Αίτημα ουσίας και νοήματος
Κείμενα: Ρούντι Ρινάλντι
1. Το ζήτημα των ζητημάτων
Με βάση όσα συμβαίνουν και βιώνουμε εδώ και οκτώ χρόνια με οδυνηρό τρόπο, τίθεται ένα απολύτως καίριο και κρίσιμο ερώτημα: Υπάρχει άλλος δρόμος, υπάρχει εναλλακτική διεξόδου και ύπαρξης της χώρας, της κοινωνίας, του λαού; Κι αν δεν υπάρχει, μπορεί να διανοιχθεί και με ποιο τρόπο;
Η αστική απάντηση είναι σαφής. Όχι, δεν υπάρχει και δεν μπορεί να υπάρξει. Ο ρεαλισμός απαιτεί να προσαρμοστούμε στα νέα δεδομένα, να εφαρμόσουμε στο ακέραιο τον «οδικό χάρτη» μνημονίων και μεταρρυθμίσεων (με η χωρίς κοινωνική ευαισθησία), διοχετεύοντας προς ανώδυνα πλαίσια την αναπόφευκτη αντίδραση των υποτελών στρωμάτων της κοινωνίας.
Σε αυτά τα δεδομένα, εκείνα που επιτρέπονται είναι μόνο ένα ελεγχόμενο κοινοβουλευτικό παιχνίδι (έστω και ως καρικατούρα κοινοβουλευτισμού), μια άγρια μάχη επικράτησης σε διάφορους τομείς ανάμεσα σε ισχυρές ομάδες, φατρίες και καρτέλ και προπάντων η υλοποίηση όσων ζητούν τα μεγάλα υπερατλαντικά και ευρωπαϊκά αφεντικά.
Το αποτέλεσμα αυτού του πλαισίου είναι τριπλό:
Α) Οικονομικός στραγγαλισμός και φτωχοποίηση της πλειονότητας του πληθυσμού. Αποδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού, βίαιη αρπαγή και αναδιανομή του πλούτου. Στραγγαλισμός της ίδιας της χώρας με την κατάλυση της κυριαρχίας της, τη μετατροπή της σε σύγχρονη αποικία.
Β) Στραγγαλισμένη η χώρα σέρνεται στο παζάρι των ληστών: στα επικίνδυνα γεωπολιτικά παιχνίδια. Ο πόλεμος στην Μέση Ανατολή, οι προκλήσεις της Τουρκίας σε Αιγαίο, Θράκη και Κύπρο, το Προσφυγικό, καθώς και το σύρσιμο στις απαιτήσεις ΗΠΑ και ΝΑΤΟ, εκθέτουν την χώρα. Την αφήνουν απροστάτευτη απέναντι σε απειλές που μεγεθύνονται εκθετικά από την έλλειψη στοιχειώδους προετοιμασίας της κοινωνίας απέναντι στους κινδύνους που εγκυμονούν.
Γ) Διάλυση και αποσύνθεση της κοινωνίας. Μέσα από το συστηματικό γκρέμισμα κάθε ελπίδας και οράματος, κυριαρχούν οι διαιρετικές πολιτικές, η διάδοση «μεταμοντέρνων σχημάτων» άκρατου υποκειμενισμού, οι μικροεμφύλιοι της συμφοράς για κάθε θέμα. Απώτερος στόχος, η κάμψη κάθε πνεύματος αντίστασης και φυσικά ο εξανδραποδισμός ολόκληρου του λαού.
Η απάντηση του ζητήματος των ζητημάτων (άλλος δρόμος, άλλη εναλλακτική διεξόδου) περνά μέσα από την απάντηση και των τριών παραμέτρων που έχουν ήδη δρομολογηθεί και εν πολλοίς δημιουργηθεί. Το «ναι στην ζωή» στην Ελλάδα του 2017 περνά μέσα από την προσπάθεια να δοθούν απαντήσεις και στα τρία αυτά επίπεδα, μέσα από μια σύνθετη διαδικασία ενεργοποίησης και υποκειμενοποίησης η οποία θα αναμετρηθεί με το πολιτικό σύστημα και το εποικοδόμημά του που στηρίζεται σε αυτήν την άθλια βάση.
