Μέσα σε 1 χρόνο είχαμε δύο στιγμές εκδήλωσης μιας ικανοποίησης στην κοινωνία για τη στάση της ελληνικής πολιτείας. Και στις δύο (πέρυσι απόκρουση της απόπειρας οργανωμένης εισβολής «προσφύγων» στον Έβρο, και προχτές δηλώσεις Δένδια στην Άγκυρα) έγιναν και λέχθηκαν τα εντελώς αυτονόητα. Αυτά γίνονται αποδεκτά από την συντριπτική πλειοψηφία σαν μια αξιοπρεπής στάση και δημιουργούν ένα άλλο κλίμα, απαραίτητο για την όποια συνέχεια σε «αυτονόητες» ράγες εθνικής αξιοπρέπειας και σοβαρής στάσης. Στην περίπτωσή μας όμως αυτά δεν αρκούν, για πολλούς λόγους.
Ρευστή κατάσταση ισχύος στην ευρύτερη περιοχή
Σε άλλο σημείωμα στο παρόν φύλλο περιγράφονται ορισμένοι γενικοί όροι των επαναδιευθετήσεων που γίνονται. Η απειλή για την Ελλάδα από τις αξιώσεις του τουρκικού επεκτατισμού είναι ένα μέτωπο των ανακατατάξεων, αλλά όχι το μοναδικό. Αν κανείς παρατηρήσει σε πόσα μέτωπα απλώνεται ο παράγοντας Τουρκία (από Λιβύη έως Ν.Α. Μεσόγειο, από Ουκρανία έως Καύκασο, από Συρία έως Σουδάν) θα διακρίνει μια διαφορά μεγέθους και κλίμακας που πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη. Αν προστεθούν τα μεγάλα γεωπολιτικά τόξα (των ΗΠΑ, Ρωσίας, Κίνας, Ιράν), καθώς και οι επιδιώξεις μεγάλων δυνάμεων (Βρετανία, Γερμανία, Γαλλία), διαβλέπουμε μεγάλα τραντάγματα – τα οποία θα επηρεάσουν άμεσα την Ελλάδα και την Κύπρο, και μάλιστα με όρους δύσκολα αντιμετωπίσιμους με τα συνήθη μέτρα και πολιτικές.
Για παράδειγμα, γίνεται ιδιαίτερος λόγος για «ευρωπαϊκό κεκτημένο», χωρίς να νοιαζόμαστε πολύ για το αν πραγματικά υπάρχει και για το γεγονός ότι οι βασικότερες ευρωπαϊκές δυνάμεις έχουν ήδη δείξει πως δεν πρόκειται να εγκαταλείψουν μια φιλοτουρκική πολιτική. Οι ΗΠΑ, πιο πραγματιστικές, θέλουν απόλυτη ευθυγράμμιση της χώρας σε όλα τα μέτωπα: Ρωσία, Κίνα, Ιράν, Ισραήλ, αγωγούς, συνεκμετάλλευση και διαμοιρασμό του Αιγαίου στον 25ο μεσημβρινό, διατήρηση με όποιο κόστος της Τουρκίας στη δυτική συμμαχία. Συνεπώς η πολιτική ΗΠΑ, Γερμανίας, Βρετανίας κ.λπ. είναι ανοικτά φιλοτουρκική, και δεν έχουν κανένα ενδοιασμό να καταλύσουν την Κυπριακή Δημοκρατία με μια συνομοσπονδία, να γκριζάρουν περιοχές ελληνικής κυριαρχίας υπέρ της Τουρκίας, να μην υπάρξει μεγάλη αναταραχή στη Ν.Α. πτέρυγα του ΝΑΤΟ, κι άρα να ευνοηθεί η Τουρκία σε αρκετές από τις διεκδικήσεις της.
Το εκκρεμές-ταραξίας
Ο τουρκικός επεκτατισμός θέλει να ανατρέψει δεδομένα που καθορίστηκαν πριν 100 χρόνια, και γι’ αυτό θεωρεί ξεπερασμένες τις συνθήκες της Λωζάννης και του Μοντρέ και επιδιώκει να αποκτήσει μεγάλη εμβέλεια αυτονομίας, αξιοποιώντας αντιθέσεις και δυνατότητες που του δίνονται στο γεωπολιτικό πεδίο. Εμπεδώνει μια πολιτική ισχύος όχι μόνο στα λόγια, αλλά και με τον πόλεμο ή την απειλή του πολέμου. Κινείται σε ράγες που τον φέρνουν πολύ κοντά σε κόκκινες γραμμές του διεθνούς συστήματος, ακροβατεί, ρισκάρει, αλλά και πετυχαίνει μέχρι τώρα μια σημαντική επέκταση και μια μετατροπή του σε μεγάλη δύναμη, που θα συμπεριφέρεται προς τις ευρωπαϊκές δυνάμεις σαν παράγοντας ισότιμος – ή και ισχυρότερος από κάθε μια ξεχωριστά δύναμη. Τα περιθώρια ελιγμών ανάμεσα σε Δύση και Ρωσία και η αποκόμιση πλεονεκτημάτων δεν έχουν τελειώσει.
