Φωτ.: Έγκλειστα Ινδιανάκια από το παιδομάζωμα «εκπολιτισμού, εκχριστιανισμού και εξαμερικανισμού», στο Carlisle Boarding School
Η τραγική ιστορία των Ινδιάνων της Βόρειας, Κεντρικής και Νότιας Αμερικής, που συνοψίζεται στον χαρακτηρισμό «η μεγαλύτερη γενοκτονία» στη γνωστή ιστορία της ανθρωπότητας, δεν τελειώνει με την εξιστόρηση του Τσαρλς Μπρόουνελ, στα μέσα του 19ου αιώνα. Στην πραγματικότητα, συνεχίζεται μέχρι σήμερα, με άλλα μέσα.
Στη Βόρεια Αμερική, οι τελευταίες εκκαθαρίσεις παλαιού τύπου έλαβαν χώρα το 1924, όταν εξουδετερώθηκαν οι τελευταίες ομάδες αντίστασης των Σιού, αν και στα νοτιοδυτικά συγκρούσεις γίνονταν μέχρι το 1933. Αλλά οι εκκαθαρίσεις νέου τύπου συνεχίστηκαν. Οι Ινδιάνοι είχαν ουσιαστικά χάσει τα πάντα και πρώτα απ’ όλα τη γη τους. Μόνο με το νόμο Dawes Act, του 1887, 380 εκατομμύρια στρέμματα ινδιάνικης γης μεταβιβάζονταν από τις φυλές σε ατομικούς ιδιοκτήτες, άλλες έναντι τιμήματος και άλλες μοιράζονταν δωρεάν για να εγκατασταθούν με τίτλους ιδιοκτησίας οι Ευρωπαίοι έποικοι. Οι Ινδιάνοι, όσοι είχαν απομείνει, κυνηγημένοι, διασκορπισμένοι και αποδεκατισμένοι, υποχρεώνονταν να εγκλωβιστούν σε καταυλισμούς, σε νησίδες, σε οριοθετημένες περιοχές (reservation), στις περισσότερες περιπτώσεις πολύ μακριά από τη γη των προγόνων τους.
Οι νομαδικές φυλές υποχρεώθηκαν να γίνουν αγροτικές χάνοντας την κουλτούρα τους και την αυτάρκειά τους. Φυλές που ζούσαν από το κυνήγι εγκαταστάθηκαν μακριά από τα δάση και φυλές που ζούσαν από το ψάρεμα εγκαταστάθηκαν μακριά από τις λίμνες, τα ποτάμια και τη θάλασσα. Οι διατροφικές τους πηγές απαλλοτριώθηκαν από τους εποίκους. Απαγορεύτηκε ακόμα και η επικοινωνία τους με άλλες φυλές. Και εξίσου βασικό, λαοί των οποίων οι πολιτισμοί βρίσκονταν σε αξεχώριστη σχέση με τη φύση, απομακρύνθηκαν από τους ιερούς τόπους τους, από τα βουνά, τα δάση, τα ποτάμια, τις πεδιάδες και τα ζώα που τους έτρεφαν υλικά και πνευματικά.
Όσοι γλύτωσαν από τη φυσική εξόντωση, δολοφονημένοι από τα εξελιγμένα όπλα των εποίκων, αλλά και από τις ασθένειες των λευκών τις οποίες το ανοσοποιητικό τους σύστημα δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει, όπως η ευλογιά, η φυματίωση, η γρίπη και πανούκλα, υπέστησαν μια εξαναγκαστική και οργανωμένη πολιτική αφομοίωσης και εξαμερικανισμού. Ο George Washington και ο Henry Knox ήταν οι πρώτοι που εφάρμοσαν συνειδητά την πολιτική της πολιτισμικής μετάλλαξης των Ινδιάνων. Έκτοτε, με αλλεπάλληλες νομοθετικές ρυθμίσεις, οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ και του Καναδά, εφάρμοσαν μαζικά προγράμματα αποϊνδιανοποίησης. Τα παιδιά των Ινδιάνων απομακρύνονταν δια της βίας από τις οικογένειές τους και εγκλείονταν σε σχολεία ειδικά για το ξερίζωμα κάθε στοιχείου της ινδιάνικης ταυτότητας και του πολιτισμού τους.
