Πράσινη Πλατεία της Τρίπολης, 5.00 η ώρα τα ξημερώματα, Σάββατο 8/1/2011. Από τη γιγαντοαφίσα του κτιρίου ο Μουαμάρ σε χαιρετάει στρατιωτικά ατενίζοντας προς την πλατεία που είναι αφιερωμένη στην ανεξαρτησία που επιτεύχθηκε πριν 42 χρόνια.
Μόλις επέστρεψες στην πρωτεύουσα μετά από μια εκδρομή στην όαση, στην πόλη Γκαντάμες. Όλη τη νύχτα σε πλημμύρισε η διάθεση στοχασμού και αναζήτησης του Μικρού Πρίγκιπα του παραμυθιού ο οποίος βρέθηκε μόνος στην έρημο, τώρα σε γαληνεύει το όμορφο ξημέρωμα. Αλλά έχεις κέφια και για έναν ακόμα λόγο: γιατί δεν έπιασαν οι πιέσεις και οι απειλές του οδηγού του ιδιωτικού βαν ότι θα σε παρατήσει στην παγωμένη έρημο, αν δεν του δώσεις διπλό εισιτήριο επειδή ξάπλωσες και κατέλαβες τρεις θέσεις. Η μέρα, λοιπόν, ξεκίνησε και με σασπένς… Ένας αστυνομικός από τη φρουρά της πλατείας σου σφυρίζει από μακριά και αμέσως σου γυρνάει την πλάτη – σίγουρος ότι θα υπακούσεις και θα πλησιάσεις. Πλησιάζεις την αστυνομική ομάδα η οποία βρισκόταν δίπλα από το μουσείο της επανάστασης. Δύσκολη η συνεννόηση μαζί τους, αλλά έχει πλάκα. Άλλωστε και συ, όπως και αυτοί, θέλεις να «σπρώξεις την ώρα»…
Σε ρωτάει κάτι στα αραβικά και απαντάς «τουρίστ, Γιουνάν», σε ξαναρωτάει κάτι και λες «Γκαντάμες-Τρίπολη, νάου» εξηγώντας ότι πριν από λίγο έφτασες από την όαση. Ζητούν να δουν τις φωτογραφίες από την ψηφιακή σου. Πραγματικά, εξωτική η ομορφιά του στολιδιού της ερήμου. «Γκαντάμες γκουντ»
«Πού τον ξέρεις αυτόν;», σε ρωτάει πάλι στα αραβικά δείχνοντας μια φωτογραφία σου με έναν Λίβυο μαύρης φυλής και έναν Ιρακινό. «Χιζ νέιμ ιζ Φώτης, χι γουόζ στιούντεντ ιν Γκρις, χι σπικ γκρικ» λες, δείχνοντας τον έναν, «χι ις φρομ Ιράκ» λες, δείχνοντας τον άλλο. Είχε μάθει ο «Φώτης» ότι κάποιος Έλληνας τριγυρνά στην παλιά πόλη και ήρθε και σε βρήκε. Ευγενέστατος, γλυκύτατος. «Λίμπιανς – Γιουνάν φρεντς».
«Πού είναι αυτό το ηλιοβασίλεμα;» σε ρωτάνε δείχνοντας τη φωτογραφία «Ντέζερτ, Γκαντάμες» απαντάς με χαμόγελο ανίδεου τουρίστα. Σε αυτό τον τόπο, στη θρυλική Μπαρμπαριά, ζούσαν ανέκαθεν νομαδικές φυλές, από δω περνούσαν στο παρελθόν τα καραβάνια που ένωναν εμπορικά τη νότια Σαχάρα με τις παραλιακές πόλεις. Τώρα οι δρόμοι των καραβανιών έχουν κλείσει. Στην έρημο είναι στημένα δεκάδες τσεκ πόιντς από την αστυνομία του καθεστώτος. Ένα νοητό, πλην όμως αδιαπέραστο τείχος χωρίζει τους κολασμένους της υποσαχάριας Αφρικής από το όνειρο της μετανάστευσης στην Ευρώπη. «Ντέζερτ μπιούτιφουλ».
