Θητεία τυμβωρύχου εκτελεί ο Ιοβόλος
Χωρίς αφορμή αλλά με αιτία, σχόλιο μέσα από τα γραφτά του Νικηφόρου Βρεττάκου (1 Ιανουαρίου 1912-4 Αυγούστου 1991).
«Απαντώ στη σιωπή σου μ’ ένα φως ήρεμο· όσο και να ‘ναι/ σαν τον Ατλαντικό οι στιγμές μου ταραγμένες/ όσο κι αν η καρδιά στα βάθη μου χορεύει όπως μια φλόγα/ φωτιάς, το αίμα μου καίγεται σαν ένα μακρύ δάσος/ σε μιαν απέραντη πλαγιά – όσο κι αν ένας όμορφος/ ήλιος βασίλεψε, σου γράφω. Αν όχι τίποτε άλλο,/ σ’ ένα μικρό φύλλο χαρτιού σού γράφω και σου στέλνω/ το παιδικό μου αλάβωτο χαμόγελο σαν ένα/ φεγγάρι μέσα σε μια στέρνα.
Έχεις το έλεος. Πάνω σου το βλέμμα του Θεού./ Έχεις την εύνοια των πρωινών του. Μη με μαρτυρήσεις!/ Και προπαντός να μην του ειπείς πως μ’ εγκατέλειψεν η ελπίδα./ Καθώς κοιτάς τον Ταΰγετο σημείωσε τα φαράγγια/ που πέρασα, και τις κορφές που πάτησα, και τα άστρα/ που είδα. Πες τους από μένα, πες τους απ’ τα δάκρυά μου/ ότι επιμένω ακόμα πως ο κόσμος/ είναι όμορφος!
Κι αν σκίστηκε/ το χώμα μου στα δύο, κι αν χάσκει η ύπαρξή μου/ σαν ένας τοίχος ανοιγμένος κάτω απ’ την κοιλιά/ μιας φορτωμένης καταιγίδας,/ πες τους πως σου στέλνω/ το παιδικό μου αλάβωτο χαμόγελο σαν ένα/ φεγγάρι μέσα σε μια στέρνα.
Κατά μήκος του ποταμιού/ που κατεβαίνει στην κοιλάδα,/ δίπλα στις λεύκες που σου νανουρίζουν/ τη λύπη, γράψε στο νερό/ τ’ όνομά μου: Ελπίδα./ τ’ όνομά μου: Αγάπη./ τ’ όνομά μου: Σιωπή./ Τάραξε πάλι το νερό./ Σβήσε τα ίχνη μου πάλι./ Πες τους πως είμαι ένας ελεύθερος άνεμος που γυρνά/ μέσα στο μέλλον. Πως σε κάθε δέντρο έχω δεμένο/ κι από ένα χρυσοσέλωτο άλογο. Πες τους πως/ εγώ κι ο ήλιος είμαστε πάντοτε σε πορεία./ Πως όταν κάθε Κυριακή ντύνομαι τις ελπίδες μου/ γιομίζει καθώς περπατώ ο κόσμος./ Εσύ, έτσι πες τους./ Πως δε σου ‘γραψα τίποτα. Πως σου ‘στειλα μονάχα/ το παιδικό μου αλάβωτο χαμόγελο σαν ένα/ φεγγάρι μέσα σε μια στέρνα.»
Γράμμα στον άνθρωπο της πατρίδας μου, από τη συλλογή Τα θολά ποτάμια, 1950
Αντιγραφή από: thepoetsiloved.blogspot.gr