Στα ιδρύματα αυτά, από τα οποία πέρασαν δεκάδες χιλιάδες παιδιά, οι μαθητές και οι μαθήτριες υποχρεούνταν να αποβάλλουν κάθε τι που είχε σχέση με τον πολιτισμό της φυλής τους. Απαγορευόταν πολύ αυστηρά η χρήση της ινδιάνικης γλώσσας, ακόμα και κατ’ ιδίαν και επιβαλλόταν η αγγλική γλώσσα, ή και η γαλλική στον Καναδά. Οι μαθητές κουρεύονταν και ντύνονταν κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα και γίνονταν χριστιανοί με το ζόρι. Και βάφτιζαν υποχρεωτικά τα παιδιά με ευρωπαϊκά ονόματα! Ο Όρθιος Βούβαλος γινόταν Τζον και το Κόκκινο Σύννεφο γινόταν Τομ.
Μακριά από τις οικογένειές τους, όσα παιδιά επιβίωναν από τις ασθένειες που μεταδίδονταν εύκολα στους ασφυκτικούς τόπους συγκέντρωσης, αναγκάζονταν να μεταμορφωθούν δια της βίας σε κάτι εντελώς ξένο. Εάν σκεφτεί κανείς ότι στην περιοχή του σημερινού Καναδά υπήρχαν 13 κύριες ινδιάνικες γλωσσικές ομάδες και 65 διάλεκτοι, από τις οποίες μόνο τρεις έχουν πιθανότητες διάσωσης σήμερα, καταλαβαίνει το μέγεθος της πολιτισμικής γενοκτονίας.
Παιδομάζωμα
Καθοριστικό ρόλο στην εφαρμογή αυτής της αποϊνδιανοποίησης ανέλαβε και εκτέλεσε με μεγάλη αυστηρότητα και ζήλο η εκκλησία, προτεσταντική και καθολική, συχνά σε οξύ ανταγωνισμό μεταξύ τους. Οι θρησκευτικές οργανώσεις λειτουργούσαν αυτά τα οικοτροφεία με φανατισμό και βία, που συμπεριλάμβανε και τη σεξουαλική, παθητική και ενεργητική, κακοποίηση των μαθητών. Και βέβαια, τα παιδιά χρησιμοποιούνταν σαν φτηνό και πειθήνιο χωρίς κανένα δικαίωμα εργατικό δυναμικό στις κοντινές φάρμες και τα εργοστάσια.
Σε αντίθεση με ό,τι νομίζεται, η ένταση της πολιτισμικής γενοκτονίας, του αφανισμού κάθε στοιχείου ταυτότητας και κουλτούρας από τους ιθαγενείς, δεν συνέβη το 1500, το 1600 και το 1700, αλλά από το 1850 μέχρι την εποχή μας! Η μεγάλη σφαγή 300 Ινδιάνων της φυλής Λακότα, από τον αμερικάνικο στρατό, στο Wounded Knee, στη Νότια Ντακότα, το 1890, εκ των οποίων τα μισά θύματα ήταν παιδιά και γυναίκες, αποδεικνύει ότι η φυσική και πνευματική εξόντωση των Ινδιάνων δεν εξαντλείται στον 16ο ή 17ο αιώνα, αλλά φτάνει μέχρι τη νεωτερική εποχή. Υπολογίζεται από τους ερευνητές ότι περίπου το 90%, δηλαδή 16 από τα 18 εκατομμύρια ιθαγενών, εξολοθρεύτηκαν από σφαγές, αποκλεισμούς, πείνα, υποδούλωση και ασθένειες που έφεραν οι Ευρωπαίοι στην Αμερική! Το 1800, στην επικράτεια των σημερινών ΗΠΑ, είχαν απομείνει 600 χιλιάδες Ινδιάνοι και το 1890 μόνο 250 χιλιάδες! (D. Hightower-Langston: The Νative American World και R. Thornton: American Indian Holocaust and Survival, 1990)
