Υπάρχει μια σταθερή σχέση με το παρελθόν. Όχι απλά από νοσταλγία. Σαν να έχει στομώσει το παρόν και να έχει σταματήσει να εμπνέει το μέλλον. Κι αυτό αφορά όλες τις ηλικίες. Διαφέρει σε ένα βαθμό ο τρόπος που αυτό εκδηλώνεται ανάλογα με τις διαφορετικές κατηγορίες του πληθυσμού, τις ηλικίες, τα φύλα κ.λπ.. Όχι μόνο στην Ελλάδα. Σε όλο το δυτικό κόσμο, δεν υπάρχει αισιοδοξία, δεν υπάρχει προοπτική, δεν υπάρχει φως. Ούτε στη μουσική, ούτε στη ζωγραφική, ούτε στα κόμικς, ούτε στη λογοτεχνία, ούτε στο σινεμά, ούτε στο θέατρο, ούτε κατά διάνοια στην πολιτική. Κοιλιά, καθίζηση, τέλος του γνωστού δρόμου, αδιέξοδο, έλλειψη προσανατολισμού, διάψευση προσδοκιών, απογοήτευση, κάτι απ’ όλα αυτά ή ακόμα κι όλα μαζί σε ένα δυνατό κοκτέιλ που είναι δύσκολο να το πιεις και ακόμα δυσκολότερο να το χωνέψεις ανώδυνα. Πάντως, παρακολουθώντας την κατάσταση όπως έχει διαμορφωθεί και εξελίσσεται στο δυτικό κόσμο που ανήκουμε ως κράτος, δεν φαίνεται να λάμπει κάτι κάπου για να αρπαχτούμε κι εμείς απ’ αυτό, αφού αποδείχτηκε ότι δεν μπορούμε από μόνοι μας να επινοήσουμε κάτι εναλλακτικό ή αν θέλετε ακόμα κι αν επινοήσουμε κάτι δεν μπορούμε να το αξιοποιήσουμε, όπως αποδείχτηκε κι από την περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή όλου αυτού του φαινομένου που μας συντάραξε με ελπίδα και προς στιγμήν ανατάραξε και το στάσιμο πολιτικό σκηνικό της Ευρώπης.
Εμείς, οι συνομήλικοί μου και οι πέριξ, μεγαλώσαμε σε μια περίοδο που ο κόσμος έσφυζε από ζωή, σε Δύση και Ανατολή. Μπορεί να είχε συμβεί η μέγιστη των μέχρι τότε καταστροφών σε παγκόσμια κλίμακα, ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, αλλά, στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, οι κοινωνίες είχαν βρει τη δύναμη να ανασυγκροτηθούν δυναμικά, να ανοιχτούν σε καινούργια πεδία, πολιτισμικά, κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά, όχι όλες οι κοινωνίες στον ίδιο βαθμό και τον ίδιο ακριβώς τρόπο, αλλά σε γενικές γραμμές στην ίδια κατεύθυνση.
Από χαμηλά
Μπορεί οι ελλείψεις να ήταν μεγάλες, η φτώχεια εκτεταμένη και οι ανισότητες όπως πάντα υπαρκτές, αλλά ήταν διάχυτη η αίσθηση της επανεκκίνησης, μιας φυγής προς τα μπρος, όσα εμπόδια κι αν υπήρχαν.
Σε υπόγεια έμεναν πολλοί, σε σπιτάκια πλίθινα άλλοι, σε χωριά χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα οι περισσότεροι, αλλά ανοίγονταν δρόμοι διαφυγής από τη μιζέρια και οι άνθρωποι έκαναν τον πόνο τους, τα βάσανά τους τραγούδια και χόρευαν μ’ αυτά τα πονεμένα τραγούδια ξορκίζοντας το παρόν και αντιμετωπίζοντας το μέλλον με ελπίδα.
Κάποιοι είχαν στραμμένη τη ματιά τους στην Ανατολή, στη σοσιαλιστική Σοβιετική Ένωση όπου ο απλός, ο κοινός άνθρωπος δεν ήταν πια δουλοπάροικος μετά από πολλούς αιώνες, είχε ορισμένο και όχι ολοήμερο ωράριο εργασίας, είχε σπίτι δικό του, είχε γιατρό και δάσκαλο μέχρι το τελευταίο χωριό, τα εργατόπαιδα και τα αγροτόπαιδα δικαιούνταν μια θέση στο πανεπιστήμιο και οι απλοί εργαζόμενοι, κι αυτό πρωτόγνωρο παγκοσμίως για τα πλατιά λαϊκά στρώματα, έκαναν διακοπές! Αυτά που σήμερα θεωρούνται δεδομένα, απλά ίσχυαν μόνο για τις ανώτερες τάξεις. Κι αυτή η κατεστραμμένη από τον πόλεμο χώρα, πέρα από τις δάφνες για τη νίκη της ενάντια στο φασισμό, έστειλε και τον πρώτο άνθρωπο στο διάστημα! Αυτά όλα ήταν πάρα πολύ ελκυστικά, για τον εργάτη και για τον διανοούμενο. Και πιο μακριά, η πιο πολυάριθμη χώρα στον κόσμο, η Κίνα, είχε γίνει κατακόκκινη, ενώ και σε άλλες πιο μικρές χώρες, από την Κούβα ως την Αλγερία και το Βιετνάμ, οι λαοί ήταν σε αναβρασμό και έδιωχναν ή προσπαθούσαν να διώξουν τα δυτικά αφεντικά που τόση δυστυχία τους είχαν προκαλέσει επί αιώνες!
