Διαβάστε το Μέρος Α’
του Δημήτρη Α. Τραυλού-Τζανετάτου
Το τετραήμερο υπό τη σκιά των καπιταλιστικών κρίσεων
1. Μπορεί η επιτυχής έκβαση του αγγλικού προγράμματος εφαρμογής της τετραήμερης εβδομαδιαίας εργασίας να δικαιολογεί την απόφαση υιοθέτησής του από τις επιχειρήσεις που συμμετέχουν σ’ αυτό. Μπορεί να ευνοεί και να ενισχύει ανάλογα πειράματα σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ωστόσο δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι, επί του παρόντος τουλάχιστον, τόσο η μεγάλη πλειοψηφία των επιχειρηματιών με επικεφαλής τις κορυφαίες συνδικαλιστικές τους οργανώσεις όσο και οι κυβερνήσεις, των οποίων ο ρόλος για τη θεσμική διασφάλιση της τετραήμερης εβδομαδιαίας εργασίας είναι καθοριστικός, εμφανίζονται, αν όχι αντίθετοι τουλάχιστον άκρως επιφυλακτικοί έναντι του επίμαχου μοντέλου. Πολλώ δε μάλλον της αγγλικής εκδοχής του. Δεν φαίνεται, έτσι, να είναι τυχαίο το γεγονός ότι η πρώτη νομοθετική παρέμβαση που έλαβε χώρα στο Βέλγιο στις 21/11/2022 υιοθετεί τη συντηρητικότερη εκδοχή του τετραήμερου. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη σχετική ρύθμιση, ο εργαζόμενος μπορεί να επιλέξει μεταξύ τετραήμερης και πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας. Όμως η τυχόν επιλογή του τετραήμερου δεν σημαίνει μείωση του χρόνου εργασίας, αλλά απλή ανακατανομή του. Είναι, πάντως, χαρακτηριστικό, παρά τα προαναφερθέντα μειονεκτήματα του επίμαχου μοντέλου, ο Βέλγος Πρωθυπουργός Alex De Groo, πέραν της «ειλικρινούς αναγνώρισης» της συμβολής του στην αύξηση της ευελιξίας στην αγορά εργασίας, περιλαμβάνοντας προφανώς και την υποκρυπτόμενη μείωση του κόστους εργασίας, τονίζει και τη συνεισφορά του στη βελτίωση της σχέσης εργασίας και ιδιωτικού βίου. Βεβαίως, η τελευταία αυτή επισήμανση δεν είναι αυτονόητη γιατί ο εργαζόμενος, πριν αποφασίσει να επιλέξει το τετραήμερο θα σταθμίσει τα υπέρ και τα κατά της παραμονής του στο πενθήμερο ή της μετάβασής του στο νέο εργασιακό μοντέλο, θα εξετάσει δηλαδή αν το κέρδος της απόκτησης μιας επιπλέον ημέρας ανάπαυσης υπερτερεί των βαρών που συνδέονται με την, προκαλούμενη από την αύξηση του ημερήσιου χρόνου εργασίας εντατικοποίηση και τους συνοδευτικούς κινδύνους για την ψυχοσωματική του υγεία. Το μοντέλο αυτό φαίνεται να έχει υιοθετηθεί και από αριθμό επιχειρήσεων στην Ελβετία.
2. Σύμφωνα με τα ευρήματα σχετικών ερευνών που στηρίζονται βασικά σε σχετικά προγράμματα, πιλοτικού ή διαρκέστερου χαρακτήρα, κυρίως δε στο πείραμα του Ηνωμένου Βασιλείου και εκτιμήσεις των συμμετασχόντων σε αυτά γίνεται βασικά δεκτή μια σειρά πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων τόσο για τον εργαζόμενο όσο και για τον εργοδότη. Είναι δε ευνόητο ότι τα υπέρ και τα κατά της τετραήμερης εβδομαδιαίας εργασίας διαφοροποιούνται ανάλογα με τη μορφή του επίμαχου μοντέλου οργάνωσης του χρόνου εργασίας.
