Ο διπλωματικός πυρετός, αν και σημαντικά καθυστερημένος, βρίσκεται σε εξέλιξη και μέχρι στιγμής έχουν ανακοινωθεί δύο συναντήσεις που, σύμφωνα με τη κυβέρνηση, μπλοκάρουν τους σχεδιασμούς της Άγκυρας. Η πρώτη θα πραγματοποιηθεί στις 2 Ιανουαρίου μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ, με την παρουσία ιταλικής αντιπροσωπείας και θα αφορά την υπογραφή διακρατικής συνεργασίας για τον αγωγό EastMed. Η δεύτερη, που θα ακολουθήσει μετά από 2-3 μέρες, θα γίνει μεταξύ Αιγύπτου, Κύπρου, Ελλάδας και Γαλλίας, όπου θα επαναβεβαιώνεται η συνεργασία των χωρών στην περιοχή. Η ελληνική πλευρά δίνει έμφαση στην ενεργή εμπλοκή της Γαλλίας στη μέχρι σήμερα τριμερή συνεργασία. Τέλος θα ακολουθήσει το ταξίδι του πρωθυπουργού στον Ουάσιγκτον και η συνάντηση με τον Τραμπ, όπου αναμένεται να φανούν οι προθέσεις της αμερικάνικης πλευράς στις εξελίξεις στην Αν. Μεσόγειο και το Αιγαίο.
Η σημασία και η επίδραση αυτών των συναντήσεων στις εξελίξεις μένει να αποδειχθεί στην πράξη. Οι μέχρι τώρα ενδείξεις, όπως μπορούν να κατανοηθούν από τις δηλώσεις όλων των πλευρών, δεν δείχνουν ανατροπή των δεδομένων.
Οι δύο πρόσφατοι πυλώνες της ελληνικής διπλωματίας, Αίγυπτος και Ισραήλ, έχουν ήδη εκφράσει αντιρρήσεις, το Τελ Αβίβ με σημαντική καθυστέρηση, για τη συμφωνία μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης αφήνοντας ταυτόχρονα πολλές ασάφειες.
Διπλωματία χωριστών συμφερόντων
Το Κάιρο συνεχίζει να μπλοκάρει την ανακήρυξη ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου αποδεχόμενο, έστω μερικώς, τις τουρκικές προτάσεις ότι δηλαδή το Καστελόριζο δεν διαθέτει ΑΟΖ. Έτσι διεκδικεί σημαντική αύξηση της αιγυπτιακής ΑΟΖ ιδιαίτερα σε μια κρίσιμη περιοχή που συνδέεται με το μεγάλο αιγυπτιακό κοίτασμα φυσικού αερίου, το Ζορ. Η διαφορά αυτή, ανεξάρτητα από το αν λυθεί στο μέλλον, προσφέρει νομικά ερείσματα στις τουρκικές διεκδικήσεις επί της ΑΟΖ των νησιών Ρόδου, Καρπάθου και Κρήτης, που «δικαιολογούν» τα μονομερώς ανακοινωθέντα όρια της ΑΟΖ μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης.
Αντίστοιχα αντιφατική παραμένει η στάση του Ισραήλ. Η σημαντική καθυστέρηση στην ανακοίνωση της θέσης της χώρας σχετικά με την οριοθέτηση ΑΟΖ μεταξύ Τουρκίας-Λιβύης δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από την αδυναμία να σχηματισθεί κυβέρνηση στη χώρα. Το Ισραήλ δεν μας έχει συνηθίσει σε αργοπορίες όταν κρίνονται ζωτικά του συμφέροντα. Παράδειγμα το συνεχές σφυροκόπημα θέσεις των Παλαιστινίων όλο το τελευταίο διάστημα. Έτσι η δήλωση του υπεύθυνου της κυβέρνησης Νετανιάχου ότι η χώρα θα εξετάσει σοβαρά την τουρκική πρόταση ο αγωγός EastMed να περάσει από τα εδάφη της προκάλεσαν δικαιολογημένη ανησυχία. Η κατοπινή διάψευση δεν απάλυνε τους φόβους. Συμπληρωματικά η επίσημη διακήρυξη του Τελ Αβίβ περί μη αναγνώρισης της συμφωνίας Τουρκίας-Λιβύης, που έγινε από τον Ισραηλινό υπουργό Εξωτερικών, συνοδεύτηκε από τη δήλωση «ότι δεν θα στείλουμε το ναυτικό για να αντιμετωπίσουμε την Τουρκία». Για να καταλήξει: «Δεν έχουμε καμία επιθυμία και η Τουρκία δεν έχει καμία επιθυμία για μια αντιπαράθεση με το Ισραήλ». Κανείς βέβαια δεν ζήτησε κάτι τέτοιο. Το ερώτημα είναι ποια θα είναι η στάση του Ισραήλ όταν η Τουρκία πραγματοποιήσει τη σημερινή απειλή ότι θα πραγματοποιήσει γεωφυσικές έρευνες στα Ν.Α. παράλια της Κρήτης.