Εποχές αισιοδοξίας
Αλλά και στη Δύση, ενώ τα κράτη εξακολουθούσαν να υπερασπίζονται την αποικιοκρατική τους πολιτική στο εξωτερικό, στο εσωτερικό οι κοινωνίες εκφράζανε το δικό τους αναβρασμό με δημιουργικό τρόπο. Όχι μόνο ανασυγκροτώντας τα κράτη με ένα σαφώς πιο δημοκρατικό τρόπο από τα καθεστώτα που ίσχυαν προπολεμικά, φασιστικά και μοναρχικά τα περισσότερα στην Ευρώπη, και τα υπόλοιπα ημιδημοκρατικά, αλλά και με έξαρση στις τέχνες και τα γράμματα. Τι μουσικές, τι κινηματογράφοι, τι μυθιστορήματα, τι κοινωνικές επιστήμες, τι πολιτικός ακτιβισμός, κοσμογονία, ακόμα και σε χώρες όπως η Ελλάδα που το μεταπολεμικό καθεστώς ήταν σαφέστατα μια καρικατούρα δημοκρατίας.
Στις γειτονιές, ανοίγαμε τα παράθυρα και οι μουσικές που βάζαμε στα ηλεκτρόφωνα, άλλοι άκουγαν Καζαντζίδη κι άλλοι Μπιτλς, ξεχύνονταν στους δρόμους. Το μεροκάματο για τους γονείς δεν ήταν εύκολο, έβγαινε με ιδρώτα, αλλά εμείς, τα παιδιά, αμολιόμασταν στις πλατείες και τις αλάνες μαζί με τα τραγούδια, και το μυαλό μας μπορούσε να φτερουγίσει προς το άμεσο μέλλον. Και φτερούγιζε.
Ακόμα και οι πιο καταπιεσμένοι, οι κομμουνιστές, που είχαν τραβήξει τα πάνδεινα από τη δεκαετία του 1920 και συνέχισαν να τα τραβούν στη δεκαετία του 1960 μέχρι σχεδόν τα μέσα της δεκαετίας του 1970 που έπεσε η δικτατορία, δεν είχαν χάσει την ελπίδα τους ότι η πόρτα του σοσιαλισμού παρέμενε ανοιχτή.
Γι’ αυτό, είχαμε και τα πονεμένα τραγούδια, τα ψυχοπονιάρικα που λειτουργούσαν εκτονωτικά και ανακουφιστικά, είχαμε όμως και τα χορευτικά, από τα ζεϊμπέκικα και τα χασάπικα, μάρτυρες είναι και οι ελληνικές ταινίες της εποχής που τα απεικόνιζαν, ως τα τσιφτετέλια και τα συρτά, όλα τα τραγούδια που το φανερό ή κρυφό νόημά τους ήταν ότι εμείς θα ζήσουμε κι ας είμαστε φτωχοί, το οποίο ρητά και ποιητικά το εξέφρασε καίρια και δια παντός ο Τάσος Λειβαδίτης. Γι’ αυτό είχαμε και τα πιο εκλεπτυσμένα, τα πιο σύγχρονα, το έντεχνο λαϊκό τραγούδι που έκφραζε τον ωραίο γάμο των λογίων με τους λαϊκούς τύπους της προφορικής παράδοσης, τους ποιητές με τους λαϊκούς στιχουργούς και τους δεξιοτέχνες μπουζουκσήδες με τους σπουδαγμένους στα ωδεία μουσικοσυνθέτες, τους σαντουριέρηδες που αυτοσχεδίαζαν από μνήμης με τους μορφωμένους που έγραφαν παρτιτούρες για το πιάνο.
