Η ιδιότυπη αυτή διαδικτυακή διαβούλευση θα διαρκέσει μέχρι την Τρίτη, αλλά από την πρώτη στιγμή έγινε φανερό ότι ήταν προσχηματική. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και τη δεύτερη μέρα που το ερωτηματολόγιο ήταν αναρτημένο στο Διαδίκτυο, λίγοι ήταν οι εκπαιδευτικοί που γνώριζαν το γεγονός – και ακόμη λιγότεροι αυτοί που μπήκαν στον κόπο να απαντήσουν. Σημαντικότερο αυτού είναι όμως το γεγονός ότι επιχειρείται να στηθεί μια αδιαφανής διαδικασία (με δημοκρατική παρ’ όλα αυτά επίφαση), κατά την οποία όποιος θέλει απαντά σε ό,τι θέλει, με ένα σύστημα multiple choice, και στο τέλος όποιος επεξεργαστεί τις απαντήσεις στα ερωτηματολόγια θα μπορεί να ανακοινώσει ό,τι θέλει ως αποτέλεσμα. Χαρακτηριστικό αυτής της επιεικώς διαβλητής διαδικασίας είναι το γεγονός ότι ο αριθμός όσων θα ανταποκριθούν στην πρόσκληση του υπουργείου θα είναι ο αριθμός που στο τέλος θα ανακοινώσει η σχετική επιτροπή, αριθμός τον οποίο είναι αμφίβολο αν κανείς θα μπορεί να τον ελέγξει – δεν θα έχει σημασία για την αξιολόγηση αυτής της… δημοσκοπικής διαδικασίας να γνωρίζουμε για παράδειγμα ότι πήραν μέρος το 2% ή το 20% των περίπου 160.000 εκπαιδευτικών; Το δεύτερο μελανό σημείο αυτής της διαδικασίας αφορά ωστόσο την αλήθεια και την ακρίβεια αυτών των κρυφών (και ανώνυμων) απαντήσεων που θα επεξεργαστεί και θα δημοσιεύσει ως συμπέρασμα το υπουργείο Παιδείας. «Ακόμη όμως κι αν όλα κυλούσαν καλώς και διαφανώς, το υπουργείο θα δεσμευόταν από τις απαντήσεις των εκπαιδευτικών;» ρωτούσαν ακόμη και χθες, τέταρτη μέρα διενέργειας αυτής της… δημοσκόπησης, εκπαιδευτικοί με τους οποίους επικοινώνησε ο Δρόμος.
«Μαγείρεμα» ενόψει;
Καθηγήτρια Γυμνασίου έλεγε στην εφημερίδα μας ότι η προχειρότητα και η βιασύνη με την οποία προχώρησε το υπουργείο σε μια τελείως άτυπη διαδικασία μαρτυρά πως ο στόχος δεν είναι να εκφράσουν οι εκπαιδευτικοί τη γνώμη τους για τον τρόπο και τα κριτήρια της περιβόητης αξιολόγησης, αλλά να δοκιμαστεί η ανταπόκριση του κλάδου και κυρίως να δημιουργηθεί η νομιμοποιητική βάση ήδη ειλημμένων αποφάσεων του υπουργείου. «Θα μπορούν να μαγειρέψουν στοιχεία και να χρησιμοποιήσουν ό,τι θέλουν ως άποψη του κλάδου για να νομιμοποιήσουν τις απολύσεις που θέλουν να κάνουν» μας έλεγε επίσης δάσκαλος που αρνείται να συμπληρώσει το ερωτηματολόγιο, ακολουθώντας και το σχετικό κάλεσμα της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδας (αντίστοιχο έβγαλε και η ΟΛΜΕ).
Η εικόνα του ερωτηματολογίου που καλούνται να συμπληρώσουν οι εκπαιδευτικοί φαίνεται να δικαιώνει όλους τους προβληματισμούς, καθώς ξεκινά με το ερώτημα: πρέπει να αποτελούν αντικείμενο αξιολόγησης το εκπαιδευτικό σύστημα, τα στελέχη εκπαίδευσης, η σχολική μονάδα και ο εκπαιδευτικός; και καταλήγει με μια ερώτηση που αφορά τη λύση η οποία ήδη «μαγειρεύεται»: συμφωνείτε με τη θεσμοθέτηση μιας ανεξάρτητης αρχής για την αξιολόγηση;
Δημόσια εκπαίδευση υπό εξάλειψη
Καθηγητής με μακρά υπηρεσία έλεγε πάντως στο Δρόμο ότι «αν και το ερωτηματολόγιο συνδέει ευθέως την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού με την προαγωγή και τη μισθολογική του εξέλιξη, αυτό έχει ήδη προβλεφθεί από νόμους της τελευταίας διετίας, που εξαρτούν βαθμό και μισθό με την αξιολόγηση. Εξάλλου εδώ και αρκετό καιρό είναι γνωστές οι κατευθύνσεις που έχει δώσει ο ΟΟΣΑ για την εκπαίδευση στην Ελλάδα, όπου κάνει λόγο για σύνδεση μισθού – αποδοτικότητας (και άρα επίδοσης του μαθητή). Με τον τρόπο αυτό θα διαχωριστούν οι εκπαιδευτικοί σε καλούς και κακούς και τα σχολεία σε καλά και κακά». Με τα δεύτερα οπωσδήποτε να αφήνονται στην τύχη τους μαζί με τους μαθητές τους, όπως συμβαίνει σε όλες τις μητροπόλεις του σύγχρονου κόσμου. Επειδή όμως, συμπληρώνει ο ίδιος, «ζούμε σε μια κρίσιμη εποχή κατάρρευσης στο σύνολο της εκπαίδευσης, όπως και κάθε διαδικασίας όπου πρέπει να έχει κυρίαρχο ρόλο το Δημόσιο, το πραγματικό και τελικό ερώτημα δεν είναι η αξιολόγηση αυτή καθαυτή. Το ζητούμενο δεν είναι να επικεντρώσεις στην αξιολόγηση και να ζητάς απλώς να εξαιρεθούν οι εκπαιδευτικοί από αυτή τη διαδικασία, όταν σε όλη την Ελλάδα η κυβέρνηση ψάχνει να βρει τρόπους να πετάξει στον κουβά της ανεργίας 150.000 δημόσιους υπαλλήλους. Αυτό στην εποχή μας φαντάζει σαν ένα συντεχνιακό αίτημα που μπορεί να απομονώσει τον κλάδο των εκπαιδευτικών. Δεν θέλουμε καμία αξιολόγηση που θα οδηγεί σε χειραγώγηση και απολύσεις, αλλά το τελικό ερώτημα, που σήμερα μπορεί να ακούσει, να καταλάβει και να ταυτιστεί όλη η κοινωνία, είναι αν θα έχουμε στη χώρα μας δημόσια εκπαίδευση και εν γένει δημόσιο τομέα και δημόσιες λειτουργίες, ποιο δημόσιο τομέα θα έχουμε, αν θα υπηρετεί την κοινωνία. Αν θα στηρίζει και θα στηρίζεται στην ολόπλευρη ανάπτυξη των δυνατοτήτων της χώρας μας και των ανθρώπων της. Αυτό όμως είναι κάτι το οποίο δεν έχει περάσει ποτέ από τα μυαλά των υπουργών Παιδείας και των κυβερνήσεων που διοικούσαν και διοικούν αυτή τη χώρα».