Στην Ελλάδα του καναπέ και της καθήλωσης, πραγματοποιείται ένα συλλαλητήριο, που δεν το προβάλλουν επίσημοι και κρατικοί φορείς και συγκεντρώνει περίπου 300.000 κόσμο (αν συμφωνήσουμε σε αυτήν την τάξη μεγέθους, δεν απέχουμε πολύ από την πραγματικότητα, είτε παραπάνω είτε λιγότεροι κι αν ήταν οι συγκεντρωμένοι). Ένα συλλαλητήριο που ταρακουνά και προβληματίζει.
1 Ο αριθμός, το πλήθος απαιτούν μια ερμηνεία, όπως απαιτεί μια ερμηνεία το τι ζητούσε ο κόσμος που πήγε στο συλλαλητήριο και ποιος ήταν ο χαρακτήρας του. Τα περί φασιστών και ακροδεξιών ως κύριων χαρακτηριστικών, διαστρεβλώνουν εντελώς την πραγματικότητα και δεν εξηγούν τίποτα.
Το συλλαλητήριο ήταν μια έκφραση της οργής των ανθρώπων –πολλών ανθρώπων, χιλιάδων ανθρώπων, δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων– που δεν θέλουν να φάνε ακόμα μια ήττα που θα συμπληρώσει τη συνολικότερη απαξίωση και υποβάθμιση της ζωής τους. Ήταν και είναι η έμπρακτη εκδήλωση της διάθεσης, της τάσης ενός μεγάλου τμήματος (περίπου το 80%) της ελληνικής κοινωνίας να μην «παραδοθεί» το όνομα της Μακεδονίας, να μην υποχωρήσουμε άλλη μια φορά, να μην ανοίξουμε τις πόρτες και τα παράθυρα σε αμφισβητήσεις της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας. Ήταν και ιδιαίτερη έκφραση μιας πατριωτικής διάθεσης και στάσης απέναντι στους αλυτρωτισμούς και τις επιβουλές σε ολόκληρο τον βορειοελλαδίτικο χώρο.
Ο λαός, όποτε παρέμβηκε τα τελευταία 8 χρόνια, στις πλατείες για τα μνημόνια, στο προσφυγικό με την αλληλεγγύη και τώρα για την Μακεδονία, ο ρόλος του ήταν προοδευτικός – προωθητικός, άσχετα αν ήταν ευκολόπιστος και εξαπατήθηκε από τους πολιτικούς εκφραστές στους οποίους ανέθεσε τη διαχείριση
2 Το συλλαλητήριο είχε δύο αιχμές. Μία ιδιαίτερη απέναντι στην κυβέρνηση που χειρίζεται «υπεύθυνα» το θέμα και είναι πρόθυμη να προσυπογράψει τους νατοϊκούς σχεδιασμούς, αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Και μία συνολικά απέναντι στο πολιτικό κόσμο που κοροϊδεύει τους πολίτες και σύρεται σε μια «εθνική γραμμή» συμβιβασμού και υποτέλειας. «Μην μας ξεπουλάτε άλλο». «Φτάνει πια». Δεν είχε ένα πιο ξεκάθαρο προσανατολισμό για τον ρόλο των ΗΠΑ, του Νίμιτς, του ΝΑΤΟ ή αιχμές για αυτά. Τα στοιχεία αυτά ήταν υποβαθμισμένα.
Το συλλαλητήριο, για να πραγματοποιηθεί, έπρεπε να περάσει από πολλούς σκοπέλους και εχθρότητα του πολιτικού κόσμου, της επίσημης εκκλησίας, των ΜΜΕ και της αριστεράς. Κι όμως, αυτός ο πόλεμος που δέχθηκε ήταν ευεργετικός γιατί αποκάλυψε δύο αλήθειες ισχυρές:
α) Ο ακηδεμόνευτος χαρακτήρας μιας πρωτοβουλίας είναι όρος για την μαζικοποίησή της, γιατί έχει διευρυνθεί η αναξιοπιστία του πολιτικού κόσμου και υπάρχει μεγάλη διάσταση κοινωνίας και πολιτικού κόσμου.