α. Ως προς τα πλεονεκτήματα για τον εργαζόμενο πρέπει να σημειωθούν βασικά τα εξής:
Αναφορικά με το, προφανώς ευνοϊκότερο, για τον μισθωτό μοντέλο της τετραήμερης εβδομαδιαίας εργασίας (μείωση χρόνου εργασίας χωρίς μείωση μισθού, κυριότερο πλεονέκτημα) εμφανίζεται καταρχάς και όχι αδίκως, η, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, ανάλογα με την κατάσταση και τις εξωεργασιακές, οικογενειακές, οικονομικές, κοινωνικές κ.λπ. υποχρεώσεις του εργαζόμενου, βελτίωση της σχέσης εργασίας και ιδιωτικού βίου, σύμφωνα με την κυριαρχούσα, ιδίως μετά την πανδημία στο εργασιακό στερέωμα επιδίωξη πραγμάτωσης της αρχής της Work-Life-Balance. Επίσης ως πλεονέκτημα για τους εργαζόμενους, στηριζόμενο βασικά στην εμπειρία του αγγλικού, αλλά και του ισλανδικού προγράμματος, το οποίο, ωστόσο αμφισβητείται εντόνως από την πλειοψηφία των εργοδοτών και των οργανώσεών τους, θεωρείται η, αποδιδόμενη στη διεύρυνση του ελεύθερου χρόνου ενίσχυση της έφεσης και του ζήλου για εργασία, και η συνακόλουθη αύξηση της αποδοτικότητας και της παραγωγικότητας του εργαζόμενου. Χαρακτηριστική δε του επικρατούντος ευνοϊκού εργασιακού κλίματος και της βελτίωσης της σχέσης εργασίας και ελεύθερου χρόνου, είναι η σημαντική μείωση των απουσιών λόγω υγείας. Κοντολογίς, η γενικότερη βελτίωση της σχέσης εργαζομένου και εργασίας θεωρείται ως το βασικό πλεονέκτημα της τετραήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, στην επίτευξη της οποίας βασικός είναι ο ρόλος της ψηφιοποίησης. Βεβαίως, προϋποτίθεται ότι διατηρούνται αμετάβλητες οι αρχικά, καταβαλλόμενες κατά το πενθήμερο, αποδοχές. Όχι αμελητέο είναι εξάλλου και το όφελος που προκύπτει για τους παρέχοντες, διά ζώσης και όχι on line από απόσταση, την εργασία τους, από την εξοικονόμηση των εξόδων μετακίνησής τους στον τόπο εργασίας.
β. Από την άλλη πλευρά αναφέρεται και μία σειρά μειονεκτημάτων, τα οποία επισημαίνονται βασικά από τους επικριτές του μέτρου, και συνδέονται κατά κύριο λόγο με τις άλλες παραλλαγές του (ανάλογη μείωση μισθού, ιδίως της απλής ανακατανομής της εργασίας). Ως κύριο μειονέκτημα θεωρείται, όχι αδίκως, η προκαλούμενη, λόγω της απλής ανακατανομής της πενθήμερης εργασίας, ένταση του εργασιακού στρες και έτσι ο κίνδυνος επιβάρυνσης της ψυχικής, και όχι μόνον, υγείας του εργαζομένου. Σημειωτέον ότι, συμφωνά με τα ευρήματα σχετικών μελετών, η αύξηση της εργασίας πέραν ενός ορίου (μετά από 5-6 ώρες) μειώνει την αποδοτικότητα της εργασίας, ενώ η αύξηση πέραν του 8ώρου ενισχύει την ένταση και το στρες, με αποτέλεσμα την αύξηση του κινδύνου βλάβης της ψυχοσωματικής υγείας του εργαζόμενου. Ο κίνδυνος αυτός αυξάνεται σημαντικά αν ληφθεί υπόψη η επιβάρυνση του εργαζόμενου με υπερωρίες και μάλιστα όχι μόνον εκείνες που οφείλονται στην υπέρβαση του νόμιμου ημερήσιου ωραρίου, αλλά και εκείνες που ενδεχομένως θα καταστούν αναγκαίες λόγω ειδικών συνθηκών (π.