Νέες κυρώσεις και εξοπλιστικά προγράμματα επιστρατεύει η Δύση

του Σπύρου Παναγιώτου

Δυόμιση χρόνια μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η εικόνα στα πεδία των συγκρούσεων δεν είναι ευνοϊκή για το Κίεβο. Παρά το γεγονός ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία ουσιαστικά μετατράπηκε σε μια ολοκληρωτική σύγκρουση της Ρωσίας με το ΝΑΤΟ και τη «συλλογική Δύση», σήμερα βρισκόμαστε σε μια κρίσιμη καμπή. Όχι τόσο επειδή έχουμε μια θεαματική επέλαση του ρωσικού στρατού, αν και τα εδαφικά κέρδη που καταγράφονται αυτό το καλοκαίρι σε βάρος της Ουκρανίας είναι σημαντικά. Είναι εξάλλου πολλοί εκείνοι στις πρωτεύουσες της Δύσης που υποστηρίζουν ότι η Ρωσία κερδίζει τον πόλεμο, ότι τα αλλεπάλληλα κύματα βοήθειας προς το Κίεβο δεν μπορούν να αντιστρέψουν την εικόνα, και ότι ο ουκρανικός στρατός βρίσκεται στα πρόθυρα κατάρρευσης.

Το σημαντικότερο όμως συμπέρασμα είναι ότι ο πόλεμος φθοράς που επέλεξε η Δύση κατά της Ρωσίας δεν έχει φέρει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Η ρωσική οικονομία δείχνει ανθεκτική σε πάνω από 2.000 κυρώσεις που έχουν επιβληθεί τα τελευταία χρόνια. Αντίθετα, οι πολεμικές συγκρούσεις στην Ουκρανία ανέδειξαν την πολύπλευρη αδυναμία του ΝΑΤΟ –πολιτική, οικονομική και παραγωγική– να ανταποκριθεί επαρκώς σε έναν μακρόχρονο πόλεμο φθοράς. Το κυριότερο, ο πόλεμος ανέδειξε, μέσα από τη «διαφοροποίηση» Τραμπ, τη βαθιά εσωτερική ρήξη του Δυτικού μπλοκ. Ρήξη που διαπερνά τις σχέσεις τόσο μεταξύ ΗΠΑ και Ε.Ε., όσο και εκείνες που ενυπάρχουν και οξύνονται στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Η πληθώρα αντιφατικών δηλώσεων του ίδιου του Αμερικανού προέδρου και, ορισμένες φορές, η ανοικτή αντιπαράθεση ΗΠΑ-Ε.Ε. ως προς τη στάση στην Ουκρανία, αποτελούν παράγοντες που οξύνουν την επικινδυνότητα μιας ανεξέλεγκτης τροπής της σύγκρουσης, φέρνοντας ακόμα και τον πυρηνικό εφιάλτη μέσα στη λογική των εξελίξεων.

Σε αναζήτηση συμβιβασμού ή προς όξυνση των συγκρούσεων;

Δεν έχει περάσει πολύς χρόνος από τότε που ο Τραμπ ανακοίνωνε ότι οι ΗΠΑ θα σταματήσουν τον εξοπλισμό της Ουκρανίας, ως κίνηση καλής θέλησης για έναν συμβιβασμό με τη Ρωσία και το σταμάτημα του πολέμου. Όμως πριν καν «στεγνώσει το μελάνι» του σχετικού προεδρικού διατάγματος, ο Τραμπ ανακοίνωσε ότι θα συνεχίσει να εξοπλίζει το Κίεβο, και μάλιστα με όπλα ικανά να πλήξουν το εσωτερικό της Ρωσίας, με την προϋπόθεση το κόστος να καλύψουν οι χώρες του ΝΑΤΟ – δηλαδή η Ευρώπη. Ο Τραμπικός «φιλειρηνισμός» εξαντλείται στο ποιος θα πληρώσει τον λογαριασμό. Και πάλι όμως, πριν κοπάσουν οι πανηγυρισμοί των Ρούτε και Κάλας για την εν λόγω «κυβίστηση» του Τραμπ, δημοσιογραφικές πληροφορίες αναφέρουν ότι η Γαλλία και η Ιταλία διαφωνούν, έχοντας στο μυαλό την απώλεια κερδών των δικών τους πολεμικών βιομηχανιών. Όλες οι πλευρές πάντως ξεχνούν να αναφέρουν ούτε οι ΗΠΑ ούτε η Ε.Ε. είναι σε θέση να παράξουν έγκαιρα τα όπλα που ζητά το Κίεβο.

