του Νίκου Σταθόπουλου
Αρκεί μια γρήγορη ματιά στην αρθρογραφία, και του «συστημικού» και του «αντισυστημικού» Τύπου, για να διαπιστωθεί η έντονη υποχώρηση της «πατριωτικής εστίασης», η σχετικοποίηση του «εθνικού ζητήματος» έναντι της «κοινωνικής και πολιτικής επικαιρότητας». Πέρα από το ότι είναι ήττα να μας ορίζει η επικαιρότητα που απορρέει από τις δράσεις των κυρίαρχων ή τα κόλπα των ΜΜΕ, είναι κρίσιμο να βρισκόμαστε σε επαφή-ανταπόκριση με τις αντικειμενικές προτεραιότητες που καθορίζει η λειτουργία της «συστημικής τάξης». Αλλιώς είμαστε ουραγοί του Θεάματος, κομπάρσοι της απατηλής του «πραγματικότητας».
ΣΕ ΜΙΑ ΕΠΟΧΗ όπου η γεωπολιτική αναταραχή, και τα «παίγνια» επί αυτού του πεδίου, είναι πρωτεύουσας λειτουργικής αξίας ως προς την ανάπτυξη των δυναμικών του συστήματος: Η «επικαιρότητα» γίνεται αποδεκτή ως προνομιακή σφαίρα άρθρωσης του πολιτικού, οριζόμενη από τις επιλογές του μιντιακού υπερ/παρα-κράτους. Η «εκτέλεση» ενός Ρομά από μια εποχούμενη μετασυμμορία «νταήδων» με κρατική στολή, ο θάνατος ενός εργάτη στο «επενδυτικό» κολαστήριο του διεθνοποιημένου κινέζικου νεοκαπιταλισμού, μια νέα «γυναικοκτονία» στην Κρήτη, γίνονται «συγκλονιστική κατάθεση ψυχής» σε μια λίγο πολύ ομοιότυπη κειμενογραφία προσδιορισμού της πολιτικής ως επαναληπτικής κωδικοποίησης των στερεοτύπων που συνέχουν την τρέχουσα «κοινή γνώμη: Κάτι σαν το «ε, αυτά θέλει ο λαός…» των παλιών «σκηνοθετών» του εμπορικού σινεμά της αφόρητης και λίαν αντιδραστικής κλάψας. Δεν είναι «κλάψα» αυτές καθαυτές οι ανθρώπινες τραγωδίες, κάθε άλλο, αλλά η χρήση τους ως τρόπων υπεραναπλήρωσης της ξεθυμασμένης «επαναστατικότητας».
Και, βέβαια, ανταποκρινόμενοι τάχα στις ζυμώσεις της «κοινωνίας των πολιτών» (τι κούφιο ιδεομοτίβο σε μια μεταπρατική ημιμαθή κοινωνία σχιζοφρενικής σχέσης με την ιστορία της και με τις ανάγκες της!), οι «αστέρες» του ηγεμονεύοντος συντηρητισμού (με την κλασική σχηματική χρήση των εννοιών) μπαίνουν κανονικά στο παιχνίδι μιας θεαματικής επικοινωνίας όπου όλα τα επί μέρους γιγαντώνονται και γίνονται δεσπόζουσες ορίζουσες τάχα των διεργασιών της κοινωνικής συνείδησης! Για «δημοκρατία» και «ισότητα» και «σύγχρονες εργασιακές δομές» θα υπερθεματίζουν και οι δεξιοί της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης, συμβάλλοντας σε ένα «κοινωνικό ρεύμα» γενικόλογου προβληματισμού με χαρακτηριστικά μαθητικής έκθεσης ιδεών.
Ουσιαστικά «στο ντούκου» πέρασε η ανανέωση της «συμφωνίας αμυντικής συνεργασίας» με τις ΗΠΑ, όπου στερεώθηκε ακόμα πιο «αποικιακά» και ταπεινωτικά και επικίνδυνα η έκλειψη της εθνικής κυριαρχίας. Και, ταυτόχρονα, «σιγή ασυρμάτου» (ως συμπλήρωμα στους αισχρούς θορύβους των κοινωνικών παραπλανήσεων) χαρακτήρισε, κατ’ ουσίαν, την γραικύλικη διαχείριση της «μεταναστευτικής κρίσης» με το τηλεχειριζόμενο τουρκικό δουλεμπορικό. Η δορυφοροποίηση, ως απόλυτη «συνταγματική συνθήκη» του «εθνικού» λόγου, παγιώνεται με το «ανεπαισθήτως» ενός καθολικά αποδεκτού «αυτονόητου»! Τι φρικτή κατάντια (για το λαό τιτάνιων αγώνων για εθνική ελευθερία και αξιοπρέπεια, τον επικό λαό τόσων «ΟΧΙ») να εγκολπωνόμαστε την «ατζέντα» που απηχεί τον μεταμοντέρνο μεταρρυθμισμό του σύγχρονου καπιταλισμού!
