Συνεχίζεται η εκκωφαντική σιωπή και αμηχανία μπροστά στις προκλήσεις της Άγκυρας
Του Νίκου Ταυρή
Κάθε βδομάδα που περνά έχουμε μια νέα πρόκληση της Άγκυρας. Έχουμε πάψει πια να μετράμε παραβιάσεις του εναέριου και θαλάσσιου χώρου ή υπερπτήσεις πάνω από κατοικημένα νησιά. Αυτά αποτελούν πια ρουτίνα, κανονικότητα.
Ζούμε στιγμές όπου η Τουρκία αμφισβητεί άμεσα και με τον πιο επίσημο τρόπο, με δηλώσεις τριών υπουργών της, τις Διεθνείς Συμφωνίες για την ελληνικότητα 18 νησιών στο Αιγαίο. Εστιάζουν την προσοχή τους στο Αγαθονήσι, χωρίς να παύουν στιγμή να διεκδικούν νησιά ακόμα και νότια της Κρήτης. Την ίδια στιγμή, με επίσημο έγγραφο λένε ότι τα ελληνικά νησιά και η Κύπρος δεν δικαιούνται υφαλοκρηπίδας. Ερμηνεύοντας μονομερώς το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, ισχυρίζονται ότι υφαλοκρηπίδα δικαιούνται αποκλειστικά οι χώρες με χερσαία εδάφη.
Έτσι, τα δικαιώματα των νησιών σε Αιγαίο και Κύπρο περιορίζονται μέσα στα χωρικά τους ύδατα, δηλαδή σε ένα πλάτος 6 ναυτικών μιλιών γύρω τους. Ο υπόλοιπος θαλάσσιος χώρος περιέρχεται αποκλειστικά στην Άγκυρα. Με αυτόν τον τρόπο τα τουρκικά όρια εκμετάλλευσης του θαλάσσιου πλούτου επεκτείνονται μέχρι τα όρια της Αιγυπτιακής ΑΟΖ, γεγονός που καθιστά άκυρες τις διμερείς συμφωνίες μεταξύ Αιγύπτου, Ελλάδας και Κύπρου.
Οι προκλητικές θέσεις της Τουρκίας συνοδεύονται με νέα απειλή πολέμου σε βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου στη περίπτωση που οι δύο χώρες συνεχίσουν οποιαδήποτε ερευνητική ή άλλη εργασία στις περιοχές που η Άγκυρα μονομερώς θεωρεί ως περιοχή δικής της κυριαρχίας. Και πριν κοπάσουν αυτές οι απειλές ήρθε και νέα πρόκληση.
Διχοτόμηση του Αιγαίου στην πράξη
Η Τουρκία με οδηγία της στις αρχές της βδομάδας ανακοίνωσε τη διενέργεια τετραήμερης άσκησης σε όλο το μήκος και πλάτος των διεθνών υδάτων του Αιγαίου, βορείως του 37ο Παραλλήλου. Δεν πρόκειται για μια ακόμα άσκηση ρουτίνας. Στην πραγματικότητα η Τουρκία έχει καταφέρει να επιβάλλει στην πράξη τη συγκυριαρχία στο Αιγαίο και το διαμερισμό του στον 25ο μεσημβρινό.
Η αλλαγή του status στο Αιγαίο συντελείται τώρα και δεν υπάρχει η παραμικρή αντίδραση. Με την άσκηση που εξήγγειλε η Τουρκία δεσμεύει όλη τη θαλάσσια περιοχή βόρεια της Αμοργού μέχρι τις ακτές της Χαλκιδικής. Σύμφωνα με το σενάριο της άσκησης, καλούνται «αρχές ναυσιπλοΐας και τα εμπορικά, αλιευτικά σκάφη, μεγαλύτερα των 300 GRT, να συνεργαστούν με το Τουρκικό Ναυτικό Κέντρο στη Σμύρνη, χωρίς καθυστέρηση». Σε διαφορετική περίπτωση θα ελέγχονται από ένοπλα μέσα του τουρκικού κράτους, δηλαδή την Ακτοφυλακή και το Ναυτικό.
