Με αντιφατικούς αλλά πάντα οξυμένους χρωματισμούς συνεχίζεται η αναταραχή στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα επεισόδια διαδέχονται το ένα το άλλο, μην αφήνοντας καμιά ψευδαίσθηση ότι η «ολοκλήρωση» μπορεί να επανεκκινήσει με στοιχειώδη συνεννόηση, παρά τα περί του αντιθέτου ευχολόγια. Η πολωνική περίπτωση είναι χαρακτηριστική: το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας (προφανώς με την «ενθάρρυνση» της φιλοαμερικανικής κυβέρνησης) διέπραξε την ανώτατη βλασφημία: αποφάσισε ότι το εθνικό δίκαιο υπερτερεί του «ευρωπαϊκού»! «Βόμβα στα θεμέλια της δημοκρατίας» χαρακτήρισαν οι εκπρόσωποι των Βρυξελλών την απόφαση (ότι το «ευρωπαϊκό» δίκαιο αποφασίζεται και επιβάλλεται από μη εκλεγμένους «θεσμούς» είναι προφανώς λεπτομέρεια), κι από κοντά οι απανταχού της Ευρώπης προοδευτικοί ξιφούλκησαν ενάντια στο ακροδεξιό καθεστώς της Βαρσοβίας.
Το πρόβλημα παραμένει: υπάρχει εντός Ε.Ε. ένα μπλοκ κυβερνήσεων (Πολωνία, Ουγγαρία κ.ά.)που δεν εννοεί να συμμορφωθεί με τη «γραμμή» είτε του Βερολίνου, είτε του Παρισιού, είτε των Βρυξελλών. Και στο εσωτερικό των χωρών τους αυτή η στάση συγκεντρώνει εδώ και χρόνια πλειοψηφική υποστήριξη, όσο κι αν ιδρώνουν τα περισσότερα ΜΜΕ να διαφημίζουν αντικυβερνητικές διαδηλώσεις με σημαίες της Ε.Ε. Η ανυπαρξία στοιχειώδους συμφωνίας μεταξύ των ισχυρών της Ε.Ε. για το πώς θα προχωρήσει το «εγχείρημα» αφήνει ανοιχτά παράθυρα και ευκαιρίες που οι εν λόγω κυβερνήσεις εκμεταλλεύονται κατάλληλα. Ότι μέχρι τώρα οι Βρυξέλλες δεν τόλμησαν να πάρουν μέτρα τιμωρίας των απείθαρχων είναι μια ακόμη ένδειξη της αδυναμίας τους. Λένε πολλά, αλλά ακόμη και σήμερα δεν παίρνουν κανένα συγκεκριμένο μέτρο, φοβούμενες μια εκτός ελέγχου κλιμάκωση – αυτό που πολλά ΜΜΕ αποκαλούν «κίνδυνο του PolExit», δηλαδή μιας εξόδου της Πολωνίας από την Ε.Ε. Όλοι γνωρίζουν ότι αυτό θα ήταν βαρύ πλήγμα, ιδίως μετά το Brexit, και γι’ αυτό καμία πλευρά δεν τραβά πολύ το σκοινί.
Μία στο καρφί και μία στο πέταλο
Πάντως το πολωνικό χτύπημα αντισταθμίστηκε κάπως από τα αποτελέσματα των εκλογών στην Τσεχία, όπου πρώτη δύναμη (αν και όχι με απόλυτη πλειοψηφία) αναδείχθηκε ο συνασπισμός της φιλοευρωπαϊκής Κεντροδεξιάς. Με 27,8%, η συμμαχία SPOLU ξεπέρασε οριακά το κόμμα ANO του «λαϊκιστή» πρωθυπουργού Αντρέι Μπάμπις, που έχασε 2,5 ποσοστιαίες μονάδες και περιορίστηκε στο 27,1%. Φυσικά κανένα από τα δύο κόμματα δεν συγκεντρώνει κοινοβουλευτική πλειοψηφία, αλλά το αγκάθι για τον Μπάμπις (και ταυτόχρονα πηγή ανακούφισης για την ευρωκρατία) είναι ότι τα δύο κόμματα που στήριζαν την κυβέρνησή του κατέρρευσαν. Το κεντροαριστερό CSSD, που συμμετείχε στην κυβέρνηση Μπάμπις, περιορίστηκε στο 4,6% και δεν εκλέγει κανέναν βουλευτή δεδομένου του ορίου 5% για είσοδο στη βουλή. Το δε Κομμουνιστικό Κόμμα (KSCM), που στήριζε την κυβέρνηση χωρίς να συμμετέχει σ’ αυτήν, κυριολεκτικά συνετρίβη: πήρε μόλις 3,6%. Το 2017 είχε 7,8% ενώ το 2013 ήταν τρίτο κόμμα με 14,9%. Ήταν το μοναδικό Κ.Κ. που, για συγκεκριμένους ιστορικούς λόγους, αποτελούσε υπολογίσιμη δύναμη και μετά το 1989…
Αλλά, παρά τις ελπίδες ότι η Τσεχία θα επανέλθει στο ευρωπαϊκό μαντρί, υπάρχουν άλλα προβλήματα που δεν αφήνουν τον σκληρό πυρήνα της Ε.Ε. να βρει την ανάσα του. Ένα εξ αυτών είναι η κλιμάκωση της πολιτικής κρίσης στην Αυστρία, όπου η συγκυβέρνηση Δεξιάς-Πράσινων(…) παραμένει ασταθής, παρά τον εξαναγκασμό του μέχρι πρόσφατα καγκελάριου Κουρτς σε παραίτηση. Διότι ο Κουρτς, που τη γραμμή του θα ζήλευαν πολλοί ακροδεξιοί, δεν δείχνει διατεθειμένος να αποσυρθεί από την πολιτική «για το κοινό καλό». Εξ ου και οι απειλές ότι θα αρθεί η ασυλία του και θα προσαχθεί σε δίκη – κάτι που οι οπαδοί του εντός του κυβερνώντος OVP δεν θα αποδεχθούν. Στη δε «μητρική» Γερμανία τα παζάρια για το σχηματισμό της νέας κυβέρνησης μετά τη «νίκη» των Σοσιαλδημοκρατών φαίνεται ότι θα διαρκέσουν πολύ ακόμη: οι ρυθμιστές (Πράσινοι και Φιλελεύθεροι) δεν τα βρίσκουν στα εσωτερικά θέματα, αλλά και δεν αποκλείουν να συγκυβερνήσουν και με τους Χριστιανοδημοκράτες. Η αστάθεια στον πάλαι ποτέ πυλώνα της Ε.Ε. θα είναι διαρκείας, όσο κι αν αυτό στενοχωρεί και δεσμεύει σε απραξία, ουσιαστικά, την ευρωκρατία…