Η νίκη του Πάνου Ρούτσι αποτελεί μια σημαντική, απτή νίκη σε έναν αγώνα διαρκείας που συγκλονίζει την ελληνική κοινωνία από την τραγωδία των Τεμπών και έπειτα. Ο πατέρας που, με τη δική του απεργία πείνας, ανάγκασε το κράτος να υποχωρήσει, απέδειξε ότι ο ανυποχώρητος, δίκαιος και ηθικός αγώνας μπορεί να κάμψει την αδιαλλαξία και να αναγκάσει την κυβέρνηση σε μια ταπεινωτική κωλοτούμπα. Ωστόσο, αν και τα αιτήματά του ικανοποιήθηκαν, είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο δρόμος για την πλήρη δικαίωση παραμένει μακρύς και γεμάτος νέες τρικλοποδιές. Από την επόμενη κιόλας στιγμή της αποδοχής των αιτημάτων του, παρουσιάστηκαν νέες δυσκολίες, με την αρχική άρνηση να υπάρξει παρουσία πραγματογνώμονα που να εκπροσωπεί την οικογένεια. Είναι φανερό πως, στο επόμενο διάστημα, η κυβέρνηση θα επιχειρήσει να αποσβέσει τη ζημιά που έχει δεχθεί, τοποθετώντας νέα τεχνικά και νομικά εμπόδια. Μπορεί η κυβέρνηση να βρέθηκε απροετοίμαστη απέναντι στον ανυποχώρητο αγώνα του Π. Ρούτσι και στη μεγάλη κοινωνική αποδοχή που αυτός γνώρισε «προκαλώντας έτσι μια ρωγμή στην επιχείρηση συγκάλυψης του εγκλήματος των Τεμπών» ωστόσο τίποτα δεν έχει τελειώσει ακόμη.

Στις αρχές Σεπτεμβρίου, όταν η υπόθεση των Τεμπών έμοιαζε να έχει παγώσει, κανείς δεν φανταζόταν τι θα ακολουθήσει. Ο Π. Ρούτσι, χωρίς να ενημερώσει καν τη σύζυγό του, πήρε μια βαλίτσα, πήγε στο Σύνταγμα και ξεκίνησε απεργία πείνας ζητώντας ένα και μόνο πράγμα: την εκταφή του γιου του, Ντένις, ώστε να γίνουν οι αναγκαίες τοξικολογικές και βιοχημικές εξετάσεις. «Δεν ξέρω από τι πέθανε το παιδί μου», είχε δηλώσει, συνοψίζοντας το αίτημά του σε αυτή τη φράση. Για 23 ημέρες στάθηκε στην πλατεία Συντάγματος, αντιτάσσοντας το μόνο που του είχε απομείνει ‒ τη ζωή του. Με μια πράξη υψηλού συμβολισμού, ένας πατέρας που έχασε το παιδί του στάθηκε απέναντι από τη Βουλή, εκεί όπου παίρνονται οι αποφάσεις και κυκλοφορούν οι πρωταγωνιστές της συγκάλυψης. Με την επιμονή του έκανε το αόρατο ορατό. Η πράξη του, η σιωπή και η αποφασιστικότητά του συγκέντρωσαν τη συμπαράσταση χιλιάδων πολιτών, με καθημερινές εκδηλώσεις αλληλεγγύης σε δεκάδες πόλεις.

Η κυβέρνηση, αρχικά, επέλεξε την αδιαλλαξία μέσα από μια σκληρή και προκλητική στάση. Από τις πρώτες κιόλας ημέρες της απεργίας πείνας, κυβερνητικά στελέχη και φιλοκυβερνητικοί δημοσιογράφοι χαρακτήριζαν τον απεργό «εκβιαστή», «υποκινούμενο» ή «εργαλείο πολιτικών σκοπιμοτήτων». Έκαναν λόγο για «τσαντιροκατάσταση» στο Σύνταγμα και για «προσβολή των εθνικών μνημείων». Πρωταγωνιστής, φυσικά, ο Άδωνις Γεωργιάδης, που επιτέθηκε επανειλημμένα στον Π. Ρούτσι και στους γιατρούς του, χαρακτηρίζοντας τη στάση του ύποπτη, ενώ παράλληλα εξαπέλυε αισχρολογίες εναντίον της γιατρού Όλγας Κοσμοπούλου, για την οποία είπε πως είναι «η γιατρός των απεργών πείνας της Αριστεράς» και πως «κάνει πολιτική, όχι ιατρική». Τελικά, υπό το βάρος της λαϊκής κατακραυγής και του φόβου του πολιτικού κόστους, η κυβέρνηση αναγκάστηκε να υποχωρήσει και να ικανοποιήσει το αίτημα του Π. Ρούτσι. Μια θεαματική κωλοτούμπα, που συνοδεύτηκε από τις γνωστές πλέον δικαιολογίες του τύπου «βρείτε μου μια δήλωση που εγώ να είπα…», και που συνιστά μια πρώτη, σημαντική νίκη σε μια στιγμή που ο αγώνας για τα Τέμπη έμοιαζε να την έχει ανάγκη περισσότερο από ποτέ.

