του Χριστόδουλου Δολαψάκη
Το άνευ όρων άνοιγμα εστίασης και τουρισμού την ίδια στιγμή που η επιδημιολογική κατάσταση είναι χείριστη συνοδεύεται από κυβερνητικούς διθυράμβους για την πορεία των εμβολιασμών. «Τα εμβόλια είναι αποτελεσματικά και το τείχος ανοσίας χτίζεται με γρήγορους ρυθμούς» δήλωσε ο πρωθυπουργός, ενώ άρθρο της Καθημερινής υπερθεματίζει αναφέροντας πως «η ηλικιακή ομάδα 30-39 χτίζει ανοσία». Ο εμβολιασμός χρησιμοποιείται επικοινωνιακά προκειμένου να δικαιολογηθεί η αναντιστοιχία μεταξύ επιδημιολογικής κατάστασης και κυβερνητικών πολιτικών (ας θυμηθούμε ότι στις 9 Μαρτίου όταν η αστυνομία επιτέθηκε στους κατοίκους της Ν. Σμύρνης επειδή «συνωστίζονταν» ο ΕΟΔΥ ανακοίνωσε 46 θανάτους, ενώ στις 4 Μαΐου 81). Τα δεδομένα που δημοσιεύονται σχετικά με την αποτελεσματικότητα των εμβολίων στις χώρες ή/και στους χώρους εκείνους όπου έχει επιτευχθεί επαρκής εμβολιαστική κάλυψη επιβεβαιώνουν φαινομενικά την κυβερνητική αισιοδοξία. Πράγματι από ιατρικής σκοπιάς το εμβόλιο αποδεικνύεται καθημερινά ο αποτελεσματικότερος τρόπος μείωσης κρουσμάτων, νοσηλειών και θανάτων. Μόνο που η κατάσταση της εμβολιαστικής κάλυψης στην Ελλάδα δε δικαιολογούν τους κυβερνητικούς πανηγυρισμούς.
ΚΑΤΑΡΧΑΣ η κυβέρνηση είναι υπόλογη για την απουσία αυτόνομης πολιτικής γύρω από το εμβόλιο η οποία κόστισε και συνεχίζει να κοστίζει νοσηρότητα και θανάτους, καθώς προκειμένου να παραμείνει «υπάκουη» εξαρτάται από την πλήρως αποτυχημένη πολιτική των Βρυξελλών ως προς την προμήθεια εμβολίων. Οι χώρες οι οποίες για διάφορους λόγους επέλεξαν να μην ακολουθήσουν τις ευρωπαϊκές ντιρεκτίβες έχουν αυτή τη στιγμή πολύ σημαντικότερη εμβολιαστική κάλυψη και εξαιρετικά μειωμένο αριθμό νοσηλειών και θανάτων. Ο πρωθυπουργός φρόντισε να ξεκαθαρίσει ξεδιάντροπα το κριτήριο άσκησης πολιτικής υγείας στη Βουλή τον Απρίλιο λέγοντας πως δε θα ακολουθήσει το παράδειγμα της Σλοβακίας «όπου ο τέως συνάδελφός μου πρωθυπουργός επιχείρησε να αγοράσει το εμβόλιο Sputnik, έγινε φοβερή κυβερνητική κρίση και αναγκάστηκε να παραιτηθεί από τη θέση του». Άρα χάθηκε και χάνεται πολύτιμος χρόνος και ανθρώπινες ζωές (και εδώ τα επιχειρήματα τύπου «το ίδιο συμβαίνει και με άλλες χώρες» φανερώνουν στην καλύτερη ανικανότητα σκέψης πέρα από τα δεσμά του ραγιαδισμού).
ΔΕΥΤΕΡΟΝ το ίδιο το εμβολιαστικό πρόγραμμα υπονομεύεται εκουσίως και εν τη γέννησή του διαρκώς από ειδήσεις και «ειδήσεις» περί ασφάλειας και ανεπιθύμητων ενεργειών, περί μεταλλάξεων (βρετανική το χειμώνα, ινδική το καλοκαίρι). Η ανεπάρκεια σε εμβόλια πάει χέρι-χέρι με τον υπερτονισμό μεγαλοποιημένων ή απλά ψευδών πληροφοριών για την ασφάλειά τους, ώστε οι δικαιολογημένες και αδικαιολόγητες ανησυχίες και φόβοι να κυριαρχούν, ο εμβολιασμός να γίνει «ατομική ευθύνη» του καθένα, η οποία ανάλογα με τις επικοινωνιακές ανάγκες θα χρησιμοποιείται για να κατηγορηθεί ή να αποθεωθεί η κοινωνία ή τμήμα της. Ο ρόλος των επιστημόνων εδώ είναι καίριος. Αδυνατώντας να αντιληφθούν τον κοινωνικό τους ρόλο (διότι αυτός δεν διδάσκεται και δεν απονέμεται μαζί με τους λοιπούς τίτλους) συμμετέχουν στη γενική σύγχυση έως παράνοια είτε μέσω της αμετροέπειας είτε μέσω της άγνοιάς τους.
