Η φετινή Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη δεν έδωσε απαντήσεις· αντίθετα, επιβεβαίωσε ότι ο πλανήτης βρίσκεται σε μια πολλαπλή κρίση που οι κυρίαρχες δυνάμεις δεν θέλουν –και δεν μπορούν– να υπερβούν. Η ομιλία Τραμπ από το βήμα του ΟΗΕ, χρωμάτισε όπως είναι λογικό τις εργασίες της 80ής Γενικής Συνέλευσης, με μια άκρως επιθετική σε ύφος ομιλία, μίας περίπου ώρας. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ περιέγραψε τις προτεραιότητες της αμερικανικής πολιτικής, παρουσιάζοντάς τις ως μονόδρομο για την επίλυση των πλανητικών προκλήσεων. Στήριξη στο Ισραήλ, σκληρή κριτική στην Κίνα και τις δικές της φιλοδοξίες διαμόρφωσης της παγκοσμιοποίησης, επίθεση σε τρέχοντες χώρες-στόχους όπως η Βενεζουέλα, και μαζί σκληρή ρητορική και για συμμάχους του στην Ε.Ε. (με στόχο την πλήρη ευθυγράμμισή της, σε μια περίοδο που, με επίκεντρο το Παλαιστινιακό, μέρος της σπεύδει να διαχωριστεί από την πολιτική των ΗΠΑ, αναζητώντας όρους αυτόνομου ρόλου στην περιοχή της Μ. Ανατολής), επιρρίπτοντας τους ευθύνες για την αδυναμία επίλυσης των σύγχρονων προβλημάτων (πόλεμοι, πληθωρισμός) και την προσκόλληση σε καταστροφικές «ιδεοληψίες» (μετανάστευση και κλιματική κρίση). Μπλέκοντας fake news και πραγματικά στοιχεία, συνομιλώντας με την αντιμεταναστευτική δυσαρέσκεια που φουντώνει στην Ευρώπη (βλέπε κινητοποιήσεις σε Αγγλία και Ολλανδία), στέλνοντας μηνύματα στους αντιπάλους του στο εσωτερικό των ΗΠΑ (με πρόσφατη τη δολοφονία Κερκ και την εκστρατεία συντηρητικής ρεβάνς που την ακολούθησε), η ομιλία του έμοιαζε περισσότερο με προεκλογική ομιλία και λιγότερο με τοποθέτηση σε διεθνή οργανισμό.

Κρίση της δυτικής ηγεμονίας

Ο ίδιος ο Τραμπ σπεύδει να παρουσιάσει μια επίπλαστη αμερικάνικη επιτυχία και αυτοπεποίθηση. Οι δασμοί, το δόγμα «νόμος και τάξη», η αντιμεταναστευτική ρητορική, περισσότερο μοιάζουν να έχουν σαν στόχο να τιθασεύσουν εσωτερικές αντιθέσεις της αμερικανικής κοινωνίας, λειτουργώντας προληπτικά σε κυοφορούμενα ξεσπάσματα και κρίσεις, παρά αποτυπώνουν έναν πραγματικό συσχετισμό.

Όσο βαθαίνει η κρίση της δυτικής ηγεμονίας, όσο μεγαλώνουν οι αντιθέσεις στο εσωτερικό της, τόσο πιο βάρβαρη θα γίνεται η στάση της, σε πτώση, υπερδύναμης. Γίνεται ορατό αυτό στη στήριξη που δίνει ο «ειρηνοποιός» Τραμπ στα γενοκτόνα σχέδια του Ισραήλ στη Γάζα. Οι απαξιωτικοί του χαρακτηρισμοί, απέναντι στον ίδιο τον θεσμό του ΟΗΕ (στον οποίο επιδιώκουν να παίξουν βαρύνοντα ρόλο όχι μόνο οι «αντίπαλοι» Κίνα και Ρωσία αλλά και οι χώρες του Παγκόσμιου Νότου), είναι μέρος αυτής της βαρβαρότητας, που σπεύδει να ακυρώσει κάθε μηχανισμό συνεννόησης και εξισορρόπησης προς όφελος μιας γεωπολιτικής πραγματικότητας όπου η ισχύς και τα deals θα είναι ο μόνος κανόνας.

