Η κυβέρνηση επέδειξε και σε αυτό το θέμα την ίδια μικροπολιτική στάση με αυτήν που κρατά εδώ και καιρό. Από τη μια ο Καμμένος, προσπαθώντας να ανταγωνιστεί τον Μητσοτάκη και να επικοινωνήσει με τα αντικομμουνιστικά αντανακλαστικά της εκλογικής βάσης της Δεξιάς, αναπαρήγαγε όλη την προπαγάνδα περί «σοβιετικής κατοχής» της Εσθονίας, χαρακτηρίζοντας «κομπλεξική» τη μη αναγνώριση του «ολοκληρωτισμού των κομμουνιστικών καθεστώτων». Από την άλλη, ο ΣΥΡΙΖΑ, στα πλαίσια του «κεντροαριστερού» τρόπου που πολιτεύεται, εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία ώστε να καταγραφεί σαν υπερασπιστής του κομμουνιστικού κινήματος και των παραδόσεων του, θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να κάνει μια ακόμα επίδειξη αριστερής ευαισθησίας και αγωνιστικότητας, επιχειρώντας να εκμεταλλευτεί τις διαθέσεις του κόσμου της Αριστεράς. Την ίδια στιγμή, βέβαια, συμμετείχε κανονικότατα στις αντίστοιχες φιέστες που έγιναν πέρσι στην Μπρατισλάβα. Ακόμη, η δικαιολογία με την οποία προσπάθησε η κυβέρνηση να εξηγήσει την μη συμμετοχή της στο συνέδριο, ότι δηλαδή «αντίκειται στις αξίες της Ε.Ε.», δείχνει τον υποκριτικό τρόπο με τον οποίο πολιτεύεται. Η έκβαση του συνεδρίου και η μη συμμετοχή πολλών χωρών στη σχετική διακήρυξη, αξιοποιείται τώρα από τον ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να εμφανίζεται δικαιωμένος για την επιλογή του να απέχει.
Παράλληλα, όλη η συζήτηση που ξέσπασε με αφορμή την μη συμμετοχή της ελληνικής κυβέρνησης στο συνέδριο, έδωσε στον ΣΥΡΙΖΑ, και το εγχώριο πολιτικό προσωπικό εν γένει, μια ακόμα ιδανική ευκαιρία να αποπροσανατολιστεί ο δημόσιος διάλογος από τα πρωτεύοντα και ουσιαστικά προβλήματα του τόπου. Έτσι, για άλλη μια φορά στήθηκε ένα σκηνικό πόλωσης που επέτρεψε στις αντίπαλες πλευρές να εγγράψουν ορισμένα ψήγματα διαφοροποίησης στο επίπεδο των ιδεολογικών αναφορών, προσπαθώντας ο καθένας να κερδίσει κάποιο κοινό, αφού στα θέματα της τρέχουσας πολιτικής ταυτίζονται απόλυτα.