Β’ Μέρος
Ο Λεωνίδας Κοντουδάκης συνεχίζει* τη χειμαρρώδη αφήγησή του με όσα ακολούθησαν μετά τη δολοφονική επίθεση κατά του βουλευτή της ΕΔΑ στις 22 Μαΐου 1963 στη Θεσσαλονίκη:
Τι συνέβη μετά τον θανάσιμο τραυματισμό του Λαμπράκη;
Το μεσημέρι της επόμενης μέρας πήγαμε 10 φοιτητές να διαμαρτυρηθούμε στον υπουργό Βορείου Ελλάδος Διονύση Μανέντη, ο οποίος μας εξέφρασε την λύπη του για τη δολοφονική επίθεση. Τότε μπήκε στην αίθουσα ο νομάρχης Μανουσόπουλος και μας είπε ότι ήταν αυτοκινητιστικό ατύχημα… Μετά πήγαμε στο ΑΧΕΠΑ να δούμε τι γίνεται με τον Γρηγόρη. Εκεί ο σύντροφός μας γιατρός Κ. Παπακωνσταντίνου, που ήταν συνέχεια πάνω από το κεφάλι του, μας είπε τα δυσάρεστα νέα. Μπήκαμε μαζί στο δωμάτιο του Γρηγόρη. Ήταν ημίγυμνος με αναπνευστήρα, το στήθος του ανέβαινε και κατέβαινε 10 πόντους. Θαύμασα το αθλητικό παρουσιαστικό του! Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν η ακτινογραφία του κρανίου του: είχε σπάσει ακτινωτά, όπως σπάει το κρύσταλλο του τραπεζιού…
Στο απέναντι δωμάτιο ήταν ο μπαρμπα-Γιώργης Τσαρουχάς, βουλευτής της ΕΔΑ κι αυτός, φασκιωμένος με γάζες από τα πόδια μέχρι το κεφάλι. Μόνο η μύτη του ήταν ελεύθερη. Τον είχαν τσακίσει οι παρακρατικοί την προηγούμενη μέρα, όταν προσπάθησε να δει τι γίνεται με τον Λαμπράκη. Κάθε βράδυ ξενυχτούσαμε έξω από το νοσοκομείο 40-50 φοιτητές. Την επόμενη ήλθαν πολλοί δημοσιογράφοι από Αθήνα. Ήλθε κι ο Ηλίας Ηλιού, γραμματέας της ΕΔΑ, και ο Μίκης Θεοδωράκης. Ο Ηλιού μας είπε ότι η εντολή της δολοφονίας «ήλθε από ψηλά». Καταλάβαμε όλοι ότι εννούσε τη Φρειδερίκη. Κάποια στιγμή ήρθε στο ΑΧΕΠΑ και η σύζυγος του Λαμπράκη, άκλαυτη. Ήταν σε διάσταση, πιθανώς από την εποχή που ο Λαμπράκης προσχώρησε στην ΕΔΑ, καθ’ ότι η ίδια ήταν κόρη ανώτατου αξιωματικού της Χωροφυλακής.
Και στις 27 Μαΐου ήρθε το τέλος…
Ναι, κατά τις 3 το μεσημέρι κατέφθασαν δυνάμεις Χωροφυλακής έξω από το ΑΧΕΠΑ και μας διέλυσαν. Σε λίγο με ταχύτητα πέρασε η νεκροφόρα με τον Λαμπράκη για τον Σιδηροδρομικό Σταθμό. Την επομένη κηδεύτηκε. Στην κηδεία του ήταν η μισή Αθήνα!
