρανε επίσης ότι τα περισσότερα από αυτά είχαν τα χέρια δεμένα πίσω από την πλάτη. Αυτά τα στοιχεία δεν περιλαμβάνουν τα άτομα των οποίων τα πτώματα απανθρακώθηκαν με καύση ή πετάχτηκαν στον ποταμό Γιανγκτσέ ή εξοντώθηκαν με άλλο τρόπο από τους Ιάπωνες.» (από τα ντοκουμέντα του Διεθνούς Στρατιωτικού Δικαστηρίου για την Άπω Ανατολή – IMTFE)

«Ο θάνατος ήταν συχνά η τιμωρία ακόμη και για την παραμικρή αντίσταση εκ μέρους ενός θύματος βιασμού ή οποιουδήποτε μέλους της οικογένειάς του που μπορεί να προσπάθησε να προστατεύσει το θύμα. Σε όλη την πόλη, νεαρά κορίτσια και ηλικιωμένες γυναίκες βιάζονταν με σαδισμό. Ένας μεγάλος αριθμός γυναικών σκοτώθηκε μετά το βιασμό τους και τα σώματά τους ακρωτηριάστηκαν. Το IMTFE εκτιμά ότι υπήρξαν περίπου είκοσι χιλιάδες περιπτώσεις βιασμού εντός της πόλης κατά τον πρώτο μήνα της κατοχής.»

Σε μία έκκληση των προσφύγων για βοήθεια στις 18 Δεκεμβρίου 1937 προς τη Διεθνή Επιτροπή που ήταν εγκαταστημένη στη Ναντζίν και παρακολουθούσε την εξέλιξη της ιαπωνικής επιδρομής στην Κίνα, υπάρχει η ακόλουθη αναφορά: «Τα σπίτια έχουν υποστεί πολλές έρευνες και ληστείες, πολλές φορές τη μέρα από Ιάπωνες στρατιώτες σε ομάδες των τριών έως πέντε ατόμων. Οι στρατιώτες λεηλατούν συνεχώς τα προαναφερθέντα μέρη και παίρνουν όλα τα κοσμήματα, τα χρήματα, τα ρολόγια και τα ρούχα κάθε είδους. Κάθε βράδυ νεαρές γυναίκες αναγκάζονται να συνοδεύουν τους στρατιώτες, οι οποίοι στέλνουν φορτηγά για να τις παραλάβουν και να τις αφήσουν ελεύθερες το επόμενο πρωί. Παρακαλούμε, βοηθήστε μας.»

«Η Shui Fang Tsen, διευθύντρια του Κολλεγίου Τζινλίν, κατέθεσε ότι Γιαπωνέζοι στρατιώτες εισβάλλουν βίαια και αρπάζουν κορίτσια που τα βιάζουν φρικτά και από τα οποία μερικά δεν επιστρέφουν.»

Στα επίσημα ιαπωνικά αρχεία είναι καταγεγραμμένη η περίπτωση του Onishi, επικεφαλής των Μυστικών Υπηρεσιών του Εκστρατευτικού Σώματος που διέταξε ντόπιους συνεργάτες των Ιαπώνων να συγκεντρώσουν 300 γυναίκες από τον προσφυγικό καταυλισμό στο Κολλέγιο Θηλέων από τις οποίες 100 επιλέχτηκαν για τους στρατιώτες και 30 για τους αξιωματικούς.

Ο Αμερικάνος πάστορας John Magee, μέλος ιεραποστολής της Επισκοπικής Εκκλησίας που ήταν εγκαταστημένος στην Ναντζίν, στα τέλη του 1937 που οι Ιάπωνες κατέλαβαν την πόλη και κατέσφαξαν όλο τον πληθυσμό της, έχει περιγράψει με μεγάλη λεπτομέρεια και με παραδείγματα το μέγεθος της αγριότητας, μέρος του οποίου είναι οι μαζικοί και πολύ βίαιοι βιασμοί των γυναικών, όλων των ηλικιών. Για μια απ’ αυτές τις ανήλικες κοπέλες την οποία ο ίδιος μετέφερε σε νοσοκομείο σε κακιά χάλια, γράφει:

«Οι Ιάπωνες στρατιώτες πήγαν στο σπίτι της. Ο πατέρας της ήταν καταστηματάρχης. Κατηγόρησαν τον αδελφό της ότι ήταν στρατιώτης στον κινέζικο στρατό και τον σκότωσαν. Σκότωσαν τη γυναίκα του αδελφού της επειδή αντιστάθηκε στο βιασμό της. Σκότωσαν τη μεγαλύτερη αδελφή της επειδή κι αυτή αντιστάθηκε στο βιασμό. Εν τω μεταξύ, ο γέρος πατέρας και η μητέρα της γονάτισαν μπροστά τους και τους σκότωσαν. Όλους αυτούς τους ανθρώπους τους σκότωσαν με ξιφολόγχες. Το κορίτσι λιποθύμησε. Την μετέφεραν σε κάποιο στρατώνα όπου την κράτησαν για δύο μήνες. Τον πρώτο μήνα τη βίαζαν επανειλημμένα, καθημερινά. Την είχαν γυμνή κλειδωμένη σε ένα δωμάτιο μέχρι που αρρώστησε βαριά από την ανελέητη κακοποίηση.»