χ. εξαιρετική συσσώρευση εργασίας). Βεβαίως ο εργαζόμενος είναι εκείνος, ο οποίος θα εκτιμήσει, αν τον συμφέρει η ανταλλαγή των προαναφερθέντων μειονεκτημάτων και κινδύνων με την απόλαυση μιας επιπλέον ημέρας ελεύθερου χρόνου. Από την άλλη πλευρά, εφόσον η μείωση του χρόνου εργασίας συνοδεύεται από μία μείωση αποδοχών, ως επιπλέον μειονέκτημα πρέπει να θεωρηθεί ο κίνδυνος εντατικοποίησης της εργασίας με όλα τα αρνητικά σύνδρομα, που η υποχρέωση τιθάσευσης, εντός 6ώρου, μιας εργασίας προγραμματισθείσας να εκτελεστεί εντός π.χ. 8ώρου. Αυτό όμως, δεν σημαίνει a priori και άνευ άλλου απόρριψή του από τον εργαζόμενο. Πράγματι η θυσία ενός μέρους των αποδοχών υπέρ της αύξησης του εβδομαδιαίου ελεύθερου χρόνου μπορεί να είναι δυνατή ή και ευπρόσδεκτη για τους υψηλά αμειβόμενους εργαζόμενους, όταν μάλιστα δεν βαρύνονται με οικογενειακές και άλλες υποχρεώσεις, οι οποίες δυσχεραίνουν ή αποτρέπουν την όποια μείωση μισθού. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τους χαμηλόμισθους ή και μέσης μισθολογικής τάξης, εργαζόμενους, βαρυνόμενους μάλιστα με αυξημένες οικογενειακές και άλλες υποχρεώσεις, οι οποίοι, έτσι, φαίνεται να στερούνται βασικά του σχετικού κινήτρου. Πέραν αυτών εφόσον πρόκειται για συνδεόμενο με τη μείωση του χρόνου εργασίας μοντέλου, ανεξαρτήτως διατήρησης ή όχι των αρχικών αποδοχών ως μειονέκτημα θεωρείται η ανάλογη μείωση του χρόνου της άδειας αναψυχής. Τέλος, όπως ήδη αναφέρθηκε, ως μειονέκτημα ακόμη και της βέλτιστης για τον εργαζόμενο μορφής του επίμαχου μοντέλου, δεν πρέπει να υποτιμηθεί η πιθανότητα εμφάνισης συμπτωμάτων έντασης και στρες. Τούτο δε καθώς ο όγκος της εργασίας και το παραγωγικό αποτέλεσμα, το οποίο όφειλε να πετύχει ο εργαζόμενος κατά το πενθήμερο, εξακολουθούν να ισχύουν κατά το τετραήμερο.
γ. Ως προς τα πλεονεκτήματα της εργοδοτικής πλευράς πρέπει να σημειωθεί ότι προβάλλονται βασικά από τις επιχειρήσεις εκείνες, οι οποίες είτε συμμετείχαν σε σχετικά πιλοτικά προγράμματα (π.χ. στην Αγγλία) είτε εφαρμόζουν ήδη το επίμαχο μοντέλο, προφανώς χωρίς μείωση αποδοχών, και έχουν αποκτήσει σχετική ευνοϊκή εμπειρία. Ως βασικό πλεονέκτημα, συμπίπτον με εκείνο των θιασωτών του μέτρου, θεωρείται η αύξηση της αποδοτικότητα και της παραγωγικότητας της εργασίας, αποτέλεσμα του όλου κλίματος ικανοποίησης και άνεσης και του ζήλου για εργασία. Πρόκειται για ένα πλεονέκτημα τόσο για τους εργαζόμενους όσο και για τις προαναφερθείσες εργοδοτικές επιχειρήσεις. Στα πλεονεκτήματα της εργοδοτικής πλευράς συγκαταλέγονται επίσης η βελτίωση της σχέσης του εργαζόμενου με την επιχείρηση, η συστράτευση στην προώθηση του επιχειρηματικού συμφέροντος, η προσέλκυση νέων εξειδικευμένων εργαζομένων, η ενίσχυση του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος και η μείωση του ενεργειακού κόστους.