Στον Καναδά, αυτά τα σχολικά γκέτο του υποχρεωτικού παιδομαζώματος, που άρχισαν να ιδρύονται το 1847, 130 σε όλη τη χώρα, έπαψαν να λειτουργούν το 1996. Και μόλις το 2006, η κρατική Επιτροπή Αλήθειας και Αποκατάστασης αποφάνθηκε ότι αυτά τα ιδρύματα είχαν βλαβερές επιπτώσεις στους ιθαγενείς πληθυσμούς, αλλά και στην κοινωνία γενικότερα. Και το 2008, ο πρωθυπουργός του Καναδά Stephen Harper ζήτησε συγγνώμη για το κακό που έκαναν αυτά τα σχολεία. Κάπως αργά, μάλλον…
Στις ΗΠΑ, το πρώτο τέτοιο ίδρυμα άνοιξε το 1879. Και τα κλειστά αυτά οικοτροφεία πολλαπλασιάστηκαν στον 20ο αιώνα. Το 1973, φοιτούσαν σ’ αυτά τα «εκπολιτιστικά» ιδρύματα 60.000 Ινδιανάκια. Ο δρόμος είχε ανοίξει το 1886, με την απόφαση United States v. Kagama του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ που έδωσε απεριόριστη εξουσία στις αρχές για τη βίαιη αφομοίωση και ενσωμάτωση των ιθαγενών στην αμερικάνικη κοινωνία.
Πρακτικές του διαβόλου
Με αντίστοιχους νόμους απαγορεύτηκαν και ποινικοποιήθηκαν οι εξωτερικές εκφράσεις ζωτικών μορφολογικών στοιχείων του ινδιάνικου πολιτισμού. Για παράδειγμα, με νόμο απαγορεύτηκαν οι ινδιάνικοι χοροί και τα τραγούδια, οι τελετές θρησκευτικού περιεχομένου, αλλά και η παραδοσιακή ιατρική των Ινδιάνων. Όλα αυτά θεωρούνταν επισήμως και θεσμικά, με τον Code of Indian Offenses, το 1883, «πρακτικές του διαβόλου».
Στον Καναδά, με το νόμο Indian Act του 1876, μεταξύ άλλων απαγορεύτηκε στους ιθαγενείς που δεν είχαν γίνει χριστιανοί να προσφεύγουν στα δικαστήρια, ακόμα και σαν μάρτυρες. Με την τροποποίηση του 1884, απαγορεύτηκαν όλες οι παραδοσιακές θρησκευτικές και κοινωνικές πρακτικές, ενώ με νεότερη τροποποίηση του 1920, απαγορεύτηκε στους Ινδιάνους να φορούν τις παραδοσιακές ενδυμασίες τους και να χορεύουν τους χορούς τους, καθώς και κάθε άλλη εκδήλωση ή συμπεριφορά εκλαμβάνεται σαν αντίθετη με τον χριστιανισμό. Με δεδομένο ότι, στον Καναδά, οι διώξεις εναντίον των ιθαγενών είχαν ξεκινήσει από το 1600, γίνεται αντιληπτό τι πέρασαν οι γηγενείς επί 400 χρόνια. Η οθωμανική κυριαρχία στην Ελλάδα μοιάζει με παιδική χαρά μπροστά την αγριότητα και τη βαρβαρότητα των πολιτισμένων λευκών Ευρωπαίων χριστιανών στην αμερικανική ήπειρο.
Σήμερα, στις ΗΠΑ, είναι αναγνωρισμένες 567 φυλές, με σύνολο πληθυσμού γύρω στα 4,4 εκατομμύρια. Και στον Καναδά, ζουν, όπως ζουν, 1.400.000 ιθαγενείς, που ανήκουν σε 600 αναγνωρισμένες φυλές και συλλογικότητες.
