Οι ελληνικές, τοπικές εκλογές της Κυριακής ήταν ασυνήθιστες. Όση σημασία κι αν είχαν για την τοπική αυτοδιοίκηση, οι δημοτικές και περιφερειακές εκλογές δεν θεωρήθηκαν ποτέ στο παρελθόν κρίσιμες για την επιβίωση μιας κυβέρνησης. Σ’ αυτή την περίπτωση όμως, ο Έλληνας πρωθυπουργός διατύπωσε ένα μάλλον παράξενο τελεσίγραφο στο εκλογικό σώμα: ψηφίστε τους υποψηφίους δημάρχους και περιφερειάρχες του ΠΑΣΟΚ, διαφορετικά θα παραιτηθώ, θα προκηρύξω πρόωρες βουλευτικές εκλογές και, κατά συνέπεια, ο κόσμος θα χάσει την τόσο σκληρά κερδισμένη εμπιστοσύνη του στην Ελλάδα, με βαριές συνέπειες για τους απλούς ανθρώπους. Ήταν άραγε αυτή η ασυνήθιστη κίνηση ένα τολμηρό σκακιστικό «γκαμπί», μια γνήσια επιδίωξη ανανέωσης της δημοκρατικής, λαϊκής εντολής ή μια απεγνωσμένη μπλόφα χαρτοπαίκτη που δεν στηρίζεται σε ισχυρό φύλλο; Η χειρονομία Παπανδρέου καταδεικνύει την εμπύρετη κατάσταση της ελληνικής πολιτικής ζωής την επαύριον των μέτρων λιτότητας και αναδιάρθρωσης που επέβαλαν στη χώρα το ΔΝΤ και η Ε.Ε. σε αντάλλαγμα ενός δανείου ύψους 110 δις ευρώ. Μειώσεις μισθών και συντάξεων δημοσίων υπαλλήλων μέχρι και 30% και αυξήσεις των άμεσων και εμμέσων φόρων έριξαν μια εύθραυστη οικονομία σε βαθειά ύφεση. Η ανεργία της νεολαίας, που κυμαίνεται ήδη στο 30%, αναπόφευκτα θα αυξηθεί καθώς ο ιδιωτικός τομέας αξιοποιεί τα μέτρα αυτά για να καταργήσει θέσεις εργασίας και να υπονομεύσει εργατικές κατακτήσεις δεκαετιών.
Το τέχνασμα του Παπανδρέου μπορεί να ερμηνευθεί υπό το πρίσμα της άνευ προηγουμένου οικονομικής και πολιτικής αστάθειας της χώρας. Επί δύο μήνες οι Έλληνες βομβαρδίζονταν με μηνύματα αισιοδοξίας ότι τα μέτρα πετυχαίνουν να μειώσουν το έλλειμμα, αυξάνοντας τα φορολογικά έσοδα, ανατρέποντας τα δεδομένα στον παραδοσιακά αντιπαραγωγικό δημόσιο τομέα και απελευθερώνοντας την ιδιωτική πρωτοβουλία. Η υποστήριξη που προσφέρθηκε στην κυβέρνηση από τα συγκροτήματα του Τύπου και τα ηλεκτρονικά μέσα ήταν τόσο ομόθυμη που θα έκανε και τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι να ζηλεύει. Ο Παπανδρέου έκανε δηλώσεις μετανοίας στις πρωτεύουσες των ισχυρότερων κρατών, ενώ ομάδες απεσταλμένων του ΔΝΤ και της Ε.Ε. εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα, με μια συμπεριφορά κυβερνητών διεθνούς προτεκτοράτου.
Ωστόσο η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική από τη ρόδινη εικόνα που εμφάνιζαν. Τον τελευταίο μήνα, τα spreads ανάμεσα στα γερμανικά και τα ελληνικά ομόλογα ανέβηκαν σε επίπεδα υψηλότερα από κάθε άλλη φορά μετά τη χορήγηση του δανείου. Η αύξηση στα ασφάλιστρα των ελληνικών ομολόγων σημαίνει ότι οι αγορές προεξοφλούν πτώχευση της χώρας. Η ιδέα της στάσης πληρωμών, της αναδιάρθρωσης του χρέους ή ακόμη και της αποχώρησης από την ευρωζώνη αντιμετωπιζόταν ως πρόσφατα ως εξτρεμιστική και καταστροφική. Μετά όμως από τις τροποποιήσεις της Άγκελα Μέρκελ στο μηχανισμό διάσωσης, η αναδιάρθρωση του χρέους εμφανίζεται περισσότερο πιθανή και κορυφαία κυβερνητικά στελέχη άρχισαν να προετοιμάζουν την κοινή γνώμη για αυτό το ενδεχόμενο.
