Στη δεκαετία του ’60 οι διεθνείς μεταπολεμικές εξελίξεις σε συνδυασμό με τις κοινωνικές αλλαγές οδήγησαν και στην Ελλάδα, όπως και σε πολλές άλλες χώρες, στην εμφάνιση νέων οργανώσεων της Αριστεράς σε αντιπαράθεση με τα επίσημα κόμματα που είχαν αναδειχτεί μια προηγούμενη περίοδο. Είναι άλλωστε η περίοδος που προοιωνίζει το μεγάλο παγκόσμιο ξέσπασμα με ορόσημο το γαλλικό Μάη του 1968. Οι αντιθέσεις μεταξύ του ΚΚ Κίνας και του ΚΚΣΕ στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, το αναπτυσσόμενο αντιαποικιακό και αντιμπεριαλιστικό κίνημα στις χώρες του Τρίτου Κόσμου, η κουβανέζικη επανάσταση και το παράδειγμα του Τσε Γκεβάρα, επηρεάζουν και κινητοποιούν.

Οι αγώνες που δυνάμωναν στις αποικίες και στις εξαρτημένες χώρες, οι εργατικές κινητοποιήσεις που πολλαπλασιάζονταν στα «ανεπτυγμένα» κράτη, προκάλεσαν κύματα νέας ελπίδας σε έναν ολόκληρο κόσμο που την επόμενη κιόλας της αντιφασιστικής νίκης ζεματίστηκε από τη διάψευση των προσδοκιών για ένα μέλλον ειρηνικό, δημοκρατικό και δίκαιο. Η διάψευση αυτή οφειλόταν και στην κατευναστική στάση της Σοβιετικής Ένωσης απέναντι στον επιθετικό ιμπεριαλισμό των ΗΠΑ, που εκφραζόταν με το δόγμα Τζόνσον, και στη μη στήριξη των αντιαποικιακών αγώνων από το Κονγκό ως το Βιετνάμ. Η στοίχιση των περισσότερων επίσημων κομμουνιστικών κομμάτων με την ΕΣΣΔ οδήγησε στην αμφισβήτησή τους και στη δημιουργία μιας νέας ριζοσπαστικής Αριστεράς που προχωρούσε σε μια συνολική αντιπαράθεση με το παγκόσμιο σύστημα.

Έχει υποστηριχτεί ότι τα Ιουλιανά στην Ελλάδα ήταν ένα πρώιμος «Ελληνικός Μάης» και είχε πράγματι τέτοια στοιχεία, όπως αυτά που περίγραφε ο Alain Badiou για το 1968: την εξέγερση της νεολαίας ενάντια σε ένα γερασμένο καταπιεστικό σύστημα, μια γενική εργατική απεργία με όχι μικρό έλεγχο από τις κλασικές συνδικαλιστικές οργανώσεις, την αναζήτηση νέων, καινοτόμων μορφών πολιτικής πάλης και ακόμα και ψήγματα νέων καλλιτεχνικών μορφών και μιας ελευθεριακής κουλτούρας (1).  Τα Ιουλιανά, σύμφωνα με τους Βερναρδάκη και Μαυρή, σε μια από τις ελάχιστες αναλύσεις των γεγονότων, ήταν «η μοναδική μορφή που θα μπορούσε να πάρει (και πήρε) μια επαναστατική έκρηξη στη μετεμφυλιακή ελληνική κοινωνία»(2).  Μέσα σε αυτή τη συγκυρία εμφανίστηκε πιο καθαρά και δυναμικά στο προσκήνιο η νέα Αριστερά στην Ελλάδα. Από το 1962 σχηματίζονται οι «Φίλοι Νέων Χωρών» επικεντρώνοντας στο ζήτημα της υποστήριξης των αντιαποικιακών αγώνων. Τον τόνο δίνει η Κούβα αλλά και η Κύπρος. Στο περιοδικό «Αντιμπεριαλιστής» δημοσιεύονται άρθρα γνωστών αγωνιστών από ολόκληρο τον κόσμο. Η κίνηση όμως που προχώρησε σε μια «εφ’ όλης της ύλης» αντιπαράθεση με τη γραμμή της επίσημης Αριστεράς και προσπάθησε να συνδυάσει μια γενικότερη πολιτική και ιδεολογική ταυτότητα με μια συγκεκριμένη ανάλυση και δράση στην ελληνική πραγματικότητα ήταν η οργάνωση που συγκροτήθηκε γύρω από το περιοδικό Αναγέννηση το 1964. Η δολοφονία του Σωτήρη Πέτρουλα, που είχε διαφοροποιηθεί από την Νεολαία ΕΔΑ, οδήγησε στην επίσημη έκφραση μιας σημαντικής μερίδας σπουδαστών μέσα από την Πανσπουδαστική Δημοκρατική Κίνηση «Σωτήρης Πέτρουλας» (ΠΑΝΔΗΚ).