Αδυναμία υπέρβασης των πολεμικών αδιεξόδων

Όλα αυτά στο φόντο των συνεχιζόμενων και χωρίς ορατή διέξοδο πολέμων, με την σύγκρουση στην Ουκρανία να τροφοδοτείται όλο και περισσότερο με εύφλεκτο υλικό λόγω της επιλογής των ευρωπαϊκών ελίτ να επενδύσουν στον πόλεμο (και εδώ με κυρίαρχο κίνητρο την πειθάρχηση των κοινωνιών και όχι τις πραγματικές γεωπολιτικές ανάγκες), και την σε εξέλιξη γενοκτονία του Ισραήλ στη Γάζα να μην τιθασεύεται παρά τη διεθνή κατακραυγή (που αποτυπώνεται και από την, έστω και υπό όρους, αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους από 157 χώρες), όσο έχει τις πλάτες των ΗΠΑ. Ενώ και τα ψυχρά ή εν υπνώσει μέτωπα (Βαλκάνια, Ινδία-Πακιστάν, Νότια Σινική) δεν φαίνεται εφικτό να ελεγχθούν υπό τον υπάρχοντα συσχετισμό.

Οι διεθνείς οργανισμοί, παρά τα ψηφίσματα και τις καταδίκες, παρά τις φωτεινές εξαιρέσεις μικρότερων κρατών που επιμένουν να λένε τα αυτονόητα, φαίνονται ανίκανοι να περιγράψουν, πόσω δε μάλιστα να επιβάλλουν έναν καλύτερο κόσμο. Τι μένει; Η βούληση των μεγάλων δυνάμεων ή περιφερειακών τραμπούκων όπως η Τουρκία ή το Ισραήλ, που επιβάλλεται χωρίς να δίνει δεκάρα για τη διεθνή νομιμότητα. Η, σε υποχώρηση, Δύση, αδυνατώντας να ορίσει τη ροπή των πραγμάτων, σπεύδει να ακυρώσει όποια εναλλακτική. Σε αυτή τη στρατηγική εντάσσονται τα τρομοκρατικά χτυπήματα του Ισραήλ (όχι μόνο στα εδάφη της Παλαιστίνης), η απαξίωση του ΟΗΕ, του Διεθνούς Δικαστηρίου και άλλων οργανισμών από την τραμπική ηγεσία, οι πολεμοχαρείς και τυχοδιωκτικές κινήσεις Ευρωπαίων ηγετών.

Η 80ή Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ ανέδειξε με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο ότι βρισκόμαστε σε μια εποχή όπου οι πλανητικοί θεσμοί παραμένουν μπλοκαρισμένοι κάτω από το βάρος των αντιφάσεων και της κυνικής πολιτικής των ισχυρών. Η ομιλία Τραμπ δεν ήταν παρένθεση· ήταν η πιο ειλικρινής έκφραση αυτής της πορείας. Σε έναν κόσμο όπου οι πόλεμοι πολλαπλασιάζονται και οι θεσμοί αποδυναμώνονται, το μόνο που μένει είναι η βούληση των λαών και των μικρότερων χωρών να αντισταθούν στην ανατίναξη κάθε εναλλακτικής.


Η ελληνική «απουσία»

Η ελληνική παρουσία στην Ετήσια Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ έμοιαζε με ρόλο κομπάρσου. Με την ελληνική αποστολή να έχει βάλει πριν την αναχώρησή της για την Νέα Υόρκη στο επίκεντρο την «αναβληθείσα» συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν, κατόπιν αυτής της «αναβολής» δεν έμειναν και πολλά περιθώρια στην ελληνική διπλωματία. Η μόνη διμερής συνάντηση του Κ. Μητσοτάκη ήταν με τον πρώην τζιχαντιστή και νυν ηγέτη της Συρίας Αλ-Σάραα, του υπεύθυνου για τις σφαγές χριστιανών και άλλων μειονοτήτων, που όμως η «στρατηγική συμμαχία» με το Ισραήλ (και πιθανές μπίζνες εργολάβων στο υπό ανοικοδόμηση συριακό έδαφος) επιβάλλει να θεωρούμε φίλο.

Κατά τ’ άλλα το πολιτικό στίγμα του Έλληνα πρωθυπουργού θύμιζε χαλασμένο ρολόι που επιμένει παγκοσμιοποιητικά, αναπαράγοντας την ατζέντα της πράσινης ανάπτυξης, της τεχνητής νοημοσύνης, της αφωνίας για τη γενοκτονία στην Παλαιστίνη, και προφανώς χωρίς κάποια αιχμή για τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα και την τουρκική απειλή. Η Ελλάδα βρίσκεται υπό την ηγεσία του Κ. Μητσοτάκη στη δυσάρεστη θέση να βρίσκεται στη μειοψηφία των χωρών (προτεκτοράτων των ΗΠΑ) που δεν αναγνωρίζουν το κράτος της Παλαιστίνης, επιμένοντας να διατηρούν καλές σχέσεις με τη σιωνιστική οντότητα.

