Η διαπραγμάτευση με τους Ευρωπαίους έχει ήδη δώσει καρπούς
Του Απόστολου Αποστολόπουλου
Το Βερολίνο εμφανίζεται να προβάλει μια απλή σκέψη: η Ευρώπη ή θα είναι γερμανική ή δεν είναι απαραίτητη. Το Βερολίνο επιβάλλει τη θέλησή του επειδή έχει τη στήριξη μιας ευρύτερης διευρωπαϊκής νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποιημένης ελίτ. Αλλά αυτό που έχει σημασία είναι ότι ο νεοφιλελευθερισμός μπορεί να επικρατήσει μόνο μέσω της κυριαρχίας ενός έθνους/κράτους σε όλα τα άλλα. Ανεξάρτητα από την κατάληξη των διαπραγματεύσεων με την Ελλάδα, η κρατική/εθνική μορφή επιβολής υπονομεύει στη ρίζα της την Ε.Ε., ενισχύει τις αντιστάσεις είτε στη δεξιά, «εθνικιστική» μορφή τους είτε στην αριστερή εκδοχή, αν αυτή υπερασπίζεται το έθνος. Συμβιβασμός με την Ελλάδα ίσως βρεθεί, καλός ή χείριστος. Το πρόβλημα θα παραμείνει και η σύγκρουση θα συνεχιστεί – στην Ισπανία, στην Ιταλία, στη Γαλλία όπου θα είναι ίσως και η πιο κρίσιμη σύγκρουση. Οι Γάλλοι αστοί ξέρουν καλά από συγκρούσεις, όταν τις αποφασίσουν. Πόσες φορές μπορεί να εφαρμοστεί ο εκβιασμός σε λαούς και χώρες κατά πολύ ισχυρότερες από την Ελλάδα; Η σκληρή στάση της Γερμανίας έχει σαθρές βάσεις.
Η Ελλάδα οδηγείται στο αναμενόμενο δίλημμα: Να υποκύψει σε έναν επώδυνο έως απαράδεκτο συμβιβασμό, με σχεδόν μηδενισμό των κυβερνητικών δεσμεύσεων έναντι του κόσμου ή να αναζητήσει χρηματοδότηση από άλλες πηγές. Κάθε αναζήτηση χρηματοδότησης από «τρίτες» πηγές πρέπει να (έχει ήδη) υπολογιστεί προσεκτικά αν προσθέτει (αντί να αφαιρεί) κινδύνους, εθνικού χαρακτήρα. Ορισμένες πληροφορίες υποστηρίζουν ότι οι ΗΠΑ δεν θα καταπολεμήσουν κάθε τέτοια διέξοδο π.χ. προς Κίνα ή ακόμα και το Ιράν. Έως τώρα δεν έχουμε ζητήσει, δημοσίως τουλάχιστον, οικονομική βοήθεια από τη Μόσχα (κόκκινο πανί για τις ΗΠΑ) ούτε, άλλωστε, από άλλους εκτός Ε.Ε. Όλα αυτά, όμως, είναι επιθυμίες, εικασίες, συνήθεις εκβιασμοί. Η ανένδοτη σταθερότητα είναι η μόνη απάντηση, διαφορετικά θα επακολουθήσει κατατρεγμός.
Αποδεικνύεται ότι η λαϊκή διεθνής αλληλεγγύη έχει όρια, όπως σταθερά υποστηρίζω, ιδίως όταν δεν μπορεί, στο σημερινό επίπεδό της, να επηρεάσει άμεσα τις κυβερνητικές αποφάσεις. Αντίστροφα, στην Ελλάδα, η αποφασιστικότητα της κυβέρνησης προκάλεσε ενθουσιώδες ανοδικό κύμα υποστήριξης διαψεύδοντας όσους απαξίωναν τον κόσμο για την αδράνειά του. Οι ασφυκτικές πιέσεις δεν αναιρούν το γεγονός ότι τυχόν GRexit θα έχει βαρύτατο κόστος για την Ευρωζώνη. Ίσως, μάλιστα, σημάνει την αρχή του τέλους της. Και οι αρμόδιοι στις Βρυξέλλες το γνωρίζουν. Αν καταρρεύσει η συνοχή/ύπαρξη της Ε.Ε., θα το πληρώσει πριν απ’ όλους η Γερμανία. Αν βρεθεί μόνη απέναντι στη Ρωσία και στις ΗΠΑ, θα την ποδοπατήσουν και οι δύο μετά χαράς.