Έτσι η Άγκυρα αμφισβητεί κάθε έννοια κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας στα διεθνή ύδατα του Αιγαίου και όλες τις συμβάσεις που καθορίζουν τα όρια επιχειρησιακής της ευθύνης στην περιοχή. Σε συνδυασμό με δύο άλλες οδηγίες για ασκήσεις, η μία γύρω από το Καστελόριζο και η άλλη με πραγματικά πυρά στην περιοχή μεταξύ των Ψαρών, της Σκύρου και της Εύβοιας, η Τουρκία επιχειρεί να εγκλωβίσει ένα τεράστιο κομμάτι στο κεντρικό Αιγαίο αμφισβητώντας στην πράξη το σημερινό καθεστώς.
Αυτές οι διαδοχικές προκλητικές κινήσεις της Τουρκίας ούτε τυχαίες είναι ούτε αποσπασματικές. Με τρόπο συστηματικό προβάλλει κάθε φορά όλο και πιο προχωρημένες διεκδικήσεις, επιδιώκοντας και καταφέρνοντας να σταθεροποιήσει τις προηγούμενες θέσεις.
Η Τουρκία έχει καταφέρει, μόνο με την απειλή χρήσης βίας, να επιβάλει τετελεσμένα στο Αιγαίο και να εκβιάζει για ακόμα μεγαλύτερες παραχωρήσεις από την Θράκη έως την Κύπρο.
Το καθεστώς των συνόρων στο Αιγαίο αμφισβητείται επίσημα. Στην πράξη, τα νησιά τελούν υπό διεθνή διοίκηση, καθώς η ΝΑΤΟϊκή αρμάδα, Frontex, ΜΚΟ και ξένοι πράκτορες έχουν τον ουσιαστικό έλεγχο της κατάστασης. Η μεγάλης κλίμακας αλλαγή της δημογραφικής σύνθεσης του πληθυσμού, με τα σημερινά μόνο επίπεδα μετανάστευσης, και ο συμφωνημένος εγκλωβισμός τους στις ακριτικές περιοχές ανοίγουν διάπλατα το ενδεχόμενο νέων αμφισβητήσεων στο εγγύς μέλλον. Από όλες τις πλευρές η κατάσταση τείνει να διαμορφωθεί εκτός διαχειρίσιμων ορίων.
Η σιωπή της Ελλάδας, η λεγόμενη «ψύχραιμη» και «ρεαλιστική» αντιμετώπιση της τουρκικής επιθετικότητας, η μη αποφασιστική προσφυγή της χώρας στους διεθνείς οργανισμούς αποθρασύνει την επιθετικότητα της Άγκυρας. Το ίδιο αποτέλεσμα φέρνει η αδιαφορία και η ανοχή της διεθνούς κοινότητας, αν όχι η υποδαύλισή της, στους τουρκικούς σχεδιασμούς.
Συστηματική αποκοίμιση συνειδήσεων
Έχουμε πολλές φορές σημειώσει από τις σελίδες του Δρόμου ότι η χώρα βρίσκεται υπό το βάρος μιας διπλής απειλής. Η οικονομική και κοινωνική της συντριβή από τη διαρκή εφαρμογή των μνημονιακών καταναγκασμών συναντιέται με το κίνδυνο συρρίκνωσης της κυριαρχίας της χώρας ακόμα και απώλειας εδαφών.
Ο επίσημος πολιτικός κόσμος δεν ενδιαφέρεται διόλου για αυτές τις εξελίξεις. Πέρα από ανούσιους λεονταρισμούς, εκχωρημένους στον εκπρόσωπο των ΑΝΕΛ στη κυβέρνηση, οι μνημονιακές δυνάμεις εξαντλούν τις δυνάμεις τους στο να πείσουν τους δανειστές ότι είναι ή θα καταστούν αποτελεσματικοί διαχειριστές των εντολών τους. Για όσα συντελούνται στο Αιγαίο επενδύουν στο έλεος των δυτικών συμμάχων. Οι πρόσφατες δηλώσεις του Αμερικάνου πρέσβη στην Αθήνα και οι αναφορές του για τη στρατηγικής σημασίας προσφορά της Αθήνας στην επέκταση της βάσης της Σούδας και την χρονική παράτασης της παραχώρησής τους πιστοποιούν την πρόθεση ολοκληρωτικής παράδοσης της χώρας στους αμερικάνικους σχεδιασμούς. Και όλα αυτά χωρίς καμιά υποστήριξη για τις παράνομες απαιτήσεις της Τουρκίας σε Αιγαίο και Κύπρο. Αντίθετα, με αύξηση των πιέσεων για αποδοχή της διάλυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας και διχοτόμησης του Αιγαίου με αμερικάνικη συγκυριαρχία. Αυτά ίσως είναι κατανοητά.
