Του Αλέξανδρου Σταθακιού*

 

Μπορούμε να θεωρήσουμε ότι το αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών αποτυπώνει τις διαθέσεις των πολιτών σε ένα συγκεκριμένο χρονικό σημείο. Στην αποτύπωση αυτή, βεβαίως, μετρά και η αποχή. Ακόμα και αν υπάρχουν λόγοι ανωτέρας βίας – π.χ. οικονομική αδυναμία του ψηφοφόρου να πάει να ψηφίσει όπου «είναι γραμμένος», έχει σημασία για το επίπεδο οργάνωσης των ανθρώπων που για ταξικούς λόγους σχετίζονται με την ριζοσπαστική αριστερά.

Η αποτύπωση αυτή δείχνει μια υποχώρηση του «αντιμνημονιακού φρονήματος» των Ελλήνων ψηφοφόρων, αλλά και προσθέτει νέες, μάλλον μη ευνοϊκές παραμέτρους για τη θετική εξέλιξη των κοινωνικών αγώνων προς όφελος των πολλών και καταπιεσμένων.

Η απογοήτευση που έχουμε εισπράξει όλοι μας από αυτή την αρνητική στροφή δεν πρέπει ούτε να μας κάμψει, αλλά ούτε να μας οδηγήσει σε ατελέσφορες άμυνες, όπου θα κάνουμε σαν να μη έχει συμβεί τίποτα και θα συνεχίζουμε για όσο αντέξουμε με τη δύναμη της αδράνειας. Αντίθετα, αν θέλουμε να επανακάμψει η ριζοσπαστική Αριστερά στο προσκήνιο με όρους μάχης αυτή τη φορά, είναι αναγκαίο να προβούμε στην ριζική «θεραπεία» όλων των παλιών και νέων «ασθενειών» και της Αριστεράς, αλλά και τον τρόπο που έχουμε μάθει μέσα από το «σύστημα» να ασκούμε πολιτική, ή περιμένουμε να ασκηθεί από άλλους. Δεν έχει σημασία το αν είσαι ο πλέον ριζοσπάστης στη γνώμη. Σημασία έχει να έχεις πάντα τον κριτικό αναστοχασμό, ώστε να μην αφομοιώνεσαι από υπερκείμενο σύστημα του οποίου θέλεις να αλλάξεις τους όρους. Ειδικά στις στιγμές που διαπιστώνεις τη δύναμή του, όπως τώρα, που ένα «παλατιανό πραξικόπημα» φαίνεται, εκ των υστέρων, εγκεκριμένο από το σώμα των ψηφοφόρων.

 

Πόλεμος στον σεχταρισμό

Η πρώτη «ασθένεια» που πρέπει να θεραπευτεί είναι ο σεχταρισμός, παράλληλα όμως με την αλλαγή του «φαρμάκου» που προτάθηκε για αυτή τη θεραπεία και οδήγησε σε «πραξικοπήματα»: Δηλαδή, να χτυπηθεί το «αιρετικό» πνεύμα, το οποίο είναι από μια άποψη σύμφυτο του αριστερού ανθρώπου από έναν στείρο κομματικό πατριωτισμό, «γιατί τώρα που πάμε για κυβέρνηση, πρέπει να δείχνουμε συμμορφωμένοι με την ηγεσία, τουλάχιστον τη δική μας».

Θα παραδεχόμουν με βάση ορισμένα ιστορικά παραδείγματα, τη θέληση μιας «ηγετικής» ομάδας να επιβληθεί με απόλυτο τρόπο, αν είχε μια θέση πρωτοποριακή, στέρεη κι όχι «θολή» ακόμα και μέσα στα όρια της ίδιας ομάδας, κατάλληλη να εμπνέει όλο και περισσότερες άλλες ομάδες και να επεκτείνεται με φυσικό τρόπο. Δεν μπορείς να αντιγράψεις τη φόρμα, χωρίς το περιεχόμενο.

Τι μας έχει μείνει μετά από την σωστική, κατά την γνώμη μου παραδοχή ότι κανένα κομμάτι της Αριστεράς δεν είναι σήμερα «πρωτοπορία»; Μας μένει η κοινωνική βάση, ενός μεγάλου κομματιού των πολιτών της Ελλάδας (άνεργοι, νέοι, νεόφτωχοι, υποαπασχολούμενοι, χρεωμένοι μέχρι τα «μπούνια», εργαζόμενοι σε ομηρία) που δεν έχει να χάσει τίποτα με την ριζική αλλαγή παραδείγματος οικονομικής λειτουργίας και κοινωνικής συγκρότησης, αρκεί να πιστέψει ότι αξίζει τον κόπο, εμπνευστεί και πάρει την πληροφορία μέσω της ενεργού συμμετοχής του στην διατύπωση και υποστήριξη του παραδείγματος, ότι υπάρχει μια ευθεία αντιστοιχία ανάμεσα στις ανάγκες του και σε αυτό που διεκδικεί – πολύ ξεκάθαρα διατυπωμένο αυτή τη φορά. Η αφετηρία είναι και η υπαρκτή Αριστερά, η οποία εμφανίζεται με πολλές προτάσεις που έχουν όμως κοινή αφετηρία και άξονες, έστω και αν συχνά-πυκνά οι «σοφοί» των διαφόρων ομάδων της κάνουν ότι μπορούν για να τονίσουν το διαφορετικό.

