του Ανδρέα Μπόμπα*
Ζητήθηκε από τους υποψηφίους των Λυκείων να αναπτύξουν (υπό μορφή άρθρου) αιτιολογημένα τις απόψεις τους για τους τρόπους με τους οποίους εκπαιδευτικοί και μαθητές/μαθήτριες μπορούν να συμβάλλουν στην ενίσχυση του παιδευτικού ρόλου του σχολείου.
Αν κάποιος θελήσει να απαντήσει με ειλικρίνεια στο παραπάνω ερώτημα, η απάντηση είναι μάλλον αρνητική.
Θα αναρωτηθεί κανείς, γιατί; Γιατί η απαίτηση κατανόησης και αφομοίωσης εξειδικευμένης, σε μεγάλο μέρος πανεπιστημιακής ύλης στα μαθήματα εισαγωγής στις Πανελλαδικές Εξετάσεις, δεν αφήνει χρόνο, ενέργεια και σκέψη για «κάτι άλλο» πέρα από τον «στόχο» τόσο στους εκπαιδευτικούς, όσο και στους μαθητές.
Έτσι, το σχολείο της χαράς, της μόρφωσης και του πολιτισμού, μετατρέπεται σε ένα προπονητικό κέντρο υποψήφιων πρωταθλητών. Πεδία και τομείς που αφορούν την θέση της νεολαίας στο σύγχρονο κόσμο, τα αξιακά συστήματα που κυριαρχούν, τις ανάγκες διαλόγου και άμεσης επικοινωνίας, τις εξελίξεις στους τομείς της επιστήμης, τα πολιτιστικά δρώμενα, τον παγκόσμιο λογοτεχνικό πλούτο και άλλα πολλά, παραμένουν στην αφάνεια. Παρ’ όλο λοιπόν, που για την συντριπτική πλειοψηφία μαθητών-εκπαιδευτικών, αυτό το «άλλο» σχολείο παραμένει ένα ανεκπλήρωτο όραμα, ο σιδερένιος νόμος των Πανελλαδικών καθορίζει και στρεβλώνει τα πάντα.
Το άκρως ανταγωνιστικό νεοφιλελεύθερο σύστημα, προσπαθεί να ευνουχίσει πνευματικά τους μαθητές «που μπορούν» στον αγώνα τους για την «επιτυχία». Ταλανίζει τους γονείς οικονομικά και ψυχικά, κάνει υποχρεωτική τη φροντιστηριακή υποστήριξη και τέλος απαξιώνει την ίδια την εκπαιδευτική διαδικασία. Οι δε μαθητές των «πίσω θρανίων», παραμένουν «πίσω», παρακολουθώντας ένα έργο που δεν τους αφορά.
Σ’ αυτές τις διαπιστώσεις οι περισσότεροι συμφωνούν, όμως το σύστημα παραμένει…
Μόνο η δημιουργία προκαταρκτικού έτους σπουδών, με ελάχιστες προϋποθέσεις εγγραφής, με ύλη και προγράμματα καθορισμένα από τις αντίστοιχες πανεπιστημιακές σχολές και πολλούς ενδιάμεσους ελέγχους επάρκειας, θα μπορούσε να αποτελέσει βιώσιμη εναλλακτική λύση.
Οργάνωση χρειάζεται. Χώροι υπάρχουν, άριστο επιστημονικό προσωπικό από τα Λύκεια και τα φροντιστήρια και με κατοχύρωση μαθημάτων για το Α’ έτος της σχολής, το κόστος θα είναι μικρό.
Δυστυχώς τα πράγματα μάλλον τραβάνε στην αντίθετη κατεύθυνση. Προβάλλεται το σχολείο του «επιχειρείν» και οι λαμπρές πρωτοβουλίες εκπαιδευτικών και μαθητών σε κάποια λίγα σχολεία (βλ. Γυμνάσιο Αυλώνας, 38ο Δημοτικό σχολείο Φυλής κ.α.), παραμένουν φάροι μακρινοί στο σκοτάδι και την αδιαφορία.
Σε αυτό το περιβάλλον, δεν μοιάζει κάπως ειρωνικό να ερωτούνται οι μαθητές εκεί, κατά τον Ιούνιο μέσα στο άγχος των Πανελλαδικών, πώς τους φαίνεται ο παιδευτικός ρόλος του σχολείου;
* Ο Ανδρέας Μπόμπας είναι συνταξιούχος εκπαιδευτικός – πολιτικός μηχανικός