Ζωντανός οργανισμός η γλώσσα. Φυτό αναρριχώμενο, διακλαδίζεται προς πάσα κατεύθυνση, με τη ρίζα του βαθιά στο συλλογικό ασυνείδητο. Με αυξητική ταχύτητα νεογνού εξελίσσεται ερήμην μας, μας αιφνιδιάζει με τους νέους του καρπούς. Αποφεύγουμε να τους γευτούμε, τους σαρκάζουμε, απλώς για να κρύψουμε ότι γερνάμε.

Εδώ και μερικά χρόνια προσπαθώ να υποθέσω πώς προέκυψε αυτό το μικρό υπαρξιστικό μανιφέστο της φράσης «δεν υπάρχει». Σαν σχήμα λόγου, τι είναι; Έμφαση, υπερβολή, οξύμωρο, αντίθεση, μεταφορά; Εις μάτην. Υποτάχθηκα, υιοθέτησα, να ’μαι κι εγώ μεσήλιξ, μιμούμενος την κόρη μου, να πετάω αραιά και πού ένα «δεν υπάρχει», χωρίς να ’μαι βέβαιος αν έχει κανένα νόημα. Οι εφευρέτες της φράσης δεν άφησαν την παραμικρή υποψία κανόνων. Ίσως είναι καλύτερα ν’ αποφύγω τα σχήματα λόγου και να ασχοληθώ με την κυριολεξία. Τι δεν υπάρχει, τελικά. Κι είναι πολλά. Ιδού μικρό δείγμα:
Δεν υπάρχει έλεος, δεν υπάρχει χρόνος (ή είναι λίγος), δεν υπάρχει χρήμα (ή υπάρχει σε λάθος χέρια), δεν υπάρχει σάλιο (έτσι έλεγε ο Λοβέρδος, τουλάχιστον), δεν υπάρχει φιλότιμο, δεν υπάρχει τσίπα, δεν υπάρχει Θεός (κι αν υπάρχει είναι κακούργος, έλεγε άσμα του Μεσοπολέμου). Δεν υπάρχει κατώτατος μισθός, δεν υπάρχει σύμβαση, δεν υπάρχει όριο ηλικίας, δεν υπάρχει σύνταξη, δεν υπάρχει κοινωνική προστασία, δεν υπάρχει όριο απολύσεων. Δεν υπάρχει δικαιοσύνη, δεν υπάρχει κράτος (ή υπάρχει αλά καρτ), δεν υπάρχει χρέος (θα το ’θελες…). Δεν υπάρχει η πάλη των τάξεων (θα το ’θελαν), δεν υπάρχει τροφή (για κάποιους πράγματι δεν υπάρχει), δεν υπάρχει νερό (το μέλλον έχει πολύ ξηρασία, θα ’γραφε ο Κατσαρός), αλλά δεν υπάρχει και μέλλον (αν δεν γίνει κάτι στο παρόν). Δεν υπάρχει μνήμη (ή είναι πολύ ασθενής), δεν υπάρχει φαντασία, δεν υπάρχει τσαγανό, δεν υπάρχει σχέδιο, δεν υπάρχει τόλμη, δεν υπάρχει αντοχή. Δεν υπάρχει οίκτος, δεν υπάρχει ανθρωπιά, δεν υπάρχει αλληλεγγύη, δεν υπάρχει συλλογικότητα, δεν υπάρχει αξιοπρέπεια. Δεν υπάρχει σκέψη, δεν υπάρχει κουλτούρα, δεν υπάρχουν νέες ιδέες, δεν υπάρχει ελευθερία, δεν υπάρχει δημοκρατία, δεν υπάρχει χώρος στην παραλία (τον έφαγαν οι ξαπλώστρες), δεν υπάρχει χώρος και στην πλατεία (τον πιάνουν οι μπάτσοι), δεν υπάρχει καθαρός αέρας, δεν υπάρχει οξυγόνο. Δεν υπάρχει πράσινο, αλλά δεν υπάρχει και κόκκινο, δεν υπάρχουν χρώματα γενικώς (μόνο αποχρώσεις του γκρι), δεν υπάρχει φως, δεν υπάρχει ορίζοντας. Ή απλώς εγώ δεν τον βλέπω, γιατί υπάρχει πολλή σύγχυση, πολλή φλυαρία, πολλή τρομοκρατία, πολύς φόβος, πολλή ενοχή, πολλή ανοησία. Πολύς αυτισμός στην ηγεσία και πολλή οχλαγωγία στη γαλαρία.
Διαφωνείς; Απόδειξέ μου ότι, τουλάχιστον τα μισά απ’ αυτά υπάρχουν. Εσύ υπάρχεις; Εγώ υπάρχω; Υπάρχω, κι όσο υπάρχεις θα υπάρχω, που θα ’λεγε κι ο Καζαντζίδης. Κι αν δεν υπάρξει κάτι στο άμεσο μέλλον, σε λίγο θα μας βυθίσουν στην ανυπαρξία οι ανύπαρκτοι. Κάτι να υπάρξει… Να σκάσει ένα μεγάλο «μπαμ», να γίνουν όλα Γης Μαδιάμ, να το δει ο κόσμος όλος και να φωνάξει: «Για δες θάμα κι αντίθαμα. Δεν υπάρχει… Δεν υπάρχει!»

ΚΙΜΠΙ   [email protected]

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!