Οι μαχητικές διαδηλώσεις και απεργίες της άνοιξης υποχώρησαν την περίοδο των θερινών διακοπών. Ωστόσο η κοινωνική ατμόσφαιρα άρχισε να θερμαίνεται εκ νέου από τον Σεπτέμβριο, καθώς ο κόσμος έρχεται βαθμιαία αντιμέτωπος με τις συνέπειες των μέτρων λιτότητας πάνω στο πορτοφόλι τους. Οι δημοσκοπήσεις καταγράφουν συστηματικά μεγάλες πλειοψηφίες να απορρίπτουν τα μέτρα και ευρύτερα στρώματα να αποξενώνονται από το δικομματικό σύστημα της κεντροαριστεράς και της κεντροδεξιάς που κυβερνά τη χώρα από το 1974, για να την οδηγήσει στην εφιαλτική έλικα των ελλειμμάτων και του χρέους. Ενώ ο αποδεκατισμός του δημόσιου τομέα μείωσε το έλλειμμα, τα φορολογικά έσοδα υπολείπονται των απαιτήσεων του ΔΝΤ και η αναμενόμενη αναθεώρηση του ελλείμματος του 2009 προς τα πάνω προαναγγέλλει την επιβολή νέων μέτρων λιτότητας στο εγγύς μέλλον. Πίσω από το παραπέτασμα της «επιτυχίας», η οικονομία βουλιάζει, τα κοινωνικά προβλήματα μεγεθύνονται και η πολιτική ελίτ είναι ανίκανη να διαχειριστεί την κρίση. Το μεταπολεμικό κοινωνικό συμβόλαιο κηρύχθηκε νεκρό και η εθνική κυριαρχία της χώρας δεν τα πάει πολύ καλύτερα.
Σ’ αυτό το φόντο πρέπει να κατανοηθεί το τελεσίγραφο του Παπανδρέου. Η κυβέρνησή του εξελέγη τον Οκτώβριο του 2009 με μια σοσιαλδημοκρατική πλατφόρμα και δεν είχε καμία λαϊκή εντολή για την επιβολή των πλέον εκτεταμένων νεοφιλελεύθερων μέτρων που έχει δει η Ευρώπη. Είτε η Ελλάδα κηρύξει στάση πληρωμών και ζητήσει μια μεγάλης έκτασης παραγραφή χρέους, είτε επιβάλει νέα, αυστηρότερα μέτρα λιτότητας, οι καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις του Παπανδρέου δεν θα αξίζουν ούτε το χαρτί πάνω στο οποίο τυπώθηκαν. Να γιατί η κυβέρνηση μετέτρεψε τις τοπικές εκλογές σε δημοψήφισμα, εκβιάζοντας το εκλογικό σώμα και ζητώντας λευκή επιταγή για περαιτέρω περικοπές και εκποίηση του εθνικού πλούτου (ενέργεια, τηλεπικοινωνίες, μεταφορές), όπως επιζητά το ΔΝΤ. Ωστόσο, στις εκλογές της Κυριακής οι Έλληνες είπαν αποφασιστικά όχι σε μια λευκή επιταγή αυτού του είδους.
