Όσο-όσο στο σφυρί ο δημόσιος πλούτος της χώρας
Του Χρίστου Καραμάνου
Η πιο επαίσχυντη δήλωση που έκανε ο Γ. Παπανδρέου μετά την ανακοίνωση της προσφυγής στο ΔΝΤ στις 23 Απρίλη, μάλλον είναι αυτή που έκανε στις 21 Σεπτέμβρη μιλώντας σε επιχειρηματίες στη Νέα Υόρκη: «Θα αξιοποιήσουμε όλη τη δημόσια περιουσία της χώρας που είναι 270 δισ., όσο δηλαδή το δημόσιο χρέος».
Επειδή προφανώς όταν λέει «αξιοποιήσουμε» στην πραγματικότητα εννοεί «εκποιήσουμε», η δήλωση αυτή δίκαια μεθερμηνεύεται ότι «πωλείται η γη της Ελλάδας προκειμένου να ξεχρεώσουμε». Το χειρότερο είναι ότι δεν έμεινε στις δηλώσεις, αλλά προχώρησε και στα έργα. Επί τόπου υπέγραψε Μνημόνιο (όχι αυτή τη φορά με την τρόικα αλλά) με τον εμίρη του Κατ άρ, με το οποίο προωθείται η μετατροπή του Ελληνικού (πρώην αεροδρόμιο και παραλία) σε αραβικό Λας Βέγκας. Η Ελλάδα γίνεται μπανανία.
Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ αφού ξεμεθελίωσε δικαιώματα και κατακτήσεις ενός αιώνα, αφού έκανε το παν για να διασφαλίσει τα συμφέροντα των τραπεζών και του διεθνούς κεφαλαίου που θησαυρίζουν επί δεκαετίες από το δημόσιο χρέος, αφού περιέκοψε μισθούς και συντάξεις, αφού εκτόξευσε την ανεργία και διαμόρφωσε ένα δυναμικό εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων έτοιμο για στυγνή εκμετάλλευση, έρχεται τώρα με ένα πλέγμα ρυθμίσεων να φέρει την «ανάπτυξη». Δεν τους λείπει το θράσος: «ανάπτυξη» θα ονομάσουν το ξεπούλημα της γης στα μεγάλα ξένα funds και στους ντόπιους επιχειρηματικούς ομίλους. Και τι ανάπτυξη! Θα δείτε που θα έχουν το θράσος να την πλασάρουν και ως «πράσινη ανάπτυξη», την ίδια στιγμή που θα καταστρέφουν παραλίες και δάση με δισεκατομμύρια κυβικά μπετόν.
Δεν πρέπει να ξεχάσουμε ότι το ξεπούλημα της γης είναι συνέχεια μιας πολιτικής που κατάφερε μέσα στα 15 προηγούμενα χρόνια να ξεπουλήσει όλο το δημόσιο τομέα. Όταν το 1994 ξεκινούσε το ΠΑΣΟΚ τις ιδιωτικοποιήσεις με τον ΟΤΕ –με το χρέος να είναι στο 100% του ΑΕΠ– ελάχιστοι μπορούσαν να εκτιμήσουν την τραγική σημερινή κατάληξη αυτής της πολιτικής.
Ότι, δηλαδή, δεν υπάρχουν πλέον σήμερα παρά ελάχιστα απομεινάρια από τις εύρωστες δημόσιες τράπεζες και τους δημόσιους οργανισμούς που τότε υπήρχαν, κι όμως παρ’ όλα αυτά το χρέος να παραμένει σταθερά πάνω από 100% του ΑΕΠ. Και αφού, δεν έχουν σχεδόν πια τι άλλο να πουλήσουν, αρχίζουν να πουλάνε το μόνο που απέμεινε, όπως απέμεινε λεηλατημένο από τις φωτιές και την άναρχη δόμηση, σ’ αυτόν τον τόπο: τη γη. Υπάρχει άραγε καλύτερο παράδειγμα για το ότι η πολιτική του ξεπουλήματος είναι εντελώς αδιέξοδη για το λαό και φυσικά φέρνει τεράστια κέρδη μόνο στις πολυεθνικές και τους ντόπιους ομίλους;
Παράλληλα, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ετοιμάζεται να περάσει ένα νόμο έκτρωμα, το fast track, που θα επιτρέπει να παρακάμπτονται όλες οι θεσμοθετημένες διαδικασίες ελέγχου των επενδύσεων.
Ακόμη ετοιμάζονται να δώσουν νέα κίνητρα στους επενδυτές: μείωση φορολογίας, περικοπή ασφαλιστικών υποχρεώσεων, κατάργηση ισχύος συλλογικών συμβάσεων κ.λπ. Η Ελλάδα γυρίζει πίσω στη δεκαετία του ’50, με το διαβόητο αποικιοκρατικό νόμο 2687/53 του Μαρκεζίνη, με τον οποίο πολυεθνικές και έλληνες εφοπλιστές κυρίως έκαναν ρεκόρ κερδοφορίας.
Ας σημειώσουμε βέβαια τη διαφορά με την τότε εποχή, ότι ήταν δηλαδή μια περίοδος έντονων ρυθμών ανάπτυξης του καπιταλισμού παγκόσμια και όχι κρίσης όπως σήμερα. Ας σημειώσουμε όμως, επίσης, ότι οι δυσμενείς εξελίξεις μπορεί να είναι πολύ γρήγορες γιατί ο Γ. Παπανδρέου και οι άνθρωποι του έχουν εμπειρία στα ξεπουλήματα. Ο αρμόδιος υπουργός, Χ. Παμπούκης, ήταν αυτός που εκπόνησε (ως δικηγορικό γραφείο) και υλοποίησε ως υπουργός το ξεπούλημα του λιμανιού του Πειραιά στην COSCO.
Ο ίδιος (πάλι ως δικηγορικό γραφείο) οργάνωσε την πώληση του Κάβο Σίδερο στο Λασίθι, μια περιοχή 26.000 στρεμμάτων μοναδικής φυσικής ομορφιάς, σε Άγγλους επενδυτές –που ευτυχώς αποτράπηκε την τελευταία στιγμή χάρη στην κινητοποίηση των κατοίκων και στην απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας.
Τέλος, επειδή όλα αυτά θα παρουσιαστούν από τα ΜΜΕ, ως «η μόνη λύση αφού χρωστάμε», η Αριστερά οφείλει να τονίσει δύο πράγματα.
Πρώτον ότι δεν είναι λύση, το να υπάρχουν στην Ελλάδα πάσης φύσεως σημαίες των ιμπεριαλιστών και των εμιράτων, –αυτό δεν είναι λύση.
Και δεύτερον ότι, όντως, υπάρχει άλλη λύση, και μάλιστα, στον αντίποδα της πολιτικής του ξεπουλήματος: η παραγωγική ανασυγκρότηση με επίκεντρο τους εργαζόμενους και το περιβάλλον και μοχλό ένα νέο δημόσιο τομέα, αποτελεσματικό, κοινωνικά ελεγχόμενο, αξιοποιώντας όλες τις σύγχρονες τεχνολογικές εξελίξεις. Λύση που έχει μια βασική πολιτική προϋπόθεση: «να φύγουν όλοι τους» και «να έρθει ο λαός».