Επίσης, σε όλη την ήπειρο, άλλαξαν χιλιάδες τοπωνύμια. Περιοχές, ποτάμια, λίμνες, βουνά, δάση και παραλίες μετονομάστηκαν εμπεδώνοντας την οικειοποίηση της γης από τους λευκούς και μετατρέποντας σε άγνωστη για τους Ινδιάνους την ίδια τους τη χώρα. Η Βιρτζίνια πήρε το όνομά της από την -επονομαζόμενη και παρθένα, παρ’ όλους τους εραστές της- βασίλισσα της Αγγλίας Ελισάβετ Α΄. Η Ντέλαγουεαρ από τον ομώνυμο κατακτητή της, όπως και η Κολούμπια από τον Κολόμβο, κάτι που συνέβη μέχρι το τελευταίο χωριουδάκι. Ό,τι έχει απομείνει αποτελεί θλιβερό υπόλειμμα ενός κόσμου ολόκληρου.
Στερεότυπα παρουσίασης
Η ονομασία «Ινδιάνοι» είναι εντελώς άσχετη με τους Ινδιάνους. Είναι γέννημα των λευκών που επειδή νόμιζαν ότι είχαν ανακαλύψει τις Δυτικές Ινδίες, ονομάτισαν τους ιθαγενείς λαούς «Ινδούς» ή «Ινδιάνους», αδιαφορώντας για το πώς ονόμαζαν οι ίδιοι τους εαυτούς τους. Επίσης, καλλιέργησαν την αντίληψη ότι πρόκειται για ένα λαό ομοιογενή και ομοιόμορφο. Και μ’ αυτό τον τρόπο τούς αναπαριστούν έκτοτε. Στην πραγματικότητα, επρόκειτο για εκατοντάδες ανεξάρτητες φυλές με ξεχωριστά ήθη και έθιμα, ξεχωριστές γλώσσες, ξεχωριστό τρόπο οργάνωσης και διαφορετικές εξωτερικές εμφανίσεις. Αυτή η παραμόρφωση, επικεντρώθηκε σε δύο τύπους Ινδιάνων, τον ηλικιωμένο σοφό που συμβουλεύει τους λευκούς και τον αιμοχαρή πολεμιστή που ζει για να σκοτώνει εποίκους και να αρπάζει τις γυναίκες τους. Ακόμα και πρακτικές βάρβαρες που αποδίδονται στους Ινδιάνους, όπως το ξερίζωμα με μαχαίρι του τριχωτού της κεφαλής του αντιπάλου, το scalp, εισήχθησαν στην Αμερική από τους Ευρωπαίους κατακτητές (James Axtell, στην «Εγκυκλοπαίδεια των Ινδιάνων της Β. Αμερικής»).
Σινεμά, ΜΜΕ, λογοτεχνία, βιντεοπαιχνίδια
Στον κινηματογράφο, ο ήρωας που επισκίασε τους πάντες και αποτέλεσε το μέτρο του καλού και του κακού είναι ο Τζον Γουέιν. Οι λευκοί ήταν πάντα σε άμυνα απέναντι στους πολεμοχαρείς «άγριους». Οι Ινδιάνοι δεν είχαν κανονική συμπεριφορά ούτε συναισθήματα. Μιλούσαν πολύ λίγο και δεν γελούσαν ποτέ. Ήταν ύπουλοι και αμείλικτοι. Αυτή η εικόνα καλλιεργήθηκε μέσα και από τις ταινίες για παιδιά, αλλά και μέσα από τη λαϊκή λογοτεχνία. Ακόμα κι όταν αναδεικνύονταν οι πλευρές της αντιπαράθεσης και δεν αποκρυβόταν η απληστία των λευκών, η διάκριση ανάμεσα στον άγριο και τον πολιτισμένο παρέμενε σταθερή. Και οι συμπαθείς στην οθόνη ή στις σελίδες κάποιου βιβλίου ή περιοδικού Ινδιάνοι ανήκαν στην κατηγορία των αγρίων, ενώ και οι χειρότεροι τυχοδιώκτες λευκοί ανήκαν στην κατηγορία των πολιτισμένων.