Σε μια χώρα όπου το ποσοστό συμμετοχής κυμαίνεται παραδοσιακά γύρω στο 80%, περίπου 40% του εκλογικού σώματος (στα μεγάλα αστικά κέντρα 45%) απείχε, ενώ άλλο 10% πήγε στις κάλπες μόνο για να ρίξει λευκό ή άκυρο. Το ΠΑΣΟΚ έλαβε περίπου το 34% των ψήφων, η συντηρητική αντιπολίτευση της Νέας Δημοκρατίας 32% και το Κομμουνιστικό Κόμμα 11%. Τα τρία κόμματα της ριζοσπαστικής Αριστεράς, που κατέβηκαν με χωριστούς υποψηφίους, πήραν αθροιστικά γύρω στο 11% στη μεγαλύτερη περιφέρεια της χώρας. Αν είχε δημιουργηθεί ένα ενιαίο μέτωπο εναντίον των μέτρων, θα μπορούσε να αναδειχθεί ηγεμονικό μπλοκ αντιμαχόμενο τη νεοφιλελεύθερη λογική των κυρίαρχων ελίτ. Υπό το βάρος αυτών των αποτελεσμάτων, ένας εξουθενωμένος Παπανδρέου δήλωσε το βράδυ των εκλογών ότι δεν θα προκηρύξει εκλογές, αλλά θα συναντήσει την εφαρμογή των μέτρων.
Πώς να εξηγήσουμε τη χωρίς προηγούμενο χαμηλή προσέλευση στις κάλπες και το κύμα των λευκών και άκυρων ψηφοδελτίων; Το φαινόμενο αυτό θυμίζει την έξοχη πολιτική αλληγορία του Σαραμάγκο «Βλέποντας». Οι πολίτες μιας μη κατονομαζόμενης πρωτεύουσας ρίχνουν μαζικά λευκά ψηφοδέλτια σε δύο διαδοχικές, εθνικές εκλογές. Η δεξιά κυβέρνηση αντιμετωπίζει αυτή την εξέλιξη ως πράξη εθνικής προδοσίας και κηρύσσει κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Τελικά, η κυβέρνηση εγκαταλείπει την πρωτεύουσα ελπίζοντας ότι η συνακόλουθη αναρχία θα υποχρεώσει τους πολίτες να λογικευτούν. Ωστόσο η ζωή συνεχίζεται ειρηνικά.
Και στην Ελλάδα οι απλοί πολίτες αντιστάθηκαν στα μέτρα λιτότητας απέχοντας ή ρίχνοντας λευκά και άκυρα ψηφοδέλτια. Η επιλογή αυτή, σε μια έντονα πολιτικοποιημένη αναμέτρηση είναι πολιτική πράξη με μεγάλες συνέπειες, καθώς αφήνει την κυβέρνηση χωρίς λαϊκή εντολή, στην προσπάθειά της να επιβάλει τα μέτρα. Είναι το ελληνικό ισοδύναμο στην κραυγή των Αργεντίνων «que sa vayan todos» (να φύγουν όλοι) εναντίον των ελίτ που οδήγησαν τη χώρα σε χρεωκοπία, τον Δεκέμβριο του 2001.
Το χρονικό προαναγγελθέντος οικονομικού θανάτου που έγραψαν ΔΝΤ και Ε.Ε. θα περάσει στην τελική φάση του, με τους πληρεξούσιους των τραπεζών να υπογράφουν τη ληξιαρχική πράξη θανάτου του κοινωνικού κράτους, αλλά η λαϊκή αντίσταση είναι πιθανό να ανεβάσει ταχύτητα. Απεργίες, διαδηλώσεις και κοινωνική αναταραχή θα αποφασίσουν το μέλλον της χώρας τους επόμενους μήνες. Οι Έλληνες έχουν ιστορία αντίστασης απέναντι στους εξωτερικούς και εσωτερικούς επικυρίαρχους για την οποία αισθάνονται υπερήφανοι. Τώρα χρειάζονται νέες ιδέες, ανθρώπους και συγκλίσεις, αν πρόκειται η σημερινή κατάρρευση να αναδείξει καινούργιες πολιτικές. Σ’ αυτή την κατεύθυνση, η ευρύτερη Αριστερά, η μόνη πολιτική οικογένεια που δεν εμπλέκεται στην υπερχρέωση και τη διαφθορά, έχει να παίξει μείζονα ρόλο.
* Ο Κώστας Δουζίνας είναι καθηγητής της Νομικής Σχολής και διευθυντής του Ινστιτούτου Μπίρκμπεκ στο πανεπιστήμιο του Λονδίνου. Ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου είναι αρθογράφος της εφημερίδας «Καθημερινή».
(To παραπάνω άρθρο δημοσιεύτηκε στον Guardian της Τρίτης, 9 Νοεμβρίου 2010)