Εκείνο που δεν είναι αποδεκτό είναι η… αφασία των ειδικών και ιδιαίτερα των προοδευτικών διανοούμενων και της Αριστεράς. Κανένας δεν θέλει να δει το πρόβλημα. Ιδιαίτερα η Αριστερά δεν κρύβει την αποστροφή της σε κάθε αναφορά σχετικά με την τουρκική επιθετικότητα. Εστιάζοντας την προσοχή της, χωρίς επιτυχία είναι η αλήθεια, στην οικονομική διάσταση της καταστροφής, αδυνατεί να δει τις συνέπειες ενός θερμού επεισοδίου στις συνειδήσεις των πολιτών. Αδυνατεί να συνειδητοποιήσει ότι το ενδεχόμενο μικρέματος και εδαφικά- γεωγραφικά της Ελλάδας θα έχει σημαντικότατες και πολύπλευρα αρνητικές επιδράσεις. Ιδιαίτερα με έναν χωρίς ενημέρωση και απροετοίμαστο λαϊκό παράγοντα.
Η επίσημη αριστερή – προοδευτική προσέγγιση των εξελίξεων στο Αιγαίο εξαντλείται στην εκτίμηση ότι η τούρκικη επιθετικότητα είναι «σκέτα λόγια» και απειλές που σχετίζονται με εσωτερικούς παράγοντες. Δεν θέλουν να δουν ότι ακόμα και έτσι δεν καθίσταται λιγότερη επικίνδυνη η Άγκυρα.
Θέλουν να πιστεύουν ότι η Τουρκία «θα μας πιέσει μέχρι τα άκρα αλλά τίποτα παραπάνω». Δεν θέλουν να δουν ότι η Τουρκία ήδη έχει στρατό κατοχής σε Κύπρο και Συρία και βάσεις στο έδαφος του Ιράκ. Ότι ήδη βρίσκεται σε πόλεμο και δεν θα διστάσει να ανοίξει έναν ακόμα όσο αισθάνεται την αδυναμία του «αντιπάλου» της έναντι της δικής της υπεροχής. Ορισμένοι δεν διστάζουν να υποστηρίξουν ότι η Ελλάδα άδικα στραγγαλίζει τη γειτονική χώρα ή ευθύνεται για την κατάσταση σε Αιγαίο και Κύπρο. Και όλοι μαζί, συστημικοί και προοδευτικοί, υπερθεματίζουν στο κλίμα συνεργασίας και συνεννόησης με την Τουρκία. Ξεχνούν ότι κάτι τέτοιο απαιτεί αμοιβαίο σεβασμό των κυριαρχικών δικαιωμάτων και κυρίως ενεργή υποστήριξη ειρηνικών διαδικασιών επίλυσης των διαφορών με σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο και τις Διεθνείς συμβάσεις. Ξεχνούν ότι τα casus belli εκπορεύονται από την Τουρκία.
Η στάση αυτή έχει οδηγήσει σε απάθεια και αδιαφορία την μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού. Κανένας δεν θέλει να δει την τουρκική απειλή. Η αντιμετώπιση των προβλημάτων μιας καθημερινής χαμοζωής θολώνουν τα νερά ενός εξίσου σημαντικού κινδύνου.
Η προσπάθεια αντιστροφής αυτής της πραγματικότητας αναδεικνύεται σε κρίσιμη αναγκαιότητα. Οι πρωτοβουλίες σχετικά με την ανάδειξη της διπλής απειλής που αντιμετωπίζει η χώρα είναι πιο επίκαιρες, πιο αναγκαίες από ποτέ.