Η αναγνώριση του προβλήματος, η σωστή κατανόησή του, είναι η μόνη οδός για να βρεθεί και η λύση του.
2 «Ναι στη ζωή» σε συνθήκες κατεδαφιστικής κρίσης
Η Ελλάδα παραμένει προχωρημένο παράδειγμα πειραματισμών, αλλά και ενδιαφέρον πεδίο απαντήσεων και σύγχρονων κινημάτων. Αντιμετωπίζει οικονομικό στραγγαλισμό, βρίσκεται στη δίνη γεωπολιτικών ανακατατάξεων, ενώ η κοινωνία της δεν είναι αυτή που προσιδιάζει σε μια καθυστερημένη χώρα.
Σε αυτήν κυριαρχούν όλα τα ιδεολογήματα του μετανεωτερικού κόσμου και τα διλλήματα που αντιμετωπίζει ο σύγχρονος άνθρωπος στις καπιταλιστικά αναπτυγμένες χώρες. Η απάντηση στο τριπλό πλέγμα που περιγράφηκε πριν, μπορεί να τοποθετήσει ένα νέο πολιτικό κίνημα κοινωνικής χειραφέτησης σε μια θέση εμπροσθοφυλακής, σε κατάσταση σημαντική σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτή η δυνατότητα δεν έχει αποκλειστεί, είναι πάντα στην επικαιρότητα.
Το «ναι στην ζωή, ναι στην διέξοδο της χώρας» πρέπει να χτιστεί από την αρχή, με νέα ποιοτικά υλικά, με συμπεράσματα από την προηγούμενη φάση. Αλλά και με διεύρυνση της έννοιας του πολιτικού με τρόπο τέτοιο που να αγκαλιάζει φάσματα και περιοχές που μέχρι τώρα έμεναν στο περιθώριο.
Ζούμε σε συνθήκες κατεδαφιστικής κρίσης που αγκαλιάζει όλες τις πλευρές της ζωής. Μέσα στην παγκόσμια αναταραχή, βιώνουμε τη διάλυση της οικονομικής ισορροπίας που οδηγεί σε μακρά γεωπολιτική ανισορροπία και αποσταθεροποίηση, ενώ η ίδια η κοινωνική και ανθρώπινη νοηματοδότηση επηρεάζεται από μετανεωτερικές ιδεολογίες. Οδηγούμαστε σε παγκόσμια καθολική κρίση που δεν «μαζεύεται» με οικονομικό τρόπο. Απαιτεί πιο καθολικές απαντήσεις. Ούτε οικονομικές, ούτε στενά πολιτικές (δηλαδή ποιος θα έχει την εξουσία) λύσεις. Γιατί, ας πούμε πως κάποιος μη συστημικός έχει την πολιτική εξουσία, τι θα κάνει, προς τα πού θα βαδίσει, που θα στηριχθεί, σε ποιο πρόγραμμα και σχέδιο, με ποιες κινητήριες δυνάμεις, συμμάχους κ.λπ. Να γιατί το πρόβλημα είναι πιο σύνθετο και πιο γενικευμένο. Καθολικές λύσεις σημαίνει μαζί με την κοινωνία, τη συντριπτική πλειοψηφία της, με συνεννόηση σε περιφερειακό και διεθνικό επίπεδο.
