Ένα κουβάρι συμφερόντων συντηρεί τον εμφύλιο
Του Γιώργου Τσίπρα
«Αν κέρδιζα ένα δολάριο κάθε φορά που κάποιος μιλούσε για φινάλε στον πόλεμο της Συρίας τους τελευταίους 18 μήνες…»
(Μπασάμ Χαντάτ).
Η νέα καταδικαστική για το καθεστώς της Συρίας απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, σε κείμενο που πρότεινε το Κατάρ, συγκέντρωσε αυτή τη φορά 107 ψήφους, 26 λιγότερες από τον περασμένο Αύγουστο. Αυξήθηκαν έτσι από 31 σε 59 οι χώρες που τώρα απέφυγαν να καταδικάσουν το καθεστώς υποστηρίζοντας έτσι τις προσπάθειες για μια πολιτική επίλυση της σύγκρουσης. Ανάμεσά τους διακεκριμένες χώρες των BRICS όπως η Ινδία, η Βραζιλία και η Νότιος Αφρική, και άλλες όπως η Αλγερία, το Μπαγκλαντές, η Ινδονησία, η Μιανμάρ, το Σουδάν, η Ουρουγουάη. Στις χώρες που σταθερά καταψηφίζουν ανήκουν εκτός της Ρωσίας, της Κίνας και του Ιράν, οι Βολιβία, Βενεζουέλα, Νικαράγουα, Εκουαδόρ, Ζιμπάμπουε, Κούβα, Λευκορωσία, Βόρεια Κορέα.
Αν πραγματικά η έγνοια της Διεθνούς Κοινότητας ήταν η χρήση χημικών όπλων, και δεν αποτελούσε απλώς πρόσχημα ή «κόκκινη γραμμή» ξένης επέμβασης, την κόκκινη γραμμή υπερέβη (όπως φαίνεται) όχι το καθεστώς αλλά οι ισλαμιστές αντάρτες. Άλλωστε δεν είναι μόνο τα χημικά όπλα. Με τελευταίο περιστατικό το on-camera ξερίζωμα της καρδιάς στρατιώτη του Εθνικού Στρατού από ισλαμιστή μαχητή, οι ένοπλες αντιπολιτευόμενες ομάδες, ιδιαίτερα οι ισλαμιστές, κάθε άλλο παρά έχουν να ζηλέψουν από την αγριότητα και τις σφαγές αμάχων από το καθεστώς.
Ο νέος και ηχηρότατος βομβαρδισμός του Ισραήλ που συνάντησε την εξίσου ηχηρή σιωπή της Δύσης, ήρθε μετά από σειρά σημαντικών κερδών του Συριακού Στρατού στο πολεμικό πεδίο στο διάδρομο της Χομς τις προηγούμενες εβδομάδες, που επιβεβαίωσαν ότι ήταν πολύ βιαστικές οι εκτιμήσεις που προεξοφλούσαν την κατάρρευση του καθεστώτος, αν και αυτό δεν σημαίνει ότι το καθεστώς Άσαντ θα μπορέσει ποτέ να ξανα-κυβερνήσει τη Συρία. Είχε προηγηθεί σειρά άλλων κινήσεων όπως το ταξίδι του Αμερικανού υπουργού Άμυνας Χάγκελ σε Ισραήλ και αραβικές χώρες, μάλλον όχι άσχετα από το επικείμενο ισραηλινό χτύπημα. Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Reuters, ακόμη και η συγγνώμη Νετανιάχου στον Ερντογάν επισπεύστηκε ακριβώς με ορίζοντα το στρατιωτικό χτύπημα του Ισραήλ στη Συρία. Το χτύπημα, σύμφωνα με εκτιμήσεις, είχε προετοιμαστεί από καιρό με εντολή των ΗΠΑ, και ίσως οι άμεσοι στόχοι του μόνο οπλισμός που προοριζόταν τάχα για τη Χεσμπολά δεν ήταν.
Άλλωστε οι στόχοι του χτυπήματος ήταν περισσότερο πολιτικοί παρά στρατιωτικοί. Μετά τα κέρδη Άσαντ στο έδαφος και πριν μια νέα συνάντηση Αμερικανών και Ρώσων που οι δεύτεροι είχαν ζητήσει από καιρό, το χτύπημα με τους 42 Σύρους νεκρούς μοιάζει με «διπλωματική» κίνηση. Επεδίωκε επίδειξη δύναμης απέναντι στον Άσαντ που φαίνεται να «έχει πάρει φόρα» και κυρίως επεδίωκε, ως απειλή πιο ενεργούς στρατιωτικής επέμβασης (αλά Λιβύη), να ορίσει ένα ευνοϊκότερο πλαίσιο της συνάντησης Κέρι-Λαβρόφ, στην οποία η αμερικανική πλευρά προσερχόταν πιο αδύναμη παρά ποτέ από την έναρξη της συριακής σύγκρουσης.
Συμφωνίες κυρίων
Από την πλευρά της η Μόσχα δεν φαίνεται να «καίγεται» για τον τερματισμό της σύγκρουσης. Η αντίδρασή της στον ισραηλινό βομβαρδισμό ήταν υπέρ το δέον χλιαρή. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις τηρούνται μέχρι τώρα συμφωνίες ανάμεσα σε ΗΠΑ και Ρωσία στο πλαίσιο των οποίων κινούνται οι δύο δυνάμεις για το συριακό πρόβλημα. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τη Χααρέτζ, όσο οι ΗΠΑ δεν εξοπλίζουν τους Σύριους αντάρτες, η Ρωσία δεν ξεπερνά κάποιες γραμμές στη στρατιωτική στήριξη της Δαμασκού. Αυτή είναι και μια μεγάλη διαφορά της σύγκρουσης των ΗΠΑ με τη Ρωσία και με το Ιράν γύρω από το συριακό πρόβλημα. Ενώ δηλαδή απέναντι στην πρώτη επιδιώκεται (χωρίς να σημαίνει ότι τελικά αυτό θα πραγματοποιηθεί) ένας συγκερασμός συμφερόντων τέτοιος που ακόμη και στην περίπτωση ενός διαμελισμού της Συρίας να παρέχονται εξασφαλίσεις στα ρωσικά συμφέροντα, απέναντι στο Ιράν επιδιώκεται το ακριβώς αντίθετο, το ξεδόντιασμα της Τεχεράνης, και γι’ αυτό άλλωστε εξελίσσεται και η ίδια η συριακή σύγκρουση. Και οι δυο αυτοί παράγοντες ενεργούν προς μια παράταση και όχι επίλυση της σύγκρουσης. Σε ό,τι αφορά δε το Ισραήλ, παρά το χτύπημα, ούτε το Τελ Αβίβ ούτε η Δαμασκός θα επιθυμούσαν αυτή τη στιγμή μια γενίκευση της μεταξύ τους σύγκρουσης, ωστόσο το πρώτο θα είναι πλέον περισσότερο παρόν στον πόλεμο της Συρίας με τη συγκατάβαση των μοναρχιών του Κόλπου.