δ. Στα μειονεκτήματα για τους εργοδότες που εκφράζουν προφανώς την κυρίαρχη άποψη περιλαμβάνονται βασικά η μείωση της παραγωγικότητας της εργασίας, η εξασθένιση της ανταγωνιστικότητας και συνακόλουθα της ευρωστίας της επιχείρησης. Επίσης ως μειονέκτημα θεωρείται και η δυσχέρανση της επικοινωνίας με τους πελάτες της. Πέρα αυτών, είναι, έτσι, χαρακτηριστικό το επικρατούν τις τάξεις των γερμανικών επιχειρήσεων κλίμα το οποίο ότι όχι μόνο δεν ευνοεί τη μείωση του χρόνου εργασίας και τους σχετικούς πειραματισμούς. Αντιθέτως, με επίκληση του δημογραφικού προβλήματος, τις επιπτώσεις του στο κοινωνικοασφαλιστικό σύστημα και την έλλειψη ειδικευμένων εργαζόμενων, προτείνεται η αύξηση σε 42 ώρες της εβδομαδιαίας εργασίας καθώς και η αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης. Εξάλλου, σε αντίθεση με την προαναφερθείσα θέση των εργατικών συνδικάτων και των θιασωτών του τετραήμερου το ζήτημα της τεχνολογικής ανεργίας θεωρείται ότι μπορεί να αντιμετωπιστεί εκ των ένδον μέσω δημιουργίας μιας σειράς νέων, συνδεομένων με τη χρήση των νέων τεχνολογιών, θέσεων εργασίας. Στην εργοδοτική αυτή στρατηγική εντάσσεται, άλλωστε και η πρόταση για μείωση της μερικής απασχόλησης.
Η όποια προώθηση και πραγμάτωση του επίμαχου αιτήματος, η επίτευξη ακόμη και μιας δραστικής μείωσης του χρόνου εργασίας και η συνακόλουθη βελτίωση της σχέσης εργασίας και ιδιωτικού βίου, εφόσον εξακολουθούν να είναι εγκλωβισμένες στη λογική του κρατούντος καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, όσο κυριαρχεί ο homo capitalisticus cum libera tempore, δεν μπορούν να αναπτύξουν μία ουσιαστική εναλλακτική-χειραφεσιακή δυναμική
3. Από τις προηγηθείσες αναπτύξεις θα μπορούσε να σχηματιστεί μία βασική εικόνα, κυρίως για το παρόν, αλλά και το εγγύς μέλλον, του εγχειρήματος της τετραήμερης εβδομαδιαίας εργασίας. Προκαταβολικά πρέπει να υπογραμμιστεί ότι το μοντέλο του Ηνωμένου Βασιλείου αποτελεί αναμφισβητήτως ένα σημαντικό βήμα στην προώθηση του διαχρονικού αιτήματος των εργαζομένων για μείωση του χρόνου εργασίας χωρίς μείωση του μισθού. Υπό την έννοια αυτή το επίμαχο μοντέλο κινείται ασφαλώς σε προοδευτική κατεύθυνση. Ωστόσο, πέραν της όποιας ενίσχυσης της τάσης υιοθέτησής του από μία σειρά επιχειρήσεων, και παρά την αισιοδοξία, η οποία χαρακτηρίζει τους θιασώτες του, επιχειρηματίες και εργαζόμενοι, οι επικρατούσες αντικειμενικά συνθήκες δεν φαίνεται να προσφέρονται για την ανάπτυξη της δυναμικής εκείνης που θα οδηγούσε βαθμιαία έστω, μέσω σχετικών συμφωνιών, ιδίως συλλογικού-κανονιστικού τύπου, στην αμφισβήτηση της πρωτοκαθεδρίας της πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας ως γενικευμένου μοντέλου νόμιμης εργασίας μάλιστα θωρακισμένου νομοθετικά. Έτσι είναι ενδεικτικό ότι τις κυρίαρχες θέσεις των συνδικαλιστικών οργανώσεων των εργοδοτών συμμερίζονται βασικά τόσο ο καγκελάριος Olaf Scholz όσο και τα κόμματα SPD, Grüne και FPD για τα οποία η όποια ελαστικοποίηση πρέπει να καθορίζεται βασικά από τις ανάγκες των επιχειρήσεων. Στη θέση αυτή αξίζει να σημειωθεί η αντίστοιχη άποψη του πρώην προέδρου της SPD Sigmar Gabriel. Αντίθετες, βεβαίως, είναι οι θέσεις των κορυφαίων γερμανικών εργατικών συνδικάτων (DGB, Ver.di και IG Metall) καθώς και του κόμματος της Αριστεράς.