Ξεκινώντας από διαφορετικές αφετηρίες, οι οργανώσεις αυτές έκαναν κριτική στην πολιτική της ΕΔΑ και τοποθετήθηκαν για σημαντικά ζητήματα που η ΕΔΑ παράκαμπτε όπως ο αυτόνομος ρόλος του λαϊκού κινήματος, το ζήτημα του διεθνούς παράγοντα και οι διαφοροποιήσεις που σημειώνονταν σε αυτό το επίπεδο αλλά και ο κίνδυνος της επιβολής δικτατορίας.

Οι αλλαγές στους διεθνείς ανταγωνισμούς
Σε μεταγενέστερο κείμενό του, ο Γιάννης Χοντζέας, πρωτεργάτης της Αναγέννησης, συνέδεε την πολιτική κρίση του ’65 με τις ανακατατάξεις στους διεθνείς συσχετισμούς και την ανάδυση του ευρωπαϊκού παράγοντα:
Πρόθεση μας εδώ είναι να ανασηκώσουμε λίγο το πέπλο της περιόδου 1965-1967, δηλαδή της περιόδου που άλλη τη λένε «αποστασία» κι άλλοι περίοδο των πλατιών λαϊκών αντιιμπεριαλιστικών αντιαμερικάνικων κινητοποιήσεων που σφραγίστηκαν με αίμα και θυσίες (Πέτρουλας) και που καταπνίγηκαν όχι από την αστυνομική βία που στάθηκε ανίσχυρη να το πετύχει, αλλά από τη συνδυασμένη πολιτική, οργανωτική και πυροσβεστική δραστηριότητα των παρατάξεων Κέντρου-Αριστεράς […]
Βέβαιος διάδοχος του Γ. Παπανδρέου λόγω «εντοπιότητας», τίτλων οικογενειακών και προσωπικής επιρροής ο Μητσοτάκης, βλέπει να παραμερίζεται από τον Α. Παπανδρέου που εμφανίζεται να διαθέτει υπερατλαντικά στηρίγματα, την άγνωστη μέχρι τότε στην Ελλάδα τεχνική του «σταρ σύστεμ» και της «κοινωνικής ψυχολογίας» ο οποίος όμως προβαίνει σε ενέργειες που τον φέρνουν στην αριστερά της Ε.Κ.
Αυτή η αναπάντεχη εναλλαγή ρόλων, ο υπερατλαντικός Α. Παπανδρέου σε ρήξη με την αμερικάνικη παρέμβαση που εκφράστηκε με την «αποστασία» και ο αγγλόφιλος Μητσοτάκης ένα από τα κύρια όργανα της αμερικάνικης παρέμβασης, εκφράζει τη μεταβολή των διεθνών και εσωτερικών δεδομένων στις αρχές της δεκαετίας του 1960.
Η τότε ηγεσία της Αριστεράς τις διαφοροποιήσεις αυτές τις αντιμετωπίζει πασχίζοντας να παίξει και στα δύο «ταμπλώ». Βλέπει τον άνθρωπό της στο πρόσωπο του Α. Παπανδρέου. Αλλά «αδυνατεί να κατανοήσει» τη ρήξη του με τον Μητσοτάκη. Θεωρώντας ότι όλα τα ζητήματα κρίνονται σε αρχηγικό επίπεδο βρίσκεται έρμαιη των περιστάσεων όταν εμφανίζεται τον Ιούνη του 1965 η υπόθεση «ΑΣΠΙΔΑ» και διακηρύχνει μονάχα πως βρισκόμαστε σε «κρίση εξουσίας»(3).

