του Λαοκράτη Βάσση
1 Συζητώντας για το μέλλον της Ευρώπης δεν πρέπει να ξεχνάμε πως είμαστε, εντός μάλιστα Ευρωζώνης, μετα-νεωτερική αποικία. Που σημαίνει πως είναι κατάφωρα παραβιασμένη η ισοτιμία της παρουσίας της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
2 Χωρίς να ταυτίζουμε Ευρώπη και Ευρωπαϊκή Ένωση, πρέπει να προσεγγίζουμε σωστά τη σχέση Ελλάδας-Ευρώπης και συνακόλουθα Ελλάδας-Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γνωρίζοντας πως η ευρωπαϊκότητα δεν είναι για μας προσκτώμενη (ή υπό πρόσκτηση) αλλά σύμφυτη ιδιότητά μας. Υπό την έννοια πως είναι εν πολλοίς ελληνική η εννοιολογική συγκρότηση του ευρωπαϊκού δυτικού πολιτισμού. Κι είναι άλλη τάξης πρόβλημα οι όποιες αναγκαίες τεχνοκρατικού χαρακτήρα «προσαρμογές» μας σε ευρω-δυτικά πρότυπα.
Γι’ αυτό και είναι τουλάχιστον ανελλήνιστες οι απόψεις των «ευρωπαθών» πολιτικών και διανοουμένων, που έχουν προσαρτηματική λογική έναντι της Ευρώπης (να γίνουμε… Ευρωπαίοι!). Ξανατονίζοντας πως οι όποιες τεχνοκρατικού χαρακτήρα υστερήσεις μας, δεν γίνεται να εγείρουν πρόβλημα ευρωπαϊκότητας για τη «συνιδρυτική» της Ευρώπης Ελλάδα. Ει μη μόνον αν δεν δεχόμαστε την ιστορική συνέχεια του ελληνικού έθνους και τη διϊστορικότητα της ελληνικής ταυτότητας, όπως συμβαίνει με τους νεοταξικής κοπής… ultra «εκσυγχρονιστές» μας.
3 Τα παραπάνω σημαίνουν πως πρέπει να επαναναγνώσουμε σωστά την ιστορία μας και τον πολιτισμό μας, έτσι που να αναθεμελιώσουμε σε στέρεες βάσεις την έλλογη εθνική μας αυτο-εκτίμηση, που διεμβολίζει το παγιδευτικό δίπολο του νοσηρού (εθνοκεντρικού) ελληνοκεντρισμού και του εξίσου νοσηρού (αποεθνοποιητικού) αντιελληνοκεντρισμού. Προφανώς συνειδητοποιώντας και αναδεικνύοντας την πολύ κρίσιμη κι ακόμη πιο πολύ χρήσιμη πολιτιστική ιδιαιτερότητά μας εντός Ευρώπης. Τα ποιοτικά στοιχεία της οποίας συνυφαίνονται, ως προϋποθέσεις, με το καλύτερο ευρωπαϊκό αλλά και οικουμενικό μέλλον. Αναφέρω ενδεικτικά: τις τρεις ισορροπίες του παραδοσιακού πολιτιστικού μας προτύπου, όπως τις αναδεικνύει στις μελέτες του ο Ερατοσθένης Καψωμένος, τη μεταξύ δηλαδή ατόμου-κοινωνίας, ατόμου-φύσης και πολιτισμού-φύσης, τη γνώση (και πράξη) κατ’ αρετήν, έναντι της δυτικής γνωσιοκρατικής χρησιμοθηρίας, τον ορθό λόγο, έναντι του εργαλειακού δυτικού ορθολογισμού, την ελληνική προσωποκρατία, έναντι της δυτικής ατομοκρατίας, την ευδαιμονία, έναντι του δυτικού υλικού ευδαιμονισμού, αλλά και τη δημοκρατία με τη γνήσια αυτεξουσιότητα του «δήμου» (εθνικής συλλογικότητας). Που όλα αυτά και άλλα πολλά ακόμη σημαίνουν πως δεν είμαστε… μουσειακός πολιτισμός, αλλά πως εξακολουθούμε να είμαστε μια ζώσα και οικουμενικών διαστάσεων πολιτιστική δύναμη. Έστω κι αν η κακομοιριά του… ελλαδισμού δεν μας έχει επιτρέψει να το αναδείξουμε.