Δεν έχει επίσης περάσει πολύς χρόνος από τότε που ο Τραμπ έδινε προθεσμία 50 ημερών για να τελειώσει ο πόλεμος στην Ουκρανία χωρίς όρους και προϋποθέσεις. Αλλά πριν λίγες μέρες, απόλυτα αιφνιδιαστικά, ανακοίνωσε ότι η προθεσμία μειώνεται στις 10 μέρες: έληξε στις 8/8. Σύμφωνα με τους νέους όρους του Τραμπ, εάν δεν συμμορφωθεί η Ρωσία οι ΗΠΑ θα επιβάλουν δασμούς 100% στα προϊόντα των χωρών που διατηρούν οικονομικές σχέσεις με τις ΗΠΑ αλλά αγοράζουν ρωσικό αέριο. Την ίδια στιγμή βέβαια πληθαίνουν και οι ενδείξεις (χαρακτηριστικές των βαθιών αντιφάσεων και αδιεξόδων που αντιμετωπίζει η Ουάσιγκτον) ότι επίκειται συνάντηση Τραμπ-Πούτιν

Σε κάθε περίπτωση, η απειλή για δασμούς σε όσους συναλλάσσονται με τη Μόσχα στρέφεται κατά κύριο λόγο εναντίον της Κίνας και της Ινδίας, που είναι οι κύριοι αγοραστές ρωσικών ενεργειακών πόρων, και δευτερευόντως κατά της Τουρκίας. Η Ρωσία δεν έδειξε να αιφνιδιάζεται από την εξαγγελία Τραμπ, έχοντας επίγνωση ότι έχει διαφοροποιήσει ήδη τους αποδέκτες των προϊόντων της, έστω και πουλώντας φθηνότερα, και ότι η παγκόσμια ζήτηση δεν μπορεί να ικανοποιηθεί χωρίς τη συμμετοχή της δικής της παραγωγής σε ενεργειακούς πόρους. Η Κίνα απέρριψε ήδη την πρόταση ως απαράδεκτη. Η Ινδία, χώρα των BRICS αλλά με ειδικές σχέσεις τόσο με τις ΗΠΑ όσο και την Ε.Ε., επίσης απέρριψε την αμερικάνικη πρόταση επικαλούμενη λόγους εθνικού συμφέροντος. Αποκάλυψε μάλιστα ότι η Δύση θέλει να την αποκλείσει από τους ενεργειακούς πόρους της Ρωσίας τη στιγμή πού οι ΗΠΑ διατηρούν εμπορικές σχέσεις με τη Ρωσία – το ίδιο και η Ε.Ε. που, έστω και εμμέσως, συνεχίζει να προμηθεύεται ρωσικό πετρέλαιο. Δεν προκαλεί εντύπωση ότι η Τουρκία δεν έχει κάνει σχόλιο για την πρόταση Τραμπ, φιλοδοξώντας σε ευνοϊκή μεταχείριση ως συνήθως.

***

Μένει να δούμε αν στις επόμενες μέρες υπάρξει κάποια νέα δήλωση Τραμπ, ιδίως μετά την ανακοίνωση του Πούτιν (την επομένη της συνάντησής του με τον προεδρικό απεσταλμένο Γουίτκοφ) ότι είναι πολύ πιθανό το αμέσως επόμενο διάστημα να συναντηθεί με τον Αμερικανό ομόλογό του. Εκείνο που διαφαίνεται πάντως από τις αντιφατικές επιλογές του Τραμπ είναι ότι το χάσμα στο εσωτερικό της πάλαι ποτέ συλλογικής Δύσης διευρύνεται, την ίδια στιγμή που βασικές δυνάμεις των BRICS αισθάνονται αναγκαίο και αναπόφευκτο να συσφίξουν δεσμούς και σχέσεις παρά τις εσωτερικές τους διαφωνίες.

Η τάση αυτή δημιουργεί ένα εύλογο ερώτημα: Είναι ένας συμβιβασμός ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση o επιδιωκόμενος στόχος της πολιτικής των ΗΠΑ και Ε.Ε., ή σταδιακά περνάμε από την έκρηξη προσωρινών κρίσεων σε μόνιμες, διευρυνόμενες και κυλιόμενες συγκρούσεις; Η λογική των πραγμάτων φαίνεται να γέρνει προς το δεύτερο ενδεχόμενο.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!