Επομένως ως αναθεωρητική δύναμη η Τουρκία αμφισβητεί ενεργά το στάτους κβο και λειτουργεί ως ταραξίας, μη δίνοντας σημασία σε διεθνές δίκαιο, διεθνείς οργανισμούς, σύνορα κ.λπ. Θέτοντας στόχο να γίνει μεγάλη δύναμη παγκοσμίως, προσπαθεί να αποκτήσει μεγάλους βαθμούς κυριαρχίας και χώρο για τις επιδιώξεις της. Αυτό δεν είναι εύκολο. Οφείλει να έχει μια δυναμική πολιτική, ικανή να υπερπηδά εμπόδια και τρικλοποδιές. Ο Ερντογάν πρόσφερε μια τέτοια δυναμική, και μ’ αυτήν δημιούργησε ένα μεγάλο κοινωνικό και εθνικό μπλοκ που υποστηρίζει την πολιτική του. Βέβαια δημιούργησε και έναν μηχανισμό και έκανε-κάνει πολλαπλές εκκαθαρίσεις. Είναι δυνατός ο τουρκικός επεκτατισμός, αλλά έχει πήλινα ποδάρια. Δεν είναι άτρωτος ή ανίκητος. Μια ήττα του σε ολόκληρη την περιοχή θα είναι μεγάλη ανάσα για τους λαούς και τις χώρες που απειλεί.
Είναι δυνατός ο τουρκικός επεκτατισμός, αλλά έχει πήλινα ποδάρια. Δεν είναι άτρωτος ή ανίκητος. Μια ήττα του σε ολόκληρη την περιοχή θα είναι μεγάλη ανάσα για τους λαούς και τις χώρες που απειλεί
Ο ενδοτισμός καθηλώνει
Η περσινή στάση στον Έβρο ή οι τωρινές δηλώσεις Δένδια στην Άγκυρα δεν αρκούν, όταν κατά τα άλλα κυριαρχεί μια πολιτική «σεβασμού» των νέων συσχετισμών και «διαλόγου» με την επεκτατική Τουρκία, όταν αναμένονται «βοήθειες» (που δεν θα ’ρθουν) από Γερμανία, Βρετανία, ΗΠΑ κ.λπ. και δημιουργείται η ψευδαίσθηση ότι οι συμμαχίες μας (ΝΑΤΟ-Ε.Ε.) θα μας προστατεύσουν επαρκώς φτάνει να λέμε σε όλα «ναι», όταν κυριαρχεί ο ενδοτισμός στο κάθε Μαξίμου. Έτσι δεν μπαίνουν καν οι βάσεις μιας πολιτικής ανάσχεσης, αποτροπής, ούτε –πολύ περισσότερο– μιας πολιτικής εθνικής κυριαρχίας. Εδώ όμως συμβαίνει κάτι ακόμη χειρότερο: πριν ολοκληρωθούν καλά-καλά οι δηλώσεις των ΥΠΕΞ, ο Παπαχελάς θεώρησε αρνητική τη στάση Δένδια, ενώ την επόμενη μέρα η αντιπολιτευτική-φιλοσυριζική ΕφΣυν βγήκε με τίτλο «Και τώρα τι;». Δηλαδή, τι κάνουμε αφού χαλάσαμε το καλό κλίμα…
Επίσης υπάρχει ένα κενό: Τι είπε ο Ερντογάν στον Δένδια; Του ανήγγειλε κάτι, μια πρωτοβουλία, κάποιες κινήσεις εντός σύντομου διαστήματος; Θυμόμαστε πως πριν από λίγα χρόνια ο Τσίπρας είχε συνομιλήσει 2,5 ώρες με Ερντογάν χωρίς να μάθουμε ποτέ τι ειπώθηκε. Πόσο είναι εμπόδιο η Ελλάδα στην πολιτική του Ερντογάν; Ο τελευταίος σαφώς έχει μια πιο πολυεπίπεδη οπτική: η Ελλάδα είναι ένα τετράγωνο στην σκακιέρα του. Για εμάς είναι λίγο διαφορετικά τα πράγματα, ιδιαίτερα σε Κύπρο, Θράκη, Αιγαίο, προσφυγικό, τελωνειακή ένωση Ε.Ε.-Τουρκίας κ.λπ. Μπορούμε όμως να κάνουμε πολλά, σε όλα τα επίπεδα και τις σχέσεις που έχουμε, αν θέλουμε να αντισταθούμε. Αυτό το «αν θέλουμε να αντισταθούμε» έχει κεφαλαιώδη σημασία. Διαφορετικά η δορυφοροποίηση θα κερδίζει έδαφος…
Προοπτική επιβίωσης και ακεραιότητας της Ελλάδας
Επομένως, πρώτα βήματα μιας αντιστροφής της κατάστασης και μιας προοπτικής επιβίωσης και ακεραιότητας της Ελλάδας, πρέπει να γίνουν στην κατεύθυνση της πολιτικής. Όχι μόνο της πολιτικής του «αυτονόητου» αλλά και των προϋποθέσεων που αυτό απαιτεί. Ποια πολιτική δημιουργεί μεγαλύτερο βαθμό κυριαρχίας της χώρας σε όλα τα πεδία; Αν δύο μόνο γεγονότα, αυτά που περιγράψαμε, δημιούργησαν ένα άλλο κλίμα, μια πολιτική εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας ολοκληρωμένη, εξηγημένη και ζυγισμένη θα είχε πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα σε πολλούς τομείς.