4 Πριν περάσω στα περί του μέλλοντος της Ευρώπης, θεωρώ χρήσιμο να αναφερθώ εν συντομία στα βαθύτερα αίτια της έρπουσας μεγάλης της κρίσης. Που είναι: Η μη πρόταξη της εμβάθυνσής της έναντι της επέκτασής της, αλλά και η μη εμβάθυνσή της όταν διευρύνθηκε. Όπως και το ότι, συνακολούθως, δεν έγινε ουσιαστική προσπάθεια για την εναρμόνιση των «εθνικών αριθμητών» με τον «ευρωπαϊκό κοινό παρονομαστή». Που είναι ένα δυσεπίλυτο σταυρόλεξο, αλλά και κλειδί για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οπότε, με ανάπηρη ταυτότητα και σωρευόμενα ελλείμματα (δημοκρατικότητας, επικοινωνίας και αποτελεσματικής στρατηγικής κ.λπ.), ήταν μοιραία η επικίνδυνη «πορεία» της βαθιάς κρίσης της, που επιδεινώνεται και από το Brexit. Ένα όμως από τα πιο σημαντικά αίτια της κακοδαιμονίας της είναι η έλλειψη αυτονομίας στην παγκόσμια σφαίρα. Που οφείλεται σε τέσσερα δεινά: στην αμερικάνικη επικυριαρχία, στην υπερ-εξουσία των «αγορών» (ιερατεία χρηματιστικού και τοκογλυφικού κεφαλαίου), στην γερμανοκρατία και στην «γραφειοκρατία των Βρυξελλών». Τα οποία όμως «δεινά» δεν μπορώ εδώ να τα αναπτύξω, εκτενώς, αν και όλοι ξέρουμε τις συνέπειές τους.
5 Οπότε, ως έχει, δεν… έχει μέλλον. Πέραν του ότι μπορεί να γίνει κι ακόμη χειρότερη. Καθώς δεν είναι εκτός πιθανών σεναρίων η μετεξέλιξή της σε ζώνες πρώτης, δεύτερης ή και τρίτης ταχύτητας υπό την (επι)κυριαρχία της Γερμανίας. Μια δηλαδή, χωρίς τα σημερινά προσχήματα, γερμανοκρατούμενη Ευρώπη με «πατρίκιους» και «πληβείους». Όπως, επίσης δεν είναι εκτός σεναρίων και η… διάλυσή της, με τους «βόρειους» (υπό τη Γερμανία) να συγκροτούν μια δική τους «ένωση». Έστω κι αν αυτό είναι, για την ώρα, πέρα απ’ τον… ορίζοντα (και γιατί η ίδια η Γερμανία θέλει το μείζον, που είναι η επικυριαρχία της σε όλη την «Ευρώπη!»).
Τούτων, όμως, όλων δοθέντων, θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι… δια παν ενδεχόμενον, αφήνοντας κατά μέρος τα πολύ γλυκερά παρεπόμενα του «ευρωπαϊκού φαντασιακού» περί «κοινού ευρωπαϊκού σπιτιού», που μακάρι να είχαν αντίκρισμα, και παύοντας να συγχέουμε (ταυτίζουμε) την Ευρώπη και τον πολιτισμό της με την (συν)επικυρίαρχή μας Ευρωπαϊκή Ένωση.