Η κατεδαφιστική καθολική κρίση του συστήματος μπορεί να έχει και μια πλευρά που οφείλουμε να αδράξουμε ως άλλη κοινωνική δυνατότητα. Ως έναυσμα μετάβασης σε μια άλλη εποχή. Μεταβατική, που αποκλείεται να επιστρέψει στην προτεραία κατάσταση και ρύθμιση. Το ίδιο το σύστημα δεν μπορεί να αγνοήσει την κρίση του και δεν μπορεί να εγγυηθεί επιστροφή στην προηγούμενη κατάσταση. Εξ άλλου, και η μετανεωτερική κατάσταση είναι μια μορφή άρνησης της προτεραίας κατάστασης των μεγάλων αφηγήσεων της ίδιας της αστικής τάξης. Άρα, βρισκόμαστε σε μια διαδικασία μετάβασης από τον γερασμένο και βαριά πάσχοντα καπιταλισμό σε κάτι άλλο. Αν τοποθετήσουμε τον εαυτό μας στο αίτημα μιας μακράς πορείας, μιας μακράς μετάβασης στον σοσιαλισμό, ως άνθρωποι, λαοί, κινήματα που θέτουν τον εαυτό τους μέσα σε αυτή την ιστορική κίνηση, τότε μπορεί να επιτευχθεί μια μεγάλη στροφή στην ανθρώπινη ιστορία, να βγούμε από την φάση της αντεπανάστασης, να αλλάξουν οι παγκόσμιοι συσχετισμοί με την ανάδειξη ενός νέου παγκόσμιου κινήματος κοινωνικής χειραφέτησης. Η Ελλάδα, το κίνημά της, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις μπορεί να ξαναβρεί το νήμα ως αιχμή ή σημείο αιχμής γι αυτήν τη μετάβαση.
Το «ναι στην ζωή» στην Ελλάδα του 2017 δεν είναι αποκομμένο από ό,τι συμβαίνει στον κόσμο και δεν μπορεί να βρεθεί με λύσεις ευκολίας και με κατάργηση των δύο από τα τρία επίπεδα που συνθέτουν το όλο πρόβλημα. Η πραγματικότητα επιβεβαιώνει ότι μπαίνουν πιο σύνθετα προβλήματα. Δεν μπορείς να προχωρήσεις χωρίς να το αντιλαμβάνεσαι. Δεν ανατάσσεται ο λαϊκός παράγοντας χωρίς την απάντηση των καίριων τριών ζητημάτων που τονίστηκαν. Απαιτούνται μάλιστα ειδικοί τρόποι ώστε να υπάρχει μια νέα αξιοπιστία και πρέπει να εφευρεθούν θεωρητικά και πρακτικά. Αυτές οι απαιτήσεις είναι καλοδεχούμενες και κυοφορούν όρους απάντησής τους. Οι εύκολες λύσεις έχουν σχολάσει. Όποιος παραμένει στην περιοχή τους, απλώς σπαταλιέται…
3 Η αναγκαία ανάταξη
Τεχνοπολιτική και διεύρυνση του πολιτικού
Αν κάποιος ενδιαφέρεται πραγματικά για τη δημιουργία ενός νέου πολιτικού κινήματος κοινωνικής απελευθέρωσης, δεν μπορεί παρά να ξεκινά πάντα από την κατάσταση της λαϊκής διαθεσιμότητας, από την κατάσταση πνευμάτων μέσα στα υποτελή στρώματα της κοινωνίας. Αν δεν ενδιαφέρεται για ένα τέτοιο κίνημα, μπορεί κάλλιστα να μελετά τις δημοσκοπήσεις και να ποντάρει σε εκλογικά ποσοστά, αλλά αυτός είναι ένας συμβατός με το σύστημα προσανατολισμός. Το ζητούμενο είναι άλλο, γι αυτό και επιλέγουμε να θέσουμε στο επίκεντρο την ανάταξη της λαϊκής διαθεσιμότητας. Ξεκινάμε από κει, όχι σαν σύμβουλοι ψυχικής στήριξης, αλλά γιατί εκεί βρίσκεται ένα από τα σημαντικότερα «κλειδιά».
