Θυμάσαι; Τριήμερο της αποκριάς ήταν, κάμποσα χρόνια πριν, και είχαμε εκδράμει με μερικούς ακόμη παλιόφιλους στο πατρικό μου σπίτι, στο χωριό. Αφιχθήκαμε, τακτοποιηθήκαμε, βολτάραμε κανα- δυο ωρίτσες στα πέριξ, και επιστρέψαμε για τα συνήθη: αχαλίνωτη τσιπουροποσία, ανεξάντλητη γελωτοθεραπεία και πυρετώδεις κουβέντες – επί παντός επιστητού και ανεπιστήτου. Κερασάκι στην τούρτα υπήρξε αυτή τη φορά μια πυρετική μεταμεσονύχτια πολιτική αντιπαράθεση.
Ήταν ο Σημίτης τότε στα πράγματα. Κι εσύ, που στην τελευταία τάξη του σχολείου μού έκανες δώρο το Κεφάλαιο του Μαρξ -αν θυμάσαι, ήταν η πρώτη μετάφραση του Σκουριώτη, με τη «γυροβολιά του κεφαλαίου»- προέβαλες σθεναρή αντίσταση απέναντι σε μας τους υπόλοιπους, δηλώνοντας ενθουσιώδης οπαδός του «καλύτερου μεταπολεμικού πρωθυπουργού της χώρας». Ήταν η εποχή της «ισχυρής Ελλάδας», λίγο πριν την Ολυμπιάδα της Αθήνας. Ήταν, επίσης, τα χρόνια της δικής σου προσωπικής δικαίωσης: από φτωχόπαιδο ενός ορεινού χωριού της Κρήτης που ήρθε με τη χήρα μάνα του στην πρωτεύουσα αναζητώντας μια καλύτερη τύχη, είχες καταφέρει, κοπιάζοντας σκληρά, να γίνεις στέλεχος της εταιρίας στην οποία είχες κάποτε προσληφθεί ως κατώτερος υπάλληλος. Ήταν ακόμα ο καιρός που έπαιρνες την απόφαση να εγκαταλείψεις, επιτέλους, το νοίκι και να αγοράσεις το δικό σου σπίτι, με στεγαστικό δάνειο κυμαινόμενου επιτοκίου. Έκτοτε κύλησε άφθονο νερό στο αυλάκι. Τον Σημίτη διαδέχτηκε ο Καραμανλής, συνεχίζοντας το μπαχαλοποιητικό έργο του προκατόχου του. Κατόπιν κατέφθασαν ο Γιωργάκης, ο «Τιτανικός» και το Μνημόνιο. Όπως εκ των υστέρων απεκαλύφθη, πλήθος έμπιστων υπουργών του «καλύτερου» έκανε επί σειρά ετών πάρτι με μίζες και ρεμούλες εκατομμυρίων ο ίδιος δε ο ισχυροελλαδίτης πρωθυπουργός διέπρεψε στη δημιουργική λογιστική. Επιπροσθέτως, τα πράγματα επιδεινώθηκαν ραγδαία και στην προσωπική σου ζωή. Με απόφαση της εταιρίας ο μισθός σου μειώθηκε κατά πενήντα της εκατό. Με διάταγμα της τρόικας και των εγχώριων υποτελών της, η αρκετά καλή σύνταξη, που θα ερχόταν με τη συμπλήρωση 37 χρόνων, στα 58 σου, μετατέθηκε στο απώτερο μέλλον και συρρικνώθηκε δραστικά. Και κάτι ακόμα: η εταιρία μπορεί σύντομα να κλείσει, αφήνοντας εσένα, τη γυναίκα σου (που εργάζεται επίσης εκεί), και τα δύο παιδιά σας στο δρόμο, σε μια ηλικία που στην οποία δύσκολα θα ξαναβρείτε δουλειά. Οι καθημερινές ανάγκες, εννοείται, συνεχίζουν να τρέχουν, όλο και πιο πιεστικά. Οι δόσεις του στεγαστικού, επίσης.
Τώρα έχεις, επιτέλους, (ξανα)κατάλάβει. Και μισείς εκείνους στους οποίους επί πολλά χρόνια, και σε ευθεία αντίθεση με τα νεανικά σου όνειρα, χάρισες απλόχερα την υποστήριξή σου. Την ψήφο και την ενθουσιώδη συναίνεσή σου τις έχασαν, καθώς φαίνεται, για πάντα. Κρατάνε, ωστόσο, ακόμη κάτι από σένα, άκρως ανακουφιστικό για τους ίδιους: όσο συνεχίζεις να εκτονώνεις καναπεδοκενταυρικώς την οργή σου, βρίζοντας τον τηλεοπτικό σου δέκτη, μπορούν να αισθάνονται ακόμη ασφαλείς -και έτοιμοι να ξεσκίσουν ακόμη πιο άγρια με το νυστέρι τους τα σπλάχνα του πειραματόζωου. Κι ας σκούζει συνέχεια το τελευταίο, προσπαθώντας να ξορκίσει τη μοίρα του μέσα σε τέσσερις τοίχους, κι αυτούς υποθηκευμένους.
Τώρα έχεις, επιτέλους, (ξανα)κατάλάβει. Και μισείς εκείνους στους οποίους επί πολλά χρόνια, και σε ευθεία αντίθεση με τα νεανικά σου όνειρα, χάρισες απλόχερα την υποστήριξή σου. Την ψήφο και την ενθουσιώδη συναίνεσή σου τις έχασαν, καθώς φαίνεται, για πάντα. Κρατάνε, ωστόσο, ακόμη κάτι από σένα, άκρως ανακουφιστικό για τους ίδιους: όσο συνεχίζεις να εκτονώνεις καναπεδοκενταυρικώς την οργή σου, βρίζοντας τον τηλεοπτικό σου δέκτη, μπορούν να αισθάνονται ακόμη ασφαλείς -και έτοιμοι να ξεσκίσουν ακόμη πιο άγρια με το νυστέρι τους τα σπλάχνα του πειραματόζωου. Κι ας σκούζει συνέχεια το τελευταίο, προσπαθώντας να ξορκίσει τη μοίρα του μέσα σε τέσσερις τοίχους, κι αυτούς υποθηκευμένους.
Ν. Κουνενής
[email protected]
Σχόλια