Το πραγματικό πρόβλημα της Ελλάδας είναι ότι η υπόθεση δεν αφορά απλώς μια οικονομική συμφωνία εκμετάλλευσης φυσικών πόρων αλλά παραμένει, πάνω από όλα, ως πρόβλημα αμφισβήτησης της εδαφικής ακεραιότητας και κυριαρχίας της χώρας
Πίσω από τα διπλωματικά λόγια είναι φανερό ότι οι σημερινοί μεγάλοι παραγωγοί φυσικού αερίου, Αίγυπτος και Ισραήλ, όπως άλλωστε και οι πολυεθνικές αμερικάνικων και γαλλικών συμφερόντων που έχουν συμβόλαια εκμετάλλευσης με την Κύπρο και μελλοντικά με την Ελλάδα, ενδιαφέρονται πρωτίστως για τα δικά τους συμφέροντα που συνδέονται άρρηκτα με την εξασφάλιση όρων ομαλής μεταφοράς των ενεργειακών πόρων της Ν.Α. Μεσογείου στην Ευρώπη. Οι σημερινές συμφωνίες στα λόγια είναι πολύ πιθανό να ανατραπούν στην πράξη αν οι εξελίξεις αναγκάσουν σε αλλαγή πλεύσης.
Το πραγματικό πρόβλημα της Ελλάδας είναι ότι η υπόθεση δεν αφορά απλώς μια οικονομική συμφωνία εκμετάλλευσης φυσικών πόρων αλλά παραμένει, πάνω από όλα, ως πρόβλημα αμφισβήτησης της εδαφικής ακεραιότητας και κυριαρχίας της χώρας. Αυτή η πλευρά δεν αφορά βέβαια τους σημερινούς «συμμάχους» και συνομιλητές της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Και αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτυχία της ελληνικής διπλωματίας. Πολύ περισσότερο όταν η υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας δεν έχει τεθεί στο στόχαστρο των επιλογών και των διπλωματικών πρωτοβουλιών του ελληνικού πολιτικού προσωπικού ούτε έχουν αξιοποιηθεί τα όπλα που διαθέτει η χώρα για αυτόν το σκοπό.
Τουρκική διπλωματία πυγμής και τετελεσμένων
Από την πλευρά της η Άγκυρα έχει να επιδείξει σημαντικές επιτυχίες. Η συμφωνία στρατιωτικής συνεργασίας και ανακήρυξης ΑΟΖ με τη Λιβύη έχει ψηφιστεί ήδη στην τουρκική βουλή και τα όρια της ΑΟΖ μεταξύ των δύο χωρών έχουν προωθηθεί στον ΟΗΕ. Ο ίδιος ο γ.γ., Αν. Γκουτιέρες, με αφορμή παρέμβαση του Έλληνα υπ. Εξωτερικών Ν. Δένδια δήλωσε ότι θα ζητήσει τη συνδρομή της νομικής υπηρεσίας του ΟΗΕ σχετικά με το θέμα. Η στάση ίσων αποστάσεων και η παραπομπή της διαφοράς σε μια χρονοβόρα διαδικασία βοηθά αποφασιστικά τον Τούρκο πρόεδρο σε αυτή τη κρίσιμη περίοδο.
Έτσι το τουρκικό κοινοβούλιο αναμένεται, στο πρώτο δεκαήμερο του Ιανουαρίου, να ψηφίσει θετικά υπέρ του αιτήματος της κυβέρνησης Σαράτζ για την αποστολή τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων στη Λιβύη, παρά τη σχετική απαγόρευση του ΟΗΕ, ώστε να ενισχυθεί η άμυνα του έναντι του στρατάρχη Χαλίφα Χάφταρ που σημειώνει σημαντικές νίκες.
Παράλληλα ο Ερντογάν πραγματοποίησε αιφνιδιαστικό ταξίδι στη, γειτονική της Λιβύης, Τυνησία ζητώντας τη συμμετοχή της χώρας σε ένα μέτωπο υποστήριξης του καθεστώτος Σαράτζ και παράλληλα τη διάθεση εγκαταστάσεων στη Τυνησία ώστε να φιλοξενηθούν οι τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις και να παρακαμφθεί το εμπάργκο του ΟΗΕ. Προς το παρόν η κυβέρνηση της Τυνησίας αρνείται την παραχώρηση εγκαταστάσεων στην Τουρκία δηλώνοντας ότι θα κρατήσει ουδέτερη στάση στον λιβυκό εμφύλιο.
Ο Τούρκος πρόεδρος συνομίλησε με τον πρόεδρο Πούτιν, ανεπίσημα η Ρωσία στηρίζει τις δυνάμεις του Χαφτάρ, και απέσπασε τη συμφωνία του για «ειρηνική διευθέτηση» της κρίσης της Λιβύης. Παρά το γεγονός ότι η Ρωσία υποστηρίζει επίσημα αυτή τη θέση, δεν καταδίκασε την πρόθεση της Τουρκίας να επεκτείνει τη στρατιωτική της παρουσία στη Λιβύη ενώ ταυτόχρονα αναγνώρισε ρόλο για τον Τούρκο πρόεδρο στη Λιβύη.
Τέλος η Τουρκία έχει ήδη δεχθεί πρόσκληση από τη γερμανική κυβέρνηση για συμμετοχή σε μια πολυμερή διεθνή συνάντηση που θα διεξαχθεί στο Βερολίνο στις αρχές του χρόνου με θέμα την ειρηνική λύση στην κρίση της Λιβύης.
Έτσι, εκ του μη όντος, και παρά το γεγονός ότι ήδη παραβιάζει τις συμφωνίες του ΟΗΕ, η Τουρκία αναγνωρίζεται από τη «διεθνή κοινότητα» ως κρίσιμος παράγοντας στη λιβυκή κρίση διεκδικώντας ρόλο στις εξελίξεις στην περιοχή με ιδιαίτερο στόχο τη διάσωση της συμφωνίας με τη Λιβύη για την ΑΟΖ των δύο χωρών σε όποιο τοπίο διαμορφωθεί μελλοντικά στη χώρα.
Δεν προκύπτει βέβαια ανάλογη επιτυχία για την ελληνική διπλωματία…