Αυτή τη φορά ούτε ο Πρόεδρος της Γαλλίας Μακρόν κατάφερε να κάμψει τη γερμανική εμμονή σε μια «θετική προσέγγιση» της συμπεριφοράς της Ε.Ε. απέναντι στην Τουρκία. Ούτε οι δολοφονίες τεσσάρων ανθρώπων στη Γαλλία που πυροδότησαν ένα νέο κύκλο οξείας αντιπαράθεσης ανάμεσα σε Γαλλία και Τουρκία, ούτε οι απόπειρες αντίστοιχων ενεργειών σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες που υποδηλώνουν σχεδιασμένη αφύπνιση «μοναχικών λύκων» της τζιχαντιστικής τρομοκρατίας, ούτε η ακραία φραστική επίθεση του Ερντογάν κατά του Μακρόν και συνολικά της Ευρώπης δεν έκαμψαν την καγκελάριο Μέρκελ. Άλλωστε η γερμανική πολιτική έναντι της Τουρκίας δεν στηρίζεται ούτε στην άγνοια κινδύνου ούτε στη διαφορετική ερμηνεία των προθέσεων της Τουρκίας. Το πρόσχημα ότι «οι κυρώσεις θα χειροτερέψουν την κατάσταση» έχει διαψευστεί επανειλημμένα τόσο εκκωφαντικά, που με τον πιο καθαρό τρόπο αναδεικνύει τα γερμανικά συμφέροντα έναντι της Τουρκίας.
Βέβαια και αυτή τη φορά περίσσεψαν τα λόγια συμπαράστασης στη Γαλλία και τον Μακρόν. Περισσότεροι ευρωπαίοι ηγέτες και με πιο καθαρό τρόπο καταδίκασαν τους ακραίους χαρακτηρισμούς του Ερντογάν. Οι «εντελώς απαράδεκτες προκλήσεις» όμως θα συνεχίσουν να εκδηλώνονται, με λόγια και με έργα, χωρίς ουσιαστική αντίδραση.
Στην πραγματικότητα η Γερμανία έχει εξασφαλίσει μια ιδιότυπη ασυλία στο καθεστώς Ερντογάν την οποία ο ίδιος εκμεταλλεύεται στον υπέρτατο βαθμό, αναβαθμίζοντας συνεχώς τις διεκδικήσεις σε όλο και πιο αποθρασυσμένο τόνο. Είναι φανερό ότι ο τούρκος Πρόεδρος αισθάνεται την συγκυρία -εκλογές στις ΗΠΑ, βαθιές στρατηγικές αντιπαλότητες στην Ε.Ε.- ως παράθυρο ευκαιρίας, διευρύνοντας τα μέτωπα αντιπαράθεσης και επιταχύνοντας τις επεκτατικές επιδιώξεις της Τουρκίας.
Ο Ερντογάν αξιοποιεί την φιλοτουρκική ατζέντα Μέρκελ και Τραμπ, το «στρατηγικό κενό» και τις πολλαπλές αδυναμίες της δυτικής συμμαχίας. Ταυτόχρονα επιχειρεί να αναδειχθεί σε προστάτη και αδιαμφισβήτητο ηγέτη μουσουλμανικών χωρών και μουσουλμάνων του πλανήτη
«Είμαστε η Τουρκία»
Αντίστοιχα σκληρή φραστική επίθεση εξαπέλυσε όμως και κατά των ΗΠΑ. Αφορμή εδώ, η αναθέρμανση της συζήτησης, στα πλαίσια αμερικάνων βουλευτών και παραγόντων, για επιβολή κυρώσεων μετά την πλήρη ενεργοποίηση του ρωσικού πυραυλικού συστήματος S-400 και τις δοκιμαστικές βολές στην Κασπία.
Σε πρόσφατη ομιλία του ο Ερντογάν, απευθυνόμενος στις ΗΠΑ και σε ολόκληρο τον κόσμο, δήλωσε: «Δεν ξέρετε με ποιον χορεύετε! Όποιες είναι οι κυρώσεις σου, μην αργείς, να τις επιβάλλεις! Εμείς κάναμε το βήμα μας για τα F-35 σας τα πληρώσαμε όμως δεν μας τα παραδώσατε. Μας είπατε επιστρέψτε τους S-400 στην Ρωσία. Εμείς δεν είμαστε ένα κράτος φυλάρχων! Είμαστε η Τουρκία!». Ο ίδιος σε άλλη ομιλία του επισήμανε «την παρακμή της Δύσης» και την «κατάρρευση εκ των έσω της Ε.Ε.» ενώ αντίστοιχη ρητορική φιλοξενούν καθημερινά δημοσιεύματα στις εφημερίδες του περιβάλλοντός του.