Άλλωστε, όπως ήδη σημειώθηκε, δεν πρέπει να παροραθεί το γεγονός ότι η αποδοχή από την εργοδοσία, παρά τις όποιες προσδοκίες για μια δομική παρέμβαση στο νόμιμο ωράριο, υπήρξε βασικά συγκυριακή και προσωρινή, καθώς λειτούργησε ως μηχανισμός ελαστικοποίησης για την αντιμετώπιση μικροοικονομικών κρίσεων και διασφάλισης θέσεων εργασίας (βλ. π.χ. περίπτωση ΣΣΕ Volkswagen, 1996) δηλαδή είχε αμυντικό-εξυγιαντικό χαρακτήρα. Ρόλος που επιβεβαιώθηκε κατά την χρηματοπιστωτική κρίση 2007-2008 και κατά την πανδημική κρίση. Έτσι, η, καλλιεργούμενη ήδη από την τρίτη βιομηχανική επανάσταση, προσδοκία ότι η μείωση του εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας θα οδηγούσε στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, παρά την ισχυρή διεκδίκηση από τα συνδικάτα, τη στηριζόμενη σε εδραία επιχειρηματολογία, καθώς προσέκρουσε στην έντονη αντίδραση της εργοδοσίας και την απροθυμία των κυβερνήσεων, δεν επαληθεύτηκε. Εξάλλου σε περίπτωση ύπαρξης κενών ή δημιουργία νέων θέσεων εργασίας δεν θα πρέπει να υποτιμηθεί η δυνατότητα των εργοδοτών να αποφύγουν το κόστος της εργατικής προστασίας, αντί να προβούν στις σχετικές προσλήψεις, να καλύψουν τις σχετικές ανάγκες καταφεύγοντας είτε στην εξωτερίκευση της εργασίας (out-ή(και)-crowdsourcing) είτε σύναψη ψευδεπίγραφων συμβάσεων έργου ή ανεξάρτητης εργασίας, υποκρύπτουσων στην πραγματικότητα παροχή μισθωτής εργασίας.
4. Ενόψει της πολύπλευρης καπιταλιστικής κρίσης που τροφοδοτείται αενάως και αναπαράγεται από τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία και ενισχύεται από την πρόσφατη χρηματοπιστωτική φούσκα στις ΗΠΑ (Silicon Valey Bank) και την Ευρώπη (Credit Suisse-Deutsche Bank) και του, παρά τις σωστικές παρεμβάσεις και τις καθησυχαστικές κυβερνητικές διαβεβαιώσεις, ελλοχεύοντος κινδύνου ενός χρηματοπιστωτικού τσουνάμι, το επίμαχο εγχείρημα φαίνεται, στην καλύτερη περίπτωση να περιορίζεται, ελλείψει απρόοπτου, σε έναν αριθμό βασικά μικρομεσαίων επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών, με πιθανότερη την επικράτηση της δυσμενέστερης για τους εργαζόμενους εκδοχής του, δηλαδή της απλής ανακατανομής του εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας, χωρίς βεβαίως να αποκλείεται και η αποδοχή από ορισμένες επιχειρήσεις του τετραήμερου, με μείωση όμως των αρχικών αποδοχών. Πάντως, ενόψει των προαναφερθεισών, πολλαπλώς άκρως δυσμενών, αντικειμενικών συνθηκών, της απειλούμενης περαιτέρω επιδείνωσης των όρων εργατικοδικαιϊκής προστασίας και του κινδύνου περαιτέρω εξασθένισης της στοιχειώδους ικανότητας αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης το επίμαχο αίτημα για τη μεγάλη μάζα των, παραδοσιακά ή ψηφιακά, εργαζομένων δεν φαίνεται να εντάσσεται στον σκληρό πυρήνα των επιτακτικών αναγκών και προτεραιοτήτων τους.