Η Γουολτ Ντίσνεϊ έκανε ταινία κινουμένων σχεδίων τη ζωή της πριγκήπισσας Ποκαχόντας, όπως την παρουσίασαν οι έποικοι. Αν και ήταν έφηβη, έχει σέξι εμφάνιση, ερωτεύτηκε ένα λευκό χήρο, πρόδωσε τον βασιλιά πατέρα της, ασπάστηκε οικειοθελώς τον χριστιανισμό, μετονομάστηκε σε Ρεβέκκα και μετακόμισε στο Λονδίνο, όπου και πέθανε μόλις στα εικοσιένα της από κάποια ασθένεια των Ευρωπαίων που εύκολα εξουδετέρωσε το ανοσοποιητικό της σύστημα. Όποια θετικά στοιχεία είχε η ιστορία της συμψηφίστηκαν με την κυρίαρχη ιδεολογία. Στα ιστορικά βιβλία και τα μυθιστορήματα, οι «κονκισταδόρες», οι επικεφαλής στις γενοκτονίες, παρουσιάζονται σαν μεγάλοι εξερευνητές που ανακαλύπτουν και όχι που αρπάζουν και εξοντώνουν, απαθανατισμένοι σε μεγάλα πορτρέτα από διάσημους ζωγράφους ενώ τα ονόματά τους έχουν δοθεί σε θάλασσες, πόλεις, δρόμους και πλατείες. Στα περιοδικά για μεγάλους που διαβάζαμε στα νιάτα μας, τη «Μάσκα» και το «Μυστήριο», οι Ινδιάνοι, καλοί ή κακοί, ήταν πάντα περιθωριακοί σε αντίθεση με τους λευκούς ήρωες, τον Γουάιατ Ερπ ή το Γεράκι, που εκπροσωπούσαν τους νοικοκυραίους εποίκους που ήταν αξιοπρεπείς, τίμιοι και φιλεργατικοί.
Ένας απ’ αυτούς, τιμημένος και παρασημοφορημένος, είναι ο Μπάφαλο Μπιλ, ένας από τους πιο γνωστούς ήρωες που προκύψανε από την «κατάκτηση της Δύσης». Σκότωνε τους βίσωνες, στερώντας τη βασική διατροφή από τους ιθαγενείς για να τροφοδοτήσει τους στρατιώτες που εκκαθάριζαν τους Ινδιάνους και τους εργάτες στις σιδηροδρομικές γραμμές που περνούσαν μέσα από τις περιοχές τους. Υπερηφανευόταν ότι σε 18 μήνες, από το 1867 ως το 1868, είχε σκοτώσει 4.282 βίσωνες, με ρεκόρ 68 βίσωνες σε ένα οκτάωρο! Το 1900, είχαν απομείνει μόνο 300 βουβάλια, από 60 εκατομμύρια πριν από 100 χρόνια! Ο Μπάφαλο Μπιλ έκανε τον ανιχνευτή για το στρατό στο κυνήγι των Ινδιάνων και στη συνέχεια δημιούργησε ένα θίασο με τον οποίο για μια δεκαετία οργάνωνε περιοδείες στην Αμερική και την Ευρώπη με πολεμικές αναπαραστάσεις συμπεριλαμβάνοντας την εκτέλεση και το ξερίζωμα του τριχωτού της κεφαλής ενός Ινδιάνου Τσεγιέν σαν ένα από τα κατορθώματα του Μπιλ στις 16 μάχες που πήρε μέρος.
Στα βιντεοπαιχνίδια και την τηλεόραση, τους παρουσιάζουν με τα γνωστά στερεότυπα, σαν καρικατούρες ή τους αγνοούν εντελώς. Όπως εύστοχα έχει πει ο σκηνοθέτης Τζιμ Τζάρμους «οι Ινδιάνοι είναι σαν να μην υπάρχουν, σαν να είναι μυθολογικά πρόσωπα, από το απώτερο παρελθόν, σαν τους δεινόσαυρους».
Αφαίμαξαν την κουλτούρα
Πολλοί λίγοι ξέρουν ότι αρκετοί πρωτοπόροι Αμερικανοί συνθέτες, προσπαθώντας να διαμορφώσουν μια εθνική αμερικανική σχολή, με λιγότερη εξάρτηση από την ευρωπαϊκή παράδοση, μελέτησαν τις μουσικές των Ινδιάνων και τις ενσωμάτωσαν στις δημιουργίες τους (McDowell: Indian Suite, Skilton: Indian dances, Cadman: Land of the sky blue water κ.ά.). Αλλά και στη ζωγραφική, τη γλυπτική και τη χειροτεχνία, στα κοσμήματα και την αγγειοπλαστική, έγιναν παρόμοιες οικειοποιήσεις. Όπως και στην καλλιέργεια του καλαμποκιού και του καπνού, στη βοτανολογία, φαρμακολογία και τις εναλλακτικές θεραπευτικές πρακτικές. Αλλά και στη μόδα.