Καινοτομίες
Κι από το εξωτερικό, από τη Δύση και την Ανατολή, έρχονταν, για τους διανοούμενους, οι μεγάλοι δίσκοι, γύρω από το ’60, σπουδαία καινοτομία της εποχής γιατί μεταφέρανε με το βινίλιο ολόκληρες συμφωνίες και όπερες, πράγμα που τεχνολογικά ήταν μέχρι τότε αδύνατο. Από τα δυτικά, Μπετόβεν και Μότσαρτ, κι από τα ανατολικά, Τσαϊκόφσκι και Σοστακόβιτς! Κι όσοι είχαν ανακαλύψει τη τζαζ μπορούσαν να διαλέξουν από μια πολύ μεγάλη γκάμα, από την Έλλα Φιτζέραλντ στις κλασικές φόρμες ως τον Τζον Κολτρέιν στις πρωτοποριακές. Και οι νεότεροι, που αναζητούσαμε μορφές έκφρασης που θα τόνιζαν τις διαφορές που είχαμε με τις προηγούμενες, πιο συντηρητικές σε κοινωνικά και πολιτιστικά θέματα, γενιές, δείχνοντας ταυτόχρονα ότι πάμε για ένα μέλλον διαφορετικό, με περισσότερες ελευθερίες και επιλογές, είχαμε άφθονο υλικό, φρέσκο, πρωτότυπο, νεανικό και με περιεχόμενο, είτε σε πιο ανάλαφρες κατευθύνσεις είτε σε πιο ριζοσπαστικές. Από τον Έλβις Πρίσλεϊ με το Jailhouse rock και το It’s now or never ή τους πρώιμους Μπιτλς με το Love me do και το Can’t buy me love μέχρι τον Bob Dylan με το Blowin’ in the wind και τους Rolling Stones με το Satisfaction.
Τα ίδια μπορώ να πω για το σινεμά, από τον Παζολίνι ως τον Γκοντάρ, για τη λογοτεχνία από τον Αλμπέρ Καμί ως τον Τζακ Κέρουακ, για τις κοινωνικές και πολιτικές επιστήμες από τον Ζαν Πολ Σαρτρ ως τον Βίλχελμ Ράιχ και πολλά άλλα αυτού του επιπέδου πρωτοποριακά έργα και ιδέες από πολύ σπουδαίους διανοητές όχι μόνο της θεωρίας αλλά και της δράσης. Για να μην πάω στα κινήματα, από τα απελευθερωτικά στην Αφρική και την Ασία και τα πολιτικο-πολιτιστικά, από τον Γαλλικό Μάη ως την Πολιτιστική επανάσταση στην Κίνα, από το σύνθημα «η φαντασία στην εξουσία» ως το απόφθεγμα «η γυναίκα είναι το μισό τ’ ουρανού»!
Εποχές αναδίπλωσης
Προσωπικά, μεγάλωσα και διαμορφώθηκα σ’ αυτή την εποχή με αυτά τα δεδομένα. Και δεν ήμουν ο μόνος. Άλλος λιγότερο, άλλος περισσότερο, μία ή δύο γενιές, μεταπολεμικές, διαπλάστηκαν με αυτές τις προδιαγραφές. Και διαμόρφωσαν, μέσα κι έξω από την Ελλάδα, ένα ιδεατό κόσμο που ξέφευγε από τα καθιερωμένα και αποδεκτά. Ένα κόσμο πιο δίκαιο, πιο φιλάνθρωπο και πιο φυσικό, πιο ειρηνικό και πιο συμμετοχικό, με τις τέχνες και τα γράμματα ως εργαλεία και όχι με τανκς και βομβαρδιστικά ως όπλα.
Φαίνεται, όμως, ότι αυτός ο κόσμος ο οποίος εκδηλώθηκε και εκφράστηκε όχι μόνο σε ένα επίπεδο ιδεών, αλλά και σε πολλά επίπεδα πρακτικής εφαρμογής, ο κόσμος που πλάθαμε με πάρα πολλές σοβαρές και επίμοχθες προσπάθειες, με τους πρωτοπόρους και τους συνοδοιπόρους μαζί, τελικά ηττήθηκε από τις δυνάμεις της αγοράς, για να χρησιμοποιήσω τον προσφιλή όρο των ομάδων εξουσίας. Των ελίτ που αμφισβητήθηκαν απ’ αυτά τα ισχυρά κινήματα, που έκαναν τακτικές υποχωρήσεις μπροστά στα κοινωνικά, πολιτικά και πολιτιστικά ρεύματα στη φάση της έξαρσής τους, αλλά ποτέ δεν παρέδωσαν οικειοθελώς έστω ένα κομμάτι από την εξουσία τους στους αμφισβητίες και το λαό.