Δειλές κουβέντες…
«Εδώ που είναι;». «Χοτέλ, γουίθ Λίμπιαν φρεντς», απαντάς. «Χοτέλ εξπένσιβ, ματς μάνι» συνεχίζεις τρίβοντας τον αντίχειρα πάνω στο δείκτη για καλύτερη κατανόηση της λέξης μάνι. Ακριβό το ξενοδοχείο και ο Αιγύπτιος φίλος που δούλευε εκεί προθυμοποιήθηκε ακόμα και να σε φιλοξενήσει στο σπίτι του για να σε απαλλάξει από τα έξοδα. Αρνήθηκες διακριτικά, αλλά εκτίμησες πολύ την προθυμία του. Από αυτόν είχες πληροφορηθεί για την εξέγερση στην Τυνησία και Αλγερία. «No money, no job, no future for the youth, two youth killed by the police, the government…». Την επόμενη μέρα οι νεκροί είχαν γίνει τέσσερις, τις άλλες μέρες δεκάδες… Καθηλωμένος στο Al Jazeera παρακολουθούσες με τα παιδιά του ξενοδοχείου τις εξελίξεις. Ήθελες να τους «ανοίξεις», να μιλήσουν και για το καθεστώς της Λιβύης. «Και δω τα ίδια δεν γίνονται; Φτώχεια για το λαό, πλούτος για τον Καντάφι και την οικογένειά του; Και δω δεν χρειάζεται να γίνει κάτι; Να αλλάξει η κατάσταση;». «Ναι, πρέπει να αλλάξει η κατάσταση», συμφωνούσαν χωρίς να ανοίγονται και πολύ. Ένα αστείο προς τον υπερβολικά περίεργο και επίμονο επισκέπτη τελείωσε μια συζήτησή μας: «Καντάφι γουιλ κιλ γιου». Πραγματικά «εξπένσιβ του λιβ ιν Λίμπια…».
«Εδώ πού είναι;» σε ρωτάνε οι αστυνομικοί. «Λέπτις Μάγκνα» τους απαντάς αλλά δε δείχνουν να καταλαβαίνουν το ρωμαϊκό όνομα. «Γουίθ ε τάξι ντράιβερ». Σε μια από τις τρεις πόλεις της αρχαίας Τρίπολης, λοιπόν, την κατάφωτη Leptis Magna, με ένα «πειρατικό» ταξί. Ο νεαρός οδηγός, απόφοιτος πανεπιστημίου, επαρχιώτης – από μια πόλη της ερήμου, με κάποια οικονομική άνεση λόγω λαθρεμπορίου πετρελαίου που, όπως σου εξομολογήθηκε, έκανε προς την Τυνησία, σου εξηγούσε, μάλλον, υπερασπιζόμενος το καθεστώς: «Δεν έχουμε έναν πρόεδρο πρόεδροι είμαστε όλοι μας, έχουμε βάσει συντάγματος εξασφαλισμένη πρόσβαση σε δημόσια υγεία, παιδεία, διατροφή». «Εδώ η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική, ο Καντάφι είναι δυνατός», τόνισε και η κουβέντα για πιθανή εξάπλωση της εξέγερσης έχασε κάθε αντικείμενο. «Έλα, αν θες να σε φιλοξενήσω», σου πρότεινε επιβεβαιώνοντας ότι υπάρχουν ακόμα πολλοί άνθρωποι που δεν έχουν διαβρωθεί από το πνεύμα τουριστικής εκμετάλλευσης, η οποία ξεκίνησε δειλά με το άνοιγμα των συνόρων πριν από λίγα χρόνια. Η συζήτηση με το νεαρό πήγε και σε πιο προσωπικά θέματα, για τα σχέδια του να μεταναστεύσει για σπουδές στην Αγγλία και να παραμείνει εκεί, για τη μέλλουσα σύζυγό του, η οποία μετά το γάμο θα πρέπει να κυκλοφορεί περιορισμένα, καλυμμένη ολόκληρη στα μαύρα, έτσι ώστε να φαίνονται μόνο τα μάτια. Η εμπειρία της επίσκεψης στη Leptis Magna, μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, σου έφερε στο μυαλό τις διαδρομές της ιστορίας: Καρχηδόνιοι, Έλληνες, Ρωμαίοι, ισλαμικός μεσαίωνας, αποικιοκρατία, ανεξαρτησία, και το σήμερα το οποίο φαντάζει ακίνητο και ανίκητο. «Λίμπια, μπιγκ χίστορι».