Τα μακριά μαλλιά στην Αμερική υιοθετήθηκαν από τα νεανικά κινήματα αμφισβήτησης σαν έκφραση ελευθερίας που προερχόταν από την ανυπότακτη φύση των Ινδιάνων. Όπως και η μεταγενέστερη μόδα του κουρέματος με την ψιλή στα πλάγια και το μεγάλωμα λοφίων στη μέση ή των πολύχρωμων βαφών όλων των χρωμάτων του ουράνιου τόξου που είχε ιδιαίτερη σημασία για τους Ινδιάνους. Τα κρόσσια στα σακάκια και τα παντελόνια, τα μοκασίνια, τα σκουλαρίκια στις μύτες και σε άλλα σημεία του σώματος, αλλά και τα τατουάζ είναι στοιχεία με σημασία που αποσπάστηκαν από τους ιθαγενείς χάνοντας τα νοήματά τους για να υπηρετήσουν τη βιομηχανία της μόδας και τα σύγχρονα ρεύματα αισθητικής και νοοτροπίας. Υπολογίζονται σε περισσότερες από 1550 οι ινδιάνικες λέξεις που έχουν ενσωματωθεί στο αγγλικό, γαλλικό, ισπανικό και πορτογαλέζικο λεξιλόγιο. Αλλά και στον τομέα της ιστορίας, για να αποκτήσουν ιστορικό βάθος και συνοχή οι Αμερικάνοι, προερχόμενοι από αμέτρητες κουλτούρες της Ευρώπης, χρησιμοποιούν τους Ινδιάνους σαν πρωτοαμερικανούς, που η παρουσία τους χάνεται σε βάθος χιλιάδων χρόνων, προκειμένου οι λευκοί να επιμηκύνουν αυθαίρετα την ιστορία τους στην ήπειρο.
Ο στόχος της καταστροφής
Από το 1970, που άρχισε μια αξιόλογη στροφή στον τρόπο προσέγγισης των Ινδιάνων από νέους Αμερικανούς ιστορικούς, ανθρωπολόγους, κοινωνιολόγους και ακτιβιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αναδύονται στην επιφάνεια, μέσα από την έρευνα, την ιεράρχηση και τον συσχετισμό των στοιχείων, οι πραγματικοί λόγοι για την εμμονή των ιθυνόντων του κράτους, της εκπαίδευσης, των ΜΜΕ και της εκκλησίας, να αφομοιώσουν αποϊνδιανοποιώντας και εξαμερικανίζοντας τους ιθαγενείς λαούς. Το βιβλίο του Dee Brown Bury My Heart at Wounded Knee (1970) και του Francis Jennings The Invasion of America: Indians, Colonialism, and the Cant of Conquest (1975), έκαναν μεγάλη αίσθηση και ευαισθητοποίησαν πολλά μυαλά.
Όπως ομολογούν σε στιγμές αλήθειας οι πρώτοι έποικοι, το αναφέρει αυτό περισσότερο από μία φορά ο Μπρόουνελ στο έργο του, και το επιβεβαιώνουν μεταγενέστεροι στοχαστές και γνώστες της κουλτούρας των ιθαγενών φυλών, οι κοινωνίες των Ινδιάνων δεν ήταν χύμα και σκορποχώρι. Αντιθέτως, διέπονταν από άγραφους, αλλά σαφέστατους και ριζωμένους κανόνες δημοκρατικής αυτοδιοίκησης, διαπνέονταν από βαθειά πνευματικότητα, βρίσκονταν σε απόλυτη αρμονία με τη φύση την οποία σέβονταν και συμβίωναν σαν ίσοι, πιστεύοντας ότι η γη είναι η μήτρα που τους γέννησε, και δεν γνώριζαν κανένα αίσθημα, δικαίωμα, απαίτηση ή επιδίωξη ιδιοκτησίας (J.W. Martin: A History on Native American Religion).