Η παρατήρηση αυτή ισχύει κατά μείζονα λόγο για τους Έλληνες εργαζόμενους που, πέραν από τα βαθιά και ακόμη ανεπούλωτα τραύματα των μνημονίων και την μεταμνημονιακή απομείωση της εργατοδικαιϊκής προστασίας και παρά τους κυβερνητικούς κομπασμούς και την όποια «ευημερία των αριθμών», λόγω της εξελισσόμενης πολυδιάστατης καπιταλιστικής κρίσης, βρίσκονται σε καθεστώς προϊούσας επισφάλειας, φτωχοποίησης και φόβου απώλειας της θέσης εργασίας τους. Η βαριά σκιά του επικρατούντος ζόφου δεν πρέπει βεβαίως να οδηγήσει σε μείωση της, διαχρονικής άλλωστε, σημασίας και επικαιρότητας, ούτε της σχετικής συζήτησης ούτε, πολύ περισσότερο, της προβολής και αγωνιστικής διεκδίκησης του επίμαχου αφηγήματος. Πάντως, εν κατακλείδι, πρέπει να επανατονιστούν τα εξής:
Η όποια προώθηση και πραγμάτωση του επίμαχου αιτήματος, η επίτευξη ακόμη και μιας δραστικής μείωσης του χρόνου εργασίας και η συνακόλουθη βελτίωση της σχέσης εργασίας και ιδιωτικού βίου, εφόσον εξακολουθούν να είναι εγκλωβισμένες στη λογική του κρατούντος καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, όσο κυριαρχεί ο homo capitalisticus cum libera tempore (G. Toti), δεν μπορούν να αναπτύξουν μία ουσιαστική εναλλακτική-χειραφεσιακή δυναμική. Έτσι μόνον όταν η εργασία, απαλλαγμένη από την ανάγκη, θα έχει παύσει να προσδιορίζει εξουσιαστικά τον ελεύθερο χρόνο και τον ιδιωτικό βίο, όταν, με άλλα λόγια η επικρατούσα, ιδίως σήμερα καπιταλιστική βαρβαρότητα ανατραπεί και ο κίνδυνος μετανθρωπιστικής μετάλλαξης αποτραπεί, μόνον όταν το βασίλειο του μεταμοντέρνου homo homini lupus δώσει τη θέση του στο βασίλειο του «Homo homini homo» (Ε. Bloch), μόνο τότε η εργασία και ο ελεύθερος χρόνος θα επανακτήσουν τη χαμένη δημιουργική διαλεκτική τους ενότητα. Γιατί μόνον όταν παύσει η καθοριζόμενη από την ανάγκη και εξωγενείς σκοπιμότητες εργασία, αρχίζει πραγματικά το βασίλειο της ελευθερίας (K. Marx).
Ενδεικτική βιβλιογραφία
- Stützle, Work-Work-Balance, Marx, Die Poren des Arbeitstags und neue Offensive des Kapitals, 2020.
- Ritschel, Freie Zeit. Eine politische Idee von der Antike bis zur Digitalisierung, 2021.
- Suckert, Eine Neuordnung der Zeit? Zum Verhältnis von Zeitlichkeit, Kapitalismus und Staat in Zeiten der Pandemie, Berlin J. Sozial 32, 2022, σ. 123-152
- Joly / L. Hurst, Vier-Tage-Woche gewinnt in Europa und Weltweit an Boden, 02-03-2023, https://de.europanews-com/next/2023/03/02/vier-tage-woch-gewinut-in-europa-au-bden.
- Bidder/G. Diekmann, Die Viertagewoche fűr alle-Ein Traum, 18-08-2020 https://www.spiegel_de/wirtschaft/soziales/linken-vorstoss-de-vier-tage-woche.
- C. Blumenroth. Vier-Tage-Woche, 18-08-2022 https://www.merkur.de/leben/karriere/vier-tage-woche-vorteil-nachteile-arbeitswelt
- Toti, Ο ελεύθερος χρόνος, 1982.
- Μ. Κωστόπουλος, Μπορούμε… 35ωρο-30ωρο Αναγκαιότητες-Σκοπιμότητες-Αυταπάτες-Συγχύσεις, 1999
- Γ. Ρούσης, Ο ελεύθερος χρόνος μετρό του πλούτου, 2017
- Ι. Σκανδάλης, Χρόνος Εργασίας – Η οριοθέτησή του στο σύγχρονο εργατικό δίκαιο, 2017
- Δ. Τραυλός-Τζανετάτος, Οικονομική κρίση και εργατικό δίκαιο, 2013
- Ο ίδιος, Ψηφιακός καπιταλισμός και εργασία στον αστερισμό της πανδημίας, 2021
- Ο ίδιος, καπιταλιστική αναδιάρθρωση, καταστάσεις έκτακτης ανάγκης και εργασία, 2023
- Α. Καζάκος, 4ήμερη εργασία: Μείωση χρόνου με τον ίδιο μισθό ή συσσωρευμένη εργασία με μείωση μισθού; 22-07-2022 https://www.google_gr.search?=/Gkla8client=safau8channel=ipad_bm8source=
- Χ. Πάντσου, Η τετραήμερη εργασία κάνει καλό σε ισότητα και επιχειρηματικότητα, ΕφΣυν. 02-03-2023, σ. 28.