Η πολιτική υποταγής της ΕΔΑ στο Κέντρο
Η Αναγέννηση παρακολούθησε από κοντά τα γεγονότα προχωρώντας σε βαθιές πολιτικές αναλύσεις αναζητώντας μια πολιτική τακτική που θα απεγκλώβιζε το λαϊκό κίνημα από την ηγεμονία του Κέντρου, πράγμα που απέφυγε να κάνει η ΕΔΑ:
Εκφράζοντας τα συμφέροντα μιας μερίδας της πλουτοκρατικής ολιγαρχίας της χώρας μας, ο Παπανδρέου δίνει σήμερα μια πραγματικά περίπλοκη και πολυμέτωπη μάχη εναντίον των ανταγωνιστών της από το ίδιο ταξικό στρατόπεδο. Δεν παραβλέπει όμως και τα ευρύτερα γενικά συμφέροντα της μεγαλοαστικής τάξης και των ξένων ιμπεριαλιστών. Γι’ αυτό και η γραμμή του έχει δύο στόχους: να εξουδετερώσει τους ανταγωνιστές του από το ίδιο ταξικό στρατόπεδο στηριζόμενος στην υποστήριξη των λαϊκών μαζών και ταυτόχρονα εμφανιζόμενος με τη σημαία του «ανένδοτου» αγωνιστή και υπερασπιστή της δημοκρατίας, να ευνουχίσει τις λαϊκές μάζες ιδεολογικο-πολιτικά, να τις υποτάξει στον πλήρη έλεγχό του, εξουδετερώνοντας έτσι κάθε κίνδυνο «από τα αριστερά», και επανερχόμενος στην εξουσία να εξασφαλίσει την παράταση του ίδιου σημερινού καθεστώτος «προς ίδιον όφελος» φυσικά. Και στη γραμμή του αυτή έχει πρόθυμο συνεργό και υποστηρικτή της ΕΔΑ. […]
Η ΕΔΑ θριαμβολογεί ότι επέτυχε την «ενότητα των δημοκρατικών δυνάμεων». Αλλά τι είδους «ενότητα» είναι αυτή που επέτυχε, όταν τίποτε δεν γίνεται αν δεν το θέλει ο Παπανδρέου, όταν οι λαϊκές εκδηλώσεις κατευθύνονται μόνο στην κατεύθυνση που θέλει ο Παπανδρέου, όταν οι μαζικές λαϊκές οργανώσεις που θα έπρεπε να είναι οι φορείς της διοχέτευσης μέσα στις μάζες του συνεπούς αγωνιστικού πνεύματος, σπρώχνονται να αποστέλλουν κατά χιλιάδες τηλεγραφήματα «πίστης και αφοσίωσης» στον «νόμιμο και λαοπρόβλητο πρωθυπουργό Γ. Παπανδρέου», και μετατρέπονται έτσι σε όργανα της δικής του πολιτικής, όταν, ενώ ο Παπανδρέου βρίζει και συκοφαντεί την Αριστερά, καταφεύγει στην αντικομμουνιστική υστερία και κορδώνεται πως θα διαλύσει την ΕΔΑ, η ΕΔΑ όχι μόνο δεν τον αντικρούει αλλά τη ίδια αυτή στιγμή δίνει την κατεύθυνση να προβάλλεται στις λαϊκές συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις κυριαρχικά το σύνθημα «Πα-παν-δρέ-ου»; Είναι αυτό «ενότητα»; Ή πλήρης υποταγή στον Παπανδρέου, απώλεια της φυσιογνωμίας και του ηγετικού ρόλου της Αριστεράς (4);

Η επισήμανση του κινδύνου δικτατορίας
Ένα κρίσιμο στοιχείο για την επόμενη περίοδο ήταν η εμπεριστατωμένη ανάλυση για τον κίνδυνο της επιβολής δικτατορίας ως μέσου για την έξοδο του συστήματος από την κρίση του. Αυτός ο κίνδυνος που πραγματοποιήθηκε ενάμιση χρόνο αργότερα, εξορκίστηκε μέχρι τελευταία στιγμή από την επίσημη Αριστερά που έβλεπε τη λύση στην ενότητα του πολιτικού κόσμου φτάνοντας ως την ΕΡΕ του Κανελλόπουλου:
Το νέο αδιέξοδο μπροστά στο οποίο έχει οδηγηθεί η κατάσταση από την πλευρά της αντίδρασης, δημιουργεί γι’ αυτή την ανάγκη να καταφύγει σε νέα σχήματα και να αναζητήσει νέες «λύσεις».