Υπάρχει μια διάκριση ανάμεσα στην τεχνοπολιτική, τη χειραγώγηση που αυτή επιδιώκει και σε μια πολιτική απελευθέρωσης και χειραφέτησης των ανθρώπων. Αν δεν ξεκινήσουμε από αυτή τη διάκριση και δεν ξανακερδηθεί η εμπιστοσύνη των ανθρώπων στη δική τους πράξη, δεν είναι δυνατόν να αναστηλωθεί το ηθικό και να επουλωθεί το τραύμα που έχει δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια. Είναι, επομένως, αναγκαία μια διεύρυνση του πολιτικού, να γίνει πλατύτερο και βαθύτερο επί της ουσίας, να αποσπαστεί από τα όρια και τα πλαίσια της τεχνοπολιτικής (γκάλοπ, ποσοστά, ΜΜΕ, διαφημιστικά προϊόντα και συνθήματα μιας χρήσης, πόλεμος διαδικτύου κ.λπ.). Η οικοδόμηση του νέου συλλογικού δεν μπορεί να γίνει απλά στο έδαφος της πολιτικής όπως την γνωρίζουμε σήμερα. Η πολιτική πρέπει να εμπλουτιστεί με καινούργια στοιχεία, να συμπεριλάβει κι άλλα πεδία.
Για να γίνει κατανοητό το θέμα που θίγουμε, τα τελευταία οκτώ χρόνια των μνημονίων, έχουν ειπωθεί σχεδόν τα πάντα και έχουν χρησιμοποιηθεί όλα τα συνθήματα. Δεν ειπώθηκε μόνο το «σκίσιμο των μνημονίων» και η κατάργησή τους με ένα νόμο, ειπώθηκαν πολλά για μέτωπα, ανατροπές, ευρω-εξόδους και επιστροφή στην δραχμή, για τα «Όχι» και ποιος τα εκφράζει. Προωθήθηκαν και συγκεκριμένες πλατφόρμες – προτάσεις απάντησης του οικονομικού προβλήματος της χώρας. Φτιάχτηκαν νέα κόμματα, εκκολάφθηκαν αρχηγοί, αλλά η κατιούσα της λαϊκής δυναμικής δεν αντιστράφηκε. Η συγκυρία δείχνει ότι είναι σχετικά αδύναμες οποιεσδήποτε πλατφόρμες σε πολιτικό επίπεδο.
Γιατί; Διότι η συγκυρία οδήγησε σε μια κατάρρευση, απογοήτευση, κάμψη των ελπίδων και συνολικά του οικοδομήματος εντός του οποίου υπήρχε ο καθένας και ο εαυτός του. Στη θέση αυτού του οικοδομήματος, αναδύονται όψεις του σκληρού σκηνικού που δεν είχε συνειδητοποιηθεί ότι μπορεί να προκύψει. Περίκλειστο και σκοτεινό σκηνικό, που δεν μπορεί να αλλάξει μέσω της υπαρκτής, στενής πολιτικής διαδικασίας.
Πλάι σε αυτή την κατάρρευση, υπάρχει και μια μορφή παλινδρόμησης. Ό,τι κατακτήθηκε και όσα βήματα έγιναν σε επίπεδο συλλογικότητας, γνώσης, πρακτικών, δεν υποχωρούν απλώς. Ο κόσμος τείνει να επιστρέψει σε ιδεολογικά και θεωρησιακά σχήματα που ίσχυαν πριν το 2010. Μέσω κυρίως μιας αναδίπλωσης σε εμμονές και πρότερα σχήματα. Η στροφή προς τον Μητσοτάκη και μια αναβίωση του πασοκισμού (του «αυθεντικού», γιατί υπάρχει βέβαια και ο κυβερνών), όποια έκταση κι αν έχουν, πιστοποιούν αυτήν την παλινδρόμηση. Στις όποιες μαχόμενες δυνάμεις της αριστεράς, αυτό μεταφράζεται σε περισσότερο περίκλειστα σχήματα, σεχταρισμό και δογματισμό.