Ο ΜΟΝΟΣ ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ σε όλα αυτά είναι ο «ανθρωπισμός» και η «δημοκρατία», σε μια νεομεσαιωνική εποχή «προοδευτικού» στιγματισμού σύγχρονων «μαγισσών» (π.χ. αν προτάσσεις την πατριωτική αξία, είσαι «φασίζον εθνίκι»): κάθε π ο λ ι τ ι κ ή εναντίωση στην «αποκλειστικοποίηση» του μεταναστευτισμού, του μειονοτισμού, της δικαιωματικότητας, της εφαρμοζόμενης «θεωρίας του φύλου» και του μεταφεμινισμού, καταλαλείται αυτοματικά σαν «συντηρητική απανθρωπιά», σαν «φαιά οπισθοδρόμηση» είτε σαν «αναπαραγωγή των αξιών της πατριαρχίας» Η ανθρωπότητα βουλιάζει με ιλιγγιώδεις ρυθμούς στο εργαστηριακό Μηδέν των μεταμοντέρνων ελίτ, και η τάχα «Σκέψη» στα καθ’ ημάς διυπάρχει αποκλειστικά μέσω της «αγωνίας» να εκλείψει ο «παράγων Πατρίδα»!
Είναι, λοιπόν, «επουσιώδη» τα συμβάντα που επισημάνθηκαν παραπάνω ως «ήσσονος βαρύτητας»; Καθόλου! Αλλά δεν είναι επαρκείς παράγοντες άρθρωσης αποκλειστικού αντιπολιτευτικού λόγου ούτε καθαυτά εμπεριέχουν το «νόημα ολικότητας» που προαπαιτείται σε κάθε «κινηματική διαχείριση» της εμπειρίας. Απλώς, παγιώνουν την βαθιά πολιτική αλλοτρίωση των «μερικών θεμάτων-κινημάτων» τα οποία, μάλιστα, «κινήματα», στους καιρούς μας, έτη φωτός απέχουν από τον δημιουργικό ακτιβισμό της εμπράγματης σύγκρουσης και περιορίζονται σε «happenings» μιας Θεαμα-τικής μεταπολιτικής απόλυτα εγγεγραμμένης στην επικράτεια του «politically correct». Είναι εξοργιστικές εκδηλώσεις μιας ριζικής παθογένειας του παρόντος «κοινωνικού-πολιτισμικού συστήματος», αλλά αυτό ακριβώς τα σχετικοποιεί στο έπακρο ως δυνάμει «συντελεστές ουσιαστικής κινητοποίησης». Όπου «ουσιαστική» θεωρείται η κινητοποίηση που αντιστρατεύεται κεντρικές επιλογές συμπυκνώνοντας στη «στιγμή» όλη τη διαλεκτική της βασικής αναπαραγωγής του συστήματος. Με άλλα λόγια: η εντελώς αλήτικη αλά Τρούμπα εκτέλεση ενός άοπλου Ρομά κλεφτρονιού, σε καμιά περίπτωση δεν ανάγεται στις διαδικασίες «σύνθεσης-πύκνωσης» του συστήματος, αλλά, στην «καλύτερη» περίπτωση, σε επιφαινόμενα μιας συγκυριακής κυβερνοπολιτικής κουλτούρας. Η δε «γυναικοκτονία» είναι δυστυχώς μια πολιτισμική παράμετρος που έχει ανατριχιαστική διαχρονία και διασχίζει όλα τα «κοινωνικά συστήματα», ενώ το εργατικό «ατύχημα» είναι ένα αθεράπευτο εγκληματικό κακό της ταξικής εκμεταλλευτικής κοινωνίας (στην ειδική σφαίρα των εργασιακών συνθηκών), που είναι παράλογο να φιλοδοξούμε την αλχημιστική του υπερύψωση στη τάξη των «κεντρικών μαχών»!
Δεινά της ανθρώπινης μοίρας εντός των «ελαττωματικών λεπτομερειών» του εξουσιαστικού πολιτισμού είναι όλα αυτά που «ξεσκεπάζουν» τις εξωραϊστικές μούφες των συστημικών ιδεοτελάληδων αλλά δε μπορούν να θεματοποιηθούν με όρους «δομικής σύγκρουσης» Αν μάλιστα υποκύψουμε στη «γητειά» της τραγικότητάς τους κινδυνεύουμε: Αφενός μεν να αποσυναισθηματικοποιηθούμε («βλέποντας» πια τα γεγονότα όχι στην δραματικά ανθρώπινη αλλά στην ψυχρά πολιτικά εξαργυρώσιμη ποιότητά τους), αφετέρου δε να παγιώσουμε την κουλτούρα της μερικότητας, που αντικειμενικά και διαπιστωμένα οδηγεί σε έναν άσφαιρο και προοπτικά ωφέλιμο για το σύστημα μεταρρυθμισμό.
ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΕΧΕΙ αξία μόνο στο βαθμό που, ακριβώς, «επιτίθεται» στους κόμβους σύνταξης της ηγεμονίας των ελίτ(δηλαδή στους αρμούς του συγκεκριμένου Συστήματος) και όχι γενικώς στη «συστημική θέσμιση». Επομένως, όταν εντείνεται και «οργανικοποιείται» η εξάρτηση (ως επέκταση και της γενικής «προτεκτορατικής» φύσης του σχηματισμού και των αναβαθμισμένων σχέσεων υποτέλειας στο πλαίσιο του Μνημονίου), είναι απλώς στενοκεφαλιά ή κρίση αδιεξόδου η εστίαση σε μερικότητες με ευρεία απήχηση μεν αλλά με ελάχιστη ανταπόκριση στα αντικειμενικά καλέσματα της ιστορικής περίστασης. Δεν είναι «επαναστατικό» ό,τι εξαντλείται σε έναν «ριζοσπαστικό ανθρωπισμό» ούτε ό,τι απολυτοποιεί κάθε επιμέρους κεφάλαιο της «Θεωρίας» ούτε, πολύ περισσότερο, ό,τι μεταπλάθει αλχημιστικά σε «επανάσταση» την προσαρμογή σε κάθε εργαστηριακή ιδεοπατέντα του δυτικού «καινούργιου». Επαναστατικό είναι ό,τι βραχυκυκλώνει τις δυναμικές τού εντελώς συγκεκριμένου συστήματος, ακόμα κι αν αυτό εμπεριέχει ρήξη με τα όποια «θέσφατα» έθρεψαν τη χρεοκοπημένη μας «αυθεντία». Η «ταξική εξουσία» (όση και όποια είναι αυτή, τέλος πάντων) εν Ελλάδι, πραγματώνεται ως οργανική αποικιοποίηση και αυτό φαίνεται και από τη συμπεριφορά των ελίτ (δες προηγούμενο φύλλο του Δρόμου σχετικά με την «προσαρμογή»).
Η απεμπόληση της πατρίδας, ο «κάθετος» υποβιβασμός του «εθνικού ζητήματος», εκφράζει κεντρική βούληση των ελίτ, αφού η «εθνομηδενιστική ολοκλήρωση» προϋποτίθεται σε κάθε εφαρμογή στρατηγικής: Δεν είναι, πια, ένα «μοντέλο» που ετεροαναπτύσσεται, αλλά μια «ανάπτυξη» που ενσαρκώνεται στη δόμηση μιας χώρας-χώρου! Η χώρα-χώρος είναι καθαυτή η «ανάπτυξη», κι αυτό σημαίνει, παραπέρα, ότι τα πάντα ‒ταξικότητα, θεσμίσεις, πολιτισμικές ζυμώσεις, Συνείδηση, πολιτικό φαντασιακό, οικονομικο «παραγωγική» συγκρότηση…‒ επανακαθορίζονται, αυτοματικά, ως περιεχόμενα μιας «μορφής» που επιβάλλεται στανικά και (απο)φασιστικά. Η εγκατάλειψη της πατρίδας στο τεχνητό παγκοσμιοποιητικό πεπρωμένο της: Είναι ο τελεσίδικος θάνατος κάθε αυθεντικής ριζοσπαστικότητας, αφού δε μιλάμε για ένα «ξαναμοίρασμα της τράπουλας» αλλά για καινούργια «λέσχη» με καινούργιες «τράπουλες». Για την ακρίβεια (μιλάμε για τη) δημιουργία ενός νέου υλικού πεδίου Κυριαρχίας με πληθυσμιοποιημένο «λαό» και «μεγεθοποιημένη» κοινωνία, δηλαδή αόριστους στατιστικούς δείκτες με μορφή ενός πολυπολιτισμικού πλήθους χωρίς καμιά οργανική ενότητα αφού χωρίς ρίζες και κοινή ιστορική βιογραφία κάθε ενότητα είναι «ενότητα συμφέροντος» άρα ένας θνησιγενής ατομικισμός. Μπαίνουμε στην πιο φωταγωγημένη και θορυβώδη «κόλαση» όλων των εποχών!