Δυνατότητες, χαρακτηριστικά, αδυναμίες

Η νίκη του αγώνα του Π. Ρούτσι φανερώνει δυνατότητες, χαρακτηριστικά αλλά και αδυναμίες του κινήματος των Τεμπών ‒ και κυρίως αναδεικνύει όσα απαιτούνται για να προχωρήσει η δικαίωση των θυμάτων. Πρώτα απ’ όλα, τη σαφήνεια του αιτήματος του Π. Ρούτσι· το γεγονός ότι ζητούσε κάτι απολύτως συγκεκριμένο, λογικό και κατανοητό ως προς τη σημασία του. Ζητούσε να μάθει από τι πέθανε το παιδί του ‒ κι αυτό είναι ένα αίτημα τόσο προσωπικό όσο και συλλογικό: Ένα βήμα προς την αλήθεια για τα αίτια του θανάτου όσων χάθηκαν στις φλόγες. Επιπλέον, η στάση του, η διαύγεια του λόγου του, η σχέση του με τον κόσμο που καθημερινά τον πλησίαζε για να τον χαιρετήσει και να του δώσει κουράγιο, αλλά κυρίως η απόστασή του από το πολιτικό σύστημα, έδωσαν στον αγώνα του ένα μοναδικό ηθικό και αξιακό βάρος. Τα τελευταία δύο χρόνια, το κίνημα των Τεμπών έχει αναδείξει συγγενείς που, με τη στάση και τον λόγο τους, μπορούν να συνομιλήσουν με την κοινωνία με ειλικρίνεια και ανιδιοτέλεια.

Παράλληλα, η μεγάλη λαϊκή αποδοχή του αγώνα του Π. Ρούτσι αποδεικνύει ότι το κίνημα των Τεμπών διαθέτει ακόμη αποθέματα δύναμης και νοήματος. Την ίδια στιγμή, όμως, είναι εμφανές ότι, όσο περνά ο καιρός και δεδομένου του μακρύ δρόμου που απομένει, λείπει μια σταθερή μορφή οργάνωσης ικανή να κινητοποιήσει ευρύτερα την κοινωνία. Γιατί, πέρα από τη νομική προετοιμασία, τις εκθέσεις των πραγματογνωμόνων και τα τεχνικά ζητήματα, είναι πλέον φανερό πως η δύναμη των Τεμπών βρίσκεται στην κοινωνία και είναι αναγκαίο να καλυφθεί η μεγάλη ώς τώρα έλλειψη διαδικασιών αυτού του κινήματος ‒ κάτι που είναι βασικό για να αποκτήσει υπόσταση η διάθεση της κοινωνίας για ουσιαστικότερη συμμετοχή. Αυτή η κοινωνική διαθεσιμότητα αποτελεί τον καθοριστικό παράγοντα για τη δικαίωση ‒ και ταυτόχρονα την ασπίδα απέναντι στις προσπάθειες του πολιτικού συστήματος να συνθλίψει, να ματαιώσει ή, εναλλακτικά, να ενσωματώσει το κίνημα των Τεμπών.

* Δείτε και σχετική αρθρογραφία και ρεπορτάζ για τον αγώνα του Πάνου Ρούτσι σε προηγούμενα φύλλα του Δρόμου (φύλλο 744 – 20/9/2025, φύλλο 745 – 27/9/2025, φύλλο 746 – 4/10/2025).


Siemens και Bayer καλούνται να λογοδοτήσουν

Η νίκη του Π. Ρούτσι ‒και άρα η αποδοχή του αιτήματός του για εκταφή και διενέργεια εξετάσεων στη σορό του γιου του, καθώς και άλλων θυμάτων ύστερα από σχετικά αιτήματα συγγενών‒ αποτελεί, πέρα από μια στιγμή δικαίωσης, και θρυαλλίδα για νέες εξελίξεις. Ορισμένοι από τους συγγενείς των θυμάτων, έχοντας πλέον στα χέρια τους έγγραφα που αποδίδουν την αιτία του δυστυχήματος στην ανάφλεξη των (ελαττωματικών) ελαίων σιλικόνης, στράφηκαν κατά των πολυεθνικών εταιρειών Siemens και Bayer.

Σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ε.Ε., οι δύο εταιρείες είναι υπόλογες ως κατασκευάστρια και προμηθεύτρια αντίστοιχα· εξ ου και οι συγγενείς ζητούν αποζημίωση ύψους 80 εκατομμυρίων ευρώ, ποσό που θεωρείται εύλογο με βάση τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Μάλιστα, δεδομένης της απόφασης για εκταφή, είναι πιθανό να υπάρξει ακόμη και παρουσία πραγματογνωμόνων από τις δύο εταιρείες, ώστε να διασφαλιστεί η εγκυρότητα των αποτελεσμάτων των εξετάσεων και να μην μπορούν αυτά να αμφισβητηθούν.

Παράλληλα, ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Εφετών Λάρισας ανέσυρε από το αρχείο τη δικογραφία που είχε σχηματιστεί σε βάρος των ιατροδικαστών οι οποίοι δεν διενήργησαν τις εξετάσεις που τώρα πρόκειται να πραγματοποιηθούν, μετά την αποδοχή του αιτήματος εκταφής.

Οι κινήσεις αυτές από μέρους των συγγενών είναι βέβαιο ότι φέρνουν σε δύσκολη θέση όσους επιθυμούν τη συγκάλυψη του εγκλήματος των Τεμπών. Από τη μία, η εμπλοκή δύο μεγάλων πολυεθνικών ‒για τις οποίες οι αποζημιώσεις θα μπορούσαν να φτάσουν έως και 2 δισ. ευρώ‒ αναμένεται να φέρει νέα στοιχεία στο φως, σχετικά με το αν τελικά η πυρόσφαιρα και η πυρκαγιά οφείλονται στα έλαια σιλικόνης. Από την άλλη, εφόσον τα αιτήματα του Π. Ρούτσι κρίνονται δίκαια και αναγκαία, προκύπτει ευθύνη για όσους δεν προχώρησαν στις προβλεπόμενες εξετάσεις από την πρώτη στιγμή, όπως φαίνεται να ορίζει το αντίστοιχο πρωτόκολλο.

Η μεγάλης κλίμακας κυβίστηση στην οποία υποχρεώθηκε η κυβέρνηση, πέρα από ταπεινωτική ήττα, ξετυλίγει και ένα μέρος του κουβαριού της συγκάλυψης, φωτίζοντας ευθύνες για τις οποίες οι συγγενείς των θυμάτων φωνάζουν εδώ και μήνες ‒ αν όχι χρόνια. Και δεν είναι διόλου απίθανο να αποδειχθεί, ακόμη και από κέντρα που δεν μπορούν να χαρακτηριστούν «ψεκασμένα», πως τα έλαια σιλικόνης δεν ευθύνονται για την έκρηξη.

Ο λαός μας λέει πως «το ψέμα έχει κοντά ποδάρια», και η κυβέρνηση, μέσα στην αλαζονεία της, φαίνεται να το ξεχνά.


Αγώνας μέχρι τέλους 

Όταν η υπόθεση των Τεμπών έμοιαζε μπλοκαρισμένη, ο Πάνος Ρούτσι, πατέρας του 22χρονου Ντένις που χάθηκε στα Τέμπη, πήρε μια βαλίτσα και κατευθύνθηκε στο Σύνταγμα χωρίς να ειδοποιήσει κανέναν ‒ούτε καν τη σύζυγό του‒ και ξεκίνησε απεργία πείνας. Με όπλο την αποφασιστικότητά του, αλλά και τη δύναμη που του έδινε η βαθιά πίστη στον αγώνα για τη δικαίωση του γιου του και των υπόλοιπων θυμάτων του εγκλήματος των Τεμπών, ξεκίνησε έναν αγώνα που υπερέβαινε τα προσωπικά του όρια.

Στις δηλώσεις του όλον αυτόν τον καιρό, τόνιζε πως αγωνίζεται «για κάθε παιδί που έχασε τη ζωή του» στα Τέμπη. Δεν έπαψε στιγμή να λέει πως είναι αποφασισμένος να πάει «μέχρι τέλους», να μην υποχωρήσει αν δεν δοθεί άδεια εκταφής, ώστε να γίνουν οι αναγκαίες τοξικολογικές και βιοχημικές εξετάσεις.

Ο αγώνας του Π. Ρούτσι στέφθηκε με επιτυχία. Κατά τη διάρκεια αυτών των 23 ημερών συγκίνησε χιλιάδες πολίτες με τη στάση και την παρουσία του, με τη διαύγεια του λόγου και των αιτημάτων του. Η νίκη του Π. Ρούτσι υπενθυμίζει πως, ακόμη και στις πιο δύσκολες στιγμές, είναι δυνατόν να υπάρξουν νίκες ‒ αλλά αυτές απαιτούν την καθαρότητα ενός ανθρώπου που αγωνίζεται χωρίς καμία ιδιοτέλεια, με αποφασιστικότητα και ακλόνητη πίστη στο δίκαιο του αγώνα του.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!