Αντιθέτως, με άμεσο και έμμεσο τρόπο, τους καταδίωξαν, τους περιθωριοποίησαν και τους αφόπλισαν αρπάζοντας και κακοποιώντας τις ιδέες και τις προτάσεις τους. Βέβαια, και κάποιους τους εξαγόρασαν και τους ενέταξαν στο σύστημά τους. Όμως, και πολλοί που δεν υπέκυψαν ούτε απαρνήθηκαν τις ιδέες και τα πιστεύω τους, έχασαν τον μπούσουλα μέσα στην αναδίπλωση των κινημάτων, την εξαΰλωση της οργανωμένης Αριστεράς και τη λαίλαπα του νεοφιλελευθερισμού που υποσχέθηκε λαγούς με πετραχήλια στους λαούς. Γιατί, με αναφορά στην ευρωπαϊκή Αριστερά, για να έχει διάρκεια και αποτέλεσμα ο αγώνας δεν αρκεί να αναμασάς απροσάρμοστες στο παρόν τις φόρμες που ήταν επίκαιρες και χρήσιμες στο παρελθόν. Ο πολιτικός αγώνας, ο αγώνας για ένα πολιτισμένο κόσμο, θέλει συνεχώς καύσιμη ύλη, θέλει προσαρμογές, αναδιατάξεις, καινοτομίες, πάντοτε πάνω στη βασική ανθρωπιστική ιδέα που τον συνέχει. Η στασιμότητα και η ακαμψία ακυρώνει τον πολιτικό αγώνα. Ούτε παράδοση και ενσωμάτωση στο στρατόπεδο της αδικίας και της ανισότητας, για ατομικά ή προσωρινά οφέλη, ούτε εμμονή σε ιδέες και πρακτικές που εξάντλησαν προ καιρού τη δυναμική και την αποτελεσματικότητά τους.
Επιστροφή στις ρίζες, βέβαια, επιμονή στις βασικές μας αξίες, αλλά και συγχρονισμό της τακτικής μας με τα νέα δεδομένα, τα τοπικά και τα γεωπολιτικά. Ώστε οι δικές μας αξίες για τις οποίες έχουν γίνει τόσες θυσίες να πιάσουν τόπο. Αλλιώς τις καίμε σαν παλιόχαρτα.
Σε αναζήτηση νοήματος
Και όλα αυτά, τα στοχαστικά, με αφορμή την ανάγκη που επισημαίνω ότι έχουμε να γυρίζουμε ή να παραμένουμε σταθεροί στις μουσικές που έρχονται από πιο ευφάνταστες και δημιουργικές εποχές. Και που, νομίζω, ότι και οι πιο ανήσυχοι νέοι, αυτοί που έχουν αντιληφθεί ότι τα σημερινά αδιέξοδα έχουν πολιτικές αιτίες, ότι δεν είναι φυσικά φαινόμενα, αλλά λύματα του κοινωνικού καθεστώτος στο οποίο υπαγόμαστε, βρίσκουν κι αυτοί καταφύγιο στις μουσικές με τις οποίες εμείς οι παλιότεροι μεγαλώσαμε και διαμορφωθήκαμε. Γιατί είναι μουσικές που κουβαλούν νοήματα, κουβαλούν παραστάσεις από μια περίοδο έμπνευσης και αισιοδοξίας για ένα καλύτερο κόσμο που παραμένει θεωρητικά και πρακτικά εφικτός. Νέοι που δεν ικανοποιούνται από τη σύγχρονη παραγωγή προϊόντων πολιτισμού, παρ’ όλη την υπερπροσφορά και την ευκολία μετάδοσης, χρήσης και κατανάλωσής τους. Νέοι που θέλουν κάτι με περισσότερη ουσία, με μεγαλύτερο βάθος.
Σ’ αυτή, λοιπόν, την περίοδο παρατεταμένης ύφεσης στο επίπεδο των ιδεών και των κινημάτων, με τα απόβλητα του δυτικού αστικού πολιτισμού που εξαντλημένος από τη λεηλασία και την ξηρασία που ο ίδιος έχει προκαλέσει, να μας έχουν φτάσει μέχρι το λαιμό, είναι μια λύση η καταφυγή σε μουσικές από το παρελθόν που έχουν πλούσιο φορτίο πολιτισμικό, ιστορικό και κοινωνικό, σαν αναγκαία γέφυρα για να κρατηθούμε για όσο χρειαστεί και να περάσουμε όσο το δυνατό πιο αλώβητοι το χείμαρρο των λυμάτων της καπιταλιστικής πλεονεξίας. Αρκεί όσο πιο γρήγορα γίνεται, η μουσική δημιουργία, η πολιτιστική δημιουργία, να περπατήσει και με τα δύο της πόδια, το κλασικό από τη μια, που μεταφέρει την ιστορία και την ταυτότητά μας και το σύγχρονο που εκφράζει τις τωρινές μας ιδιαιτερότητες και εμπεριέχει στοιχεία από το μέλλον, το μέλλον που ταιριάζει σε σκεπτόμενα όντα και όχι σε λυσσασμένα αρπαχτικά που καταστρέφουν τη φύση, ισοπεδώνουν τους πολιτισμούς και αντιμάχονται την ειρήνη, την ανθρωπιά και τη δικαιοσύνη προς ίδιον όφελος.