Είναι βέβαιο ότι ο Ερντογάν αξιοποιεί στο έπακρο την φιλοτουρκική ατζέντα Μέρκελ και Τραμπ, το «στρατηγικό κενό» και τις πολλαπλές αδυναμίες της δυτικής συμμαχίας. Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Με τη φραστική του αντιπαράθεση με τη Δύση ο τούρκος Πρόεδρος επιχειρεί να αναδειχθεί σε προστάτη και αδιαμφισβήτητο ηγέτη των μουσουλμανικών χωρών και των μουσουλμάνων στον πλανήτη. Στην περίπτωση της Γαλλίας εμφανίζεται ως μοναδικός υπερασπιστής των ιερών παραδόσεων του Κορανίου. Ο ηγέτης που αναδεικνύει την «ισλαμοφοβία» της Δύσης. Και ας αποδεικνύονται καθημερινά και από πολλούς οι στενές σχέσεις της Τουρκίας με τους τζιχαντιστές όπου γης. Θυμίζει το αποικιακό παρελθόν και τις σημερινές ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις της Δύσης για να δικαιολογήσει και να προβάλει ως δίκαιες τις τουρκικές επεμβάσεις σε Ιράκ, Συρία, Λιβύη, Καύκασο και να προετοιμάσει τις νέες που σχεδιάζει σε Κύπρο και Αιγαίο.
Ο Ερντογάν με τα λόγια και τα έργα του απευθύνεται προς το εσωτερικό της χώρας, προσπαθώντας να αμβλύνει τις εντυπώσεις από μια οξύτατη οικονομική κρίση. Απευθύνεται κυρίως σε «εχθρούς» και «φίλους», με την ματιά στραμμένη στο μουσουλμανικό κόσμο, γνωρίζοντας ότι έτσι μπορεί να κερδίσει σε «πολιτική δύναμη», να ενισχύει την πεποίθηση για τον ιδιαίτερης βαρύτητας ρόλο της Τουρκίας και έτσι να διεκδικεί «ρεγάλα» εκβιάζοντας τις πιο ισχυρές δυνάμεις. Μέχρι τώρα τα καταφέρνει χωρίς σημαντικό κόστος.
«Οι κόκκινες γραμμές» ανοίγουν το δρόμο στα γεωτρύπανα
O Τούρκος υπουργός Ενέργειας Φατίχ Ντονμέζ, δήλωσε πριν δύο ημέρες ότι το ερευνητικό σκάφος Oruc Reis θα συνεχίσει να «χτενίζει» περιοχές σε Βορρά και Νότο στην Αν. Μεσόγειο μέχρι την ολοκλήρωση των ερευνών σε μερικούς μήνες. Στη συνέχεια θα ακολουθήσουν γεωτρήσεις. Η Τουρκία έχει αποδείξει ότι αυτό που εξαγγέλλει το πραγματοποιεί.
Η ελληνική κυβέρνηση μοιάζει ανακουφισμένη καθώς το σκάφος έχει απομακρυνθεί από Ρόδο και Καστελόριζο. Επενδύει στο κέρδισμα χρόνου μέχρι τον προσεχή Δεκέμβριο όταν η Ε.Ε. ξανασυζητήσει το θέμα των σχέσεων της με την Άγκυρα. Εκείνο βέβαια που επιχειρείται να ξεχασθεί είναι ότι η Αθήνα με τη στάση της στη διάρκεια των ερευνών προκάλεσε και τη μοίρα της.
Ο πρωθυπουργός διακήρυξε ότι η ελληνική «κόκκινη γραμμή» είναι τα 6 ναυτικά μίλια στη θάλασσα και τα 10 μίλια στον αέρα του Αιγαίου. Υπονόησε ότι εάν αυτά παραβιαστούν θα αντιδράσει. Φαίνεται ότι σκόπιμα ξέχασε πως η Τουρκία δεν έχει αμφισβητήσει τα 6 ναυτικά μίλια ως χωρικά ύδατα. Υπερασπίζεται δηλαδή κάτι που δεν αμφισβητείται. Η μη αντίδραση όμως στις έρευνες σε περιοχές 6,5 μιλίων από τις ακτές του Καστελόριζου διαμορφώνει ένα νέο δεδομένο. Προδικάζει τη μη αντίδραση και αν ένα γεωτρύπανο επιχειρήσει να δράσει στην ίδια περιοχή. Η ελληνική πλευρά απεμπόλησε σημαντικά κυριαρχικά δικαιώματα, δικαίωμα ερευνών σε ελληνική ΑΟΖ σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο.
Κατά τον ίδιο τρόπο παρακολουθεί ασυγκίνητη τη νέα τουρκική επέλαση στην κατεχόμενη Αμμόχωστο και σιωπά μπροστά στις πανηγυρικές διακηρύξεις Ερντογάν πως θα κάνει πικ- νικ με Τσαβούσογλου και Ταλάτ στα Βαρώσια.
Με δυσπιστία όμως άκουσε και τον ρώσο διπλωμάτη να λέει, κατά την επίσκεψη Λαβρόφ, ότι «είναι δικαίωμα κάθε χώρας να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια». Απέφυγε να ρωτήσει τι προτίθεται να κάνει η Ρωσία όταν η Τουρκία απειλεί ευθέως τα σημερινά, χωρίς επέκταση, σύνορα της χώρας.