Για μια ακόμη φορά, τα ΜΜΕ περίμεναν αν θα υπάρξει κάποιο πλάνο που να αποτυπώνει μαζί τους Κ. Μητσοτάκη και Ντ. Τραμπ, αλλά εις μάτην. Η ελληνική αντιπροσωπεία δεν παύει στιγμή να δηλώνει την προσήλωσή της στη στρατηγική σύμπτωση με τις ΗΠΑ. Το έκανε για μια ακόμη φορά, κατά τη συνάντηση με εκπροσώπους της ομογένειας, αλλά και κατά την «αναγνωριστική» συνάντηση με τη νέα πρέσβη των ΗΠΑ στη χώρα μας (η οποία αναμένεται να εγκατασταθεί τον Οκτώβριο στην Αθήνα). Ταυτόχρονα ο Κ. Μητσοτάκης δεν έχασε ευκαιρία για νέες οικονομικές συμφωνίες, πραγματοποιώντας συνάντηση με εκπροσώπους της Exxon Mobil (μετά τα πανηγύρια για τη συμφωνία με την Chevron), επιβεβαιώνοντας για την Ελλάδα τον ρόλο του ενεργειακού κόμβου προς όφελος των ΗΠΑ, ενώ συμμετείχε και σε συνάντηση της νεο-ιδρυθείσας πρωτοβουλίας «Συμμαχία για την Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή», ΑΕGGIS που διοργάνωσε το Atlantic Council και ο όμιλος ANT1.

Στον αντίποδα, ο Τ. Ερντογάν, μπορεί να ακύρωσε τη συνάντηση με τον Έλληνα πρωθυπουργό, είχε όμως ιδιαίτερα ενεργή παρουσία τόσο στις επίσημες εργασίες του ΟΗΕ όσο και στο περιθώριο αυτών, με επίκεντρο την επιδίωξη ρυθμιστικού ρόλου στους πολέμους σε Ουκρανία και Παλαιστίνη, τη νομιμοποίηση της παρουσίας της Τουρκίας στη Συρία, αλλά και τις διαφαινόμενες συμφωνίες που επισφραγίστηκαν από τη συνάντηση Τραμπ-Ερντογάν (και δεν εξαντλούνται στα F-35). Η πολυαναμενόμενη για την ελληνική πλευρά συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν παραπέμπεται για το μέλλον (μάλλον εντός του Οκτώβρη), και σίγουρα αφού προηγουμένως η Άγκυρα έχει κλειδώσει το πλαίσιο των όποιων συζητήσεων μονομερώς με την Ουάσιγκτον. Αυτό συμβαίνει όταν ξεκινάς δεδομένος: θα καταλήγεις «απών».


Γενοκτονία 

Οι δυτικοί μιλούν για «λύση» στο Παλαιστινιακό, αναγνωρίζουν στα χαρτιά ένα ελεγχόμενο κράτος («χωρίς Χαμάς» όπως λένε χαρακτηριστικά) και φωτογραφίζονται χαμογελαστοί, την ίδια στιγμή που στη Γάζα συνεχίζεται η εθνοκάθαρση μέρα μεσημέρι, με το σιωνιστικό καθεστώς Νετανιάχου να περιφρονεί τις εκκλήσεις τους, χαρακτηρίζοντας αισχρή κάθε αναγνώριση. Η γενοκτονία προχωρά μεθοδικά, οι βόμβες ισοπεδώνουν, οι άμαχοι ξεκληρίζονται και οι κυβερνήσεις που «συγκλονίζονται» εξακολουθούν να εξοπλίζουν και να χρηματοδοτούν το Ισραήλ. Η υποκρισία περισσεύει.

Ο Τραμπ δίνει την απαραίτητη νομιμοποίηση και στήριξη, την ίδια στιγμή που υποκριτικά δηλώνει πως δεν θα επιτρέψει κατάληψη της Δυτικής Όχθης (την οποία τείνουν να μετατρέψουν σε νέα Γάζα οι σιωνιστές έποικοι). Με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον (μακριά από ενοχλητικά νεκρά βρέφη) θέλει να κάνει «Ριβιέρα» τη Γάζα, και αναζητά χρηματοδότες και συνεταίρους για το πρότζεκτ στα πρόθυμα αραβικά καθεστώτα.

Αν η διεθνής κοινότητα ανεχτεί να εξαφανιστεί ένας λαός μπροστά στις κάμερες, τότε κάθε επόμενη γενοκτονία θα είναι «διαπραγματεύσιμη». Η Παλαιστίνη δεν χρειάζεται κούφια αναγνώριση, αλλά τερματισμό της σφαγής. Μέχρι τότε, κάθε «λύση» που αναγγέλλουν Μακρόν, Στάρμερ ή Τραμπ δεν είναι τίποτε άλλο παρά φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Μόνη ελπίδα η συνέχιση της αντίστασης, η συνέχιση των προσπαθειών απομόνωσης του Ισραήλ, από τους δρόμους της Ιταλίας και τα πανεπιστήμια των ΗΠΑ, μέχρι τις θάλασσες της Μεσογείου, που δεν λένε να κοπάσουν.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!