6 Χωρίς, φυσικά, αυτή μας η διαπίστωση κι ο κριτικός ευρωσκεπτικισμός μας να έχει σχέση με τον εθνικιστικό ευρωσκεπτικισμό της άρνησης της Ευρώπης. Γιατί, αυτονοήτως, είναι άλλος ο εθνικιστικο/δεξιός ευρω/σκεπτικισμός, που θέλει διάλυση της «Ευρώπης» και επιστροφή στο παρελθόν του… κατακερματισμού της, κι άλλος ο κριτικός ευρω/σκεπτικισμός, που θέλει την εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ιδέας και την ποιοτική μετεξέλιξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε λειτουργική Ευρωπαϊκή Συμπολιτεία υπό επωφελείς όρους για όλα της τα μέλη. Με την ως τώρα εμπειρία και τα αίτια των ανεπαρκειών της να ορίζουν και τις προϋποθέσεις πραγμάτωσης του αληθινού ευρωπαϊκού οράματος. Και αυτές είναι:
Πρώτη, ως προϋπόθεση των προϋποθέσεων, η εναρμόνιση των «εθνικών αριθμητών» με τον «κοινό ευρωπαϊκό παρονομαστή», έτσι ώστε να είναι πραγματικά Ευρώπη των λαών και των εναρμονισμένων πολιτιστικών τους ταυτοτήτων ως πλούτου της.
Δεύτερη, η αποτύπωση της «εναρμόνισης» σε στέρεη θεσμική βάση, έτσι ώστε να διασφαλίζει τη δημοκρατική λειτουργία της, με λυμένα τα ζητήματα της «ευρωπαϊκής πολιτειότητας» και του «ευρωπαϊκού δήμου». Προφανώς με αμφίδρομη σχέση: Ευρωπαϊκής Επιτροπής – Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου – Ευρωπαϊκού «λαού».
Τρίτη, η ανάδειξη και η παραδοχή, ως συνεκτικών ταυτοτικών γνωρισμάτων της, της δημοκρατίας και της αξιακής βάσης του πολιτισμού της, που πρωτίστως αναπέμπουν στην ελληνική πολιτιστική «μήτρα».
Τέταρτη, η ουσιαστική και αποτελεσματική αντιμετώπιση των προειρημένων τεσσάρων «δεινών». Που σημαίνει αποτίναξη των επικυριαρχιών της Αμερικής (ΗΠΑ), των «αγορών» και της Γερμανίας, αλλά και δημοκρατικό έλεγχο της «γραφειοκρατίας των Βρυξελλών».
Πέμπτη, όσο κι αν φαντάζει… ανέφικτη, η αντιστοίχιση Ευρωπαϊκής Ένωσης και ορίων της Ευρώπης. Που σημαίνει και ένταξη ή, σε πρώτο στάδιο, προωθημένη σχέση Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ρωσίας, ως θεμελιακό μάλιστα προαπαιτούμενο για να αναδειχθεί η Ευρώπη, για αυτονόητους λόγους, παγκόσμια ηγέτιδα δύναμη (με πρώτους απ’ τους λόγους: τα αποθέματα της Ρωσίας σε πρώτες ύλες, την αμυντική της ισχύ και το γεωπολιτικό της βάρος).
7 Κι εννοείται πως, για όλα αυτά και για άλλα πολλά ακόμη, πρέπει να ανοίξει ένας μεγάλος διάλογος στην Ελλάδα και σε όλη την Ευρώπη, για να είναι συμμέτοχοι οι λαοί της τόσο στον ποιοτικό αναπροσδιορισμό της προοπτικής της ανανεωμένης Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο, πολύ περισσότερο, και στην πραγμάτωση αυτής της προοπτικής.
8 Σ’ εμάς, στην Ελλάδα, προέχει, για να επανέλθω, στο πρώτο σημείο, η χάραξη εθνικής στρατηγικής πολιτικής διαχείρισης της «μνημονιακής υποτέλειας» με λογική και όρους υπέρβασής της. Γιατί, χωρίς ανάκτηση της χαμένης εθνικής αυτεξουσιότητας και της εθνικής αξιοπρέπειάς μας, δεν μπορούμε να συζητάμε ισοτίμως για το μέλλον της Ευρώπης. Πέραν του ότι, το τονίζω, πρέπει να είμαστε έτοιμοι ή τουλάχιστον υποψιασμένοι… δια παν ενδεχόμενον. Γιατί, τούτοι οι καιροί παραείναι ύποπτοι και ύπουλοι!