Στόχος να μην αποτελεί αγκάθι στις νέες συμμαχίες για αξιοποίηση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου
Μετά και από την ολοκλήρωση ενός ακόμη γύρου συνομιλιών μεταξύ του προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Ν. Αναστασιάδη και του εκπροσώπου της τ/κ πλευράς Μ. Ακιντζί, το ενδιαφέρον μεταφέρθηκε στη Ν. Υόρκη, στη Γ.Σ. του ΟΗΕ και την τριμερή συνάντηση που προβλέπεται να γίνει στα πλαίσια της, υπό την αιγίδα του γ.γ. του Οργανισμού Μπαν Κιν Μουν στις 25 του Σεπτέμβρη. Παρ’ όλο που και σε αυτό τον γύρο των διαπραγματεύσεων δεν σημειώθηκε κάποια ιδιαίτερη πρόοδος –η οποία να είναι ανακοινώσιμη τουλάχιστον– όλες οι πλευρές σπεύδουν να διατηρούν ένα κλίμα αισιοδοξίας, διαφορετικού βαθμού βέβαια η κάθε μία, για σύντομη επίλυση του Κυπριακού, προσδιορίζοντάς την μάλιστα τα τέλη του έτους, αρχές του επόμενου.
Πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτή τη φάση, με φανερές τις προσπάθειες εντατικοποίησης των διαπραγματεύσεων, παίζουν η κυβέρνηση Ομπάμα διά μέσου του αντιπροέδρου Τζο Μπάιντεν και ο γ.γ. του ΟΗΕ Μπαν Κιν Μουν διά μέσου του ειδικού απεσταλμένου του Οργανισμού Ε. Άιντα. Κοινό χαρακτηριστικό και των δύο πλευρών είναι η λήξη της θητείας τους, αφού τον Οκτώβριο θα εκλεγεί νέος γ.γ. του ΟΗΕ και τον Νοέμβριο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ.
Αρκεί άραγε αυτός ο λόγος, δηλαδή η πίστωση μιας επιτυχίας όπως η επίλυση ενός χρόνιου προβλήματος της διεθνούς κοινότητας στους δύο απερχόμενους, ώστε να εξηγηθεί αυτή η εντατικοποίηση; Μάλλον όχι. Η πρόσφατη δήλωση του ειδικού απεσταλμένου του Στέιτ Ντιπάρτμπεντ για θέματα ασφάλειας και ενέργειας Ε. Χοκστάιν, που συνδέει άμεσα την ανάγκη γρήγορης επίλυσης του Κυπριακού, ώστε να μην αποτελεί αγκάθι στις νέες ενεργειακές συμμαχίες που φτιάχνονται στην ευρύτερη περιοχή για την αξιοποίηση –προς όφελος των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων πάντα– των κοιτασμάτων φυσικού αερίου που έχουν βρεθεί γύρω από την Κύπρο, το Ισραήλ και την Αίγυπτο, αλλά και η σχέση τους με τη μεταπολεμική περίοδο στη Συρία, είναι σίγουρα πιο πειστικοί λόγοι.
Άλλωστε και η δήλωση της εκπροσώπου Τύπου του ΥΠΕΞ της Ρωσίας Μ. Ζαχάροβα, με την οποία αντέδρασε η ρωσική πλευρά στην εντατικοποίηση των διαπραγματεύσεων που στερούνται σταθερών βάσεων και στις βεβιασμένες κινήσεις, μάλλον ενισχύει τον παραπάνω συλλογισμό.
Η ελληνική κυβέρνηση συμπεριφερόμενη σαν εκπρόσωπος αποικίας, ψελλίζει κάποιες σκόρπιες κουβέντες περί Διεθνούς Δικαίου, χωρίς να έχει μια αποφασιστική στάση που να δείχνει ότι ένα δεύτερο σχέδιο Ανάν δεν μπορεί να επιστρέψει από την πίσω πόρτα, και συνεχίζει τη φιλο-Ερντογανική πολιτική της, όταν ο Ερντογάν αμφισβητεί τα πάντα στην περιοχή και κινείται ως μια περιφερειακή δύναμη που μπορεί να διεκδικήσει ό,τι θέλει.
Η δε Κυπριακή ηγεσία μιλάει για συγκρατημένη αισιοδοξία, που όμως πρέπει να αποφύγει βεβιασμένες κινήσεις που θα ξυπνήσουν μνήμες σχεδίου Ανάν στο λαό της και δεν θα επιτρέψουν να περάσει μια λύση σαν αυτή που ετοιμάζεται λόγω λανθασμένων χειρισμών.
Την ίδια στιγμή, λίγες μόνο μέρες πριν από την πολυδιαφημιζόμενη τριμερή συνάντηση της Ν. Υόρκης –που σαν κίνηση αλλά και σαν ατζέντα επιβάλλουν οι ΗΠΑ–, ο εκπρόσωπος των τ/κ Μ. Ακιντζί μιλάει ανοιχτά για κράτος με δύο συνιστώσες, παραμονή μέρους του τουρκικού στρατού, εκ περιτροπής προεδρία, παραμονή της Τουρκίας ως εγγυήτριας δύναμης της όποιας λύσης κ.λπ.
Τα βγάζει άραγε από το μυαλό του; Αποτελούν τακτική της επιθετικής διπλωματίας; Είναι μέρος των ήδη συμφωνηθέντων; Γιατί δεν αντιδρά η Κυπριακή ηγεσία και η ελληνική κυβέρνηση εκεί, μέσα στη συνέλευση του ΟΗΕ; Γιατί δεν θέτει το ζήτημα μπροστά σε όλη την διεθνή κοινότητα και ακολουθεί τη διπλωματία του πρωτοκόλλου; Προφανώς, είτε με μνημόνια, είτε χωρίς μνημόνια, έχουν αποδεχτεί τον ρόλο τους στην ευρύτερη περιοχή της ΝΑ Μεσογείου και αυτός μόνο για τους λαούς τους δεν είναι ελπιδοφόρος. Αντίθετα, προϊδεάζει για αρνητικές συνέπειες και τετελεσμένα που θα επιχειρηθεί να επιβληθούν.
Γιώργος Τζαφέρης