του Πιερλουίτζι Φαγκάν*
Αν και η ρητορική της παγκοσμιοποίησης έδωσε την επιφανειακή εντύπωση ότι οι αποστάσεις, και συνεπώς η γεωγραφία, δεν έχουν πλέον σημασία, η μετρήσιμη πραγματικότητα (η οποία μερικές φορές ή συχνά διαφέρει από αυτό που γίνεται αντιληπτό, αν δεν εμβαθύνει κανείς στην ανάλυση και δεν πάρει τοις μετρητοίς και άκριτα τις «αφηγήσεις») λέει το αντίθετο.
Με ελάχιστες εξαιρέσεις, για κάθε κράτος από τα μόλις 200 που υφίστανται στον κόσμο, η κατάταξη των τριών πρώτων εταίρων του με βάση τις εξαγωγές ή τις εισαγωγές σχεδόν πάντα περιλαμβάνει γειτονικά κράτη. Αυτό δεν οφείλεται μόνο στον «λόγο της απόστασης», δηλαδή της απλής γεωγραφίας. Υπάρχουν επίσης πολιτιστικοί-ιστορικοί λόγοι που, εφόσον η ανταλλαγή γίνεται μεταξύ ανθρώπων, μετράνε.
Η σύγκρουση είναι ευρύτερη
Πολλοί συνειδητοποιούν ότι η τρέχουσα ρωσο-ουκρανική σύγκρουση με τη συμμετοχή των ΗΠΑ, η οποία έχει παρασύρει το σύστημα του ΝΑΤΟ στην αναμέτρηση, είναι μέρος μιας ευρύτερης σύγκρουσης – που δεν έχει λάβει ακόμη τη μορφή «πολέμου», αλλά θα μπορούσε να τη λάβει. Από μια ήδη ευρύτερη ανάγνωση (αλλά όχι αρκούντως πληροφορημένη σε στρατηγικό επίπεδο) μπορεί να φαίνεται ότι η αιτιώδης αλυσίδα πηγαίνει από την αντιπαράθεση Ουκρανίας-Ρωσίας στην ιδιοτελή εμπλοκή των ΗΠΑ – η οποία συμπαρασύρει την Ευρώπη και προσπαθεί να διαιρέσει τον κόσμο βάσει του σχήματος «δημοκρατίες εναντίον ολοκληρωτισμών». Η ανάγνωση που πιστεύω ότι είναι στρατηγικά πιο σωστή είναι η αντίστροφη. Ο μεγαλύτερος μέτοχος του κόσμου, οι ΗΠΑ, που κατέχει το 25% του παγκόσμιου ΑΕΠ με μόλις το 4,5% του πληθυσμού, ξεκινά ακριβώς από το πρόβλημα σε επίπεδο υφηλίου: σε αυτό το ευρύτερο πλαίσιο, ο ανταγωνιστής των Αμερικανών είναι η Κίνα.
Όμως η Κίνα αποτελεί ταυτόχρονα μέρος δύο μετώπων: του ασιατικού, όπου κατοικεί το 60% του παγκόσμιου πληθυσμού, και του πολυπολικού, που προσθέτει στις ασιατικές δυνάμεις διαφόρων επιπέδων και άλλες: αραβικές, αφρικανικές και νοτιοαμερικανικές. Από αυτό το δεύτερο μέτωπο, η Ρωσία είναι η μόνη σχετικά ανταγωνιστική με τις ΗΠΑ, όσον αφορά τη στρατιωτική ισχύ (ιδίως την πυρηνική). Εξ ου και οι δηλώσεις των Αμερικανών σχετικά με την ανάγκη να κάνουν τους Ρώσους να βιώσουν στην Ουκρανία το δικό τους Βιετνάμ. Ή η βούληση «να αποδυναμώσουμε τη Ρωσία για να αποφύγουμε περαιτέρω πολέμους» (Λόιντ Όστιν). Μετάφραση: «Θέλουμε να αποδυναμώσουμε τη Ρωσία για να κερδίσουμε, πριν καν τους ξεκινήσουμε, νέους πολέμους». Είναι πια βέβαιο ότι η Μεγάλη Σύγκρουση για τις Νέες Παγκόσμιες Ρυθμίσεις περιλαμβάνει και νέους πολέμους.