Η Λιού στην Κόλαση των Γιαπωνέζων

«Μεγάλωσα στο χωριό Yangquan, στην κομητεία Yu της επαρχίας Shanxi. Η οικογένειά μου δεν ήταν πολύ πλούσια, αλλά δεν είχαμε οικονομικές ανησυχίες. Ζούσαμε μια άνετη ζωή πριν ξεκινήσει ο πόλεμος.

Τη χρονιά που θα γινόμουν δεκαέξι, μια μονάδα ιαπωνικού στρατού ήρθε και περικύκλωσε το χωριό μας. Ήταν άνοιξη. Ο καιρός ήταν καλός, οπότε ο πατέρας μου πήγε στα χωράφια για να κάνει τις αγροτικές εργασίες μετά το πρωινό. Η μητέρα μου κι εγώ καθόμασταν στο σπίτι όταν ακούσαμε έναν άνδρα να φωνάζει: «Πηγαίνετε στη συνάντηση! Πηγαίνετε στη συνάντηση!» Αργότερα έμαθα ότι ήταν ο διερμηνέας των ιαπωνικών στρατευμάτων. Οι στρατιώτες οδήγησαν όλους τους χωρικούς στο σημείο συνάντησης και, αφού τους ανάγκασαν όλους να γονατίσουν, άρχισαν να διαλέγουν κορίτσια από το πλήθος. Ένας Ιάπωνας στρατιωτικός, περίπου τριάντα ετών, σταμάτησε μπροστά μου και με κοίταξε στα μάτια. Άκουσα τους ντόπιους συνεργάτες να τον αποκαλούν Duizhang (διοικητής). Ο διοικητής είπε κάτι στον διερμηνέα, ο οποίος γύρισε προς εμένα και μου είπε: «Είσαι πολύ όμορφη». Τότε με έβγαλαν έξω. Οι στρατιώτες με έδεσαν σφιχτά και με ανάγκασαν, μαζί με δύο άλλα κορίτσια, να πάμε μαζί τους.

Η μητέρα μου έκλαιγε και προσπαθούσε να τους σταματήσει, αλλά την έσπρωξαν στην άκρη. Εγώ αρνήθηκα να πάω και πάλεψα. Οι στρατιώτες με χτύπησαν άγρια. Τα βαριά χτυπήματα τους τραυμάτισαν σοβαρά τον αριστερό μου ώμο που ακόμα έχω δυσκολία να τον κουνήσω.

Περπατήσαμε για τρεις ή τέσσερις ώρες υπό την φρούρηση των στρατιωτών μέχρι το ιαπωνικό στρατιωτικό οχυρό στο χωριό Jingui, όπου μας έκλεισαν σε σπηλιές. Αρκετοί στρατιώτες με βίασαν εκείνη τη μέρα. Με πόνεσαν τόσο πολύ και φοβήθηκα τόσο πολύ που ευχόμουν να βρω μια τρύπα στο έδαφος για να κρυφτώ. Από εκείνη τη μέρα και μετά, με βίαζαν κάθε μέρα. Κάθε μέρα έρχονταν τουλάχιστον πέντε ή έξι άντρες και ο διοικητής συνήθως ερχόταν τη νύχτα. Εκείνη την εποχή δεν είχα ακόμη συμπληρώσει τα δεκαέξι. Τα βασανιστήρια προκάλεσαν μόλυνση στα γεννητικά μου όργανα και ολόκληρο το σώμα μου πρήστηκε. Ο πόνος στο κάτω μέρος του σώματός μου ήταν τόσο έντονος που δεν μπορούσα ούτε να καθίσω ούτε να σταθώ όρθια. Επειδή δεν μπορούσα να περπατήσω, όταν χρειαζόταν να πάω στην τουαλέτα έπρεπε να σέρνομαι στο έδαφος. Τι κόλαση!