Γι’ αυτό, οι εντολές στα σχολεία αναγκαστικής εκπαίδευσης ήταν σαφείς και κατηγορηματικές. Απαγόρευαν στα φυλακισμένα Ινδιανάκια να λένε «αυτό είναι δικό μας» και τους επιβαλλόταν να λένε μόνο «αυτό είναι δικό μου». Η έννοια του κοινού και του συλλογικού που ήταν ο καθολικός κανόνας στις ινδιάνικες φυλές ήταν ανατρεπτικός για την κοινωνία των λευκών εποίκων που βασίζεται στο ατομικό κέρδος, τον ανταγωνισμό και την ιδιωτική περιουσία, στοιχεία παντελώς άγνωστα ανάμεσα στις φυλές των «αγρίων».
Καζινοποίηση
Ένα άλλο μεγάλο όπλο του συστήματος για την αλλοτρίωση των Ινδιάνων, το οποίο εφευρέθηκε και εφαρμόστηκε με μεγάλη επιτυχία από το σύστημα εξουσίας, είναι το δικαίωμα που παραχωρήθηκε κατ’ αποκλειστικότητα στις φυλές να δημιουργούν καζίνο στις περιοχές δικαιοδοσίας τους. Από τη δεκαετία του 1970, και ιδίως από το 1988, με ειδικό νόμο της Γερουσίας, δημιουργήθηκαν 460 επιχειρήσεις τζόγου μέσα σε καταυλισμούς με συνολικό τζίρο περίπου 27 δισεκατομμυρίων δολαρίων (2011), μόνο στην Οκλαχόμα έχει 113 ινδιάνικα καζίνο (!), διαστρέφοντας ό,τι είχε απομείνει, που δεν ήταν αμελητέο, από την πλούσια πνευματική κουλτούρα των Ινδιάνων και αντικαθιστώντας το με την κουλτούρα του τζόγου και την επιδίωξη του παρασιτικού κέρδους. Παρ’ όλο που τα έσοδα χρησιμοποιούνται για κοινωφελείς σκοπούς, η ουσία είναι ότι η ινδιάνικη μειονότητα στην Αμερική, κάτω από το βαρύγδουπο τίτλο των αυτοδιοικούμενων περιοχών, παραμένει η φτωχότερη στις ΗΠΑ. Πλέον, το 60% των Ινδιάνων ζουν σε πόλεις. Η ανεργία, ο διαβήτης, η παιδική θνησιμότητα, η μείωση του προσδόκιμου ζωής, η εγκληματικότητα, οι εφηβικές αυτοκτονίες, η εγκατάλειψη του σχολείου και ο αλκοολισμός είναι σε πολύ υψηλά επίπεδα εξ αιτίας της αποϊνδιανοποίησης, των αποκλεισμών και των ανισοτήτων.
Κι όμως…
Όπως φαίνεται και από τον αγώνα των σημερινών Σιου για να μην περάσει ο καναδέζικος αγωγός πετρελαίου Keystone XL από τα μέρη τους και από τον στρατό που στάλθηκε για να τους βγάλει από τη μέση, η γενοκτονία, με πιο ύπουλες μορφές, είτε με εξαγορά είτε με πολιτισμικό βιασμό, βρίσκεται πάντα σε εξέλιξη. Οι Ινδιάνοι, όσα δικαιώματα κι αν απέκτησαν με ηρωικούς αγώνες και βαριές θυσίες 500 ετών, παραμένουν στον τόπο τους ξένοι. Εντούτοις, όσο κι αν τσαλαπατήθηκαν, δεν το βάζουν κάτω, ίσως γιατί το πνεύμα του Τζερόνιμο στα βάθος-βάθος παραμένει ενεργό.
Στέλιος Ελληνιάδης
(Ομιλία στην παρουσίαση των τεσσάρων τόμων της σειράς «Οι ινδιάνικες φυλές της Βορείου και Νοτίου Αμερικής» του Τσαρλς Ν.Γ. Μπρόουνελ, εκδόσεις Στοχαστής)