Αμέσως μετά ξεκίνησαν οι ανακρίσεις, σωστά;
Ναι, την προκαταρκτική ανάκριση ανέλαβε ο αντεισαγγελέας Νίκος Αθανασόπουλος. Το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να πάει στο σπίτι του Κοτζαμάνη, όπου βρήκε την ταυτότητα του, της παρακρατικής οργάνωσης του Γιοσμά «Καρφίτσα». Απ’ αυτήν ξετύλιξε το κουβάρι της υπόθεσης. Μετά ανέλαβε ο Σαρτζετάκης ως ανακριτής. Η Χωροφυλακή όχι μόνο δεν βοηθούσε την ανάκριση, αλλά έβαζε και εμπόδια. Ευτυχώς είχαν έρθει από την Αθήνα τρεις καλοί δημοσιογράφοι που ουσιαστικά έκαναν τη δουλειά της Χωροφυλακής: ο Βούλτεψης της Αυγής, ο Ρωμαίος από τα Νέα και ο Μέρτζος από την Ελευθερία.
Πες μας για τη συνάντησή σας με τον Σαρτζετάκη
Μετά τις εξετάσεις, στις 15 Ιουνίου, πήγαν σύντροφοι που είχαν παραβρεθεί στη δολοφονία, μαζί κι εγώ, να καταθέσουμε. Μπήκα στο γραφείο του, που ήταν επί της οδού Βασ. Σοφίας. Τα πατζούρια ήταν κλειστά, ημίφως. Στη γωνία καθόταν αυτός με κάτι μαύρα γυαλιά σαν πατομπούκαλα. Με ρώτησε αν ήμουν παρών στη δολοφονία, απάντησα ναι. Με ρώτησε αν ανήκω στην ΕΔΑ, απάντησα επίσης ναι. Τότε εκνευρισμένος μου λέει «φύγε, δεν χρειάζομαι άλλους από σας και πες στο κόμμα σου να μην μου στείλει άλλους». Πήγα στα γραφεία της ΕΔΑ και διηγήθηκα το συμβάν. Ο σύντροφος Ακρίδας μου είπε ότι και σ’ αυτόν τα ίδια έκανε. Ετοιμάσαμε ένα υπόμνημα όπου κατονομάσαμε ως υπεύθυνο της δολοφονίας τον Δημήτρη Κατσούλη, υπομοίραρχο, διοικητή ασφαλείας του Ε΄ αστυνομικού τμήματος και κτηνώδη αντικομμουνιστή.
Βέβαια ο Σαρτζετάκης συγκρούσθηκε με τον Κόλλια, εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, γιατί τον πίεζε να διαχωρίσει την ανάκριση σε αυτουργούς και ηθικούς αυτουργούς, δηλαδή τους αξιωματικούς. Αντιστάθηκε λόγω δικονομικών περιορισμών – και είχε δίκιο, αν και δεν αντιστάθηκε από ηρωισμό, αλλά λόγω τυπολατρίας. Τέλος πάντων, αυτό ήταν που τον δόξασε. Νομίζαμε ότι αντιστάθηκε, αλλά δεν συνέλαβε τον Κατσούλη, οπότε θα ξετυλιγόταν το κουβάρι για πολύ ψηλά (Νάτσινα, Φρειδερίκη).
