Όπως σ’ ολόκληρη την Ελλάδα, έτσι και στα Βριλήσσια άνοιξε η συζήτηση για τις καταλήψεις. Στο επίκεντρο τα δύο Λύκεια, που παραμένουν κλειστά. Το θέμα έφτασε και στο δημοτικό συμβούλιο, όπου αναμασήθηκαν τα αναμενόμενα και τα υποκριτικά. Να δείξουμε ότι έχουμε γνώση και ενδιαφέρον…
Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΟΜΩΣ ΕΙΝΑΙ ΜΠΡΟΣΤΑ ΜΑΣ. Δύσπεπτη. Εν μέσω ενός γενικευμένου αλαλούμ, τα σχολεία είναι μια ανοιχτή πυριτιδαποθήκη. Οι μαθητές ένα δυναμικό αμφισβήτησης. Η νεολαία εκρήγνυται μέσα σε ένα ασαφές καταπιεστικό πλαίσιο, που δεν έχεις από πού να το πιάσεις, πώς να το αντιμετωπίσεις, να το χειριστείς. Ασαφές, αλλά υπαρκτό και απειλητικό. Που αφορά στο μέλλον, στις κλειστές προοπτικές, στην πανδημία, στους φόβους, την αστάθεια των καιρών, την αβεβαιότητα, σε όλα. Οι μαθητές δεν είναι τα χαϊδεμένα παιδάκια. Είναι πιεσμένοι. Αποξενωμένοι από το σχολείο, τους γονείς, την κοινότητα, την πολιτική, από την ανεκδιήγητη υπουργό που τους ανοίγει μέτωπο και τους απειλεί ότι θα ακυρώσει τις σχολικές εκδρομές, θα αποκλείσει τους καταληψίες από την τηλε-εκπαίδευση, θα προσθέσει «ποινή» στη διαγωγή τους. Δεν είναι ούτε η «πλάκα», ούτε η τάση για κοπάνα που τους οδηγεί σε καταλήψεις. Ούτε η στάση τους είναι, με τη στενή έννοια, αντικυβερνητική. Είναι κάτι βαθύτερο. Η κοροϊδία με τις μάσκες, τους μέσους όρους και τα διαγράμματα των σοφών που ήθελαν να πείσουν ότι είναι ίδιος ο συχνωτισμός σε μια τάξη με 15 και με 25 μαθητές, δεν περνάει. Εμείς τα ακούμε αυτά στην τηλεόραση, τα ανεχόμαστε, τα παιδιά όμως όχι. Στα Βριλήσσια υπάρχουν τάξεις με 28 μαθητές. Το προσωπικό καθαριότητας παραμένει το ίδιο με πέρσι. Το αίτημα για ίδρυση του 3ου Λυκείου εκκρεμεί από δεκαετίας. Για ποιες έκτακτες παρεμβάσεις μιλάμε;
Το ζητούμενο είναι τώρα να κρατηθεί όρθια, εν μέσω κορωνοϊού, η Παιδεία. Να μείνουν τα σχολεία ανοιχτά. Αλλά το αίτημα αυτό καλείται να το υλοποιήσει το μαθητικό κίνημα με τον δικό του τρόπο
ΤΗΝ ΩΡΑ ΛΟΙΠΟΝ που ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας εθελοτυφλεί, πως όλα στη χώρα πάνε όσο καλύτερα γίνεται, καλά με τη διαχείριση της πανδημίας, καλά με τη διαχείριση της οικονομικής κρίσης, με την εξωτερική πολιτική –μόνον η Κύπρος και το Καστελόριζο είναι μακριά– αυτή την ώρα οι μαθητές χαλάνε την επίπλαστη ηρεμία των πραγμάτων. Τσαλακώνουν την εικόνα του πρωθυπουργού που έχει απήχηση, υψηλά ποσοστά δημοτικότητας και όλα τα καταφέρνει. Γι’ αυτό κόπτονται τα κανάλια. Αυτό είναι το άμεσο για την κυβέρνηση. Να μην διαταραχθεί η διαμορφωμένη εικόνα της. Γι’ αυτό η υπουργός σκληραίνει. Οι μαθητές αντιδρούν. Στέκονται απέναντι. Με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Με τον δικό τους τρόπο. Όχι με τον τρόπο του Τσίπρα. Απέναντι σε μια συντηρητική προσέγγιση, η οποία εν έτει 2020, τους στέλνει απειλητικά και κατασταλτικά μηνύματα. Η κατάσταση θέλει προσοχή. Με τον μηχανισμό να έχει ενεργοποιηθεί, με τους φίλα προσκείμενους στην κυβέρνηση διευθυντές των σχολείων να υπόσχονται ότι θα ελέγξουν τις καταλήψεις, με τους αγανακτισμένους γονείς, τις αστυνομίες, τις ομάδες κοινωνικού τραμπουκισμού συγκεκριμένου πολιτικού φάσματος, δεν θέλει και πολύ το πράγμα. Ναι, θα πουν οι ορθολογιστές, αλλά οι κινητοποιήσεις των μαθητών δεν έχουν στόχους. Δεν έχουν αιτήματα. Δεν έχουν περιεχόμενο. Δεν οδηγούν πουθενά. Πήραν λάθος μορφή. Αλλά ποιος από όσους κουνούν το δάχτυλο έχει στόχους; Ποια πολιτική έχει σήμερα περιεχόμενο; Ποια πρόταση διεξόδου έχει κατατεθεί; Πώς γίνεται όλοι όσοι δεν ξέρουν τι τους γίνεται, να ζητούν από τους μαθητές να έχουν και οδικό χάρτη; Ας μην είμαστε άδικοι. Ένας αγώνας μπορεί να είναι ασαφής και εκτεθειμένος στον προσεταιρισμό των διαφόρων που επιδιώκουν να τον πάνε εκεί που εκείνοι θέλουν, παραμένει όμως αγώνας. Και μια μάχη με ασαφή αιτήματα δεν είναι εκ προοιμίου αδιέξοδη, μια στάση εγερτική μέσα σ’ ένα κλίμα μεταμοντέρνας αδράνειας έχει την αξία της.
ΤΟ ΖΗΤΟΥΜΕΝΟ ΕΙΝΑΙ τώρα να κρατηθεί όρθια, εν μέσω κορωνοϊού, η Παιδεία. Να μείνουν τα σχολεία ανοιχτά. Αλλά το αίτημα αυτό καλείται να το υλοποιήσει το μαθητικό κίνημα με τον δικό του τρόπο. Όπως και με την Υγεία, έτσι και με την Παιδεία, (βλ. και πανεπιστήμια), ότι τελικά διασωθεί, θα οφείλεται στο ότι εν μέσω των δυσκολιών, η ανάγκη αυτή έγινε μέλημα του λαϊκού παράγοντα. Κανενός άλλου. Γι’ αυτό, ας κατανοήσουμε τη διάθεση και τη στάση των μαθητών. Δημοτική αρχή, δημοτικό συμβούλιο, παρατάξεις, κόμματα, δημότες, γονείς, όλοι. Και ας κάτσουμε λίγο παράμερα. Να δώσουμε πρώτα ότι μπορούμε στα σχολεία μας. Να δώσουμε χώρο στους μαθητές μας. Και μετά να σιωπήσουμε. Από σεβασμό. Διότι δεν έχουμε τίποτε ουσιαστικό να τους πούμε.