Η μετατροπή των ελληνοτουρκικών προβλημάτων σε ευρωτουρκικά δεν μας διασφαλίζει. Παραδείγματα: ήρθαν και είδαν τι γίνεται στον Έβρο, και τώρα ανοίγουν κέντρα υποδοχής προσφύγων στην περιοχή. Δεν άλλαξε η θέση τους. Το 2016 έκαναν τη συμφωνία Ε.Ε.-Τουρκίας, που σήμαινε ότι η Ελλάδα θα γινόταν «φράχτης» της Ευρώπης και θα γέμιζε hotspot, όπως κι ότι τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου θα γκριζάριζαν. Τα προσυπογράψαμε όλα με τα δύο χέρια. Σε όλες τις παραβιάσεις της Τουρκίας οι Ευρωπαίοι «εταίροι» μάχονται ενεργά να μην υπάρξουν κυρώσεις. Κι εμείς ψηφίζουμε τα πάντα σε Ε.Ε. και ΝΑΤΟ, χωρίς καν να μας περνά από το μυαλό ένα βέτο. Συρόμαστε στον διάλογο «χωρίς προϋποθέσεις». Ο ενδοτισμός εμποτίζει σχεδόν το σύνολο του πολιτικού σκηνικού. Δεν χρειάζεται μεγάλη οξυδέρκεια ώστε να συναχθεί το συμπέρασμα πως γύρω από τα εθνικά ζητήματα θα καθοριστούν σε μεγάλο βαθμό οι πολιτικές εξελίξεις. Γι’ αυτό και αφελείς προτάσεις όπως αυτή του Βαρουφάκη, να μην υπάρχει στρατός, δεν μπορούν να περνούν απαρατήρητες…
Δεν υπάρχει εθνική πολιτική με αντιλαϊκό πρόσημο
Οι φορείς μιας εναντίωσης προς τις τουρκικές επιβουλές (Καραμανλής, Βαληνάκης κ.λπ.) δεν προβάλλουν κάποια πρόταση που να συνδέει –έστω ακροθιγώς– τα εθνικά με τα κοινωνικά ζητήματα του τόπου. Το ελληνικό πολιτικό σύστημα πάσχει οργανικά γιατί, αν και δεν αποκλείεται κάποιος εκπρόσωπός του να πει ένα όχι, αυτό δεν έχει συνέχεια. Μεγάλη η διαφορά με την ανάγκη που έσπρωξε την κυπριακή ιθύνουσα τάξη να είναι πιο ενεργητική (Μακάριος, Τάσσος Παπαδόπουλος). Εδώ, τέτοια παραδείγματα δεν είχαμε…
Αν είναι αναγκαία μια εθνική ενότητα, αν είναι αναγκαία μια ενεργητική άμυνα και δύναμη αποτροπής, αυτά δεν μπορούν ταυτόχρονα να είναι αντιλαϊκά προσανατολισμένα, να στρέφονται ενάντια στο λαό και δικαιώματά του, και να μην προστατεύονται στοιχειωδώς η ζωή, η υγεία και προκοπή των εργαζόμενων. Εθνική πολιτική χωρίς αναγκαίο κοινωνικό πρόσημο δεν μπορεί να υπάρξει. Θα είναι περισσότερο προσχηματική, εντελώς αστική, χωρίς προοπτική. Μόνο μια μεγάλη πολιτική αλλαγή που θα εμπεριέχει και στοιχεία κοινωνικού συμβολαίου μπορεί να θεωρηθεί ταυτόχρονα εγγύηση αποτροπής του τουρκικού επεκτατισμού και διεξόδου της χώρας, μετά από μια περίπου 15ετία συρρίκνωσης.
Σε αυτή τη βάση ορίζεται το έδαφος μιας πραγματικής Πολιτικής, που σήμερα λείπει.