Σκλάβες στα στρατιωτικά πορνεία της φασιστικής Ιαπωνίας…

Ήθελα να πεθάνω

Οι Ιάπωνες έβαζαν τους ντόπιους να μου στέλνουν δύο φορές τη μέρα ένα μπολ με χυλό καλαμποκιού. Επίσης, έβαζαν τους ντόπιους συνεργάτες να φυλάνε την είσοδο της σπηλιάς όπου με κρατούσαν για να μην μπορέσω να δραπετεύσω. Ωστόσο, δεδομένης της κατάστασης της υγείας μου εκείνη την εποχή, δεν θα μπορούσα να δραπετεύσω ακόμα και αν δεν υπήρχε φρουρός. Ήθελα να πεθάνω, αλλά αυτό θα στεναχωρούσε τους γονείς μου, οπότε είπα στον εαυτό μου να μην πεθάνω, αλλά να αντέξω.

Ένας συγγενής μου ζούσε στο χωριό Jingui. Όταν έμαθε για την κράτησή μου, έσπευσε στο χωριό Yangquan για να ενημερώσει τους γονείς μου. Προκειμένου να συγκεντρώσει τα χρήματα για τα λύτρα, ο πατέρας μου πούλησε όλο το κοπάδι των προβάτων μας, που ήταν η πηγή διαβίωσης της οικογένειάς μας, για εκατό ασημένια δολάρια.

Πήγε τα χρήματα στους Ιάπωνες στο χωριό Jingui. Ο πατέρας μου μας είπε αργότερα ότι γονάτισε και προσκύνησε, ικετεύοντας τους Ιάπωνες αξιωματικούς να αφήσουν την κόρη του να γυρίσει στο σπίτι, αλλά οι αξιωματικοί δεν του έδωσαν σημασία. Τότε ικέτευσε τον διερμηνέα να εξηγήσει ότι μόλις θεραπευόταν η ασθένειά μου, θα με έστελνε πίσω. Μέχρι τότε είχα περιοριστεί στο στρατιωτικό οχυρό για πάνω από σαράντα μέρες και είχα αρρωστήσει πολύ. Ίσως οι Ιάπωνες να κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ήμουν πολύ αδύναμη για να εξυπηρετήσω τους στρατιώτες και τελικά πήραν τα χρήματα και με άφησαν ελεύθερη.

Δεν μπορούσα να σταματήσω να κλαίω όταν είδα τον πατέρα μου. Όμως, δεν μπορούσα να κουνηθώ, οπότε ο πατέρας μου με έβαλε στην πλάτη ενός γαϊδουριού και με μετέφερε στο σπίτι. Αν και επέστρεψα στο σπίτι, ο φόβος της επίθεσης των Ιαπώνων στρατιωτών μάς στοίχειωνε κάθε μέρα, οπότε ο πατέρας μου έφτιαξε ένα κελάρι και με έκρυψε εκεί. Όπως ήταν αναμενόμενο, οι Ιάπωνες επέστρεψαν λίγους μήνες αργότερα. Γλίτωσα την δεύτερη απαγωγή κρυμμένη στο κελάρι.»

Επίλογος

Η Liu Mianhuan ήταν μία από τις 200.000 Κινέζες γυναίκες που αναγκάστηκαν να γίνουν σεξουαλικές σκλάβες του Ιαπωνικού Αυτοκρατορικού Στρατού κατά τη διάρκεια της ιαπωνικής εισβολής στην Κίνα, αλλά το κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον τις κράτησε σιωπηλές και τα βάσανα τους δεν περιλήφθηκαν στις ηρωικές μεταπολεμικές αφηγήσεις. Μόνο τις τελευταίες δεκαετίες, εμπνευσμένες από τα κινήματα αποκατάστασης των «γυναικών ανακούφισης» στη Νότια Κορέα και την Ιαπωνία και με την υποστήριξη Κινέζων πολιτών, ερευνητών και νομικών, αρκετές Κινέζες που είχαν επιζήσει άρχισαν να διηγούνται τις ιστορίες τους. Ως υπήκοοι του κύριου εχθρού της Αυτοκρατορικής Ιαπωνίας, οι Κινέζες σκλάβες του σεξ υπέστησαν σκληρή κακοποίηση στα στρατιωτικά πορνεία και οι ιστορίες τους αποκαλύπτουν τις πιο αποτρόπαιες πτυχές του συστήματος στρατιωτικής σεξουαλικής δουλείας της Αυτοκρατορικής Ιαπωνίας. Ωστόσο, μέχρι πρόσφατα, οι ιστορίες τους, μόνο στις γλώσσες της ανατολικής Ασίας γράφονταν και ήταν σε μεγάλο βαθμό άγνωστες στον υπόλοιπο κόσμο.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!