Τι ωθεί σε νέους πολέμους
Οι ΗΠΑ έχουν εμπλακεί σε διάφορους τύπους ένοπλων συγκρούσεων για 227 χρόνια, από τα 245 της σύντομης ιστορίας τους. Πρόκειται για ένα ανθρωπολογικό ζήτημα. Είναι η πιο ανταγωνιστική κοινωνία στον κόσμο όσον αφορά τις εσωτερικές της σχέσεις (μεταξύ ατόμων, εθνοτικών ομάδων, κοινωνικών τάξεων, επιχειρήσεων, πολιτικών, γνώσεων κ.λπ.), από την οποία προκύπτει η ανταγωνιστική συμπεριφορά και στο εξωτερικό. Όσο περισσότερα παίρνουν από το εξωτερικό, τόσο περισσότερο πετυχαίνουν να μετριάσουν την κατά τα άλλα διχαστική εσωτερική σύγκρουση. Για τις ΗΠΑ, αυτό το 25% του παγκόσμιου ΑΕΠ, από το οποίο τείνουν να έχουν όλο και λιγότερο σύμφωνα με ομόφωνες αναλύσεις, πρέπει να θεωρείται «ζωτικής σημασίας». Εφόσον απειλείται να μειωθεί σημαντικά σε σύντομο χρονικό διάστημα, προκύπτει η «ανάγκη» να προβλεφθούν νέοι πόλεμοι – και μ’ αυτόν τον τρόπο να αποδυναμωθεί ο μόνος πραγματικός στρατιωτικός ανταγωνιστής.
Έτσι, το πολυπολικό μέτωπο πρέπει να στερηθεί την πιο προβληματική ένοπλη αιχμή του, τη Ρωσία. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο «υπόλοιπος κόσμος» δεν προσχώρησε στη χορωδία της καταδίκης της ρωσικής πράξης (κυρίως όσον αφορά τις κυρώσεις). Διότι ο «υπόλοιπος κόσμος» μοιράζεται αναπόφευκτα ένα υψηλότερο επίπεδο στρατηγικού ενδιαφέροντος με τη Ρωσία.
Οι ΗΠΑ, που κατέχουν το 25% του παγκόσμιου ΑΕΠ με μόλις το 4,5% του πληθυσμού, ξεκινούν ακριβώς από το πρόβλημα σε επίπεδο υφηλίου: σε αυτό το ευρύτερο πλαίσιο, ο ανταγωνιστής τους είναι η Κίνα
Το προβληματικό για τις ΗΠΑ ασιατικό στιγμιότυπο
Η κατάσταση στην Ασία είναι για τις ΗΠΑ η πιο προβληματική από στρατηγικής άποψης, αφού εκεί συγκεντρώνεται ο κύριος όγκος της ανθρωπότητας και, όλο και περισσότερο, η πρόκληση του παιχνιδιού οικονομικής ισχύος – που είναι το κύριο. Οι πόλεμοι και η ένοπλη βία χρησιμεύουν για την κατάκτηση και την υπεράσπιση των Ρυθμίσεων, που είναι κατ’ εξοχήν οικονομικές. Ιδού, λοιπόν, η κατάσταση στην Ασία, με βάση τους δεσμούς εισαγωγών και εξαγωγών:
Η Κίνα είναι ο κορυφαίος εταίρος για τις εισαγωγές που χρειάζονται οι οικονομίες των ακόλουθων χωρών: Βιετνάμ, Ταϊλάνδη, Ταϊβάν, Σιγκαπούρη, Πακιστάν, Νέα Ζηλανδία, Μαλαισία, Ινδονησία, Ινδία, Ιαπωνία, Φιλιππίνες, Νότια Κορέα, Μπαγκλαντές, Αυστραλία. Συν όλες τις μικρότερες ή λιγότερο σημαντικές χώρες, όπου το αποτέλεσμα, δίχως εξαίρεση, δεν αλλάζει. Η Κίνα εμφανίζεται ως «απαραίτητος και αναντικατάστατος προμηθευτής», κάτι που ισχύει σταθερά και ανεξαιρέτως και για χώρες που δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως «φίλες» της, όπως η Ινδία ή η Ιαπωνία – για να μην αναφέρουμε τις δύο Αγγλοσαξονικές δυνάμεις.