Ο ανακριτής Σαρτζετάκης φυλάκισε τον Κοτζαμάνη χάρη στον Χατζηαποστόλου, τον ονομαστό Τίγρη, και τον Εμμανουηλίδη χάρη στον δημοσιογράφο Σαλονικίδη. Μετά ήρθε η σειρά των ηθικών αυτουργών που ήταν παρόντες στη δολοφονία, των ανώτερων αξιωματικών της Χωροφυλακής Μήτσου, Καμουτσή, Δόλκα, Τριανταφύλλου, Καπελώνη. Τους προφυλάκισε κι αυτούς. Τον Κατσούλη δεν τον ακούμπησε, όμως, παρόλο που ο Καπελώνης είπε ότι του τηλεφώνησε ο Κατσούλης να του στείλει τον Κοτζαμάνη! Πιθανά φοβόταν ο Σαρτζετάκης μήπως σπάσει ο κρίκος και δημιουργηθεί πολιτειακό ζήτημα, και μάλιστα μετά τις εκλογές «βίας και νοθείας» του 1961 υπό τις ευλογίες του Παλατιού, με «υπηρεσιακό» πρωθυπουργό τον βασιλικότατο Κωνσταντίνο Δόβα…
Μιλήστε μας για τη δίκη το 1966. Αν και φαντάρος, ήσασταν μάρτυρας;
Ναι. Προτού καταθέσω, πέρασα από το σπίτι του Γιώργη Τσαρουχά, να τον ρωτήσω σχετικά με τη δίκη, τι να τονίσω. Μου είπε: «Ό,τι είδες κι ό,τι άκουσες, τίποτα παραπάνω». Φεύγοντας μου φωνάζει «Λεωνίδα, για πες μου πώς έγινε η δολοφονία, γιατί όταν ήλθα να σας απεγκλωβίσω, οι τραμπούκοι με σακάτεψαν». Του εξιστορώ, και όταν του λέω ο Σύλλας μας φώναξε «από δω παιδιά» και βγήκαν πρώτοι στη Βενιζέλου, τινάχτηκε σαν ελατήριο από την καρέκλα του: «Τα είπες αυτά στο κόμμα;». Του απαντώ «όχι, κανείς δεν με ρώτησε». «Πήγαινε να τα πεις… αλλά άσε, είσαι στρατιώτης, θα τα πω εγώ». Δεν τον ξανάδα από τότε. Σε 6 μήνες έγινε η χούντα και τον σκότωσαν κι αυτόν.
Καταθέτοντας στις 14 Οκτωβρίου 1966 στη δίκη του Λαμπράκη σαν μάρτυρας κατηγορίας, παρόλο που ήμουν στρατιώτης, ανέφερα το λάθος του Σύλλα στο δικαστήριο. Τότε ο Σύλλας, που ήταν συνήγορος πολιτικής αγωγής, μουδιασμένος σηκώθηκε και είπε «πήγαμε προς τα κει γιατί προς αυτή την κατεύθυνση ήταν το ξενοδοχείο Κοσμοπολίτ, όπου θα διέμενε ο Λαμπράκης». Εξερχόμενος του δικαστηρίου στις 10:30 μ.μ. προπηλακίστηκα από τραμπούκους και ασφαλίτες. Με πήρε το παράπονο: πού ήταν η Νεολαία Λαμπράκη που είχαμε οργανώσει και είχε κατακτήσει το 50% της νεολαίας…
Υπήρχαν πληροφορίες ότι κάτι ετοιμαζόταν εναντίον του Λαμπράκη;
Αυτό είναι αλήθεια. Υπήρχε η πληροφορία την παραμονή, στην ηγεσία της ΕΔΑ στη Θεσσαλονίκη, από έναν ξυλουργό, ότι θα γινόταν απόπειρα κατά του Λαμπράκη. Όταν ήμασταν στριμωγμένοι στην έξοδο, ο Λαμπράκης φαινόταν φοβισμένος. Μάλιστα ο Τάκης Κουλάνδρου έριξε το σύνθημα «όχι άλλο καρούμπαλο», και το διασκεδάσαμε. Γέλασε κι ο Λαμπράκης, για τελευταία φορά… Καημένε Λαμπράκη, ήρθες στη σφηκοφωλιά να κηρύξεις την ειρήνη. Σου είχαν πει τι συμβαίνει στη Θεσσαλονίκη, τα αψήφησες. Αλλά η θυσία σου έπιασε τόπο, η μνήμη σου θα ζει αιώνια!
Αντί επιλόγου
Η απόφαση του δικαστηρίου τους έριξε στα μαλακά. Οι 12 ένορκοι αποφάνθηκαν ότι η δολοφονία ήταν «μη σκοπούμενη». Αθώοι οι αξιωματικοί, μόνο ο Καπελώνης έφαγε 5-6 μήνες. Οι Κοτζαμάνης και Εμμανουηλίδης καταδικάστηκαν σε 11 και 8,5 χρόνια φυλάκισης αντίστοιχα. Μετά από λίγο ήρθε η χούντα και τους άφησε όλους ελεύθερους.
* Βλ. το Α΄ μέρος της συνέντευξης στο φύλλο 591 (σελ. 12).