β) Οι μηχανισμοί προπαγάνδας, κινητοποίησης, συκοφάντησης, διαστρέβλωσης, τα κόμματα, τα ΜΜΕ κ.λπ. δεν έχουν τόση δύναμη όση πιστεύουν οι ίδιοι. Ιδιαίτερα όταν πρόκειται για σοβαρά θέματα επιβίωσης, θέματα εθνικά, θέματα που προσβάλουν την αξιοπρέπεια ενός λαού.
3 Ταλαιπωρημένος ο λαός από τα απανωτά κτυπήματα στα 8 μνημονιακά χρόνια, κουρασμένος από λόγια και ταξίματα που ποτέ δεν τηρούνται, οργισμένος με τα ψέματα και τις κωλοτούμπες των πολιτικών, φτάνει ορισμένες φορές, όπως τώρα, σε κορυφαία θέματα και επιβουλές, να σηκώνει το ανάστημα και να βροντοφωνάζει ένα «ΟΧΙ» σε μια ακόμα ήττα που στερεί την ταυτότητα, ως κάποιο τελευταίο καταφύγιο ή κάτι ισχυρό και ιερό μαζί που δεν πρέπει να απολεσθεί.
Ο λαός που διαδήλωσε δεν το έκανε μετά από κάλεσμα της αστικής τάξης (των εκπροσώπων της), αντίθετα το έκανε εναντίον της καθαρής και απροσχημάτιστης ευθυγράμμισής της στην νατοϊκή ιμπεριαλιστική πολιτική. Γιατί αυτή ήταν η γραμμή της και ενάντια σε μια ακόμα τέτοια ήττα κατευθύνθηκε το συλλαλητήριο. Γιατί ο λαός έχει ένα αισθητήριο που ο «ρεαλισμός» της αστικής πολιτικής το «ξεχνάει»: Η παράδοση του ονόματος «Μακεδονία» σε μια κρατική οντότητα, στην καρδιά των ταλαιπωρημένων Βαλκανίων από την ακατάπαυστη δράση των Μεγάλων Δυνάμεων και των γεωπολιτικών παιχνιδιών, δεν προμηνύεται τίποτα καλό για ολόκληρη τη Βόρεια Ελλάδα από τον Έβρο μέχρι την Αδριατική θάλασσα. Η άμεση εμπλοκή τριών χωρών (Τουρκία, Αλβανία και Βουλγαρία) και οι αλυτρωτισμοί για «Μακεδονία του Αιγαίου» μόνο μεγάλους κινδύνους εγκυμονεί. Αυτά σαν αίσθηση κι όχι ως πολιτική θέση.
4 Η αστική τάξη εύκολα και σε τέτοιες συνθήκες λέει «ας τα μοιραστούμε όλα», νομίζοντας ότι το «μοίρασμα» περιορίζεται σε σύμβολα και ιστορία. Ψεύδεται και αδιαφορεί για τις συνέπειες ακολουθώντας μια φιλοϊμπεριαλιστική πολιτική εξυπηρέτησης των ΗΠΑ και της Ε.Ε. και της αντιπαράθεσής τους προς τη Ρωσία στην περιοχή των Βαλκανίων. Άλλο ένα ξεπούλημα, άλλο ένα άδειασμα κυριαρχίας από την οντότητα Ελλάδα, δεν τους πολυαπασχολεί. Είτε αυτό το άδειασμα γίνεται μέσω οικονομικού στραγγαλισμού και εκχώρησης πλούτου και παραγωγικών δυνατοτήτων στους τροϊκανούς, είτε ποδοπατώντας κυριαρχικά δικαιώματα και αξιοπρέπεια στο θέμα του Μακεδονικού, είτε έρχεται από τον επεκτατισμό της Τουρκίας σε Αιγαίο, Θράκη, Κύπρο.
Η αστική τάξη και τα κόμματά της, δεν μπορούν να εγγυηθούν την κυριαρχία, λαϊκή και εθνική, της χώρας. Υπάρχουν μόνο εκχωρώντας και παραδίδοντας. Παράλληλα, αναπαράγοντας μια αδιέξοδη καμαρίλα μικροπολιτικής, διαδρομισμού, διαρροών, υπηρεσιών, ποσοστών και κυνισμού.