Υποψιασμένη νεολαία
Βλέποντας μια φωτογραφία, οι αστυνομικοί αναγνωρίζουν τα σουκ και την κοντινή υπαίθρια αγορά της Τρίπολης και το δείχνουν με μια περιστροφή του δείκτη που σημαίνει «εδώ γύρω είναι». Νεολαία να εμπορεύεται τα πιο ευτελή πράγματα –συνήθως κινέζικης προέλευσης, γυναίκες με μαντίλες να τριγυρνούν για τα ψώνια. Στις συναναστροφές συνάντησες αρκετούς νεολαίους που είναι μορφωμένοι και φαίνονται υποψιασμένοι και όχι ικανοποιημένοι με την κατάσταση. Αλλά δεν ανοίγονται τόσο όσο όταν μιλούν για την εξέγερση στις γειτονικές χώρες την οποία φαίνεται να τη θεωρούν σαν κάτι απολύτως δικαιολογημένο και λογικό, σχεδόν φυσιολογικό. Μεγάλη η ανεργία αλλά φαινόμενα ακραίας φτώχειας και εγκληματικότητας δεν συνάντησες. Άλλωστε, είσαι στη δεύτερη πιο πλούσια χώρα της ηπείρου μετά τη Νότια Αφρική… Αλλά ένα βραδάκι, ξαφνικά, βρέθηκες σε έναν βίαιο καβγά μεταξύ νεαρών και μια μεγάλη πέτρα πέρασε κοντά σου και χτύπησε τα στόρια ενός κλειστού καταστήματος. Τρομαχτικός θόρυβος, έφυγες τρέχοντας και σκυφτός. Αργότερα έμαθες ότι ο καβγάς έγινε μάλλον για το πόστο στην αγορά. «Τρίπολη, νο πρόμπλεμ».
Η… επανάσταση
«Εδώ;» σε ρωτάνε οι αστυνομικοί που έχουν κάνει πηγαδάκι γύρω από τη φωτογραφική μηχανή. «Μουζίουμ, τζαμαχιρίγια» απαντάς, θέλοντας να δείξεις ότι γνωρίζεις κάποια πράγματα για την τζαμαχιρίγια, την επανάσταση της ανεξαρτησίας. Σε φωτογραφία τραβηγμένη από πόστερ – έκθεμα του μουσείου, ο Καντάφι με τον Μπερλουσκόνι. Μας βοηθάει λένε με χρησιμοθηρική αφέλεια. «Χίαρ ιζ Λίμπια, Μπερλουσκόνι ιζ Ιτάλιαν», ψελλίζεις. Τι δουλειά έχει ένας ξένος -και πολύ περισσότερο ο συγκεκριμένος- ηγέτης σε ένα μουσείο και, μάλιστα, στο μουσείο της επανάστασης. Σε επόμενη φωτογραφία σχολιάζεις: «Καντάφι τζιπ» και δείχνεις το όχημα του ηγέτη με το οποίο πορεύτηκε στη Βεγγάζη κατά την κατάληψη της εξουσίας το 1969 (φωτό 7). Χαμογέλα υπερηφάνειας από το αστυνομικό σώμα… Εσύ δεν αντιδράς. «Είναι τόσο ισχυρός;», αναρωτιέσαι.
«Γκουντ φωτος». «Θένκιου» απαντάς και παίρνεις ξανά στα χέρια σου τη φωτογραφική μηχανή. Σε λίγες μέρες θα αποδεικνύονταν ότι οι εικόνες ενός ακίνητου παρόντος ήταν μόνο αποτυπώσεις της στιγμής. Ο λαός, η αντιπολίτευση, το καθεστώς θα έβγαιναν στο προσκήνιο δυναμικά και με νέους ρόλους. Οι πάλαι ποτέ εκδιωγμένοι και νυν σύμμαχοι θα μετατρέπονταν σε επιτιθέμενους «σωτήρες» για να ελέγξουν τις εξελίξεις. Δεν το συνειδητοποιούσαμε αλλά κείνο το χάραμα,σε κείνη την πλατεία, η Ιστορία κρυφογελώντας μας έβγαζε τη γλώσσα, η πονηρή…