Αποδεικνύεται ότι ο κόσμος (πλειοψηφικά) δεν δρα με ιδεολογικά και κομματικά κριτήρια αλλά με βάση τις πραγματικές ανάγκες. Ψηφοφόροι όλων των κομμάτων, από τη Ν.Δ. και την Χ.Α., ώς το ΚΚΕ ή το Ποτάμι, έχουν μετατοπιστεί προς την κυβέρνηση και πάντως τη στηρίζουν, διευρύνοντας μετακινήσεις που εκδηλώθηκαν ήδη στις εκλογές. Ειδικότερα έχω υποστηρίξει σταθερά, από τις προηγούμενες εκλογές του ’12, ότι οι ψηφοφόροι της Χ.Α. δεν συγκροτούν φασιστικό ρεύμα, ούτε καν αυτοί που ξαναψήφισαν Χ.Α στις πρόσφατες εκλογές. Άλλο η αλητεία, η «μαγκιά» στελεχών και άλλο λαϊκό φασιστικό ρεύμα.
Αποδεικνύεται ότι η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ήταν περισσότερο έτοιμη και αποφασισμένη να αντιμετωπίσει τους Ευρωπαίους ηγέτες από ό,τι και οι πιο αισιόδοξοι ήλπιζαν. Επέλεξε ως σύμμαχο τους ΑΝΕΛ και όχι το Ποτάμι, όπως ονειρεύονταν οι εγχώριοι και εξωχώριοι μνημονιακοί παράγοντες. Τοποθετήθηκε έτσι εξαρχής απέναντι και στους μεν και στους δε. Η κατάληξη των διαπραγματεύσεων δεν μπορεί να είναι μια καθαρή ήττα της Γερμανίας ούτε, όμως, η επάνοδος της χώρας μας στην προτέρα κατάσταση, μακιγιαρισμένη με ψίχουλα παραχωρήσεων. Κάθε αναβολή εφαρμογής των δεσμεύσεων θα αντιστρέψει το κλίμα στήριξης που απολαμβάνει η κυβέρνηση.
Τέλος, ό,τι κι αν γίνει με τη διαπραγμάτευση το κρίσιμο είναι το μετά. Η χώρα χρειάζεται συγκροτημένο σχέδιο ανάπτυξης. Και για να το αποκτήσει προαπαιτούμενο είναι να έχει εθνική στρατηγική, να ξέρει, σχεδιασμένα, τη θέση της χώρας στην Ε.Ε. και στον κόσμο, τις σχέσεις μας με τρίτους. Ώς τώρα δεν είχαμε εθνική στρατηγική επειδή η χώρα ήταν ουσιαστικά προτεκτοράτο, άλλοι αποφάσιζαν. Πολλοί μιλάνε διαρκώς, καλοπροαίρετα ή όχι, για κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ως να μην υπάρχουν οι ΑΝΕΛ ή να είναι απλή «τσόντα», αναγκαίο κακό. Η σύμπραξη, όμως, με τους ΑΝΕΛ θα μπορούσε να θεωρηθεί πρόπλασμα ευρείας λαϊκής ενότητας, πέραν των ορίων της ιστορικής Αριστεράς. Ο κόσμος κινείται δραστικά προς αυτή την κατεύθυνση. Θα έχουν μεγάλη, ιστορική, ευθύνη όποιοι βάλουν εμπόδια και διχάσουν τον κόσμο αντί να προωθήσουν την εθνική λαϊκή ενότητα. Μια ανοιχτή δημόσια συζήτηση, χωρίς ιδεοληψίες και καυγάδες γηπεδικού επιπέδου, θα ήταν απαραίτητη, με όλους. Η Αριστερά, ο ΣΥΡΙΖΑ, μπορεί να αναλάβει την πρωτοβουλία. Έτσι θα ανταποκριθεί στο αίτημα της ηγεμονίας, αν την αξίζει.