Σε μια χώρα σαν την Ελλάδα το κοινωνικό ζήτημα συμπλέκεται με το εθνικό και αυτά τα δύο δεν μπορούν μηχανιστικά να οριοθετηθούν. Δεν είναι καν «σιαμαία» που μπορούν να διαχωριστούν. Πρέπει να αντιμετωπιστούν στην ενότητά τους και στις διασυνδέσεις που οργανικά τα συνενώνουν
5 Η φωνή λαού απέναντι σε αυτήν την παράδοση και εκχώρηση, σε αυτό το άδειασμα κυριαρχίας, λαϊκής και εθνικής, αποκτά προοδευτικό χαρακτήρα όταν ακούγεται ακηδεμόνευτα και δυνατά. Ταρακουνά και φοβίζει. Μετατοπίζει και εξαναγκάζει σε ελιγμούς και επανατοποθετήσεις.
Παρόλο που η καθήλωση του λαϊκού ριζοσπαστισμού χαρακτηρίζει την συγκυρία, εντούτοις στιγμές όπως το συλλαλητήριο δείχνουν ότι υπάρχουν «αντισώματα», αντιστάσεις ανακατεμένα με σύγχυση και καρτερία.
Το συλλαλητήριο, η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού που δεν θέλει χρήση του όρου Μακεδονία στην ονομασία μιας κρατικής οντότητας η οποία συνορεύει με την Ελλάδα, οι φωνές για δημοψήφισμα (και η κατηγορηματική άρνησή του από την κυβέρνηση και τα κόμματα), ήδη έχουν φέρει αποτελέσματα, δημιουργώντας δυσκολίες στο πέρασμα της νατοϊκής φόρμουλας του «παραθύρου ευκαιρίας». Δύσκολα θα υπογράψουν μια συμφωνία όταν η λαϊκή αντίθεση είναι τόσο συντριπτική και εκφρασμένη.
6 «Δεν γίνεται εξωτερική πολιτική με συλλαλητήρια και δημοψηφίσματα». Αυτό είναι το απαύγασμα (λέξη που αρέσει στον κ. Κοτζιά) όλων των αστών πολιτικών. Η αλήθεια είναι ότι κάλλιστα μπορούν να είναι αποτελεσματικά, συμπληρώματα και στοιχεία μιας εξωτερικής πολιτικής. Αναγκαία ορισμένες στιγμές. Το θέμα είναι ποια είναι η εξωτερική πολιτική, ποια η κατεύθυνσή της. Εκεί βρίσκονται οι μεγάλες αποκλίσεις, μιας πολιτικής που υπερασπίζεται την κυριαρχία (οικονομική, εδαφική, κοινωνική, πολιτική κ.λπ.) μιας χώρας, από μια πολιτική που την παραχωρεί, την εκχωρεί και την συρρικνώνει.
Το «απαύγασμα» απεχθάνεται τον «λαϊκισμό», δηλαδή την ενεργό έκφραση και εκδήλωση – παρουσία του λαού με λόγο, άποψη, στόχους και επιδιώξεις, με πολιτική. Ο λαός, όποτε παρέμβηκε τα τελευταία 8 χρόνια, στις πλατείες για τα μνημόνια, στο προσφυγικό με την αλληλεγγύη και τώρα για την Μακεδονία, ο ρόλος του ήταν προοδευτικός – προωθητικός, άσχετα αν ήταν ευκολόπιστος και εξαπατήθηκε από τους πολιτικούς εκφραστές στους οποίους ανέθεσε τη διαχείριση.
Η ίδια η πρόσφατη ιστορία δείχνει πως σε μια χώρα σαν την Ελλάδα το κοινωνικό ζήτημα συμπλέκεται με το εθνικό και αυτά τα δύο δεν μπορούν μηχανιστικά να οριοθετηθούν. Δεν είναι καν «σιαμαία» που μπορούν να διαχωριστούν. Πρέπει να αντιμετωπιστούν στην ενότητά τους και στις διασυνδέσεις που οργανικά τα συνενώνουν. Οι κάθε λογής «χειρούργοι» που θα επιμένουν να τα διαχωρίσουν, θα σπάνε τα μούτρα τους.
Η οπτική με την οποία αντιμετωπίζεται το σύνολο «Ελλάδα» στον σύγχρονο κόσμο είναι καθοριστικής σημασίας.