Θεωρητικά αυτές οι νέες «λύσεις» μπορεί να είναι τρεις: Νέο κυβερνητικό σχήμα, είτε με τη μορφή της τριμερούς συνεργασίας αποστατών ΕΚ-ΕΡΕ-Μαρκεζίνη με την ίδια ή και μεγαλύτερη συμμετοχή των δύο τελευταίων παραγόντων, είτε με τη μορφή της μεταβατικής. Η δεύτερη λύση μπορεί να είναι η ανοιχτή πια διχτατορία με ωμή και ξετσίπωτη παραβίαση του Συντάγματος. Και η τρίτη η διενέργεια εκλογών.
Η λύση των εκλογών θα είναι η τελευταία στην οποία θα αναγκαστεί ενδεχομένως να οδηγηθεί η αντίδραση. Οι εκλογές είναι εκείνες που ακριβώς προσπαθεί να αποφύγει, όπως ο διάολος το λιβάνι. […]
Μπροστά στο τρόμο που οι εκλογές εμπνέουν στη δεξιά, το παλάτι και τους Αμερικάνους, το πιο πιθανό είναι πως και από τη σημερινή δύσκολη κατάσταση αυτοί θα προσπαθήσουν να βγουν είτε με ένα καινούργιο κυβερνητικό σχήμα από τη σημερινή Βουλή, που όμως έχει πάψει πια να εκφράζει, στο βαθμό βέβαια που την εξέφραζε, την πραγματική θέληση του εκλογικού σώματος, είτε με την προσφυγή στην ανοιχτή φασιστική βία, δηλαδή στη διχτατορία. […]
Οι δυνάμεις του φασισμού και της αντίδρασης είναι από την ίδια τους τη φύση αδίσταχτες και αμετανόητες. […] Θα είμασταν εγκληματικά αφελείς, εάν πιστεύαμε ότι είναι δυνατό να διστάσουν μπροστά σε τίποτα. Μόνο ένας παράγοντας είναι εκείνος που μπορεί να τους χαλάσει τα σχέδια και που μπορεί τελικά να τις σπρώξει στην ήττα και την καταστροφή, και αυτός είναι ο παράγοντας ΛΑΟΣ. Η συνεπής και συνεχής λαϊκή πάλη. […]
Στο πρόβλημα όμως της ενότητας των δημοκρατικών δυνάμεων, εκείνο που έχει ιδιαίτερη, αποφασιστική σημασία, δεν είναι η συνεργασία των κορυφών, αλλά η ενότητα στη βάση. Και προς την κατεύθυνση αυτή η ηγεσία της ΕΔΑ, όχι μόνο δεν κάνει τίποτα, όχι μόνο με τη γραμμή που ακολουθεί δε βοηθάει τη βάση της Ένωσης Κέντρου να διαφοροποιηθεί από την ηγεσία της, αλλά αντίθετα σπρώχνει τη βάση της αριστεράς, ή μια μερίδα της βάσης της αριστεράς, στην αγκαλιά του κ. Παπανδρέου. […]
Ο κίνδυνος της φασιστικής διχτατορίας πλανιέται πάνω από την πατρίδα μας. Οι αντιφασιστικές δυνάμεις ενωμένες είναι ικανές να τον αποτρέψουν. Αλλά γι’ αυτό ένας και μόνο δρόμος υπάρχει. Εκείνος που παραπάνω χαράξαμε.
Μπροστά στο προοδευτικό κίνημα εμπόδιο στο να ακολουθήσει αυτό το δρόμο μπαίνει η οπορτουνιστική και συνθηκολόγα ηγεσία του. Αν το κίνημα δεν απαλλαγεί από αυτή την ανίκανη και ξοφλημένη ηγεσία, δε θα μπορέσει να παλαίψει αποφασιστικά και νικηφόρα τη φασιστική πανούκλα (5).
Η δικτατορία τελικά επιβλήθηκε αφού πέρασαν 20 μήνες από τον Ιούλιο του ’65 και εξατμίστηκε η δυναμική του μαζικού λαϊκού κινήματος. Τα σκιρτήματα της νέας Αριστεράς δεν πρόλαβαν να δώσουν αποτελέσματα, έβαλαν όμως τις βάσεις για το πολιτικό σκηνικό της μεταπολίτευσης, όπου η ριζοσπαστικοποίηση θα εκφραστεί και πάλι δυναμικά ενάντια στην ενσωμάτωση που επέβαλαν τα κοινωνικά συμβόλαια του επίσημου πολιτικού κόσμου.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!