Η παλινδρόμηση για την οποία κάνουμε λόγο, αντιτίθεται στα μετέωρα βήματα που έγιναν στο πρόσφατο παρελθόν. Μετέωρα γιατί δεν έγιναν κάτω από μια εμπεδωμένη νοοτροπία χειραφέτησης. Οι παλιές βεβαιότητες έπρεπε να καλυφθούν από νέες που δεν ήρθαν, και δεν υπήρξε μια κουλτούρα αναζήτησης μετά την ήττα των παλιών βεβαιοτήτων. Η χειραφέτηση είναι δύσκολο έργο και έχει πλευρές αρκετά προσωπικές, βιωματικές που αρκετές φορές, μετά από στροφές και ήττες φανερώνουν την πολιτική ως αυτοβασανισμό.
Παράλληλα, η πολλαπλή ήττα αυταπατών και προσπαθειών, οδηγεί σε μια ματαίωση που τροφοδοτεί προσωπικές αντιδράσεις με ιδιόμορφα χαρακτηριστικά. Η συγκυρία οδηγεί σε μια συμπλεγματική συμπεριφορά και αντίληψη του εαυτού ως αδύναμου, προδομένου, συρρικνωμένου. Η εποχή μας, όμως, και το «ναι στην ζωή» απαιτούν έναν πιο πλούσιο εαυτό που να είναι σε θέση να υπερβεί το προβαλλόμενο μοντέλο ενός ατόμου επαρμένου, περίκλειστου σε έναν νοσηρό εγωιστικό πυρήνα. Η απελευθέρωση του ατόμου από αυτόν τον ατομισμό θα οδηγούσε σε μια πιο υψηλή σε ποιότητα και περιεχόμενο ατομικότητα. Άτομο και συλλογικότητα, πρέπει να αναπτυχθούν και τα δύο. Η πνευματική ανάπτυξη και των δύο είναι καθοριστικής σημασίας ζήτημα. Εδώ πρέπει να εδράζεται η διεύρυνση του πολιτικού ως δράσης, ποιότητας και πλαισίου θεματολογίας και ιεραρχήσεων.
Η συγκυρία οδηγεί και σε πολλαπλή θραυσματοποίηση. Το δυνάμει ενιαίο υποκείμενο έχει θραυστεί κοινωνικά και πολιτικά. Με μια έννοια, οι περισσότεροι έχουν ξεκόψει από ενοποιητικές διαδικασίες και τελούν σε σύγχυση. Ο κατακερματισμός φθάνει στο έσχατο σημείο του και διαπερνά και όσους συμμετέχουν σε συλλογικότητες της αριστεράς που υποτίθεται ότι έχουν πιο αυστηρές «οριοθετήσεις». Ακόμα και εκεί, οι δεσμοί είναι πιο ανίσχυροι από πριν.
Η πολιτική πάντα αποσκοπούσε σε διαδικασίες ενοποίησης. Το πεδίο ενοποίησης σήμερα δεν είναι το πεδίο της στενής πολιτικής. Δεν επαρκεί. Αναγκαστικά πρέπει να περάσουμε από βαθύτερα επίπεδα σχετικά με έννοιες όπως οργάνωση, λαός, κινήματα, μαχόμενος άνθρωπος, συλλογικότητα.
Αυτά τα ζητήματα δεν μπορούν να προσπεραστούν ούτε να θεωρηθούν εκτός πολιτικής ατζέντας. Ίσα ίσα, το ακριβώς αντίθετο χρειάζεται. Αναγκαία μέθοδος: να ακούμε τον άλλο άνθρωπο, ακόμα και τη σιωπή του, να μην τον βομβαρδίζουμε με τις «αλήθειες» μας. Πρώτα απ’ όλα, να μάθουμε να ακούμε και να καταλαβαίνουμε. Αυτό είναι πιο απελευθερωτικό από αυτά που νομίζαμε…