Ενώ λοιπόν γίνεται αγώνας για να πείσει ο ένας τον άλλο αριστερό για την δική του οπτική ξεχνιέται κάτι βασικό, ότι στην πραγματικότητα οι σημερινοί προλετάριοι δεν έχουν δεχθεί κατά βάθος τον βασικό κοινό πυρήνα όλης της αριστεράς. (Γι’ αυτό, άλλωστε, έχουμε μεταπτώσεις, όπως στις τελευταίες εκλογές.) Έχει πράγματι πειστεί το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου της Εργασίας ότι με τα μνημόνια δεν πάει άλλο, αλλά αυτό δεν φτάνει. Πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν ότι έχουμε κλείσει μια εικοσιπενταετία συνεχούς λειτουργίας του νεοφιλελευθερισμού στο σώμα της κοινωνίας, συνεχούς καθημερινής ζωής υπό το πλαίσιο των αξιών αυτού του ακραίου μοντέλου -«δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα όπως η κοινωνία, υπάρχουν μόνο άτομα και οικογένειες», έλεγε η Θάτσερ- και αυτό έχει αφήσει την στάμπα του βαθιά.

 

Με ποιο σχέδιο

Το κοινωνικό σώμα που αντιδρά στα μνημόνια, ακόμα και οι σημερινοί προλετάριοι δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θέλουν σοσιαλισμό κάθε τύπου, υπαρκτού ή εντελώς οραματικού, μετασχηματισμό της κοινωνίας με στάδια ή χωρίς. Εδώ είναι λοιπόν ο μεγάλος αγώνας, τον οποίο, τώρα που η «ιλαρά» του χωρίς όρους κυβερνητισμού έφυγε από μας, μπορούμε να τον κάνουμε με καθαρότερους όρους:

Απέναντι στην τραγωδία που οδήγησε το μοντέλο της εικοσιπενταετίας, αλλά και ό,τι είχε υπάρξει από πριν, δεν φτάνει μόνο ένα σχέδιο εξόδου. Χρειάζεται η οικοδόμηση ενός σχεδίου μιας ριζικά άλλης κοινωνίας το οποίο είναι ανάγκη ν’ αρχίζεις να κουβεντιάζεις καθημερινά με τον κόσμο της εργασίας. Να μπολιάζεσαι και εσύ από τους ανθρώπους για να μπορείς να τους μπολιάσεις. Να ξαναφέρεις αξίες όλης της Αριστεράς στο προσκήνιο, όπως για παράδειγμα την έννοια του συνεταιρισμού που έχει εντελώς ξεθωριάσει στα χωριά κι όχι απλά σε ένα πρόγραμμα, αλλά με καθημερινή πράξη. Αν ο εργαζόμενος συνταράσσεται από το συνολικό όραμα, τότε πιο εύκολα θα πάρει και το ρίσκο μιας διακινδύνευσης για χάρη αυτού του οράματος – π.χ. έξοδο από το ευρώ, με όποιο κόστος αυτό συνεπάγεται.

Χρειάζεται να λες καθημερινά το όνομά σου (σοσιαλισμός) και με την ουσιαστική μάχη για το κοινό όνομα, μπορεί υπό όρους να προκύψει και η λειτουργική και διαλεκτική ενσωμάτωση όλων των επιθετικών προσδιορισμών αυτού του ονόματος. Αναφέρω για παράδειγμα μόνο ένα φαινομενικό δίπολο επιθετικών προσδιορισμών: διεθνιστικός και πατριωτικός.

Ναι, μέτωπο της Αριστεράς, αλλά ανοιχτό στην κοινωνία, έτσι που αυτή να σχετικοποιήσει και τις μεταξύ μας διαφορές και να οδηγήσει σε μια νέα συνταρακτική και για την κοινωνία και την Ιστορία θέση.

 

* Ο Αλέξανδρος Σταθακιός είναι Γενικός Γραμματέας του Σωματείου Εργαζομένων στα Κέντρα Πρόληψης και Περιφερειακός Σύμβουλος Βορείου Αιγαίου.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!