Με την εξαίρεση των Φιλιππίνων, της Ινδίας, του Πακιστάν και του Βιετνάμ, η Κίνα είναι επίσης πρώτη και ως εξαγωγικός εταίρος των ίδιων χωρών-οικονομιών. Είναι άγνωστο πώς οι ΗΠΑ σχεδιάζουν να αντιμετωπίσουν αυτό το αξεδιάλυτο του ασιατικού συστήματος, το οποίο είναι το μείζον σύστημα.
Αδύνατη η απομόνωση της Κίνας από το ασιατικό σύστημα
Οι γεωπολιτικοί αναλυτές τείνουν μερικές φορές να υποτιμούν τον οικονομικό λόγο, καθώς είναι γενικά «ρεαλιστές». Εκείνοι των Διεθνών Σχέσεων τον υποτιμούν λιγότερο, αλλά δυστυχώς είναι πολύ πιο ιδεολογικοί από τους πρώτους – γεγονός που θολώνει την εικόνα. Στην πρόσφατη διάλεξή της στο Ατλαντικό Συμβούλιο, η Τζάνετ Γέλεν (υπουργός Οικονομικών και πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας/FED) προώθησε την ιδέα του friend-shoring, δηλαδή της «πρόσκλησης» των εταιρειών και του κεφαλαίου του δυτικού συστήματος, που τώρα ανασυγκροτείται χάρη στον πόλεμο στην Ουκρανία, να αποσυναρμολογήσουν τις «αλυσίδες αξίας» που έχουν περάσει στην Κίνα, μεταφέροντάς τες σε φιλικές χώρες, επίσης ασιατικές (λόγω της αναγκαίας συγκράτησης του εργατικού κόστους). Πρόκειται για μια πολύ προβληματική επιχείρηση.
Πολλοί παρατηρητές δεν κατανοούν πώς οι ΗΠΑ θα μπορέσουν να ακολουθήσουν τη στρατηγική της τριβής με την Κίνα. Η απομόνωση ή η τάση απομόνωσης της Κίνας από το ασιατικό σύστημα φαίνεται ειλικρινά αδύνατη. Το γεγονός ότι πολλές ασιατικές χώρες, ακριβώς επειδή εξαρτώνται δομικά από την Κίνα σε οικονομικό επίπεδο, σκέφτονται να εξισορροπήσουν αυτήν την εξάρτηση με στρατιωτική «προστασία» από τις ΗΠΑ, δεν αρκεί για μια νικηφόρα στρατηγική των ΗΠΑ σε σχέση με το γενικότερο στρατηγικό πρόβλημα.
Θα πρέπει λοιπόν να επιστρέψουμε στην ανάλυση του θέματος για να κατανοήσουμε καλύτερα αν υπάρχει μια πραγματική στρατηγική (που σίγουρα υπάρχει), ποια είναι αυτή (εδώ τα πράγματα περιπλέκονται) και τι αποτελέσματα θα έχει (και εδώ υπάρχουν πολλά ερωτηματικά). Οι λογικές μετατροπές μεταξύ του οικονομικού και του γεωπολιτικού τομέα δεν είναι εύκολες, επίσης επειδή ολόκληρες γενιές αναλυτών έχουν ειδικευτεί εδώ και χρόνια, αν όχι δεκαετίες, στον ένα ή στον άλλο τομέα – και, ως εκ τούτου, δεν είναι σε θέση να προβούν σε δι-λογικούς συλλογισμούς. Αυτό ισχύει για όσους διαβάζουν στρατηγικές, αλλά και για όσους τις δημιουργούν. Και ισχύει επίσης για τις ομάδες συμφερόντων που υποτίθεται ότι συγκλίνουν σε αυτές τις στρατηγικές.
[Στοιχεία από την έκδοση του Economist «Pocket World in Figures», 2021]
* Ο Πιερλουίτζι Φαγκάν είναι Ιταλός αναλυτής και συγγραφέας. Το παρόν άρθρο, που εδώ αποδίδεται συντετμημένο, δημοσιεύθηκε στις 9/5/2022 στον διαδικτυακό τόπο L’AntiDiplomatico (www.lantidiplomatico.it). Οι μεσότιτλοι είναι της Σύνταξης.