Το διαδοχικό άνοιγμα της πλατφόρμας εμβολιασμού για όλους σχεδόν τους ενήλικες οφείλεται αφενός στα εμβόλια που επιτέλους εδέησε να μας στείλει η Ε.Ε. (με καθυστέρηση 6 μηνών σύμφωνα με τις εξαγγελίες της κυβέρνησης το 2020) και αφετέρου στο γεγονός ότι περίσσεψαν εμβόλια από τον πληθυσμό άνω των 65 ετών. Φαίνεται ότι ένα σημαντικό τμήμα αυτής της ηλικιακής ομάδας δεν εμβολιάστηκε εξαιτίας της σύγχυσης που προκλήθηκε για την ασφάλεια του εμβολίου της AstraZeneca. Μόνο που αυτό ακριβώς το τμήμα του πληθυσμού είναι το επίνοσο, αυτό που κινδυνεύει να νοσήσει σοβαρά, να νοσηλευθεί και να πεθάνει.
ΣΥΜΦΩΝΑ με το ευρωπαϊκό κέντρο πρόληψης και ελέγχου (ECDC) μέχρι τις 6 Μάιου έχει εμβολιαστεί πλήρως μόλις το 10% του ελληνικού πληθυσμού, ενώ περίπου το 24% έχει λάβει μία δόση. Μεγαλύτερη ενδιαφέρον όμως έχουν τα επιμέρους δεδομένα ανά ηλικία και ανά γεωγραφική εντόπιση όπως προκύπτουν από το ECDC και το embolio.gov. Ενώ το 52% του πληθυσμού άνω των 80 ετών έχει πλήρως εμβολιαστεί, το ποσοστό είναι 27% για τις ηλικίες 70-79 και μόλις 3.3% για τους 60-69 ετών. Άρα το επίνοσο τμήμα του πληθυσμού –καθώς η μέση ηλικία των νοσηλευομένων με COVID19 σύμφωνα με τον ΕΟΔΥ είναι τα 67 έτη– είναι ουσιαστικά ανεμβολίαστο μετά από έξι μήνες «επιχείρησης ελευθερίας». Τα δεδομένα ανά γεωγραφική περιφέρεια από το embolio.gov είναι περισσότερο αποκαλυπτικά. Στον κεντρικό τομέα Αθηνών (με πληθυσμό 1 εκατομμύριο και ουσιαστικά επίκεντρο της πανδημίας καθώς εκεί καταγράφεται ο υψηλότερος αριθμός κρουσμάτων καθημερινά) έχουν εμβολιαστεί πλήρως 133.059 άτομα (το 13%), ενώ το αντίστοιχο ποσοστό είναι 34% στη Μύκονο, 33% στην Πάρο, 30% στη Σύρο, 31% στην Κρήτη. Τα παραπάνω ποσοστά μπορεί να είναι ικανοποιητικά για τον καθημερινό, ειδικό επιστήμονα, θαμώνα των ΜΜΕ και διαπαιδαγωγημένο στην Εσπερία που ο στόχος των «Covid-free» νησιών είναι ο μόνος που τον συγκινεί. Πόσο ικανοποιητικά είναι όμως στην πραγματικότητα; Και η πραγματικότητα αφορά μία χώρα που «ανοίγει» άνευ όρων εν μέσω πανδημίας και θα υποδεχθεί τουρίστες με ανύπαρκτη επιδημιολογική επιτήρηση, την οποία αντικατέστησε η «φαεινή» για rapid tests σε όποιον «θέλει» (παγκόσμια πρωτοτυπία για την οποία η κυβέρνηση πανηγυρίζει) αντί να γίνονται στοχευμένα σε επαφές κρουσμάτων, εργασιακούς χώρους, δομές, περιοχές με μεγάλη επιβάρυνση. Μία χώρα που το 40% του πληθυσμού της είναι στο μητροπολιτικό χώρο της Αττικής, όπου τα νοσοκομεία κυριολεκτικά βουλιάζουν από νοσηλευόμενους. Μια χώρα που οι 7 από τις 10 περιφέρειές της βρίσκονται «στο κόκκινο» καταγράφοντας πάνω από 50 κρούσματα ανά 100.000 κατοίκους.
ΕΑΝ ΛΟΙΠΟΝ υπάρχει κάποιο «σχέδιο» αυτό συνοψίζεται στο «ο καθένας μόνος του, μέσα από καταιγίδα πληροφοριών, ειδήσεων και δηλώσεων, με ό,τι καταλαβαίνει». Δεν πρόκειται για τείχος ανοσίας, αλλά για ανοησίας.