Όπως είναι γνωστό, εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες μετανάστευσαν μεταπολεμικά σε μεγάλες χώρες, εξαιτίας των άθλιων συνθηκών στην Ελλάδα. Οι ελληνικές κυβερνήσεις απαλλάσσονταν από ένα βάρος και έτσι, σε συνθήκες πρωτόγνωρες, οι Έλληνες μετανάστες βρέθηκαν σε έναν ξένο τόπο – ένας από τους προορισμούς ήταν η Αυστραλία, και μετά η Νέα Ζηλανδία. Οι κυβερνήσεις και οι επιχειρήσεις, αρχικά, τους χρησιμοποίησαν ως φτηνό εργατικό δυναμικό, και υπέστησαν διακρίσεις μέχρι οι ίδιοι να ορθοποδήσουν στη νέα τους χώρα, φτάνοντας να έχουν μια έντονη παρουσία. Σήμερα είναι ορατό το πνευματικό αποτύπωμα μιας ισχυρής παροικίας περίπου 545.000 Ελλήνων, η οποία διαβιεί καλά οργανωμένη εκ μέρους των πολυάριθμων κοινοτικών, θρησκευτικών και πολιτιστικών οργανώσεων, αλλά και συμμετέχει στην πνευματική, επιστημονική και οικονομική ζωή της χώρας.
Ωστόσο προκύπτουν ερωτηματικά σχετικά με τη στάση του ελλαδικού κράτους όσον αφορά στην αναγνώριση των δίκαιων αιτημάτων τους. Η πρόσφατη, στα μέσα του Οκτώβρη, επίσκεψη του Έλληνα υφυπουργού Εξωτερικών Λοβέρδου στην Αυστραλία, όπως και κάθε επίσκεψη αρμοδίου, δημιούργησε προσδοκίες στην ελληνική παροικία για τα σοβαρά ζητήματα που αντιμετωπίζει. Τα ζητήματα αυτά εκτέθηκαν στον υφυπουργό, με δύο κυρίαρχα: αυτό της πολιτογράφησης των Ελλήνων της δεύτερης, τρίτης αλλά και τέταρτης γενιάς, καθώς και το ζήτημα της διάδοσης της ελληνικής γλώσσας, η οποία έχει περάσει σε δεύτερη μοίρα.
Ο Δρόμος συνομίλησε με ανθρώπους που είναι ενεργά μέλη της παροικίας στην Αυστραλία. Όπως μας είπαν «παρά τα μεγάλα λόγια» που ακούστηκαν, όπως για «τη ζεστασιά της ελληνοαυστραλιανής κοινότητας» ή για την αγάπη της Ελλάδας, υπάρχουν πολλά προβλήματα όσον αφορά την προσέγγισή τους με το εθνικό κέντρο. «Μια επανάληψη νιώσαμε επισκέψεων, όπως άλλες που έχουν πραγματοποιηθεί». Και ξανά υποσχέσεις… Ο Λοβέρδος αναφέρθηκε στην αβανταδόρικη πλευρά της επιστολικής ψήφου, ένα ζήτημα που θεωρείται «επιτυχία» για την κυβέρνηση της Ν.Δ., όπως και της (αποτυχημένης) ψηφιακής διακυβέρνησης. Υποσχέθηκε απλοποίηση των διαδικασιών για την απόκτηση ελληνικής ιθαγένειας (χωρίς εξετάσεις της ελληνικής γλώσσας) με «ψηφιακά προξενεία», διεύρυνση των ελληνικών προγραμμάτων σπουδών, καθώς και υποτροφίες για σπουδές και προγράμματα επισκέψεων στην Ελλάδα για νέους, όπως και επίλυση του ζητήματος της διπλής φορολόγησης.
Ο Δρόμος θα συνεχίσει το ενδιαφέρον του για τον Γηγενή και Απόδημο Ελληνισμό (μια διάκριση, της οποίας η έλλειψη δημιουργεί επιπλέον συγχύσεις), παρακολουθώντας και τις εξελίξεις στα δίκαια αιτήματα ανθρώπων που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τον τόπο τους.





































































